«Να ξεμπερδεύουμε μια κι έξω με τον Ζέρβα και τον ΕΔΕΣ…» • Η Συμφωνία της Πλάκας – Μυρόφυλλου
Στις 29 του Φλεβάρη 1944, σ’ ένα πετρόκτιστο δωμάτιο που παλιά λειτουργούσε ως τελωνείο, δίπλα στο ξακουστό πετρογέφυρο της Πλάκας, υπογράφτηκε από τις οργανώσεις ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ ΚΑΙ ΕΚΚΑ, τη Συμμαχική Στρατιωτική Αποστολή (Άγγλοι) και την Ελληνική Στρατιωτική Διοίκηση Καΐρου, πρωτόκολλο που έμεινε στην ιστορία ως η Συμφωνία της Πλάκας – Μυρόφυλλου.
Στις 29 του Φλεβάρη 1944, σ’ ένα πετρόκτιστο δωμάτιο που παλιά λειτουργούσε ως τελωνείο, δίπλα στο ξακουστό πετρογέφυρο της Πλάκας, υπογράφτηκε από τις οργανώσεις ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ, τη Συμμαχική Στρατιωτική Αποστολή (Άγγλοι) και την Ελληνική Στρατιωτική Διοίκηση Καΐρου, πρωτόκολλο που έμεινε στην ιστορία ως η Συμφωνία της Πλάκας – Μυρόφυλλου.
Η συμφωνία προέβλεπε την μεταξύ του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ παύση των εχθροπραξιών και την από κοινού δράση τους κατά των Γερμανών κατακτητών. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ είχαν ξεκινήσει μερικές μέρες πριν τη συμφωνία της Πλάκας, στο χωριό Μυρόφυλλο του νομού Τρικάλων και είχαν φτάσει σε αδιέξοδο, αφού όλες οι προτάσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ για δημιουργία ενιαίου στρατού, χαρακτηρίζονταν ως προσπάθειες επιβολής της κυριαρχίας του έναντι των άλλων οργανώσεων και απορρίπτονταν από ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ. Η συμφωνία της Πλάκας υπογράφτηκε κάτω από την πίεση της αγγλικής διπλωματίας, που ουσιαστικά διέσωζε τον ΕΔΕΣ από τη διαφαινόμενη διάλυσή του από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ και περιόριζε, επιχειρώντας να υποβαθμίσει, τη δράση του Λαϊκού Στρατού που ως ο αυθεντικός εκφραστής της αντίστασης απέναντι στους γερμανούς καταχτητές, κέρδιζε την εκτίμηση και την αποδοχή από ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του λαού της Ηπείρου.
Ο Άρης Βελουχιώτης ήταν αντίθετος στη συμφωνία. Θέση και θέληση του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ ήταν η διάλυση του ΕΔΕΣ που όχι μόνο αντίσταση δεν πρόβαλε στον καταχτητή, αλλά διευκόλυνε ή και συνεργαζόταν ανοιχτά με τους Γερμανούς. Ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ ήθελε να αποτινάξει από τις «πλάτες» του αγώνα το βαρίδι του Ζέρβα και του επιτελείου του, που λειτουργούσε διασπαστικά και παρεμπόδιζε την οργανωμένη αντίσταση του λαού, με τεράστιο κόστος σε ανθρώπινες ζωές και άλλες απώλειες.
Ο Ηπειρώτης (γεν. Πλατανούσα Ιωαννίνων) ποιητής, συγγραφέας, κριτικός και μεταφραστής Γιώργος Κοτζιούλας, από το 1943 που εντάχτηκε στον ΕΛΑΣ, βρέθηκε στο πλευρό του Άρη Βελουχιώτη και συμμετείχε ο ίδιος ως πρωταγωνιστής ή αυτόπτης μάρτυρας σε σημαντικά γεγονότα της Αντίστασης που έλαβαν χώρα σε Ήπειρο και Θεσσαλία. Το κείμενο που παραθέτουμε στη συνέχεια είναι αποσπάσματα από το βιβλίο του ΟΤΑΝ ΗΜΟΥΝ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΗ (αναμνήσεις και μαρτυρίες) που πρωτοεκδόθηκε το 1965 και ξανακυκλοφόρησε το 2015 σε συμπληρωμένη-ολοκληρωμένη έκδοση από τον οίκο Δρόμων, και συγκεκριμένα από το κεφάλαιο «Η συμφωνία της Πλάκας».
Τα γραφόμενα του Γ. Κοτζιούλα εκτός από την καταγραφή των γεγονότων, μας μεταφέρουν στο κλίμα και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα εκείνων των ημερών. Βλέπουμε ότι η βούληση του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ Άρη Βελουχιώτη «να ξεμπερδεύουμε μια κι έξω με τον Ζέρβα και τον ΕΔΕΣ» ήταν και η κοινή λαχτάρα των ανταρτών. Επίσης, είναι χαρακτηριστική η στάση (λειτούργησε «πυροσβεστικά») του πάντα «διαλλακτικού» και διπλωμάτη πάτερ-Ανυπόμονου, που ο Άρης άκουγε τις συμβουλές του και εμπιστευόταν συχνά την κρίση του. Τέλος, με το περιστατικό της δολοφονίας του νεαρού ΕΛΑΣίτη, ο αναγνώστης παίρνει μια γεύση και του κλίματος που δεν ήταν δυνατό να αποτρέψει η συμφωνία της Πλάκας.
Τα σκίτσα είναι του Δημήτρη Μεγαλίδη, από το “Λεύκωμα του Αγώνα”, συνδιαμορφωτής του οποίου υπήρξε ο Γιώργος Κοτζιούλας με τα κείμενά του. Εμείς τα πήραμε από το βιβλίο του Γ. Κοτζιούλα. Η δική μας παρέμβαση στο πρωτότυπο κείμενο εξαντλείται με την επιλογή των αποσπασμάτων και την προσθήκη τίτλων.
***
Η υπογραφή της συμφωνίας
(…) Δικοί μας αντιπρόσωποι πέρασαν τότε ο στρατηγός Σαράφης κι απ’ τους πολιτικούς ο Ρούσος, με το ψευδώνυμο τότε Νικόλας.[1] Γραμματέας της αντιπροσωπείας μας ήταν ο Μπάμπης Κλάρας.
― Δεν ξέρω αν σου είπα, μου λέει μια μέρα ο Άρης. Έχω κι εγώ έναν αδερφό κομβολόγιο… πρόσθεσε γελώντας. Εννοούσε το Μπάμπη, που τον γνώρισα στο φιλόξενο σπίτι του κυρ Μιχαλάκη,[2] που μεταβάλλονταν σε χάνι τέτιες περιστάσεις.
(…)Στο ίδιο σπίτι γνωρίστηκα και με τους αντιπροσώπους της ΕΚΚΑ, τον έπειτα υπουργό Καρτάλη,[3] κι έναν ταγματάρχη Δούκα [4] στ’ όνομά του. Οι Αγγλοι φρόντιζαν, ακόμα και σε αντάρτικες συσκέψεις, να εξασφαλίζουν με τον τρόπο τους την πλειοψηφία. Τους ήταν αρκετό για την ώρα, αφού δε μπορούσαν ακόμα να μας διαλύσουν.
Με τη συμφωνία της Πλάκας έμπαινε τέρμα στις εχθροπραξίες (που είχαν σταματήσει άλλωστε από πριν), επιστρέφονταν οι αιχμάλωτοι, οι όμηροι κι από τις δυο μεριές, καθορίζονταν η δικαιοδοσία των αντάρτικων οργανώσεων, επιτρέπονταν να μπαίνει η μια στην περιοχή της άλλης αν εξαναγκάζονταν από ενέργειες του εχθρού κι άλλα τέτια.
