Nαι, αλλά δεν έχει σοβιετικές πινακίδες – “Απόρριψη της σοβιετικής βιβλιογραφίας” στο έργο του ΚΚΕ για το 1821 ανακάλυψε αρθογράφος του Press Project
Μετρώντας μία-μία τις παραπομπές του έργου του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ για την Επανάσταση του 1821, ο συντάκτης εφευρίσκει από λανθάνοντα μισογυνισμό (!) μέχρι απεμπόληση της σοβιετικής κληρονομιάς, προς όφελος αστικών ιστορικών προσεγγίσεων.
Από την πληθώρα σημειωμάτων που έχουν δημοσιευτεί το τελευταίο διάστημα από διάφορους συντάκτες στο The Press Project, σε σχέση με τη διακήρυξη ή/και το βιβλίο του ΚΚΕ για την Επανάσταση του 1821 και το χαρακτήρα της, μπορούμε να πούμε ότι, ανάμεσα σε γερές υποψηφιότητες, έχουμε νικητή, προς ώρας τουλάχιστον.
Τον τίτλο αυτό κερδίζει επάξια ο Νίκος Γκλεζάκος, με το λιτά τιτλοφορημένο κείμενό του, “Το ΚΚΕ μέσα από το βιβλίο του για το 1821”. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι δε σκοπεύει να κρίνει το περιεχόμενο του βιβλίου, αφήνοντάς το “στους πιο “ειδικούς””, η άποψή του όμως είναι ξεκάθαρη ήδη από την πρώτη παράγραφο:.
“Στη σύντομη έκταση του (ένας τόμος, 371 σελ. μαζί με το χρονικό), το συλλογικό αυτό έργο καταφέρνει με επιτυχία να παρουσιάσει συνοπτικά μια πλήρη εικόνα για την επανάσταση του 1821 και τα πρώτα βήματα του νέου Ελληνικού κράτους. Τόσο επιτυχημένα μάλιστα που πιθανώς να μην χρειαστεί να εκδώσει κάτι διαφορετικό η επιτροπή στην οποία ηγείται η κ. Αγγελοπούλου.”
Για όσους δεν έπιασαν τα υψηλά νοήματα με την πρώτη, ο Γκλεζάκος εννοεί ότι η επιτροπή “Ελλάδα 2021” και το τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ έχουν ίδια ιδεολογική προσέγγιση για το κομβικό αυτό γεγονός της σύγχρονης ιστορίας, δηλαδή ότι το κόμμα ερμηνεύει την επανάσταση με τον ίδιο τρόπο που το κάνει ο επίσημος κρατικός φορέας δημιουργίας του κυρίαρχου αφηγήματος για το 1821.
Ο συντάκτης φυσικά δε μιλάει στον αέρα, αλλά ξεκινάει “από τα “μαθηματικά” του έργου αυτού”, “μαθηματικά” που δεν ψεύδονται και δεν δέχονται παρερμηνείες”. Mετά τη βαρύγδουπη αυτή δήλωση βέβαια, επιδίδεται στην υπόλοιπη – ουδόλως ευκαταφρόνητη – έκταση του κειμένου του, σε αυτό που ο Μαρκ Τουέιν αποκαλούσε “ψέματα, αναθεματισμένα ψέματα και στατιστική”. Ή όπως λένε οι αθλητικοί και πολιτικοί αναλυτές: η στατιστική είναι ο καλύτερος τρόπος να πεις ψέματα.
Συγκεκριμένα, ο Γκλεζάκος αφιέρωσε χρόνο και ενέργεια προκειμένου να καταμετρήσει τις βιβλιογραφικές παραπομπές του βιβλίου “1821. Η Επανάσταση και οι Απαρχές του ελληνικού αστικού κράτους”, κι επίσης, το πόσες γυναίκες συμμετείχαν στη συγγραφή, πόσοι συντάκτες έχουν ή τουλάχιστον υπογράφουν με την κομματική τους ιδιότητα, αλλά και τις ονομαστικές αναφορές σε πρωταγωνιστές των γεγονότων, προκειμένου – εμμέσως πλην σαφώς – να ισχυριστεί ότι το ΚΚΕ είναι ευθυγραμμισμένο με την αστική θεώρηση για το 1821, απεμπολώντας το παρελθόν του.
