50 χρόνια Heavy Metal: το πρώτο και το τελευταίο (πιο πρόσφατο) μέταλ τραγούδι που άκουσα
Βαθιά συνδεδεμένο με την εργατική τάξη το μέταλ, άλλωστε οι ήχοι του τραβάν τις ρίζες τους στους θορύβους στους χώρους δουλειάς, στα εργοστάσια της Αγγλίας όπου πήραν τα πρώτα τους ερεθίσματα οι πατέρες Tony Iommi, Ozzy, Rob Halford και λοιποί.
Ήταν ένα όμορφο ανοιξιάτικο απόγευμα στα Σέρρας του 1987, όταν αποφασίσαμε με τον αδερφό μου να παραγγείλουμε με το χαρτζιλίκι μας μια κασέτα με τραγούδια απ’ το δισκάδικο της γειτονιάς, στην εκκλησία του Τίμιου Σταυρού (βοήθειά μας – την κατάρα σας να ‘χουμε παπαδαριά!), δίπλα στο μαγαζί με τα γιαούρτια. Rock House λεγόταν το δισκάδικο, και τον είχαμε πει να μας γράψει μια 60άρα με τις τελευταίες ποπ επιτυχίες της αγαπημένης δεκαετίας του Σφυροδρέπανου.
Είχαμε διαλέξει τραγούδια που βλέπαμε σε βιντεοκλίπ στην εκπομπή “Μουσικόραμα” της ΕΡΤ: Michael Jackson, Wham, A-HA, Modern Talking, Boy George, τους θεούς Duran Duran… γαμάτη δεκαετία όντως!
Προερχόμασταν από ταπεινή οικογένεια της επαρχίας κι από μουσική, εγώ προσωπικά ήμουν τρελός φαν των “Παιδιών απ την Πάτρα”. Ο αδερφός Δελάρζ ήταν πιο “ψαγμένος” και με είχε βάλει κι εμένα στο τριπάκι με τα “ξένα” τραγούδια.
Η φάση τότε ήταν ότι, σαν πιτσιρικάδες κι εμείς, αγοράζαμε το περιοδικό “Αγόρι”, μαζί με “Μπλεκ” και “Περιπέτεια”· είχαμε τρανέψει αρκετά πια για να διαβάζουμε απλά μικιμάου (Mickey Mouse στη δημοτική, όρος αφορών όλα τα κόμικς για παιδιά).
Στο “Αγόρι” που λέτε, έγραφε ένας τύπος ονόματι Γιάννης Κουτουβός που apparently, ήταν ο πρώτος που έφερε το χέβι μέταλ σε έντυπο στην Ελλάδα.
Κι αυτός ο Κουτουβός, έκανε συχνά αφιερώματα σε μέταλ συγκροτήματα (έτσι τα λέγαμε τότε, τώρα επικράτησε ο όρος “μπάντα”). Κι εκεί μάθαμε για κάτι μαλλιάδες τύπους που ουρλιάζουν και γρατζουνάν κιθάρες και τους λέγαν Iron Maiden!
Στην 60άρα κασέτα που είχαμε παραγγείλει, περίσσευε λίγος χώρος στη βήτα μεριά και του λέει του δισκά ο αδερφός μου “όσο περισσέψει βάλε απ’ αυτό ν’ ακούσουμε τι είναι”. Και του ‘δειξε το δίσκο μ’ αυτό το τέρας απ’ όξω. Ήταν το “Somewhere In Time”.
Στην κασέτα γράφτηκε ούτε το μισό το ομώνυμο τραγούδι, κοβόταν κάπου στο δεύτερο ρεφρέν. Ήταν αρκετό για να βάλει το σατανά μέσα μας.
Το πρώτο άκουσμα μας προξένησε φόβο κι αποστροφή. Δεν ξέρω από μουσική, έμαθα εκ των υστέρων ότι στο Heavy Metal κυριαρχούν συγκεκριμένες κλίμακες κλπ, που βγάζουν αυτόν τον τρόμο, το σκότος και τον κίνδυνο, δεν ξέρω. Ο Sniper θα μας τα πει αυτά που τα ξέρει.
Εκείνο που έμενα με τρόμαξε περισσότερο ήταν τα ντραμς του Nicko McBrain! Μα τι διάλο, πόσα κλαπατσίμπαλα βαράει ετούτος, πόσα χέρια έχει; Νταξ, οι κιθάρες με το χαραχτηριστικό γρέζι (overdrive το λεν αν δεν κάνω λάθος, ή γνωστή παραμόρφωση κλπ) ήταν κάτι που ήδη με τρόμαζε όταν άκουγα το “Άσε με να κάνω λάθος” του Παπακώ ή το “Για το καλό μου” του Μηλιώκα. Σκέψου το πολιτισμικό σοκ του πιτσιρικά Δελάρζ, που πέρασε μέσα σε μισό χρόνο απ’ το “Πίκρανες τον Φαντάρο” – στο “Wild Boys” (Duran Duran, δυνατό τραγούδι όχι αστεία!) – κι από κει στους Maiden.
