Βλάσσης Μπονάτσος: Ο τελευταίος ασυμβίβαστος καλλιτέχνης της γενιάς του
Δύσκολα θα βρεθεί άνθρωπος να πει κακή κουβέντα για το Βλάσση Μπονάτσo. Αργούσε στα ραντεβού αλλά με περίεργο τρόπο ήταν εκεί την ώρα που τον χρειαζόσουν. Μπορεί να έκανε καταχρήσεις αλλά το μυαλό του δούλευε σαν ελβετικό ρολόι. Έκανε τους άλλους να γελούν ενώ μέσα του ο ίδιος ήταν βαθιά μελαγχολικός και σκεπτόμενος. Ο Βλάσσης Μπονάτσος, ο Βλάσσης μας…
Μια απο τις πιο αγαπημένες μορφές του ελληνικού θεάματος. Δύσκολα θα βρεθεί άνθρωπος να πει κακή κουβέντα για το Βλάσση Μπονάτσo. Αργούσε στα ραντεβού αλλά με περίεργο τρόπο ήταν εκεί την ώρα που τον χρειαζόσουν. Μπορεί να έκανε καταχρήσεις αλλά το μυαλό του δούλευε σαν ελβετικό ρολόι. Έκανε τους άλλους να γελούν ενώ μέσα του ο ίδιος ήταν βαθιά μελαγχολικός και σκεπτόμενος. Ο Βλάσσης Μπονάτσος, ο σκέτος Βλάσσης μας, σαν σήμερα έφυγε απο την ζωή αφήνοντας ένα δυσαναπλήρωτο κενό μέχρι σήμερα.
Κοιτάζοντας την καριέρα του Βλάσση Μπονάτσου είναι αδύνατον να μην σκεφτείς πως αντιμετώπιζε την καριέρα του σαν έφηβος. Όχι με την αρνητική έννοια, της μη σοβαρής αντιμετώπισής της, αλλά με την καλή. Αυτής της εφηβικής ενέργειας, να μπεις κάπου και να τα ανατρέψεις όλα, να τα κάνεις λίμπα. Σαρωτική προσωπικότητα η οποία δεν έχασε ποτέ την καθαρή της ματιά. Μπορεί κάποιος να διαφωνούσε όταν άρχιζε τις ιστορίες περί εξωγήινων ή για τις πολιτικές του σκέψεις, κανείς όμως δεν μπορούσε να τον αντιπαθήσει γι αυτές. Ο Βλάσσης Μπονάτσος είχε την μαγική ικανότητα να γίνεται φίλος σου και να τον συμπαθείς ακόμα και αν δεν τον ξέρεις.
Γεννημένος το 1949, γιος δικαστικού και μιας δασκάλας πιάνου, έκανε απο νωρίς την επανάστασή του απο το συντηρητικό περιβάλλον γύρω του. Ξεκίνησε απο νωρίς, την δεκαετία του ’60, να πηγαίνει με το ρεύμα της εποχής. Δημιούργησε το πρώτο του συγκρότημα έφηβος το Loubok αλλά έγινε γνωστός με τους Πελόμα Μποκίου (1969-1972). Το όνομα το συγκρότημα το έλαβε απο τα αρχικά των επωνύμων των μελών του: Νίκος ΔαΠΕρης, Νίκος ΛΟγοθετης, Τάκης ΜΑρινάκης, Βλάσσης ΜΠΟνατσος και Γιάννη ΚΙΟΥρκτσόγλου. Η φωνή του Βλάσση βραχνή αρέσει στο μικρόφωνο και στο κοινό. Το τραγούδι ”Γαρύφαλλε, Γαρύφαλλε” περνά στην ιστορία γραμμένο απο την πένα του Κιουρκτσόγλου.