Η άοκνη στατιστική ανάλυση του συγγραφέα καταλήγει λοιπόν σε μια σειρά συμπεράσματα που τσακίζουν κόκκαλα. Ανάμεσα στα πιο αξιοπρόσεκτα η – διατυπωμένη εν είδει ρητορικού ερωτήματος – διαπίστωση πως το 1821 για το ΚΚΕ είναι “ανδρική υπόθεση”, αφού “μόνο” 2 από τις 11 συγγραφείς είναι γένους θηλυκού. Το ότι μία εξ αυτών τυγχάνει να έχει διατελέσει και γγ του ΚΚΕ, ως πρώτη γυναίκα αρχηγός κόμματος στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια που διαφεύγει της οξυδερκούς ματιάς του ιστοριοδίφη στατιστικολόγου.
Ούτε με την “επιστημονικότητα”, του έργου ωστόσο φαίνεται να είναι ευχαριστημένος, παρότι ενδέχεται η μάλλον λαβυρινθώδης σύνταξη του συγκεκριμένου σημείου να υποκρύπτει κάποιο άλλο, κρυφό νόημα, που διαφεύγει της πτωχής αντιληπτικής μας ικανότητας:
“Όπως και να έχει πάντως οι επιστημονικές υπογραφές στο σύνολο του βιβλίου είναι μόνο 27%, και αυτόματα αυτό κατατάσσει το βιβλίο σε μια άλλη κατηγορία. Έστω και με μια ευρεία και σε βάθος προσπάθεια επιστημονικής τεκμηρίωσης, ακόμα και αν η έκταση της προσπάθειας αυτής (σημειώματα με επιστημονική ιδιότητα υπογράφοντα) καλύπτει το 30,5% των σημειωμάτων.”
Εκεί όμως που ο συντάκτης πραγματικά εξανίσταται, είναι με το γεγονός πως η ξενόγλωσση βιβλιογραφία είναι κυρίως αγγλόφωνη και δη από πανεπιστημιακές εκδόσεις όπως της Οξφόρδης και του Καίμπριτζ. Από την άλλη, το ποσοστό σοβιετικών ή ρωσικών πηγών ανέρχεται στο “εκπληκτικό 0,96%“. Από αυτή τη συγκλονιστική αποκάλυψη τεκμαίρεται η “πασιφανής απόρριψη της Σοβιετικής ή Ρωσικής βιβλιογραφίας”, μαζί με τη “μονομερή σχεδόν αποκλειστική αξιοποίηση αγγλόφωνης”. Υπάρχει δε κι ένας τίτλος από τη Γιουγκοσλαβία το 1965, καθώς μετά την αποκήρυξη της ΕΣΣΔ, ήρθε η ώρα ο κόσμος να μάθει ότι το ΚΚΕ έγινε και τιτοϊκό.
Διερωτάται λοιπόν ο “έκπληκτος” συντάκτης:
“Πώς γίνεται το Κ.Κ.Ε να είναι ίσως ο φορέας που γύρω του συσπειρώνονται οι περισσότεροι ‘Έλληνες ακαδημαϊκής μόρφωσης με γνώση ρωσικών, έχοντας σπουδάσει και οι περισσότεροι στην πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. και σε ένα τόσο σπουδαίο εγχείρημα όπως αυτό το βιβλίο να λείπουν οι Σοβιετικές και Ρώσικες πηγές. Θεωρούμε περιττό να αναφέρουμε εδώ τον ρόλο της Ρωσίας τότε, το κάνει εξάλλου αυτό όλος ο υπόλοιπος κόσμος.”
