Δημήτρης Νενέκος – Το πρωτοπαλίκαρο των προσκυνημένων
Το όνομά του έγινε συνώνυμο της υποταγής και της προδοσίας, σε σημείο κάποιοι να αγνοούν ότι το “νενέκος” δεν είναι κάποιο ετυμολογικό αντίστοιχο του “yes man” στα ελληνικά, αλλά πραγματικό επίθετο
Ο Δημήτρης Νενέκος δεν είναι από τους οπλαρχηγούς του ’21 που θα δει κανείς ανάμεσα στα πορτραίτα αγωνιστών που κοσμούν ιστορικά μουσεία και σχολικά βιβλία κι αυτό γιατί το όνομά του έγινε συνώνυμο της υποταγής και της προδοσίας, σε σημείο κάποιοι να αγνοούν ότι το “νενέκος” δεν είναι κάποιο ετυμολογικό αντίστοιχο του “yes man” στα ελληνικά, αλλά πραγματικό επίθετο. Η τύχη του Νενέκου δεν ήταν προδιαγεγραμμένη και αυτονόητη, αντίθετα τα πρώτα χρόνια της δράσης του προδίκαζαν ότι θα κατακτούσε μια λιγότερο ή περισσότερη επιφανή θέση στην ιστορική μνήμη του νεότευκτου ελληνικού κράτους πλάι σε εκείνη άλλων οπλαρχηγών του Μοριά.
Ο Νενέκος, αρβανίτικης καταγωγής όπως και πολλοί οπλαρχηγοί της Επανάστασης, καταγόταν από το χωριό Ζουμπάτα της Αχαΐας και είχε αποκτήσει μεγάλο κύρος με την τόλμη του στις στρατιωτικές επιχειρήσεις, μη διστάζοντας επίσης να σκοτώνει αντιπάλους του για να εξασφαλίσει τη θέση του. Διακρίθηκε στην πολιορκία των Πατρών, συμμετέχοντας επίσης στην εκστρατεία του Αντρέα Ζαΐμη και του Αντρέα Λόντου στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου.
Η δράση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, που απείλησε να καταπνίξει οριστικά την Επανάσταση, σήμανε και το σημείο καμπής για το Νενέκο. Ο Ιμπραήμ δελέασε το Νενέκο με χρήματα, άλογα και υποσχέσεις για γη και άλλα προνόμια στον ίδιο και την ευρύτερη οικογένειά του, αποδίδοντάς του επίσης με σουλτανικό φιρμάνι τον τίτλο του Μπέη. Ο Νενέκος εκμεταλλευόμενος την τεράστια επιρροή του στους χωρικούς της περιοχής, συνέβαλε στη μαζική προσχώρηση ολόκληρων στο προσκύνημα, τη δήλωση υποταγής στους Οθωμανούς δηλαδή, που συνοδευόταν από την απονομή του “ράι μπουγιουρντί” ή “προσκυνοχάρτι”. Παρά τις αποσκιρτήσεις οπλαρχηγών που αρχικά συμμετείχαν στην προδοσία από το πλευρό του Νενέκου και τις προσπάθειες οπλαρχηγών υπό την επιρροή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη να μεταπείσουν τους κατοίκους, το προσκύνημα έλαβε μεγάλες διαστάσεις σε Ηλεία και Πάτρα.
Ο Νενέκος στο μεταξύ είχε αναδειχθεί σε τόσο πιστό σύμμαχο του Ιμπραήμ, που κάποτε όταν εκείνος στο δρόμο μεταξύ Πάτρας και Καλαβρύτων χάθηκε μένοντας μόνο με ένα συνοδό, εκείνος συναντώντας τον με τους άντρες που τον ακολουθούσαν ως οπισθοφυλακή, τον βοήθησε να φτάσει στον προορισμό του, χωρίς να αξιοποιήσει την ευκαιρία να τον σκοτώσει ή να τον αιχμαλωτίσει.
Στο μεταξύ ο Κολοκοτρώνης κατέφυγε σε πολύ δραστικά μέσα προκειμένου να ανακόψει το ρεύμα της υποταγής στα χωριά και τους οπλαρχηγούς του δυτικού Μοριά, εφαρμόζοντας τη στρατηγική του “Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους”, που πράγματι άρχισε να φέρνει αποτελέσματα, καθώς πολλά χωριά, φοβούμενα τα ιδιαίτερα βίαα αντίποινα των ανδρών του Κολοκοτρώνη διέκοπταν τις σχέσεις τους με τους Οθωμανούς, όπως έκαναν και πολλοί οπλαρχηγοί.
Μέσα στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονταν, ο Κολοκοτρώνης άδραξε την ευκαιρία να βγάλει από τη μέση το Νενέκο, κινητοποιώντας το Θανάση Σαγιά, κατά την παράδοση γυναικαδελφό ή ξάδερφο του Νενέκου, Εκείνος, αν και ανέλαβε να αναλάβει σε πέρας την εκτέλεση, δίστασε και κατέφυγε στη Μεσσηνία, όπου μόνο μετά τις απειλές των ανδρών του Κολοκοτρώνη προχώρησε στη δολοφονία του Νενέκου, μετά από ενέδρα. Η δημοφιλία του προσκυνημένου καπετάνιου ωστόσο δεν υποχώρησε μεταξύ μεγάλου μέρους των κατοίκων της Ζουμπάτας, όπως μαρτυρά η επιβίωση αρβανίτικων μοιρολογιών στη μνήμη του.
Η περίπτωση του Νενέκου δε λειτουργεί μόνο ως ένα ηθικό αποτρεπτικό αφήγημα διδακτικού χαρακτήρα, αλλά και ως ένδειξη για τις εξαιρετικά δύσκολες και ρευστές συνθήκες μέσα στις οποίες αναπτύχθηκε, έδρασε και τελικά επικράτησε το εθνικοαπελευθερωτικά κίνημα στη μετέπειτα ελληνική επικράτεια. Γεγονός που, αφενός καθιστά έωλους τους ισχυρισμούς περί ομοψυχίας “Ελλήνων vs Τούρκων”, αφετέρου υπογραμμίζει την τεράστια σημασία της επιτυχίας του επαναστατικού εγχειρήματος, που μόνο προδιαγεγραμμένη δεν ήταν.