«Κοπάνα το, κοπάνα το και μη φοβάσαι θάνατο…» – Ορέστης Μακρής
Ο «μεθύστακας», ο γραφικός τύπος του μπεκρή, απολαυστικά πλασμένος από την έμπνευση και το ταλέντο του Ορέστη Μακρή, θα είναι αυτός που θα δώσει στον σπουδαίο ηθοποιό μεγάλη φήμη, αλλά ταυτόχρονα θα τον κρατήσει σε απόσταση από άλλους δρόμους.
Το ημερολόγιο έγραφε 29 του Γενάρη 1975 όταν απροσδόκητα έφυγε από τη ζωή o Ορέστης Μακρής, ο «τελευταίος μεγάλος της “παλιάς φρουράς” του μουσικού θεάτρου» (όπως γράφτηκε στον τύπο της εποχής), ο δημοφιλέστατος ηθοποιός που «δέθηκε» όσο ίσως κανείς άλλος με τον χαρακτήρα που τον ανέδειξε, στο θέατρο και τον κινηματογράφο.
Ο Ορέστης Μακρής γεννήθηκε στις 30 του Σεπτέμβρη 1899 (ή 1898) στη Χαλκίδα.
Όντας καλλίφωνος και έχοντας παρακολουθήσει στο Ωδείο Αθηνών μαθήματα φωνητικής και μουσικής, εμφανίζεται στη σκηνή ως τενόρος το 1925 , στο θίασο Ροζαλίας Νίκα και στη συνέχεια στο πλευρό του Παπαϊωάννου.
Ο ρόλος που θα τον καθιερώσει θα έρθει μερικά χρόνια αργότερα, το 1932, όταν ο Αντώνης Βώττης, επιθεωρησιογράφος μεγάλων επιτυχιών της εποχής, θα εντάξει τον Ορέστη Μακρή στην επιθεώρηση «Παπαγάλος» και θα του εμπιστευτεί το τραγούδι «Με λεν μπεκρή», σε στίχους της γυναίκας του, Λόλας Βώττη.
Ο Ορέστης Μακρής βγαίνει στη σκηνή υποδυόμενος τον μεθυσμένο, τραγουδάει «για να ξεσκάω τα κοπανάω τις νύχτες και τα δειλινά» και χαλάει ο κόσμος. Το τραγούδι θα τραγουδηθεί απ’ όλη την Ελλάδα, ο ίδιος καθιερώνεται σαν πρωταγωνιστής του «ελαφρού» μουσικού θεάτρου και ο συμπαθής τύπος του άκακου και συναισθηματικού «μεθύστακα» θα σημαδέψει για πάντα την καλλιτεχνική πορεία του.
Ακούστε το τραγούδι «Με λεν’ μπεκρή» από τον ηθοποιό Σπύρο Μαβίδη:
Ο γραφικός τύπος του μπεκρή, απολαυστικά πλασμένος από την έμπνευση και το ταλέντο του Ορέστη Μακρή, θα είναι αυτός που θα δώσει στον ηθοποιό μεγάλη φήμη, αλλά ταυτόχρονα θα τον κρατήσει σε απόσταση από άλλους δρόμους. Ανεξάρτητα από τις προθέσεις του και παρά το πλούσιο ερμηνευτικό του ταλέντο, η τεράστια επιτυχία του «μεθύστακα» θα σπρώξει τους συγγραφείς να γράφουν σχετικά επιθεωρησιακά νούμερα και ρόλους, προς τέρψη του κοινού που τον λατρεύει και των παραγωγών που έχουν εξασφαλισμένη μεγάλη εισπρακτική επιτυχία. Κάποιοι κριτικοί θα γράψουν τότε ότι η τυποποίηση άμβλυνε ένα έξοχο υποκριτικό ταλέντο.
Έτσι λοιπόν από την εποχή του μεσοπολέμου ο Ορέστης Μακρής αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστή και εμφανίζεται σε διάφορους θιάσους με συμπρωταγωνιστές τον Μίμη Κοκκίνη και τον Γιάννη Μαυρέα, τις αδελφές Άννα και Μαρία Καλουτά κ.ά. Σημειώνοντας μια ανοδική πορεία που θα συνεχιστεί μετά την απελευθέρωση με τον ίδιο θιασάρχη πια να οργώνει την Ελλάδα για παραστάσεις και να εμφανίζεται στα μεγάλα αθηναϊκά θέατρα. Παράλληλα πρωταγωνιστεί με μεγάλη επιτυχία στον κινηματογράφο και σε ταινίες όπως «Μεθύστακας», «Το αμαξάκι», Η θεία απ’ το Σικάγο», «Κάλπικη λίρα», «Τελευταία λατέρνα», «Στουρνάρα 288» και άλλες. Συμμετείχε σε περίπου σαράντα ταινίες παίζοντας και άλλους ρόλους εκτός του «μεθυσμένου», όπως του δύστροπου μα καλόψυχου πατέρα.
Στα 68 του χρόνια ο Ορέστης Μακρής εγκατέλειψε τη σκηνή και την οθόνη και αφοσιώθηκε στην οικογένειά του, ασχολούμενος με τη γη και τη φροντίζοντας το κτήμα που διατηρούσε στα Βριλήσσια.
Συνεργάτες του μιλούσαν πάντα με καλά λόγια για τον ηθοποιό, εξαίροντας την εργατικότητα, την ευσυνειδησία και τη συνέπειά του.
Για το τέλος, ένα ακόμα τραγούδι για το κρασί. Ο Ορέστης Μακρής τραγουδάει «Κοπάνα το, κοπάνα το και μην φοβάσαι θάνατο» στην ταινία «Μια λατέρνα, μια ζωή» (1958):