Στην πραγματικότητα, ο σύλλογος “Εμείς που σπουδάσαμε στο σοσιαλισμό” εξέδωσε μαζί με τη Σύγχρονη Εποχή πρόσφατα το έργο του σοβιετικού ιστορικού Γκριγκόρι Λ. Αρς “Η Φιλική Εταιρεία στη Ρωσία”, – το οποίο βέβαια ο Γκλεζάκος αναφέρει παρακάτω, ει μη μόνον για να “στηλιτεύσει” ότι ο Αρς δεν αναφέρεται πιο συχνά στο βιβλίο του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ. Πώς ακριβώς γίνεται να τον αγνοούν και να τον εκδίδουν ταυτόχρονα, είναι μια αντίφαση που δεν απασχολεί ιδιαίτερα τον αρθρογράφο, για να μας την εξηγήσει.
Φανερή είναι και η όχλησή του συντάκτη και για το ότι υπάρχουν στο βιβλίο 6 αναφορές στο μεγάλο άστο ιστορικό της σχολής των Annales Φερνάν Μπρωντέλ, ίσως επειδή έκανε το θανάσιμο αμάρτημα πως “δεν ερεύνησε τον αγώνα των Ελλήνων”, κάτι που προφανώς καθιστά τα πορίσματά του άχρηστα για τη μελέτη του ’21, συμπεραίνει κανείς. Όσο για τον Άρς, ο Γκλεζάκος θεωρεί πως σχεδόν εξοβελίστηκε, γιατί “δε χρησιμοποιεί τον όρο αστική για να προσδιορίσει το χαρακτήρα της επανάστασης”, ενώ αμέσως μετά ο γράφων συμπεραίνει με σαρκαστική θριαμβολογία: “Αλλά ο Arsh ήταν σοβιετικός ίσως να μην ήξερε…. Πολύ πιθανόν το γεγονός αυτό, (της μη αξιοποίησης δηλαδή των σοβιετικών πηγών), να αποτελεί μια συνειδητή επιλογή, πλέον.”
Αν μη τι άλλο, την κατηγορία ότι το ΚΚΕ δεν είναι αρκετά φιλοσοβιετικό, την ακούμε σπάνια και οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την πρωτοτυπία της, όπου τη συναντάμε. Είμαστε όμως αρκετά βέβαιοι, ότι αν το βιβλίο είχε μεγαλύτερο ποσοστό σοβιετικών τίτλων, η κριτική θα ήταν η ακριβώς αντίστροφη, παραπέμποντας στο γνωστό κλισέ μετά το 1991 σε βάρος του κόμματος, πως “έκλεισαν τα κεντρικά και έμεινε η αντιπροσωπεία”.
Αλλά η πύρινη ρομφαία του Γκλεζάκου δεν έχει σταματημό. Μετά την αποκάλυψη του “αντισοβιετισμού” του ΚΚΕ, ο ίδιος διαπιστώνει πως “ο «προοδευτισμός» της Οξφόρδης και του Cambridge ασκεί μεγάλη «επιρροή», ακόμα και σε υπεραιωνόβιους φορείς βαθιά ριζωμένους όπως το Κ.Κ.Ε”. Σαν να λέμε και απολιθώματα και αθύρματα της διεθνούς αστικής ιστοριογραφίας. Μάλιστα, το παραμύθι έχει και δράκο, εν προκειμένου μια παραπομπή στο Harvard Ukrainian Research Institute, το οποίο αποτελούνταν από αυτόμολους Ουκρανούς στη Δύση επί ΕΣΣΔ. ” Αποτέλεσμα της «πολύ καλής» δουλειάς του Ινστιτούτου, προφανώς μπορούμε να δούμε στην σημερινή Ουκρανία” προσθέτει “με νόημα” ο συντάκτης, υπονοώντας πιθανότατα ότι το ΚΚΕ φταίει και για το Ευρωμεϊντάν. “Δεν έχω υπ’ όψιν μου καμία άλλη αναφορά στο παρελθόν, από επίσημο κείμενο του Κ.Κ.Ε. σε κανένα τόσο ανοιχτά και δραστήρια αντισοβιετικό φορέα όπως αυτό το Ινστιτούτο, και θα έχει αξία να μάθουμε εάν είναι η πρώτη φορά…. Σίγουρα πολλοί θα θέλουν να καλωσορίσουν το Κ.Κ.Ε. σε αυτό το νέο μονοπάτι…”. “Νέο μονοπάτι”, για να μην μπερδεύεστε, είναι η χρήση της βιβλιογραφίας του αντιπάλου όταν προσπαθείς να τον πολεμήσεις ιδεολογικά με τα ίδια του τα όπλα.
