Μίκαελ Σουμάχερ – Τα κομμένα φτερά ενός πρωταθλητή
Η βασική έγνοια των δικών του ανθρώπων είναι να κρατήσουν ζωντανή την εικόνα που παρουσίαζε ο Σουμάχερ πριν το ατύχημα και να μην τσαλακώσουν το προφίλ του, για να τον θυμάται ο κόσμος νικητή. Ξεχνάνε όμως πως ο κόσμος ταυτίζεται περισσότερο με την ανθρώπινη πλευρά και το δράμα ενός αθλητή κι όχι πάντα με την ιδιότητα του γεννημένου πρωταθλητή…
Αν η επιτυχία είχε συνώνυμο στο μηχανοκίνητο αθλητισμό, θα μπορούσε να είναι το δικό του ονοματεπώνυμο. Αλλά τα τελευταία χρόνια, περνάει το δικό του Γολγοθά, γνωρίζοντας την άλλη όψη του νομίσματος στη ζωή, που του είχε χαρίσει απλόχερα δόξα και διακρίσεις στον αθλητισμό.
Γεννήθηκε μισό αιώνα πριν, στις 3 Ιανουαρίου 1969, κοντά στην Κολωνία. Ξεκίνησε να οδηγεί σε νηπιακή ηλικία και διαγωνίστηκε σε διάφορες κατηγορίες junior και υποδεέστερα πρωταθλήματα, δείχνοντας από νωρίς το ταλέντο του. Η συνέχεια ωστόσο θα ξεπερνούσε κάθε φαντασία.
Η πρώτη του επαφή με το μαγικό κόσμο της Φόρμουλα 1 ήταν το καλοκαίρι του 1991, ως δοκιμαστής στην Τζόρνταν Φορντ, για να αντικαταστήσει έναν οδηγό που φυλακίστηκε! Κερδίζει την εμπιστοσύνη του Φλάβιο Μπριατόρε στην Μπένετον και μαζί παίρνει την πρώτη του νίκη μες στο 1992, και αργότερα δύο συνεχόμενους τίτλους, σε αρκετά νεαρή ηλικία και μετά από σκληρό ανταγωνισμό. Ο πρώτος τίτλος του σημαδεύτηκε από το θανατηφόρο ατύχημα του Βραζιλιάνου θρύλου Άιρτον Σένα, στην πίστα της Ίμολα, στον τρίτο αγώνα της χρονιάς, που άλλαξε τα δεδομένα και τους κανόνες ασφαλείας του αθλήματος.
Οι δύο συνεχόμενοι τίτλοι του ως αουτσάιντερ τον έβαλαν στο στόχαστρο της Φεράρι, που έψαχνε απεγνωσμένα τρόπο να επιστρέψει στην κορυφή. Τα πρώτα κόκκινα χρόνια του ήταν ανηφορικά, με το Σουμάχερ να βρίσκεται πάντα μες στη διεκδίκηση του τίτλου, αλλά να χάνει στο νήμα, πότε από τους οδηγούς της Γουίλιαμς (Ντέιμον Χιλ, Ζακ Βιλνέβ) και πότε από το Μίκα Χάκινεν της Μακλάρεν, με τον οποίο είχαν επικές μονομαχίες. Η περίοδος αυτή σημαδεύτηκε από το επεισοδιακό φινάλε του 1997, όταν μηδενίστηκε στον τελευταίο αγώνα, γιατί πήγε να βγάλει εκτός αγώνα το Βιλνέβ και να εξασφαλίσει τον τίτλο με ένα σκόπιμο βολικό “ατύχημα”, και από ένα σοβαρό τραυματισμό που τον έβγαλε νοκ-άουτ για μισή σεζόν (όταν ο συμπαίκτης του στην ομάδα, Φρέντι Ιρβάιν, πάλεψε ως το τέλος για τον τίτλο).
Ο νέος αιώνας όμως ήταν η δική του εποχή, με τη δική του σφραγίδια. Για μια πενταετία ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος του πρωταθλήματος, με ισάριθμους τίτλους (επίδοση ρεκόρ), γεμίζοντας χαρά τους Ιταλούς τιφόζι και πετυχαίνοντας μια σειρά ασύλληπτα ρεκόρ. Είδε πρώτος την καρό σημαία σε 91 από τα 250 γκραν πρι στα οποία πήρε μέρος, ανεβαίνοντας στο βάθρο σε παραπάνω από τους μισούς αγώνες, με δεκάδες poll position, ταχύτερους γύρους και αριθμούς που ζαλίζουν, ιδίως αν μιλάμε για τα χρυσά συμβόλαια που έκλεινε και τον κατέστησαν έναν από τους πλουσιότερους αθλητές παγκοσμίως.
