Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ – Οι τέσσερις πρώτες γυναίκες αξιωματικοί του ΔΣΕ, σύμβολα του επαναστατικού μας αγώνα
Και οι τέσσερις, λεβέντισσες νεαρές αγωνίστριες, ήταν πρώην μαχήτριες του ΕΛΑΣ και από τις πρώτες αντάρτισσες που πήγαν από το 1946 εθελοντικά στον ΔΣΕ. Μετά την αποφοίτησή τους από τη ΣΑΓΑ στάλθηκαν στα μάχιμα τμήματα ως διοικητές διμοιριών. Η μετέπειτα διοικητική και πολεμική τους σταδιοδρομία χαρακτηρίζεται από μία σειρά λαμπρές στρατιωτικές επιτυχίες και δραστηριότητες.
Το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ από τις πρώτες μέρες της ίδρυσής του ασχολήθηκε με την επίλυση του προβλήματος των στελεχών για τις ανάγκες του καινούργιου λαϊκού επαναστατικού μας στρατού. Ανέθεσε σε έμπιστους, στρατιωτικά έμπειρους και καταρτισμένους διοικητές να διαμορφώσουν καινούργια στελέχη. Γνώριζε ότι για την επίλυση αυτού του τόσο σοβαρού ζητήματος έπρεπε να στηριχθεί στις δικές του εσωτερικές δυνάμεις, να διαπλάσει αξιωματικούς από την ίδια τη βάση, αναδεικνύοντας τους πιο πιστούς, ικανούς και τολμηρούς αγωνιστές από τις γραμμές των ίδιων των μαχητών. Στην εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος απέβλεπε η δημιουργία μιας σειράς διαφόρων στρατιωτικών σχολών, υπαξιωματικών και αξιωματικών. Κεντρικό και ανώτατο στρατιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα του ΔΣΕ ήταν η ΣΑΓΑ (Σχολή Αξιωματικών Γενικού Αρχηγείου).
Βασικό κριτήριο επιλογής των υποψηφίων αξιωματικών, ανδρών και γυναικών, προκειμένου να σταλούν στη ΣΑΓΑ, ήταν οι πράξεις τους ως αγωνιστές, η στάση τους, η διαγωγή τους, το ήθος τους και πάνω απ’ όλα η προσωπική παλικαριά στις καθημερινές δοκιμασίες και ιδιαίτερα στις μάχες. Σε όλες τις σειρές της ΣΑΓΑ συμμετείχαν και γυναίκες. Στην αρχή ο αριθμός ήταν μικρός.
Στην πορεία όμως του αγώνα το ποσοστό αυτό βαθμιαία αυξανόταν, γεγονός που αντικατόπτριζε την αυξητική τάση της προσχώρησης των γυναικών στον ΔΣΕ.
Στην Α’ Σειρά της ΣΑΓΑ εισήχθησαν τέσσερις γυναίκες, οι οποίες και αποφοίτησαν με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού πεζικού του ΔΣΕ. Αυτές είναι η Βασιλική Χατζή – Γιαννούλη από το Νεστόριο Καστοριάς, η Αφροδίτη Τουβαλίδου από το Νεστόριο Καστοριάς, η Μαίρη Καζατζίδου από τον Κόμανο της Πτολεμαΐδας, και η Φρόσω Κουτουζά από την Καλλιθέα Κατερίνης.
Και οι τέσσερις, λεβέντισσες νεαρές αγωνίστριες, ήταν πρώην μαχήτριες του ΕΛΑΣ και από τις πρώτες αντάρτισσες που πήγαν από το 1946 εθελοντικά στον ΔΣΕ. Είναι οι πρώτες νεαρές κοπέλες ανθυπολοχαγοί που σπούδασαν σε δική μας Στρατιωτική Σχολή. Αποτέλεσαν τα πρώτα σύμβολα των γυναικείων στρατιωτικών στελεχών, λαϊκών διοικητών του καινούργιου λαϊκού-επαναστατικού μας στρατού. Ήταν σαν τα πρώτα χελιδόνια που ήρθαν να μας φέρουν την άνοιξη, όπως εκφράστηκε αργότερα ο διοικητής της 107 Ταξιαρχίας Ηλίας Ρούνης (Μπαρμπα-Λιάς). Μετά την αποφοίτησή τους στάλθηκαν στα μάχιμα τμήματα ως διοικητές διμοιριών. Η μετέπειτα διοικητική και πολεμική τους σταδιοδρομία χαρακτηρίζεται από μία σειρά λαμπρές στρατιωτικές επιτυχίες και δραστηριότητες.