Κι από κει τα υπόλοιπα ήρθαν μέσα από τη φυσική περιέργεια, το πολιτιστικό άλμα των έιτιζ και τη διάθεση να ξεφύγουμε απ’ τον κακώς εννοούμενο επαρχιωτισμό μας.
Αφήσαμε μακρυά μαλλιά, κυνηγηθήκαμε απ’ τους καθηγητές μας των θρησκευτικών (φασιστόμουτρα στα βασιλοχουντικά καραμανλικά Σέρρας), ράψαμε ραφτά στα μπουφάν μας κλπ. Όπως επίσης μάθαμε ν’ ακούμε μουσική γενικά, μάθαμε αγγλικά γιατί θέλαμε να ξέρουμε τι λεν οι στίχοι, ανοίξαμε λίγο το μυαλό μας. Κι όταν σφίγγαν τα γάλατα, μας ψυχοπλακώναν οι κακοτοπιές και τα ζόρια, ένα “Painkiller”, ένα “War Ensemble”, ένα “Duality”, ένα “Testify” βρε αδερφέ, μ’ έφερνε στα ίσα μου. Δεν σας κρύβω ότι το πιο motivational τραγούδι που μου φτιάχνει το κέφι μέχρι και σήμερα, όταν “τρώω ξύλο” στη δουλειά, είναι το “Loser” (χαμένο παρτάλι σε ελεύθερη μετάφραση) των Mötorhead! Και να παναγαμηθούν οι γιάπηδες.
Βαθιά συνδεδεμένο με την εργατική τάξη το μέταλ, άλλωστε οι ήχοι του τραβάν τις ρίζες τους στους θορύβους στους χώρους δουλειάς, στα εργοστάσια της Αγγλίας όπου πήραν τα πρώτα τους ερεθίσματα οι πατέρες Tony Iommi, Ozzy, Rob Halford και λοιποί.
Τα χρόνια πέρασαν. Το μέταλ έγινε mainstream, δεν ξεχωρίζεις πια αν ακούς Metallica, σιγά την πρωτοτυπία. Δεν έχει σημασία ασφαλώς αν το φχαριστιέσαι και τη βρίσκεις.
Οι μεταλάδες, αυτή η ιδιαίτερη συνομοταξία ανθρώπων, έχουμε διασπαστεί πλέον σε πολλές υποκατηγορίες και υπάρχει πολύς συντηρητισμός κι εδώ. Μην τυχόν και πεις τίποτα για την τάδε μπάντα και τον τάδε τραγουδιστή, θα πέσουν να σε φάνε. Υγεία παν’ απ’ όλα. Δεν κατηγορώ κανέναν, κάποτε ήμουν κι εγώ έτσι και δε σήκωνα μύγα στο σπαθί μου π.χ για τους Manowar. Ποιους; Tους Manowar που τους έχουν πάρει υπό την προστασία τους τα “εθνίκια”… Ανατρίχιαζα κι εγώ με το “Secret of Steel” και κατέληξα κουκουές! Τι να γίνει τώρα;
Δεν μπορώ να πω ότι είμαι πια μεταλάς με τη σύγχρονη ή τη “στενή” έννοια – αν υπάρχει τέτοια. Όμως το στιλ μου, η κουλτούρα μου έχει αμετάκλητα διαμορφωθεί απ’ τον “μεταλισμό”, μακραίνω μαλλιά, φοράω τζιν και δερμάτινα (Denim and Leather) και t-shirts με μπάντες, χτυπιέμαι στα λάιβ, πίνω μπύρες κι έχω κάνει μπάκα, όπως άλλωστε είναι σήμερα ο μέσος 40φεύγα metalhead στην Ευρώπη. Αλλά να μου πεις κάτι καινούριες μπάντες, κάτι Bullet For My Valentine, κάτι Killswitch Engage, κάτι Alter Bridge δεν τ’ ακούω, προτιμώ πιο παρδαλά και αβανγκάρντ πράματα, κι όταν βαριέμαι να “ψάχνομαι” μένω στα κλασικά χαρντ ροκ και χέβι μέταλ.
Το τελευταίο λοιπόν τραγούδι που άκουσα, το πιο πρόσφατο δηλαδή είναι απ’ την μπαντάρα που ακούει στο όνομα Kvelertak, το “Fanden Ta Dette Hull!”
Νορβηγοί παλαβιάρηδες που τραγουδάν στα νορβηγικά και παίζουν ένα κράμα από punk, hardcore, κλασικό α-λα Thin Lizzy hard rock, ως και Black Metal, σαν καλοί Νορβηγοί, όλα μέσα! Βγάλαν τραγουδάρες όπως “Evig Vandrar” (το καλύτερο βιντεοκλίπ έβερ), “Bruan Brenn” “Nattersfed”, “1985” κλπ, και χαίρομαι πολύ που θα τους δω λάιβ σε καναδυό βδομάδες εδώ στην Πράγα. Όποιος ψήνεται να ρθει βόλτα Πράγα να τους δούμε παρέα, ο Δελάρζ κερνάει μπύρα. Και η ζωή συνεχίζεται.