Καρλ Ντένιτς – Ο αρχιναύαρχος – “διάδοχος” του Χίτλερ
Από τη θέση του ναυάρχου και του υπεύθυνου για τη διεξαγωγή του υποβρύχιου πολέμου των ναζί είναι προσωπικά υπεύθυνος για χιλιάδες απώλειες, όχι μόνο ανδρών των συμμαχικών δυνάμεων, αλλά και Γερμανών στρατιωτών, τους οποίους θυσίαζε μαζικά σε αποστολές αυτοκτονίας επί της ουσίας κατά υπέρτερων δυνάμεων.
Μπορεί το όνομα του Καρλ Ντένιτς να είναι σήμερα λιγότερο γνωστό από εκείνο άλλων ναζί εγκληματιών πολέμου, αυτό δεν αναιρεί όμως ότι υπήρξε ένας από τους πιο στενούς και αφοσιωμένους ως το τέλος συνεργάτες του Αδόλφου Χίτλερ, σε βαθμό μάλιστα που εκείνος στην πολιτική του διαθήκη να ορίσει το Ντένιτς διάδοχό του στο αξίωμα του προέδρου του Ράιχ και του ηγέτη της Βέρμαχτ. Από τη θέση του ναυάρχου και του υπεύθυνου για τη διεξαγωγή του υποβρύχιου πολέμου των ναζί είναι προσωπικά υπεύθυνος για χιλιάδες απώλειες, όχι μόνο ανδρών των συμμαχικών δυνάμεων, αλλά και Γερμανών στρατιωτών, τους οποίους θυσίαζε μαζικά σε αποστολές αυτοκτονίας επί της ουσίας κατά υπέρτερων δυνάμεων. Για τους λόγους αυτούς υπήρξε ένας από τους βασικούς κατηγορούμενους στη δίκη της Νυρεμβέργης,
Γεννήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1891 σε οικογένεια της πρωσικής αστικής τάξης κι έχασε σε μικρή ηλικία τη μητέρα του. Αμέσως μετά το σχολείο μπήκε στο αυτοκρατορικό ναυτικό το 1910, ενώ στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου διακρίθηκε πολλές φορές για τις υπηρεσίες του. Το 1916 παντρεύτηκε την κόρη ενός υψηλόβαθμου στρατιωτικού επιταχύνοντας ακόμα περισσότερο την κοινωνική του άνοδο. Ο Ντένιτς ήταν από τους πρώτους αξιωματικούς που εκπαιδεύτηκαν εθελοντικά στο νέο εκείνη εποχή όπλο των πολεμικών υποβρυχίων. Στα χρόνια της δημοκρατίας της Βαϊμάρης ο Ντένιτς είχε θεαματική ανέλιξη στη στρατιωτική ιεραρχία και λίγο μετά την άνοδο των ναζί στην εξουσία προήχθη σε κυβερνήτη φρεγάτας. Ο Χίτλερ τον εμπιστεύτηκε ως επικεφαλής των πολεμικών υποβρυχιών γερμανικής κατασκευής. Ο λόγος που η ναζιστική Γερμανία μπορούσε πλέον να κατασκευάζει δικά της υποβρύχια ήταν η γερμανοβρετανική ναυτική συμφωνία του 1935, που αντέβαινε σε σχετική απαγόρευση της Συνθήκης των Βερσαλιών.
Το 1991 έγινε γνωστό πως στη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, τα γερμανικά υποβρύχια υπό την ηγεσία του Ντένιτς είχαν συμμετάσχει σε μυστικές αποστολές στο πλευρό των δυνάμεων του Φράνκο.
Οι αρχικές επιτυχίες του Ντένιτς στο μέτωπο του Ατλαντικού οδήγησαν το 1940 σε προαγωγή του στο βαθμό του αντιναύαρχου. Η έλλειψη πρώτων υλών μετά το 1941 τον οδήγησε σε μια υπόγεια διαμάχη με τον ναύαρχο Ρέντερ, η αποτυχία του οποίου οδήγησε σταδιακά στην αντικατάστασή του από το Ντένιτς, που ολοκληρώθηκε το Γενάρη του 943, όταν ο Ντένιτς διορίστηκε στη θέση του επικεφαλής του Πολεμικού Ναυτικού.
Μετά την αποτυχία της μάχης του Ατλαντικού την άνοιξη του 1943, ο Ντένιτς άρχισε να δίνει διαταγές στα πληρώματά του που ισοδυναμούσαν με τη μετατροπή τους σε καμικάζι, με δεδομένη την απόλυτη συμμαχική υπεροπλία σε αέρα και θάλασσα.
Παρά τις αυξανόμενες γερμανικές απώλειες, ο Ντένιτς δεν ήταν διατεθειμένος να υποχωρήσει από το μέτωπο του Ατλαντικού, θεωρώντας πως έτσι οι Δυτικοί σύμμαχοι θα απελευθέρωναν άνδρες και πολεμικό υλικό που θα μπορούσε να διατεθεί σε άλλα μέτωπα του πολέμου. Τα αποτελέσματα της τακτικής φαίνονται καθαρά στους αριθμούς των υποβρυχίων που έχασε η Βέρμαχτ,781 από τα συνολικά 820, και ιδιαίτερα στις απώλειες των πληρωμάτων τους, που ανήλθαν σε 26000 από τους 41000 στρατιώτες που υπηρετούσαν σε αυτά. Ανάμεσα στους νεκρούς και οι δυο γιοι του Ντένιτς. Επρόκειτο για το μεγαλύτερο ποσοστό απωλειών που καταγράφηκε σε όπλο στη διάρκεια του πολέμου, τόσο από γερμανικής, όσο και από συμμαχικής πλευράς.
Στις 20 Απρίλη 1945 ο Ντένιτς βρέθηκε στο καταφύγιο του Χίτλερ για να του ευχηθεί για τα γενέθλιά του, λαμβάνοντας την αποστολή για την πάση θυσία υπεράσπιση της βόρειας Γερμανίας. Ο ναύαρχος έφυγε από το Βερολίνο την επομένη προς τη νέα έδρα του επιτελείου του στη Λίμνη Ζουρ. Λίγο πριν την αυτοκτονία τους στις 30 Απρίλη 1945, ο Χίτλερ όρισε στην πολιτική του διαθήκη διάδοχό του το Ντένιτς, ο οποίος και αποδέχτηκε το αξίωμα. Στο διάγγελμά του προς το γερμανικό λαό, ο Ντένιτς επανέλαβε τα παραμύθια των ναζιστικών ΜΜΕ, πως ο Χίτλερ είχε “πέσει ηρωικά μαχόμενος κατά του μπολσεβικισμού”. Μετά την γερμανική συνθηκολόγηση, ο Ντένιτς συνελήφθη και οδηγήθηκε ενώπιον του δικαστηρίου της Νυρεμβέργης με κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου και σχεδιασμό επιθετικού πολέμου.
Ο Ντένιτς είχε νωρίτερα προσπαθήσει χωρίς επιτυχία να συνάψει ξεχωριστή ειρήνη με τους δυτικούς συμμάχους εναντίον της ΕΣΣΔ, ενώ στο δικαστήριο υποστήριξε πως επέμεινε στην παράταση του πολέμου για να αιχμαλωτιστούν όσο περισσότεροι στρατιώτες γινόταν από τους δυτικούς και να “γλιτώσουν” τη σοβιετική αιχμαλωσία. Τα πραγματικά γεγονότα δείχνουν ότι ο Ντένιτς διέταξε μόλις δυο μέρες πριν τη συνθηκολόγηση όλα τα διαθέσιμα πλοία να διασώσουν φυγάδες, ενώ τα ναυτοδικεία επέβαλαν μαζικά θανατικές ποινές για λιποταξία και “αποσάθρωση του αξιόμαχου’, ακόμα και τις πρώτες μέρες μετά τη συνθηκολόγηση. Ο Ντένιτς επίσης επέμεινε στη διατήρηση του ναζιστικού χαιρετισμού στο στράτευμα και τη διατήρηση όλων των πορτραίτων του Φύρερ στις θέσεις τους.
Ενώπιον του δικαστηρίου ο Ντένιτς παρουσιάστηκε αμετανόητος στη ναζιστική του ιδεολογία, εκφράζοντας ανοιχτά και τις αντισημιτικές του θέσεις. Τελικά καταδικάστηκε για δύο από τις συνολικά τρεις κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν σε 10 χρόνια φυλάκισης, τα οποία και εξέτισε πλήρως ως το 1956. Μετά την αποφυλάκισή του, ασχολήθηκε με τη συγγραφή απολογητικών για τη δράση του συγγραμμάτων. Το 1963 προκλήθηκε σάλος, καθώς ο τότε πρόεδρος της τάξης ενός γυμνασίου στη βόρεια Γερμανία Ούβε Μπάρσελ. μετέπειτα τοπικός πρωθυπουργός του κρατιδίου Σλέσβιχ- Χόλσταϊν, κάλεσε με προτροπή του δασκάλου ιστορίας τον Ντένιτς να μιλήσει για τον πόλεμο. Το γεγονός παρουσιάστηκε με διθυραμβικούς τόνους σε τοπικό έντυπο, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις σε βάρος του σχολείου και την παρέμβαση της τοπικής κυβέρνησης, που κάλεσε σε απολογία το διευθυντή του σχολείου, ο οποίος, μην αντέχοντας την ψυχολογική πίεση, αυτοκτόνησε πέφτοντας στον ποταμό Έλβα. Αυτή ήταν η πρώτη και τελευταία μεταπολεμική δημόσια εμφάνιση του Ντένιτς.
Έφυγε από τη ζωή παραμονή Χριστουγέννων του 1980 και στην κηδεία του παραβρέθηκαν 5000 άτομα, ανάμεσά τους παλιοί του συμπολεμιστές και ναζί αξιωματικοί, κάποιοι από τους οποίους μοίραζαν αυτόγραφα στο πλήθος, όπως και μέλη νεοναζιστικών οργανώσεων, που για χρόνια κατέθεταν στεφάνια στον τάφο του την επέτειο του θανάτου του.