Στα κεφτεδάκια της Λεωφόρου δε χωράνε οπαδικά
Ένα Οινομαγειρείο που αξίζει κάθε υπερβολή από όσες έχουν γραφτεί για αυτό, περιγράφοντας τον μύθο και τη γοητεία που ασκεί στους θαμώνες του, εδώ και τόσα χρόνια.
Είναι από τις περιπτώσεις, που αισθάνεσαι μια αμηχανία και δεν ξέρεις τι να πεις ή μάλλον πώς να το πεις. Να μιλήσεις σε χρόνο ενεστώτα ή παρελθοντικό; Και άραγε το βιολογικό τέλος της ψυχής ενός μέρους (δηλαδή ο κυρ-Γιώργος), σημαίνει ότι κλείνει οριστικά και ο κύκλος του; Έτσι δεν πρέπει να γίνει, και ας ελπίσουμε πως δε θα γίνει και δε θα γραφτεί ο επίλογος για το θρυλικό Οινομαγειρείο απέναντι απ’ τη Θύρα 13 της Λεωφόρου.
Ένα Οινομαγειρείο που αξίζει κάθε υπερβολή από όσες έχουν γραφτεί για αυτό, περιγράφοντας τον μύθο και τη γοητεία που ασκεί στους θαμώνες του, εδώ και τόσα χρόνια. Η ιστορία του ξεκίνησε τη δεκαετία του 60′, σαν κουζίνα που συμπλήρωνε το γεύμα με το ταπεράκι των οπαδών. Μια μονοκατοικία με αυλή, που άλλαξε χρήση, αλλάζοντας όμως ελάχιστα μες στο χρόνο. Σαν το παλιό καλό κρασί, που προσφέρει στα βαρέλια του, τα οποία δεν δίνουν απλώς τον τόνο στη λιτή διακόσμηση, αλλά έχουν χρηστική αξία για να ωριμάσει ο μούστος και -είθε κάποτε και- οι συνθήκες. Άλλωστε όλα γίνονται και έρχονται στην ώρα τους στο Οινομαγειρείο “Τριφύλλι”, κι όσοι είναι νευρικοί ή βιαστικοί σερβίρονται αύριο…
Το “Τριφύλλι” βάζει μια καλή υποψηφιότητα για τα καλύτερα κεφτεδάκια της πρωτεύουσας: ζουμερά και μπαμπάτσικα, τραγανά, ακριβώς με όση κρούστα χρειάζεται. Αν και οι γευσιγνώστες επιμένουν πως το τηγανιτό μπακαλιαράκι είναι αυτό που κάνει τη διαφορά, μακράν του δεύτερου. Και ο ίδιος ο κυρ-Γιώργος έλεγε πως η πραγματική σπεσιαλιτές είναι τα ντολμαδάκια -με αμπελόφυλλο ή λάχανο, αναλόγως την εποχή- που δεν μπορείς να βρεις αλλού τέτοια.
Αυτά ήταν τα κυρίως πιάτα, που κέντριζαν το ενδιαφέρον, με τα υπόλοιπα να συμπληρώνουν απλώς το παζλ. Και όταν λέμε υπόλοιπα, δεν εννοούμε παρά δυο-τρία ορεκτικά. Ούτε μεγάλη ποικιλία, ούτε ποικιλίες κρεατικών, αλλά απλή πίστη στο δόγμα “λίγα και καλά”. Και βασικά φτηνά, γιατί με τον κυρ-Γιώργο να κάνει στο τέλος τον λογαριασμό στο τραπεζομάντιλο και να σου αφήνει την καλύτερη γεύση στην τσέπη, γιατί δεν ξεχνούσε ότι ο κοσμάκης δεν έχει πολλά για ξόδεμα.
Το βασικό μυστικό είναι να είσαι προνοητικός και να τα παραγγείλεις όλα διπλά και τετραπλά -ιδίως τους κεφτέδες, γιατί το καλό πράγμα αργεί να γίνει, αλλιώς μπορείς να πας σε φαστφουντάδικο. Και δεν πειράζει αν έρθουν περισσότερα, τα λιγότερα πιάτα είναι πρόβλημα, τα πολλά δεν πονάνε το κεφάλι -λένε οι Σέρβοι- ούτε το στομάχι -θα πρόσθετε ο απλώς εύσωμος Οβελίξ.
Μόνο τρελός δε θα καταλάβαινε την τρέλα του μαγαζιού για τον Παναθηναϊκό -εξάλλου βρίσκεται στην οδό Παναθηναϊκού 7, παραδόξως ο αριθμός ξέφυγε και δεν ήταν 13.. Οι πράσινοι ήταν η μεγάλη αγάπη του κυρ-Γιώργου, που μαράζωνε μαζί τους, όσο έβλεπε την αγωνιστική παρακμή του ποδοσφαιρικού τμήματος. Ήταν μάλιστα υποψήφιος με το ΠΑΝΚΙ -το Παναθηναϊκό Κίνημα- στις εκλογές κι είχε προεκλογικά φυλλάδια και στην ταβέρνα του, δίπλα στα βαρέλια. Κατάφερνε όμως να κερδίσει και τους αλλόθρησκους με το φαγητό και τη στάση του.
Υστερόγραφο
Αφορμή για το σημείωμα αυτό είναι ο θάνατος του κυρ-Γιώργου την περασμένη Πέμπτη -της ψυχής του Οινομαγειρείου, όπως λέγαμε στην εισαγωγή. Το σημειώνω για όσους πιστεύουν πως εδώ μπορεί να βρουν πληρωμένες καταχωρίσεις και advertorial…