Βαγγέλης Παρασκευαΐδης: ”Υπάρχουν ελλείψεις στην αισθητική της χώρας μας”
Ο Βαγγέλης Παρασκευαϊδης είναι ένας απο τους ελάχιστους καλλιτέχνες στην Ελλάδα που μπορούμε να πούμε πως σε κάθε δουλειά του προσπαθεί να προσφέρει στο κοινό κάτι αυθεντικό και καλοδουλεμένο, έξω απο τις νόρμες της αγοράς που τόσο απεχθάνεται σαν όρο. Άνθρωπος αναρχικός απο φύση και θέση μίλησε στο κασετοφωνάκι της Κατιούσας για την ζωή του, τους δίσκους του και τα μελλοντικά του σχέδια.
Νομίζω πως ελάχιστες φορές έχω εκφράσει την λύπη για την μη ύπαρξη μιας μπάντας μέσα απο την στήλη και ναι, ήρθε η ώρα να γίνει αυτό. Το προηγούμενο συγκρότημα του Βαγγέλη Παρασκευαΐδη με το όνομα ”Παραδοξόνια” ήταν η μπάντα που δεν γνώριζες, αλλά τώρα που θα την ακούσεις θα λυπηθείς μαζί μας που ένα τόσο ξεχωριστό σχήμα έμεινε τελικά με στον ένα και μοναδικό δίσκο, ενώ ο ήχος και ο στίχος του είναι κάτι που λείπει από την ελληνική δισκογραφία. Ελπίζουμε να επαναληφθεί από τον ίδιο σύντομα.
Ο Βαγγέλης Παρασκευαϊδης με συνεπήρε τόσο μέσα στην κουβέντα που σχεδόν ξέχασα πως μιλούσα σε συνεντευξιαζόμενο και όχι σε φίλο.
Πώς ήρθες σε επαφή με την μουσική και ποιες ήταν οι μουσικές επιρροές που είχες μέσα από την οικογένειά σου;
Δεν προέρχομαι από μουσική οικογένεια. Οι γονείς μου ήταν οικονομολόγοι και οι δύο. Ο θείος μου ήταν μουσικός, έπαιζε μπάσο στο συγκρότημα ”Σπυριδούλα” του Παύλου Σιδηρόπουλου, ο Τόλης Μαστρόκαλος. Θυμάμαι από μικρή ηλικία να υπάρχουν όργανα μέσα στο σπίτι του. Μεγάλωσα στην Κυψέλη σε μια πολυκατοικία όπου η οικογένειά μου κατείχε 3 διαμερίσματα, ο θείος μου έμενε 2 ορόφους παρακάτω, ήταν εύκολη δηλαδή η πρόσβαση στο σπίτι και τα μουσικά όργανα. Έβλεπα κιθάρες, μπάσο, δίσκους..
Επίσης, η θεία της μητέρας μου είχε ένα πιάνο, με το οποίο ξεκίνησα από μόνος μου να ασχολούμαι και στην συνέχεια λίγο με την βοήθειά της.
Πίστευες πως θα ασχοληθείς με την μουσική επαγγελματικά σαν παιδί ή όχι;
Καθόλου. Μ’ άρεσε αλλά δεν είχα σκεφτεί καν τι επάγγελμα θα κάνω στην ζωή μου. Μ’ άρεσαν και πάρα πολύ τα σπορ και ασχολούμουν εξίσου. Δεν έδειχνα κάποια ιδιαίτερη προτίμηση ως προς τη μουσική τότε. Ήμουν πολύ ανταγωνιστικός και μ’ άρεσε το μπάσκετ.
Νομίζω πως άρχισε να σχηματοποιείται μέσα μου η ιδέα για τη μουσική στην εφηβεία. Στο γυμνάσιο συνάντησα καινούργια παιδιά και ένας φίλος μου είχε αγοράσει ντραμς. Ζήλεψα με την καλή έννοια όταν πρωτοείδα από κοντά αυτό το όργανο και έβρισκα συνέχεια αφορμή να είμαι στο σπίτι του. Του έγινα κολλιτσίδα, πλέον ήταν σίγουρο πως ενοχλούσα την οικογένεια. Με αυτό το φίλο μου εξερευνήσαμε την ροκ και πανκ μουσική. Μέχρι τότε άκουγα ποπ. Αυτή η εξερεύνηση με οδήγησε να θέλω να φτιάξω τα πρώτα συγκροτήματα και να παίζουμε όλοι μαζί αυτά τα είδη μουσικής. Έμαθα από κει όλα τα παιδιά της γειτονιάς που έπαιζαν μουσική και οι παρέες μου άλλαξαν από αθλητικές σε μουσικές.