Είχα την τύχη να τις γνωρίσω και προσωπικά όταν την άνοιξη του 1947 και οι τέσσερις βρίσκονταν στην περιοχή των Αγράφων ως μαθήτριες της Α’ Σειράς της ΣΑΓΑ. Το περιστατικό της πρώτης συνάντησής μου με μία από αυτές παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον τρόπο που συνέβη και θα προσπαθήσω να το περιγράφω συνοπτικά.
Είναι 29 Μαρτίου 1947 και βρίσκομαι στη Μούχα των Αγράφων, που εκεί τότε ήταν η έδρα του Αρχηγείου Θεσσαλίας (ΑΘ). Δύο ημέρες είχαν περάσει από την επιστροφή μου από το Αρχηγείο Όθρης όπου είχα πάει με αποστολή του ΑΘ. Ο διμοιρίτης Ευ. Καπελάς με ειδοποιεί να παρουσιαστώ στον Παύλο Τομπουλίδη, επιτελάρχη του ΑΘ. Παρουσιάζομαι στον επιτελάρχη, με τον οποίο ήμασταν αρκετά γνώριμοι, εφόσον δεν ήταν η πρώτη φορά που μου ανέθετε παρόμοιες αποστολές. Με υποδέχθηκε με το «καλώς τον Δημητράκη» και μου ανακοίνωσε περίπου τα παρακάτω: «Η διοίκηση του ΑΘ, που σε γνωρίζει πολύ καλά, αποφάσισε να σου αναθέσει μία καινούργια και εξαιρετικά σοβαρή αποστολή. Θα πάρεις την αποστολή από τον επιτελάρχη του Γενικού Αρχηγείου Γεράσιμο Μαλτέζο (Τζουμερκιώτη)». Πρόσθεσε ακόμα ότι αυτή τη φορά θα έχω την ευκαιρία να γνωριστώ με τον Αρχηγό του ΔΣΕ Στρατηγό Μάρκο. Μου έδωσε ένα σημείωμα και μαζί με τον συναγωνιστή Αποστόλη Παπαγεωργίου φύγαμε για το Κουτσοπάπουλο όπου ήταν ο ΣΔ του ΓΑ.
Στο δρόμο μας προς το ΓΑ μιλούσαμε συχνά με τον Αποστόλη για την μεγάλη χαρά που νιώθαμε επειδή θα βλέπαμε τον Στρατηγό Μάρκο, του οποίου τότε το όνομα ήταν πολύ δημοφιλές στους αντάρτες. Για να φθάσουμε στο ΣΔ του ΓΑ χρειάσθηκε να περάσουμε δύο φορές από έλεγχο, μία φορά από το φυλάκιο του Λόχου Ασφαλείας και τη δεύτερη φορά από την προσωπική φρουρά του Στρατηγού Μάρκου. Αυτές οι διαδικασίες μας φάνηκαν παράξενες και ακατανόητες. Φθάσαμε τελικά στο αντίσκηνο του επιτελάρχη, που ήταν σκαρωμένο και καμουφλαρισμένο μέσα στο δάσος. Παραδώσαμε το σημείωμα και φάνηκε ότι μας περίμενε. Μας εξηγεί το είδος της αποστολής που αναλαμβάναμε. Έπρεπε να μεταφέρουμε στο Αρχηγείο Ρούμελης ορισμένα εμπιστευτικά έγγραφα του ΓΑ που προορίζοταν για τον Γιώργη Βοντίτσο (Γούσια). Μας έδωσε διάφορες άλλες κατατοπιστικές πληροφορίες για το πώς θα φθάναμε στον προορισμό μας. Μας είπε να πάμε να πάρουμε συσσίτιο και να επιστρέψουμε πάλι εκεί. Όταν όμως επιστρέψαμε ο επιτελάρχης έλειπε από το αντίσκηνό του. Περιμέναμε αρκετή ώρα εκεί, αλλά αφού ο επιτελάρχης δεν εμφανιζόταν, τράβηξα τότε μόνος μου, αφηρημένα και απερίσκεπτα, προς το επόμενο αντίσκηνο που βρισκόταν εκεί κοντά, χωρίς βέβαια να γνωρίζω ότι σ’ αυτό βρισκόταν ο Στρατηγός Μάρκος.
Καθώς βάδιζα σε ένα μονοπατάκι ανάμεσα στα δένδρα, δεν παρατήρησα μία αντάρτισσα που ήταν φρουρός και ανήκε στην προσωπική ασφάλεια του Στρατηγού Μάρκου. Είχα πλησιάσει ανέμελος σε μία απόσταση 20 περίπου μέτρα από το αντίσκηνο. Η αντάρτισσα που στεκόταν εκεί, χωρίς καμία λέξη ή προειδοποίηση προτάσσει το όπλο της και μου φράσσει το δρόμο. Τότε μονάχα αντιλήφθηκα ότι έχω να κάνω με φρουρά, ότι δεν επιτρεπόταν να προχωρήσω περισσότερο, ότι έκανα κάποια παράβαση που έφτασα μέχρι εδώ χωρίς άδεια. Ξαφνιάστηκα από το απρόοπτο αυτό περιστατικό, κόπηκε για λίγο η φωνή μου, σαν να ίδρωσα και κοκκίνισα για τα καλά. Έστρεψα το βλέμμα μου κατάματα στο πρόσωπο που με κρατούσε ακινητοποιημένο.