Ο καθένας όμως καταλάβαινε πως αυτά ήταν μπαλώματα κι όχι κάτι το οριστικό. Η συμφωνία έγινε με την επέμβαση των Αγγλων για να σωθεί ο Ζέρβας, να διατηρηθεί ο μισθοφόρος τους. Κοντά στις άλλες τους οργανώσεις που ενίσχυαν φανερά ή κρυφά, μες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, γι’ αντιπερισπασμό αποκλειστικά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, τους χρειάζονταν και οργανώσεις «του βουνού». Γι’ αυτό λοιπόν κουβαλούσαν τον Καρτάλη με τον άλλον από τα βουνά της Δωρίδας στις όχθες του Αράχθου.
Η συνάντηση έγινε σ’ έναν μικρό μαχαλά, δώθε απ’ το γεφύρι, ανατολικά του ποταμού. [5] Ήρθε κει κι ο Ζέρβας με κάμποση φρουρά. (…)
― Μα γιατί δεν ήρθε ο Αρης; ρώτησε με αθωότητα μικρού παιδιού. Εγώ τον περίμενα. «Δε μπορεί, θάρθει», έλεγα μέσα μου. Ομολογώ πως η προ-αίσθησή μου με γέλασε αυτή τη φορά. Εμένα δεν πρέπει να με παρεξηγεί, όπως κι εγώ δεν παρεξηγώ εκείνον. Αν αλλάζουμε λόγια καμιά φορά, ξέρεις τί φταίει; Είναι το σκαρί μας τέτιο. Έχουμε αψύ αίμα, κι εγώ κι εκείνος. Αλλά κατά βάθος συνεννοούμαστε, νιώθουμε ο ένας τον άλλον. Γι’ αυτό έπρεπε νάρθει. Μ’ αυτόν θα τα σιάζαμε μια χαρά, όπως πέρσι εδώ παραπάνω, στ’ Αγναντα, δεν ήσουν εσύ. Ενώ μ’ ετούτους τους δογματικούς σας…» έκαμε έναν μορφασμό δυσαρέσκειας, προσέχοντας όμως να μην τον καταλάβουν.
Έτσι του γούσταρε του Ζέρβα να μιλήσει. Μήπως θα του ζητούσε κανείς λογαριασμό για σταθερότητα, συνέπεια αρχών; Σήμερα τάλεγε έτσι, αύριο τα γύριζε αλλιώς.
Αλλά η φροντίδα του να μαθαίνει για τον Αρη, να τον ψυχολογεί και να τον κολακεύει μέσω του αδερφού του, δείχνει πάντα την ακοίμητη ανησυχία του, τον αιώνιο του φόβο. [6] Τί σκέφτεται ο Αρης; Μήπως πρόκειται να τον χτυπήσει; Το ποτάμι σε λίγον καιρό θα περνιέται. Το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής είναι τόσο μακριά…
«Ο Άρης απ’ την άλλη μεριά έστεκε χολιασμένος»
Ο Άρης απ’ την άλλη μεριά έστεκε χολιασμένος. Η συμφωνία της Πλάκας, κάθε συμφωνία με τον εχθρό, ήταν γι’ αυτόν η χειρότερη λύση. Τέτια ημίμετρα κι αναβολές του έδιναν στα νεύρα. Ο Ζέρβας, τον ήξερε αυτός, έναν ήχο αγαπούσε: της λίρας -κι ένα βρόντο σκιαζόταν: της κουμπούρας. Από διπλωματίες και πρωτόκολλα δεν έπαιρνε χαμπέρι.
Έτσι, έβλεπε την αποστολή των δικών μας σα μια ματαιοπονία. Τώρα τον είχαν παραμερίσει τον ίδιον, αλλά θάρχονταν καιρός να τον χρειαστούν και πάλι. Ο Ζέρβας προσπαθούσε να κερδίσει καιρό. Κι οι δικοί μας χασομερούσαν μαζί του. Αχ, αφέλεια επαναστατών!
Ο Αρης τέτιες ώρες δεν έμοιαζε καθόλου με Οδυσσέα, όπως μου είχε φανεί αρχικά. Ήταν ίδιος ο μηνίων Αχιλλεύς, ο φιλότιμος πολεμιστής, που όταν δεν τον προτίμησαν οι δικοί του αποσύρθηκε στο τσαντήρι του και καθόταν εκεί πεισμωμένος, καρτερώντας να μετανιώσουν οι μεγάλοι για το φέρσιμό τους και να τον ξαναζητήσουν παρακαλεστικά.