Σε παρόμοια διασκεδαστικά επίπεδα, χωρίς να φτάνει την προηγούμενη κορυφή, είναι και η κατηγορία για “αναίτιο υφέρποντα αντιρωσισμό”, επειδή η Ρωσία αναφέρεται ως “τσαρική”, όρο που ούτε επινόησε το ΚΚΕ, ούτε χρησιμοποιεί για πρώτη φορά, με τον Γκλεζάκο να αναρωτιέται θυμωμένος γιατί δεν υπάρχουν αντίστοιχοι ορισμοί για τη Γαλλία, όπου είχε παλινορθωθεί η βασιλεία…! Ίσως τελικά το ΚΚΕ να μην πάσχει από αντισοβιετικά σύνδρομα, αλλά από έναν γενικότερο αντι-ρωσισμό, που ξεκινά από την εποχή του ρωσικού κόμματος…
Τέλος, ο Γκλεζάκος μέμφεται την “εξαφάνιση” του Οδυσσέα Ανδρούτσου και του Μακρυγιάννη από το ευρετήριο ονομάτων, την μη αναφορά στη Μπουμπουλίνα και τη Μαντώ Μαυρογένους, τις πολλές αναφορές στο Μαυροκορδάτο, κι άλλα παρόμοια, που κάνουν “πασιφανή” τη ” διάσταση των συναισθημάτων της πλειοψηφίας του λαού μας, σε σχέση με τον αριθμό συχνότητας εμφάνισης των ονομάτων των Ηρώων της επανάστασης”. Υποθέτουμε ότι ο γράφων αντλεί τα συμπεράσματά του για τα “συναισθήματα της πλειοψηφίας του λαού μας”, από τα ποσοστά τηλεθέασης του “Παπαφλέσσα” και άλλων εθνοπατριωτικών δραμάτων του Τζέιμς Πάρις κάθε 25η Μαρτίου.
Μετά από αρκετή φλυαρία για την “αυτοαναφορικότητα” του βιβλίου, λόγω των παραπομπών σε άλλα κομματικά έργα – που ακούστηκε- φτάνουμε σε μια κατακλείδα “άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε”, όπου αναγνωρίζεται ότι “Το βιβλίο για το 1821 του τμήματος της Κ.Ε του Κ.Κ.Ε παραμένει το μοναδικό βιβλίο μέχρι στιγμής από πολιτικό φορέα, ίσως γενικότερα από κάποιον εγνωσμένο κοινωνικό φορέα”, ενώ στη συνέχεια διαφαίνεται η “προτροπή” του Γκλεζάκου να υπάρξει “αντίλογος” στο βιβλίο:
“Θα έχει αξία να δούμε αν θα ακολουθήσουν αντίστοιχα εγχειρήματα και από άλλους φορείς, αναπτύσσοντας ένα αντίλογο ίσως, ή καλυπτόμενοι από το παρόν. Σε κάθε περίπτωση το Κ.Κ.Ε έδειξε με την παρούσα έκδοση τα αντανακλαστικά του, δήλωσε παρόν με συνέπεια στα ζητήματα ιστορικής κυρίως μνήμης και δημόσιας Ιστορίας, ανεξάρτητα από τη θέση που κρατάει και την οπτική του στα γεγονότα.”
Κατόπιν αυτού, αναμένουμε το επόμενο σημείωμα της άτυπης “σειράς” δημοσιευμάτων στο The Press Project, να αφορά και την επιλογή πίνακα του Θεόδωρου Βρυζάκη για το εξώφυλλο του βιβλίου του ΚΚΕ, αντί για κάποιο πρωτότυπο γραφιστικό στα πρότυπα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, πχ. τσαρούχι πάνω σε τρακτέρ.
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback