Sorry we missed you
Ο Λόουτς με ένα δραματικό τρόπο περιγράφει, πέρα από την σκληρή καπιταλιστική πραγματικότητα, και το μύθο των διάφορων μορφών εργασίας που με γοητευτικό τρόπο (αφεντικό του εαυτού σου) δείχνουν το τυράκι και όχι τη φάκα των μηδενικών εργασιακών δικαιωμάτων.
Μαλόνεϊ: Έχεις βαρεθεί να ’χεις πάντα κάποιον πάνω στην πλάτη σου, έτσι δεν είναι;
Ρίκι: Προτιμώ να δουλεύω μόνος μου πια, να είμαι αφεντικό του εαυτού μου.
Μαλόνεϊ: Ας ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα από την αρχή, εντάξει; Δεν δουλεύεις για μας, δουλεύεις με μας. Δεν οδηγείς για μας, παρέχεις υπηρεσίες. Δεν υπάρχουν συμβάσεις εργασίας, δεν υπάρχουν στόχοι απόδοσης, υπηρετείς τα πρότυπα παράδοσης. Δεν υπάρχουν μισθοί, αλλά αμοιβές… Δεν έχεις ωράρια, είσαι απλώς διαθέσιμος… Θα είσαι αφέντης της μοίρας σου, Ρίκι. Είσαι μέσα;
Ρίκι: Ναι…
Με τον παραπάνω διάλογο ξεκινά η νέα ταινία των Κεν Λόουτς-Πολ Λάβερτι (σεναριογράφος ), με τίτλο Sorry we missed you (Δυστυχώς απουσιάζατε). Θα έλεγα μακριά από το άρθρο ακολουθούν spoils, όμως ο Λόουτς με το γνωστό ταξικό του πρόσημο, όπως τον γνωρίσαμε στο I Daniel Blake, δίπλα στον αδύναμο, μας περιγράφει την σκληρή καθημερινότητα μιας οικογένειας της εργατικής τάξης στη Βρετανία (αλλά και σε όλο τον κόσμο).
Ο παραπάνω διάλογος γίνεται μεταξύ του πρωταγωνιστή της ταινίας –Ρίκι- και του νέου εργοδότ… εεε υπεύθυνου στην μεταφορική εταιρία franchise, όπου ο Ρίκι έχοντας κάνει για χρόνια πολλές χαμαλοδουλειές (οικοδομή, εργασίες σε κήπους κλπ), αποφασίζει να γίνει αφεντικό του εαυτού του.
Ο νέος του ‘’συνεργάτης” τον πληροφορεί ότι δεν θα υπάρχουν ωράρια, δεν θα υπάρχουν συμβάσεις εργασίας και προπαντός δεν υπάρχουν ‘’αφεντικά’’. Αλλά κυρίως δεν υπάρχει ασφάλεια και δικαιώματα, δεν πληρώνονται οι υπερωρίες, δεν υπάρχουν ρεπό και άδειες. Αλλά πρέπει να μην ξεχνάει ποτέ ότι είναι αφεντικό του εαυτού του. Και αυτό είναι και το κύριο θέμα με το οποίο ασχολείται ο Λόουτς στην ταινία του. Οι ψηφιακές–εμπορικές πλατφόρμες (τύπου Airbnb και Uber) και το καθεστώς των συμβολαίων μηδενικών ωρών.
Αυτό το καθεστώς που έχει γίνει κυρίαρχο στη Βρετανία στις μέρες μας. Χωρίς ωράριο, αλλά βασικά εννοεί είναι χωρίς σταθερό ωράριο (ποτέ λιγότερο από 8ωρο εννοείται). Ο εργοδότης μπορεί να απασχολήσει τον εργαζόμενο για όσες ώρες και όποτε κρίνει εκείνος. Μπορεί τη μία μέρα να δουλέψεις 8 ώρες, την άλλη 14, αλλά αυτό θα εξαρτάται πάντα από σένα.