Αυτό εννοείται δεν ήταν και τόσο φανερό. Αλλά εμείς που ζούσαμε κοντά του το νιώθαμε. Ακόμα κι οι Μαυροοκούφηδες βρίσκονταν σε αναταραχή.
― Έ, τι γίνεται, θα τα σιάξουμε! λέγαν οι αντάρτες ειρωνικά.
― Να ιδούμε όμως τι θα ειπεί κι ο αρχηγός, μουρμούριζε μουτρωμένος ο πιστός Ντούλας.
Γι’ αυτούς υπέρτατη θέληση ήταν ο λόγος του Αρη. Σ’ αυτόν πίστευαν τυφλά, τον είχαν για θεό τους. Αν η συμφωνία της Πλάκας δεν εγκρίνονταν κι από τον ίδιον, ήταν ένα χαρτί άχρηστο γι’ αυτούς, ας είχε όσες ήθελε υπογραφές.
Η στάση του πάτερ-Ανυπόμονου
Ο πάτερ Ανυπόμονος βρισκόταν κι αυτός σε συγκίνηση εκείνες τις μέρες. Με την ανάγκη που έχει κάθε άνθρωπος να εκφράζεται σ’ έναν άλλον, ερχόταν και μ’ έβρισκε συχνά. Ήθελε να μου εξομολογηθεί, να ξαλαφρώσει απ’ τα βαριά μυστικά που του εμπιστευόταν ο αρχηγός.
― Δεν του αρέσουν αυτές οι δουλιές, δεν ξέρω κι εγώ πως τα καταφέρνουν. Τη μια χτύπα το Ζέρβα, την άλλη άστον. Τον πάμε ως τον Άραχθο, μας φτάνει ως τον Αχελώο, αυτή η δουλιά γίνεται από πέρσι. Δεν αφήνουν να τελειώσουμε μια για πάντα. Οι αντάρτες μας είχαν ανεβεί στο Ξεροβούνι. Σε δυο τρεις μέρες θα τον είχαν πιάσει ή θα πηδούσε στη θάλασσα. Οι αντάρτες του όλο και ξέκοβαν στο δρόμο. Στο τέλος θάμενε με το επιτελείο…
Τ’ όνειρο του Αρη ήταν πάντα να πιάσει το Ζέρβα. Αυτή η σύγκρουση έπαιρνε πια χαρακτήρα μονομαχίας, προσωπικής διαπάλης.
Και συνέχιζε ο πάτερ Ανυπόμονος:
― Του αρχηγού τούρχονται κάτι ιδέες, που να στα πω! Να, λέει να τα πετάξει, να κάμει πέρα. Όσοι θέλουν, ας τον ακολουθήσουν. Δε μπορεί αυτός νάχει τα χέρια του δεμένα. Αλλά εγώ του ζήτησα συγνώμην, τον παρακάλεσα να μ’ ακούσει. «Θα σ’ ακολουθήσω όπου πας», του λέω, «αλλά δεν είναι σωστό. Πρέπει να πειθαρχήσουμε. Η ανυπακοή θα παρεξηγηθεί. Τότε είναι που θα δώσουμε όπλα σ’ εχθρούς και φίλους. Κοίταξε, θα ειπούν, τέτιος είναι ο Αρης, καπετάν ένας. Θέλει να γίνεται το δικό του, κι άμα δε γίνεται, παίρνει τα βουνά…».