Πόσο σε επηρέασε αυτή η αλλαγή παρέας σαν άνθρωπο;
Πολύ. Μέσα με την ενασχόλησή μου με την μουσική ήρθα σε επαφή με βιβλία με πιο αντιδραστικό περιεχόμενο… Ανακάλυψα τον Μπουκόβσκι, τον Αντρέ Μπρετόν, τον Κροπότκιν. Δεν είχα ιδέα πριν ποιοι ήταν αυτοί. Μεγάλωσα σε ένα αστικό περιβάλλον.
Παρότι ο θείος ήταν σε ένα συγκρότημα που είχε επαφή με ένα τρόπο ζωής αρκετά εναλλακτικό…
Ναι, ήταν ”το μαύρο πρόβατο” της οικογένειας αλλά επηρεάστηκα περισσότερο από τους συνομηλίκους μου. Διάβαζα Αντρέ Μπρετόν, σουρεαλιστική ποίηση και μου γύριζε το μυαλό.
Είναι εμφανής ο επηρεασμός σου από το σουρεάλ στοιχείο αν σκεφτούμε το δίσκο με το συγκρότημα ”Παραδοξόνια” όπου το σουρεάλ κυριαρχεί έντονα σε όλο το δίσκο.. Ποιες αναμνήσεις έχεις κρατήσει από τα πρώτα σου παιξίματα;
Έχω κρατήσει κάποιες κασέτες τις οποίες ακούω. Ήταν εποχές που στην ροκ σκηνή μεσουρανούσαν οι Nirvana, οπότε προσπαθούσαμε και εμείς να μιμηθούμε τους μουσικούς τους δρόμους. Παίζαμε σε μαγαζιά, σε μαθητικά φεστιβάλ, για την παρέα μέσα σε σπίτια φίλων που μας καλούσαν. Το αποτέλεσμα είναι αστείο, παιδικό αλλά τουλάχιστον το προσπαθούσαμε πολύ. Κάναμε πρόβες 3 φορές την βδομάδα. Σιγά – σιγά σχηματοποιήθηκε μέσα μου η επιθυμία να σπουδάσω μουσική. Πήρα κάποια ιδιαίτερα μαθήματα κρουστών, αγοράσαμε και ένα σετ ντραμς προς λύπη των γειτόνων τότε και αργότερα έδωσα εξετάσεις για κρουστά σε ένα πανεπιστήμιο στην Αγγλία. Με δεχτήκανε σαν φοιτητή κλασικών κρουστών. Από εκεί ξεκίνησα τη σοβαρή δουλειά με την μουσική. Υπήρχε ένα ανταγωνιστικό, με την καλή έννοια, περιβάλλον που σε παρακινούσε να προχωρήσεις, θες δεν θες.
Πότε περνάς από την κλασική παιδεία στην μουσική στην τζαζ;
Σιγά – σιγά άρχισε να μπαίνει στν ζωή μου η τζαζ μουσική. Λάτρευα την τζαζ και τον αυτοσχεδιασμό, αλλά δεν είχα ασχοληθεί σοβαρά σαν παίκτης. Στην Αγγλία άρχισα να το παίρνω σοβαρά. Σαν αυτοδίδακτος πάνω σε αυτήν έκανα όλα τα λάθη του αυτοδίδακτου και αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως είναι καλό να έχεις ανθρώπους να σου δείχνουν κάποια πράγματα ώστε να γλιτώσεις προσωπικό κόπο και χρόνο.
Εκεί άρχισες να ασχολείσαι εντατικά με το βιμπράφωνο;
Ουσιαστικά ναι. Παρότι από την εφηβεία είχα ασχοληθεί με τα κλασικά κρουστά, και τα τύμπανα σαν όργανο μου ήταν οικείο, όταν πήγα στην Αγγλία αποφάσισα μέσα μου πως: ”Άσε τα όλα και πήγαινε προς τα κει. Δύσκολη απόφαση, καθότι ξέρεις πως σαν όργανο δεν θα είναι πότε πρώτη προτεραιότητα για κάποιον. Το ρίσκαρα και δεν το έχω μετανοιώσει ως σήμερα. Το βιμπράφωνο είναι πολύ περιορισμένο όργανο στην κλασική μουσική, αλλά πολύ ”εύπλαστο” μέσα στην τζαζ μουσική. Αυτό ήταν που με ενθουσίασε σε εκείνο.
Προσπάθησες να παραμείνεις στην Αγγλία ως μουσικός;
Ναι, προσπάθησα, αλλά τότε δεν ήμουν σε εκείνο το επίπεδο που χρειάζεται ώστε να σε πάρουν στα σοβαρά ως τζαζίστα μουσικό.