Ο Ρίκι παίρνει το μήνυμά του για το τι θα ακολουθήσει, όταν ένας συνάδελφός του πριν την πρώτη του κούρσα, του δίνει ένα άδειο πλαστικό μπουκάλι για την ανάγκη του, καθώς δεν θα προλαβαίνει ΟΥΤΕ να κατουρήσει. Και αν προλαβαίνει, θα έχει συγκεκριμένο χρόνο καθώς ένα ηλεκτρονικό μηχάνημα παρακολουθεί το κάθε τους βήμα.
Βέβαια για να μπορέσει να ξεκινήσει, έπρεπε να αγοράσει ένα βαν (ή να το νοικιάσει από το franchise πολύ πιο ακριβά), πουλώντας το αυτοκίνητο της γυναίκας του, Άμπι, καθώς κεφάλαιο δεν υπήρχε στην οικογένεια που ήταν χρεωμένη ως το λαιμό, πληρώνοντας ακόμα τα σπασμένα της κρίσης του ’08.
Η Άμπι με τη σειρά της θα αναγκαστεί να πηγαινοέρχεται με τα λεωφορεία στα σπίτια των ανήμπορων υπερήλικων που προσέχει, πράγμα που τεντώνει ακόμα περισσότερο τα καθημερινά της ωράρια, χωρίς να έχει χρόνο να ασχοληθεί με τα παιδιά τους.
Η καθημερινότητά τους γίνεται μια κόλαση και η απουσία τους από το σπίτι οδηγεί το γιο τους σε παραβατικές συμπεριφορές, ταυτόχρονα με την εφηβική κρίση ηλικίας. Ο Ρίκι είναι τόσο “ελεύθερος” επαγγελματίας που δεν μπορεί να λείψει ούτε δύο ώρες για το γιο του. Το κάθε ρεπό κοστίζει περίπου 500 λίρες τη μέρα στην τσέπη του.
Η αναλγησία της εργοδοσίας κορυφώνεται προς το τέλος της ταινίας, όταν ο Ρικι πέφτει θύμα κλοπής, όπου πέρα από μερικά κόκαλα, του σπάνε και το μηχάνημα–αφεντικό του. Ενώ ο Ρίκι είναι στο νοσοκομείο, ο εργοδότης –συνεργάτης του τον ενημερώνει ότι θα πρέπει να πληρώσει και για το μηχάνημα αλλά και για όσες μέρες λείψει από τη δουλειά. Και κάπου εκεί ακολουθεί ένα συγκινητικό ξέσπασμα της γυναίκας του…
Η σκηνή αυτή δείχνει και τον τρόπο που η οικογένεια προσπαθεί να αντεπεξέλθει στο τέρας της καθημερινής ζούγκλας της εργασίας. Το δέσιμο της οικογένειας και η αγάπη και η αγκαλιά κάθε μέρα πριν κοιμηθούν, όσο δυνατά και να είναι, δεν μπορεί να είναι η απάντηση στον εργασιακό μεσαίωνα που έχει έρθει παγκόσμια σαν “κανονικότητα” και διαλύει ανθρώπους και ανθρώπινες σχέσεις. Η απάντηση πρέπει να είναι η οργανωμένη πάλη, των ανθρώπων της εργατικής τάξης, της τάξης μας, μέσα από τα συνδικάτα.
Ο Λόουτς με ένα δραματικό τρόπο περιγράφει, πέρα από την σκληρή καπιταλιστική πραγματικότητα, και το μύθο των διάφορων μορφών εργασίας που με γοητευτικό τρόπο (αφεντικό του εαυτού σου) δείχνουν το τυράκι και όχι τη φάκα των μηδενικών εργασιακών δικαιωμάτων.
Ο κειμενογράφος δεν είναι κριτικός κινηματογράφου, ήθελε να μοιραστεί μερικές σκέψεις του με την ταινία που τον γέμισε δάκρυα στην έξοδο του σινεμά. Δάκρυα οργής για τους εκατομμύρια ανθρώπους της τάξης μας, που βιώνουν τη βία της ανάπτυξης, τη σύγχρονη σκλαβιά της μισθωτής εργασίας στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, όπου θυσιάζονται κυριολεκτικά και μεταφορικά οι πάντες και τα πάντα στο βωμό του κέρδους. Ως πότε θα το ανεχόμαστε…;
ΥΓ: ΟΡΓΑΝΩΘΕΙΤΕ ΣΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ ΣΑΣ