Γιάννης Δάλλας – Έφυγε από τη ζωή ο “τελευταίος των Μοϊκανών”
Πλήρης ημερών έφυγε από τη ζωή ο Γιάννης Δάλλας, από τους σημαντικότερους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, δοκιμιογράφος και μεταφραστής, πανεπιστημιακός δάσκαλος και μεταφραστής έργων της αρχαίας γραμματείας, σπουδαίος μελετητής του Κώστα Βάρναλη και του Κωνσταντίνου Θεοτόκη.
Πλήρης ημερών έφυγε από τη ζωή ο Γιάννης Δάλλας, από τους σημαντικότερους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, δοκιμιογράφος και μεταφραστής, πανεπιστημιακός δάσκαλος και μεταφραστής έργων της αρχαίας γραμματείας, σπουδαίος μελετητής του Κώστα Βάρναλη και του Κωνσταντίνου Θεοτόκη.
Ο Γιάννης Δάλλας γεννήθηκε το 1924 στη Φιλιππιάδα της Πρέβεζας και σπούδασε κλασική φιλολογία στην Αθήνα. Υπηρέτησε στη μέση και στην ανώτατη εκπαίδευση. Καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και του τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Εμφανίστηκε στα Ελληνικά Γράμματα με το ποίημα «Καρυωτάκης» (1944). Εξέδωσε πολλές ποιητικές συλλογές, πεζά, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα δοκίμια και οι μελέτες του.
«Ο Δάλλας είναι ο τελευταίος των Μοϊκανών, που προσέρχεται στο δικαστήριο του χρόνου, του ιστορικού και του προσωπικού, εκπροσωπώντας ό,τι καλύτερο εμφάνισε η γενιά του» σημείωνε το 2004 στον Ριζοσπάστη, ο ποιητής Γιώργος Κακουλίδης και συνέχιζε: «Έχει σπάσει τα λουριά του – αυτό που θεωρούσε τελευταία δυσκολία του – και με τους χρονοδείκτες του στο χέρι, διαβάζει αργά και σταθερά προς όλους: «Κι όμως υπήρχε τόσος βρασμός ζωής σ’ εκείνες τις κρίσιμες ώρες μας, όπως τις ξεφυλλίζει τώρα ο χρονοδείκτης. Οχι η κρεβατοκάμαρα, αλλά η εξαγορά της ψυχής μες στην πλήθουσα αγορά με τα γυμνά της κατάστιχα. Εκεί χτυπήθηκα με δικούς και εκεί διασταυρώθηκα με τους ξένους. (…) Η ιστορία χωρίς εμάς, χωρίς τη δική μας – τη σωματική μας – παρέμβαση, δε θα υπήρχε. Θα έμενε κοίτη ξερή χωρίς καταρράχτες και ξαφνικά τους στημένους απέναντι υδατοφράχτες της. Χωρίς την οργιώδη της βλάστηση και απ’ την αντίπαλη όχθη τους φανατικούς υλοτόμους της. Και τότε, ακαριαία, αποχτά παρουσία και κατατρώγει τους δράστες της. Γίνεται εκείνη ο δράστης κι εμείς τ’ άβουλα ή φανατισμένα φερέφωνά της» (…) Το έχω ξαναπεί, ο ποιητής είναι μέρος της Ιστορίας μας και πρέπει επιτέλους να τον πάρουμε στην αγκαλιά μας».
Σε ανακοίνωσή του για το θάνατο του Γιάννη Δάλλα, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ αναφέρει τα εξής:
«Με βαθιά συγκίνηση και θλίψη αποχαιρετούμε έναν θαυμαστό άνθρωπο, τον αγαπημένο μας Γιάννη Δάλλα.
Ο Γιάννης Δάλλας με το δοκιμιακό και ποιητικό έργο του έγραψε ορισμένα από τα πιο σπουδαία κεφάλαια της ελληνικής λογοτεχνίας. Δυνατός κλασικός φιλόλογος και δάσκαλος, γνώστης ανάμεσα στους λίγους της Κλασικής, αλλά και της Σύγχρονης Γραμματείας και πνεύμα απαράμιλλα διεισδυτικό, μέσα από τις καίριες μελέτες του, μας άφησε παρακαταθήκη τα πιο χρήσιμα εργαλεία για να κατανοήσουμε τους μεγαλύτερους λογοτέχνες μας, όπως ο Κάλβος, ο Σολωμός, ο Καβάφης, ο Καρυωτάκης, ο Θεοτόκης, ο Βάρναλης, που μαζί με τον Μπρεχτ αποτελούσαν τους πιο αγαπημένους του δημιουργούς.
Ως ένας από τους πιο εκλεκτούς ποιητές της γενιάς του δεν διαχώρισε ποτέ την τέχνη του από την ασταμάτητη κίνηση της Ιστορίας. Η ποίησή του, βαθύτατα πολιτική, αποτελεί υπόδειγμα για την αυστηρή πειθαρχία της φόρμας στο καυτό περιεχόμενό της, το φτιαγμένο από “συναγερμούς λαών” όταν “στις επάλξεις αιωρούνται κήρυκες / με τα μεταλλικά τους στόματα αναγγέλλοντας / τους τοκετούς άλλης αυγής”.
Θα τον θυμόμαστε πάντα να αυτοσυστήνεται αποχαιρετώντας μας, στο τελευταίο επιστημονικό συνέδριο της ΚΕ για τη νεοελληνική λογοτεχνία, με ένα ποίημά του:
“Εγώ κατηφορίζω με όλα τα ψηλώματα
με λόγια αγριοκάτσικα – κι η μέρα μου
δεν είναι το κοτσάνι του ηλιοτρόπιου
η μέρα μου χαράζει κατακόκκινη
και με υψωμένη τη γροθιά της”.
Απευθύνουμε τα θερμά μας συλλυπητήρια στην άξια σύντροφο της ζωής του Ευαγγελή Ντάτση, στα τρία παιδιά του, στα εγγόνια και σε όλους τους δικούς του».