Ο Σουμάχερ “βαρέθηκε” να ανεβαίνει στο πόντιουμ και να λούζεται με σαμπάνιες, κάνοντας το μαέστρο προς τους Ιταλούς μηχανικούς, κατά τη διάρκεια του “Fratelli d’ Italia”-μέχρι που του έγινε σύσταση από την ομάδα, για να μη φαίνεται πως το παίρνει με ελαφριά καρδιά και κοροϊδεύει τον ύμνο…
Αυτό το ιταλικό ταμπεραμέντο έβγαζε συχνά στην επιφάνεια και μια πιο ανθρώπινη πλευρά του, μακριά από την εικόνα ενός οδηγού-ρομπότ, προγραμματισμένου να βελτιώνει το μονοθέσιό του και να νικάει με κάθε τρόπο, θεμιτό κι αθέμιτο, χωρίς το φαντεζί στιλ άλλων οδηγών όπως ο Σένα -τον οποίο ξεπέρασε σε αριθμούς και τίτλους, όχι όμως απαραίτητα και σε δόξα.
Ο ανήσυχος χαρακτήρας του αναζητούσε συνεχώς προκλήσεις και το πάθος του για τον αθλητισμό δεν τον άφησε να “μονάσει” μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση το 2006 -όντας ήδη 37 ετών. Το 2010 επέστρεψε για τρεις σεζόν με τη Μακλάρεν, χωρίς να φτάσει όμως σε κάποια νίκη, και το 2012 εγκατέλειψε οριστικά την ενεργό δράση. Αλλά η αγάπη του για τον αθλητισμό και την αδρεναλίνη -ήταν ίσως αυτό που τον καταδίκασε στη συνέχεια.
Το Δεκέμβρη του 13′ ένα ατύχημα υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες (εκτός των ορίων της πίστας, αλλά με χαμηλή ταχύτητα που δε δικαιολογεί τη σφοδρή σύγκρουση) στο χιονοδρομικό κέντρο Μεριμπέλ, παραλίγο να βάλει τέλος στη ζωή του, αλλάζοντας ούτως ή άλλως δραματικά τα δεδομένα στην καθημερινότητά του. Παρά την άμεση μεταφορά του σε νοσοκομείο με ελικόπτερο και την επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε, φάνηκε σύντομα πως τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα από ό,τι αρχικά είχε φανεί και τέθηκε τεχνητά σε κώμα από το οποίο ξύπνησε μερικούς μήνες αργότερα.
Έκτοτε διαμένει σε ιδιωτική κλινική αποκατάστασης στη λίμνη της Γενεύης, σε αυστηρή απομόνωση, και οι πληροφορίες σχετικά με την εξέλιξη της υγείας του, έρχονται με το σταγονόμετρο κι είναι απολύτως ελεγχόμενες από τους δικούς του ανθρώπους. Υπάρχουν μάλιστα και αρκετές κωμικοτραγικές ιστορίες ατόμων που υποδύθηκαν διάφορους ρόλους (από ιερείς ως τον πατέρα του!) για να αποσπάσουν κάποιες αποκλειστικές πληροφορίες, ενώ ο βασικός ύποπτος για την κλοπή του ιατρικού του φακέλου, συνελήφθη και βρέθηκε νεκρός την άλλη μέρα στο κελί του!
Η βασική έγνοια των δικών του ανθρώπων είναι να κρατήσουν ζωντανή την εικόνα που παρουσίαζε ο Σουμάχερ πριν το ατύχημα και να μην τσαλακώσουν το προφίλ του, για να τον θυμάται ο κόσμος νικητή -και θέλουν να θέσουν σε λειτουργία μια εφαρμογή εν είδει ενός εικονικού μουσείου στη μνήμη του Σούμι. Ξεχνάνε όμως πως ο κόσμος ταυτίζεται περισσότερο με την ανθρώπινη πλευρά και το δράμα ενός αθλητή κι όχι πάντα με την ιδιότητα του γεννημένου πρωταθλητή…