Πώς είναι η τζαζ σκηνή στην Ελλάδα σήμερα;
Σήμερα είναι μια πολύ δυνατή σκηνή. Από το 2005 νομίζω και μετά όταν άρχισε να διδάσκεται η τζαζ μουσική σε ακαδημαϊκό επίπεδο, βγήκαν μέσα από τις σχολές μουσικοί που σήμερα κάνουν εκπληκτικά πράγματα, αλλά δυστυχώς δεν έχουν την υποστήριξη που πρέπει από το κράτος. Σε άλλες χώρες, τα κρατικά ταμεία επιχορηγούν τις Τέχνες για να δημιουργήσουν πράγματα, στην Ελλάδα το κράτος αδιαφορεί.
Ποιοι είναι οι λόγοι που το κράτος είναι τόσο αδιάφορο απέναντι στην ανάπτυξη των Τεχνών στην Ελλάδα;
Υπάρχουν ελλείψεις στην “δυτική” παιδεία και στην αισθητική αυτού του τόπου. Δεν χρειάζονται πολλά… Μια βόλτα στην Αθήνα να πας, θα καταλάβεις. Η Ελλάδα ως χώρα έχασε το πνεύμα της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Όταν οι άλλες χώρες έβγαιναν από τον Μεσαίωνα και έγραφαν μουσική, σχεδίαζαν την ρυμοτομία των πόλεών τους και μέσω της αρχιτεκτονικής έδιναν μια καλαισθησία σε αυτές και στον τρόπο που ζούσαν και δημιουργούσαν Τέχνες, εμείς ήμασταν ακόμα σκλαβωμένοι. Όταν απελευθερωθήκαμε, είχαμε ήδη μείνει πίσω σε σημαντικά πράγματα και τρέχαμε να τα προφτάσουμε.
Υπήρχε πάντα διχόνοια σε αυτήν την χώρα, ο ένας απέναντι στον άλλον. Κοίτα το παρκάρισμα ή την δόμηση που κάνει κάποιος.. Θα μου πεις τι σχέση έχει η τέχνη με την καθημερινότητα; Έχει… Γιατί δείχνει την νοοτροπία ενός λαού. Δείχνει αν αυτός ο λαός θα απαιτήσει κάποτε από το κράτος που επέλεξε να τον αντιπροσωπεύει, την ποιότητα ζωής και των τεχνών που του αξίζει. Οι Τέχνες επιβάλλεται να έχουν χρηματοδότηση. Μόνο έτσι προχωρά μια κοινωνία.
Να επιστρέψουμε σε εσένα και στην πορεία σου στην ελληνική τζαζ. Πότε έρχεσαι στην Ελλάδα και μπήκες σε αυτή την ”κλίκα”;
Έκανα τα δικά μου. Υπήρξα λίγο θρασύς σε αυτό. Επέστρεψα στην Ελλάδα και αμέσως άρχισα να γράφω την δική μου μουσική, προσπάθησα να δημιουργήσω το δικό μου σχήμα και να παίξω live, να μοιράζω παντού βιογραφικά ώστε να βρω μαθητές και παράλληλα να βρω συνεργάτες στα παιξίματα. Έτρεχα παντού ώστε να βλέπω κόσμο να παίζει.. Γνώρισα πολλούς Έλληνες μουσικούς μέσω του Myspace το οποίο ήταν ένα κοινωνικό δίκτυο γεμάτο μουσικούς. Προσπαθούσα πολύ σκληρά να στήσω την μπάντα μου και έφαγα πολλές φορές τα μούτρα μου. Οι συνεργασίες μέχρι σήμερα είναι πολλές με γνωστούς καλλιτέχνες στο χώρο, αλλά και λιγότερους γνωστούς. Έχω συνεργαστεί με τον Απόστολο Ρίζο, με την Ελεονώρα Ζουγανέλη, με τη Νατάσσα Μποφίλιου, με τον Γιάννη Χαρούλη και με λιγότερους γνωστούς. Έχω παίξει σχεδόν με όλους.
Παρά τις όποιες δυσκολίες στο να στήσει μια μπάντα τελικά κατάφερες να δημιουργήσεις, έστω για λίγο μια δική σου με την ονομασία ”Παραδοξόνια” με την οποία κυκλοφόρησε ένα δίσκο..