Το συμπέρασμα ήταν το εξής:
― Τον συμβούλεψα να μην κάμει τίποτε στην έξαψή του. Το καλύτερο είναι να πιάσει μια άκρη και να περιμένει. Ας βγάλει το σκούφο του, ας αλλάξει κι όνομα, άμα θέλει. Τον στέλνω και στο μοναστήρι για δόκιμο, του είπα (χωράτευε ο πάτερ Ανυπόμονος). Ας τα κανονίσουν οι άλλοι χωρίς ν’ ανακατευτεί ο ίδιος. Στο τέλος, άμα έχει δίκιο, θα δικαιωθεί. Δεν πρόκειται για την ιστορία, αλλά για τους αντάρτες, για όλους εμάς…
Έτσι απλά, ήρεμα έβανε τα ζητήματα ο αντάρτης καλόγερος, γεννημένος διπλωμάτης. Και φαίνεται πως επηρέασε πάλι τον Αρη καταπραϋντικά. Η ανταρσία του, καταπνιγμένη τότε, θ’ αργούσε να εκδηλωθεί, να ξεσπάσει φανερά. [7]
Το κείμενο της Συμφωνίας έχει δημοσιευτεί πολλές φορές. Ο στρατηγός Σαράφης το παραθέτει στο βιβλίο του Ό ΕΛΑΣ, σελ. 294. Αν όμως το ίδιο το κείμενο δεν παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον, η σημασία της Συμφωνίας είναι πολύ μεγάλη: Στο Βουνό έμενε μια ανοιχτή πληγή που άνοιγε δρόμο για παγίδες και βραχυκυκλώματα, απαραίτητα για τα αγγλικά σχέδια κυριαρχίας στην Ελλάδα.»
Θανάση Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ» (μέρος τρίτο), εκδ. ΔΩΡΙΚΟΣ (γ΄ έκδοση), Αθήνα 1983
Η δολοφονία του νεαρού ΕΛΑΣίτη και ο Άρης
Η συμφωνία υπογράφηκε, η αντιπροσωπεία έφυγε. Πέρασαν απ’ το Βουργαρέλι χωρίς να πολυσταματήσουν. Και όλα πήραν τη νέα τους πορεία. Στο μεταξύ δεν έλειπαν και τα επεισόδια με τους χωριάτες.
Μια μέρα κάποιος αντάρτης πήγε να κάμει έρευνα σ’ ένα μικρομαχαλά του Βουργαρελιού, σ’ ένα δυο σπίτια. Είχε καταγγελθεί πως έκρυβαν όπλα. Κι αυτό απαγορευόταν αυστηρά. Τι τάθελαν τα ντουφέκια οι πολίτες; Την ασφάλεια την είχαν με το παραπάνω απ’ τους αντάρτες – κανένας δεν τολμούσε να τους πειράξει στο παραμικρό. Αμα θέλαν να πολεμήσουν τον εχθρό, μπορούσαν να καταταχτούν στ’ αντάρτικο. Πάντως, αν κρατούσαν όπλα κρυφά, μόνο ζημιά μπορούσαν να κάμουν.
Πραγματικά, ο νοικοκύρης του σπιτιού με τον αδερφό του, μόλις φάνηκε ο αντάρτης να πλησιάζει, παραφύλαξαν οπλισμένοι και του ρίξαν. Έπεσε κάτω νεκρός κι αυτοί κρύφτηκαν στο λόγγο.
Μόλις το έμαθε ο Αρης, πήγε να σκάσει. Να γίνει αυτό στην έδρα του, μπροστά του, δεν το συχωρούσε ποτέ. Ο σκοτωμός του αντάρτη του φάνηκε σαν πλήγμα ατομικό.
Θυμάμαι ακόμα τη φτωχική κηδεία που έγινε στο νεκροταφείο του Βουργαρελιού. Ο αντάρτης ήταν νεαρός, με λιγοστά γενάκια, με μια πράσινη μαντύα, ιταλικιά. Στο κούτελό του είχε μια τρύπα. Κι από κει κατέβαινε στο μάγουλο μια κόκινη αυλακιά. Τον είχαν απάνω σε αμπλάνιστα σανίδια, ούτε κάσα ούτε κορδέλες. Κι έβρεχε για καλά, όπως άλλωστε όλον εκείνον τον καιρό.
Το εκκλησάκι μέσα δε χωρούσε πολλούς. Εκεί ψέλνονταν η νεκρώσιμη ακολουθία. Εμείς οι άλλοι στέκαμε απέξω, ορθοί. Μας έδερνε το γαζέπι αποπάνω, τα ρούχα μας είχαν μουσκέψει, αλλά περιμέναμε να τελειώσει. Το αισθανόμασταν σαν υποχρέωση προς το σκοτωμένο συναγωνιστή. Έπειτα, δεν ήμασταν μόνοι μας. Μαζί μας ήταν κι ο Αρης.