Μπροστά μου τώρα στέκεται μία νεαρή, πολύ όμορφη και ροδοκόκκινη αντάρτισσα. Ο κότσος των μαλλιών της εξέχει λίγο πιο πίσω από το δίκωχο, είναι προσεκτικά φτιαγμένος και μαζεμένος, ενώ το σήμα του ΔΣΕ είναι καλογυαλισμένο και έλκει την προσοχή. Εδώ πρόκειται για μια ιδανική παραστατική εικόνα Ελληνίδας μαχήτριας του ΔΣΕ. Φορούσε καινούργια εγγλέζικα στρατιωτικά ρούχα, ήταν πεντακάθαρα ντυμένη και περιποιημένη, με στάση σοβαρή, περήφανη κι ασάλευτη. Φορούσε το δίκωχο, όπως συχνά συνέβαινε, λίγο στραβά, αλλά το πιο εντυπωσιακό απ’ όλα είναι πως γιακάς, παντελόνι και χιτώνιο ήταν σιδερωμένα. Όχι βέβαια με το γνωστό σίδερο, αλλά με τον τρόπο που συχνά χρησιμοποιούσαν οι αντάρτες στα βουνά για να δώσουν τσάκιση στα ρούχα τους: Τοποθετούσαν το βράδυ πριν κοιμηθούν τα ρούχα τους προσεκτικά διπλωμένα κάτω από το οποιοδήποτε είδος στρώματος χρησιμοποιούσαν.
Ήταν η μία από τις τέσσερις μαθήτριες της Α’ Σειράς της ΣΑΓΑ του ΔΣΕ, που ανήκε τώρα στην προσωπική φρουρά του Μάρκου και εκπλήρωνε καθήκοντα σκοπού.
Αργότερα, με την ιδιότητα του συνδέσμου των Αρχηγείων Ρούμελης και Θεσσαλίας επισκεπτόμουν συχνά τη διοίκηση του Γεν. Αρχηγείου στα γνωστά στέκια του στα Λουτρά Σμοκόβου, Βουλγάρα, Βράχα κ.α. και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω και προσωπικά και τις τέσσερις αυτές λεβέντισσες. Έτυχε μάλιστα να πάρω μέρος μαζί τους το 1947 σε διάφορες ομαδικές ψυχαγωγικές εκδηλώσεις. Ωστόσο, εξαιτίας της γνωστής χωριάτικης αγαθότητας που με διέκρινε, δεν βρήκα την τόλμη ή το θάρρος να τις ρωτήσω και να εξακριβώσω ποια από αυτές ήταν εκείνη, που με εξανάγκασε να σταθώ ενώπιον της προσοχή και να γίνω κατακόκκινος.
Δύο από αυτές τις ανθυπολοχαγούς της Α’ Σειράς της ΣΑΓΑ έπεσαν αργότερα στα πεδία των μαχών. Η Αφροδίτη Τουβαλίδου έπεσε στο Μπίκοβικ στις 11/11/1948. Ένα διάταγμα της ΠΔΚ με ημερομηνία 13/12/1948 την προήγαγε σε Ταγματάρχη, τιμημένη νεκρή. Η Μαίρη Καζατζίδου έπεσε στο Λέσιτς (Βίτσι) στις 11/8/1949. Ταγματάρχης κι αυτή, τιμημένη νεκρή του ΔΣΕ.
Οι άλλες δύο, η Βασιλική Χατζή-Γιαννούλη και η Φρόσω Κουτουζά διασώθηκαν. Η πρώτη διαμένει στην Αθήνα και η δεύτερη στη Βέροια. Συνεχίζουμε και σήμερα να διατηρούμε μία επαφή, έστω και σε αραιά χρονικά διαστήματα.
Δημήτρη Ν. Κατσή: «Το ημερολόγιο ενός αντάρτη του ΔΣΕ 1946-1949», 6ος τόμος, Αθήνα 2003.
«Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ». Κάθε δεύτερη Τρίτη (εναλλάξ με τη μουσική στήλη «Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι»), η στήλη θα παρουσιάζει πτυχές από γνωστά και λιγότερο γνωστά γεγονότα, θα φιλοξενεί αναμνήσεις αγωνιστών και θα καταγράφει μικρές και μεγάλες στιγμές, που χαράχτηκαν με αίμα στις χρυσές σελίδες της Εθνικής μας Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: Δείτε τις όλες εδώ.