Ποτέ δεν έπαψε μέσα του να είναι ροκ τραγουδιστής όσο και αν η καλλιτεχνική του πορεία τον έκανε να παραστρατήσει απο αυτό. Μια σειρά απο τραγούδια υπέροχα τραγουδισμένα μέχρι και σήμερα παίζουν στο repeat. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα τραγούδια ”Χειροκρότημα”, ”Μοναξιά μου”, ”Εμένα” ή ακόμα τα τραγούδια σε λαϊκούς δρόμους όπως ”Μια γυναίκα”; Μπορούσε να περάσει από όλα τα είδη με μια απίστευτη ευκολία, όχι γιατί οι φωνητικές του ικανότητες είχαν ευρεία γκάμα αλλά γιατί το ζούσε και μεταμορφωνόταν μέσα απο την μουσική. Ήταν τόσο ο ροκάς που μιμείται την ξένη σκηνή όσο και ο απλός καθημερινός Έλληνας που μπορούσε να σιγοτραγουδήσει σε μια ταβέρνα χωρίς εξάρσεις αλλά με το ίδιο πάθος.
Ύστερα ήρθε ο πιο γνωστός του θεατρικός ρόλος. Εκείνος του Τσε Γκεβάρα. Η μορφή του άλλωστε θύμιζε κάτι απο επαναστάτη και μπορεί ιδεολογικά να μην ταίριαζαν τα χνώτα τους αλλά ήταν φτιαγμένοι απο το ίδιο ύφασμα.: Ασυμβίβαστοι, ο καθένας απο το δικό του μετερίζι. Πολλοί λένε πως δεν έχουν ξαναδεί πιο πιστή αναπαράσταση του Τσε πάνω στην σκηνή και είμαι πολύ μικρή για να το επιβεβαιώσω ή όχι.
Η Αλίκη τον ερωτεύτηκε με πάθος και εκείνος την πέρασε απο την εποχή της γατούλας στην πιο γυναικεία της φάση. Σαν να απελευθερώθηκε και εκείνη μαζί του τα χρόνια που πέρασε στο πλάι του. Ακολουθεί δεύτερη θεατρική επιτυχία στο έργο ”Βίκτωρ -Βικτώρια”.
Συμμετέχει σε βιντεοταινίες αλλά καταφέρνει να σωθεί απο αυτές.Η κινηματογραφική του καριέρα του χαμογελά για λίγο στις ”Γυναίκες δηλητήριο”.
Η δημοφιλία του απογειώνεται με την σειρά ”Απαράδεκτοι” στο Μέγκα. Η ελληνική ιδιωτική τηλεόραση έκανε τα πρώτα της βήματα και εκείνος ήταν εκεί για να την συνοδέψει. Ο Βλάσσης με τα πολύχρωμα πουκάμισα, την άστατη ερωτική ζωή, τον συγκάτοικο του Γιάννη και την κοπέλα του το ”Αστροπελέκι” έγινε icon της ποπ ελληνικής κουλτούρας.
Οι ατάκες που του έγραφε η Δήμητρα Παπαδοπούλου ήταν κομμένες και ραμμένες πάνω στο ιδιαίτερο χιούμορ του και μέχρι σήμερα αποτελούν ατάκες που λέμε σε παρέες.
Στο δημοφιλές παιχνίδι ”Κόντρες” κατοχυρώνει την ατάκα ”Φοβερόοο, τρομερόοο, πάρα πολύ ωραίο…” και στο ”Να η ευκαιρία” βαθμολογεί τα νέα ταλέντα. Στο νυχτερινό σόου του με την Μπονάτσα στο πλάι του, Ισαβέλλα Βλασιάδου κατα κόσμο, σκαρώνει ατάκες σε ανθρώπους της εγχώριας σόουμπιζ που αφήνουν εποχή, όπως η φάρσα στην Μαλβίνα Κάραλη που για τραγική ειρωνεία φεύγουν με μόλις 2 χρόνια διαφορά απο την ζωή.
Το 2004 φεύγει απο την ζωή εξαιτίας αποφρακτικής οιδηματώδους λαρυγγίτιδας. Κάποιοι κακεντρεχείς σιγοψιθυρίζουν άλλες αιτίες αλλά τι σημασία έχει απο τι χάνεται ένας άνθρωπος; Αν για κάτι πρέπει να αναρωτιόμαστε όταν φεύγει ένας άνθρωπος απο το ”σανίδι της ζωής” είναι πόσο την έζησε αυτή και αφήστε τους κρυόκωλους να λένε.
Όταν ο Βλάσης Μπονάτσος τραγουδούσε Ναζίμ Χικμέτ και το “αν η μισή μου καρδιά…”