Ναι, ο ίδιος ο Αρης είχε αφήσει εκείνη την ώρα γραφεία και χαρτιά κι όλα του για νάρθει σ’ αυτή την κηδεία. Ήταν άραγε απόλυτη ανάγκη; Μπορούσε βέβαια να λείψει, αφού τόσοι αντάρτες συνόδευαν κι εδώ το νεκρό σύντροφό τους. Μα ήθελε να δώσει το παράδειγμα, να δείξει πόσο συμπάσχει με τον τελευταίο του στρατιώτη. Εκείνος ο φτωχοντυμένος ανταρτάκος με τ’ αξούριστο πρόσωπο και την τρύπα στο κούτελο ήταν ένα σύμβολο, με τον τρόπο κιόλας που έπεσε, θύμα του καθήκοντος. Αν και κηδευόταν μακριά απ’ το σπίτι του, δίχως νεκροστολίσματα μάνας ούτε μοιρολόγια δικών, όμως ένας Αρης ολόκληρος βρεχόταν για χάρη του ορθός.
Τόβλεπαν όλοι αυτό και ζήλευαν, μπορείς να πεις, το σκοτωμένο.
Η δολοφονία του αντάρτη κόντεψε ν’ αφανίσει εκείνον το μαχαλά.
Ο Άρης έβαλε διορία στους δράστες να παρουσιαστούν. Μα επειδή εκείνοι εξακολουθούσαν να κρύβονται, αποφάσισε να λάβει δραστικότερα μέτρα.Έδωσε εντολή να πιάσουν τις οικογένειές τους. Έπειτα σκέφτηκε να κάμει κάτι χειρότερο. Αμα τόμαθα έφριξα κι εγώ.
Δεν ξέρω αν μου το διατύπωσαν υπερβολικά, αλλά η μαρτυρία είναι του κύκλου του. Ούτε ζητάω σήμερα να την εξακριβώσω.
Μα αυτό είναι απάνθρωπο! θα ξεφωνίσουν μερικοί. Αυτός ήταν Ηρώδης, να σφάζει τους ανθρώπους σαν αρνιά. Όχι, κύριοι ανθρωπιστές! Οι αντάρτες μας, τα παιδεμένα παιδιά, δεν ήταν κοτόπουλα να τα σκοτώνει απλήρωτα ο ένας κι ο άλλος. Αν δε φύλαγε ο Άρης το στρατό του με δρακόντεια μέτρα, κάθε πρωί θα βρίσκαμε δίπλα μας σφαγμένους. Όσο κι αν μας αγαπούσε ο λαός στην πλειονότητά του, δεν έλειπαν από πουθενά οι σπιγούνοι κι οι διώχτες μας, οι άνθρωποι του Ζέρβα.(…)
[1] Πέτρος Ρούσος: ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ.
[2] Πρόκειται για τον Μιχαήλ Παπαδόπουλο από το Βουργαρέλι Άρτας.
[3] Ο Γεώργιος Καρτάλης ήταν πολιτικός με σημαντική παρουσία στη μεταπολεμική ζωή της χώρας. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ήταν ηγετικό στέλεχος της ΕΚΚΑ.
[4] Ο Στέφανος Δούκας ήταν στέλεχος του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων.
[5] Πρόκειται για το περίφημο μονότοξο γεφύρι της Πλάκας Ραφταναίων, το οποίο για 150 χρόνια περίπου συνέδεε τις δυο όχθες του Αράχθου. Κατέρρευσε κατά τη διάρκεια ακραίων καιρικών φαινομένων το Φεβρουάριο του 2015.
[6] Ο φόβος του Ζέρβα για τις προθέσεις του Άρη ήταν έντονος σε όλη αυτή την περίοδο.
[7] Αναφορά στη στάση του Άρη μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας.