ΚΚΕ και Θάνος Μικρούτσικος – Η νύφη το ‘σκασε
Αν ο Μικρούτσικος κάνει το δικό του απολογισμό κι αποφασίζει ότι πολιτικά το έργο του, οι ιδέες του, η πολιτική του θέση είναι με τους κομμουνιστές, ποιος υποτιμά και ακυρώνει αυτή την επιλογή;
Το ΚΚΕ τιμάει το Μικρούτσικο κι αντιστρόφως. Οι εκδηλώσεις για τα 100 χρόνια συνδέθηκαν κυρίως με το δικό του όνομα, είχαν τη δική του σφραγίδα, με τις τρεις συναυλίες για την επέτειο σε Αθήνα, Πάτρα και Θεσσαλονίκη, την έκτακτη συμμετοχή – έκπληξη στο ΣΕΦ και τη συναυλία στον Περισσό, παρουσιάζοντας το έργο του Καββαδία, που δε θα ήταν τόσο ευρέως γνωστό χωρίς τη μελοποίησή του. Κι απ’ την άλλη, ο Μικρούτσικος δίνει ίσως τις τελευταίες του παραστάσεις επί σκηνής, και δεν είναι τυχαίο πως επιλέγει να το κάνει γι’ αυτό το κοινό, με αυτόν τον τρόπο και μ’ αυτό το περιεχόμενο.
Η συναυλία του Σαββάτου έβγαλε και μια είδηση, χάρη σε μια δική του αυτοβιογραφική αναφορά γαι τον καιρό που έγινε υπουργός πολιτισμού με το ΠΑΣΟΚ, στην τελευταία κυβέρνηση Παπανδρέου. Τότε που έφυγε η γυναίκα του απ’ το σπίτι για ένα διάστημα (“καλά έκανε”, ακούστηκε μια φωνή από το κοινό), θυμωμένη με την απόφασή του και που δεν την ρώτησε. Και χρειάστηκε να μεσολαβήσει η μελοποίηση ενός ποιήματος του Καββαδία, για να αποκτασταθεί η μεταξύ τους επικοινωνία και να γεφυρωθεί το χάσμα.
Η αναφορά αυτή δε φαίνεται να ήταν τυχαία. Μπορεί να είναι και μια έμμεση αυτοκριτική του ίδιου του συνθέτη καθώς κάνει τη δική του αποτίμηση, το δικό του απολογισμό ζωής. Ξέρει πολύ καλά ενώπιον ποιου κοινού το κάνει και τι είναι αυτό που το έχει “πληγώσει” και του προσάπτει ως μελανό σημείο. Γνωρίζει την καχυποψία που μπορεί να έχει κάποιος απέναντί στις πολιτικές του τοποθετήσεις, δεδομένου εκείνου του παραστρατήματος, πως κάποιοι το εκλαμβάνουν ως μια αγωνία εξιλέωσης για την υστεροφημία του, σαν την εξομολόηγηση που έκαναν οι χριστιανοί πριν φύγουν απ’ τη ζωή.
Για μια στιγμή όμως.
Από πότε κάποιος έχασε το δικαίωμα να αλλάζει γνώμη, να διορθώνει λάθη, να κατασταλάζει σε κάποια ώριμα (κι όχι όψιμα) συμπεράσματα, όπως η εκτίμηση πως το “ΚΚΕ είναι αμετάκλητα το κόμμα μου”; Από πότε έπαψαν να τιμούν και να κρίνουν τα στερνά τα πρώτα; Ποια άλλη μορφή απ’ όσες είναι εν ζωή είναι πιο εμβληματική, πιο ταυτισμένη απ’ αυτή του Μικρούτσικου με τη στρατευμένη τέχνη; (ίσως αυτή του Μίκη, που αποκλείεται όμως για αντικειμενικούς λόγους, και υποκειμενικούς, πολιτικούς λόγους).
Κι αν ο Μικρούτσικος αντιμετωπίζει με θάρρος την επάρατο νόσο, αν κάνει το δικό του απολογισμό κι αποφασίζει ότι πολιτικά το έργο του, οι ιδέες του, η πολιτική του θέση είναι με τους κομμουνιστές, ποιος υποτιμά και ακυρώνει αυτή την επιλογή; Δεν είναι πολιτική απόφαση; Δεν είναι ώριμη; Συνειδητή; Δεν είναι ενάντια στο ρεύμα της ενσωμάτωσης, της υποταγής; Ενάντια στους εύκολους επαίνους από την κυβερνώσα αριστερά που διψά για τέτοιες ευκαιρίες για να ξεπλύνει το προφίλ της;
Ποιος είναι αυτός που θα αφαιρέσει αξία από μα τέτοια απόφαση; Τι είναι αυτό που μπορεί να τη μειώσει και να την απαξιώσει – αν όχι η πολιτική σκοπιμότητα που υπαγορεύει η αλλεργία κάποιων προς τους κομμουνιστές; Πού αλλού θα ταίριαζαν οι μεγάλες στιγμές, η πολιτική τέχνη του Μικρούτσικου, αν όχι με το κόμμα; Από πού εμπνεύστηκαν, σε ποιον αναφέρονταν; Τι ήταν η Ρόζα, ο Χικμέτ, ο Μαγιακόφσκι, ο Καββαδίας, ακόμα και ο Μπίρμαν τον καιρό που έγραφε πχ τους στίχους για τη δύναμη που βγαίνει από τα στόμια κι όχι απ’ τα στόματα; Ποιο αίμα έβαψε κόκκινη τη Μακρόνησο; Ποιοι είναι αυτοί που θα κρίνουν μια τέτοια απόφαση, που θα την απαγορεύσουν. Που θα τον μποδίσουν να βαδίσει;
Η σαββατιάτικη αναφορά του Μικρούτσικου έχει ιδιαίτερο συμβολισμό. Ο ΘΜ, όπως αναφέρει καμιά φορά ο ίδιος τον εαυτό του, ήταν κατά μία έννοια η σύζυγος που το έσκασε από το σπίτι για λίγο, αλλά επέστρεψε και μάλιστα στο Σπίτι του λαού. Ίσως ήταν δική της η πολιτική απιστία, δεν παραγράφεται, αλλά συγχωρείται. Ίσως ήταν και τα λάθη της άλλης πλευράς, οι διαψεύσεις κι οι απογοητεύσεις της περιόδου ’89 – ’91, εγχώριες και διεθνείς που την προκάλεσαν, που μπορούν να την ερμηνεύσουν χωρίς να τη δικαιολογούν.
Σημασία έχει ότι επέστρεψε και βρήκε μια ζεστή αγκαλιά. Πως το έκανε συνειδητά κι αφιλοκερδώς – αν ήθελε να κοιτάξει το ατομικό συμφέρον του θα διάλεγε την κυβερνητική αγκάλη ή μπορεί να επέλεγε τη θέση ενός υπουργείου. Αυτό το λάθος (του υπουργείου) το κάναμε σχεδόν κι εμείς εξάλλου κάποτε.
Και δεν υπάρχει καλύτερη επιβεβαίωση για το ορθό της επιλογής του απ’ τις ενοχλημένες αντιδράσεις άλλων βολεμένων…
(Φωτό εξωφύλλου Filio Magenta)