Ήταν ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα όπως είπα. Στα Παραδοξόνια βρεθήκαμε μουσικοί με διαφορετικές μουσικές καταβολές. Τα αρχικά μέλη του συγκροτήματος ήταν ο Γιώργης Μακρής, η Ντιάννα Δεληγιάννη, ο Γιώργος Σπανός και εγώ με σκοπό να δημιουργήσουμε ένα γκρουπ στο οποίο να βάλουμε όλοι μας τις μουσικές μας επιρροές. Στη συνέχεια ο Γιώργος Σπανός και η Ντιάννα Δεληγιάννη αποχώρησαν και τις θέσεις τους έλαβαν ο Δημήτρης Κλώνης και ο Νίκος Tatoo. Τα Παραδοξόνια σαν μπάντα είχαν ένα έντονο παραδοσιακό ύφος λόγω του Γιώργη Μακρή ο οποίος ασχολείται με τα παραδοσιακά πνευστά και έβαλε την γκάιντα μέσα στο σχήμα. Είχαμε τζαζ ήχους ανακατεμένους με βαλκανικούς οικείους ήχους στον ελλαδικό χώρο και την σωστή δόση αναρχίας στην σύνθεση και στον ρυθμό της μουσικής. Πράγματα τα οποία έδιναν μια ιδιαίτερη μορφή. Παίξαμε όσο περισσότερο μπορέσαμε με αυτή την μπάντα. Είχαμε δώσει την ψυχή μας και αρκετά χρήματα ώστε να πετύχει. Βγάλαμε και ένα δίσκο και… διαλυθήκαμε στην πορεία, καθότι δεν είχαμε την αναμενόμενη επιτυχία που περιμέναμε.
Σαν δίσκος ήταν μια πολύ ιδιαίτερη δουλειά η οποία πιστεύω πως λείπει από την ελληνική δισκογραφία και είναι κρίμα που σταμάτησε τόσο νωρίς και άδοξα…
Σίγουρα δεν είναι μια εμπορική δουλειά. Είναι πολύ πειραματικό σαν υλικό και δεν υπήρχαν τα πολλά χρήματα ώστε να το προωθήσουμε σαν δουλειά. Θέλω να πω πως από την στιγμή που δεν ήταν κάτι το mainstream, θέλει περισσότερο χρόνο και χρήμα να το επικοινωνήσεις στα κατάλληλα μέσα. Χρόνο για δαπάνη είχαμε, αλλά όχι τόσα χρήματα ώστε να το τρέξουμε όπως έπρεπε.
Ακολουθεί ένας δεύτερος δίσκος σου αυτή την φορά προσωπικός. Θα ‘θελες να μας μιλήσεις λίγο για αυτή την δεύτερη δισκογραφική σου δουλειά;
Τα Παραδοξόνια γύρω στο 2015 έχουνε πλέον διαλυθεί και εγώ βρίσκομαι σε φάση ”εσωστρέφειας”. Συνεχίζω να γράφω μουσική αλλά βρίσκομαι σε κατάσταση που έχω παραιτηθεί από το να δημιουργήσω μια μπάντα πάλι. Απλά παίζω μουσική και γράφω ως την μέρα που βρίσκομαι με τον θείο μου και με ταρακουνά στο να μαζέψω το υλικό μου και να μπω πάλι σε διαδικασία ηχογράφησής του.
Λίγα χρήματα βέβαια υπήρχαν για να επενδυθούν σε αυτό το εγχείρημα, αλλά εκείνος ήταν ανένδοτος πως έπρεπε να γίνει αυτός ο δίσκος. Με ενθάρρυνε και μου είπε μην το σκέφτεσαι πολύ, μάζεψε χρήματα και μη σκέφτεσαι τίποτα. Αποφάσισα να το υλοποιήσω. Με στήριξαν οι καλύτεροι Έλληνες μουσικοί που υπάρχουν σήμερα στην σκηνή, οι περισσότεροι αφιλοκερδώς. Δουλέψαμε πάρα πολύ πάνω σε αυτό το δίσκο, ο οποίος ανέβηκε ηλεκτρονικά πρώτα και όλα τα έσοδα του μέχρι και σήμερα πηγαίνουν στο Φόρουμ Προσφύγων.
Το περασμένο καλοκαίρι η δισκογραφική εταιρεία ”Ίκαρος” μου πρότεινε να το βγάλουμε σε βινύλιο και επένδυσε πάνω στον δίσκο.
Έχεις κάποια μελλοντικά σχέδια τα οποία βρίσκονται στα σκαριά;
Συνεχίζω να γράφω μουσική. Έχω ένα νέο υλικό στα χέρια μου, αν και οι ανάγκες μου έχουν αλλάξει. Δεν είμαι σε φάση να βγάλω ένα νέο προσωπικό δίσκο, αλλά να δημιουργήσω πάλι ένα σχήμα και να βγάλουμε μια συλλογική δουλειά.