Κεφαλοκλείδωμα σε παππού από δημοτικούς αστυνομικούς σε έλεγχο κυκλοφορίας (VIDEO)
Ο εν λόγω δημοτικός αστυνομικός όχι απλά αδιαφορεί για την παρουσία τηλεοπτικής κάμερας, αλλά περίπου επιδεικτικά επιτίθεται στο γέροντα, όντας σίγουρος για ευνοϊκή κάλυψη από τα ΜΜΕ και προσβλέποντας στην κοινωνική αποδοχή της ενέργειάς του ως μέτρο ενάντια “σε αδιόρθωτα ανεύθυνα στοιχεία”
Μαζί με την καραντίνα εντείνεται και η επιχείρηση κοινωνικού αυτοματισμού, η οποία αποκτά σχεδόν σε καθημερινή βάση πλέον κάποιον νέο αποδέκτη, άλλοτε τις γιαγιάδες που στριμώχνονται στη λαϊκή, άλλοτε τα “κακομαθημένα” του Λονδίνου που δεν μπορούν την καραντίνα χωρίς γεμιστά της μαμάς, εσχάτως και οι πεζοπόροι της Νέας Παραλίας Θεσσαλονίκης – του μοναδικού ελεύθερου χώρου στην πόλη, δεδομένου ότι και το δάσος του Σέιχ Σου είχε κλείσει πολύ νωρίτερα -, όπου πληθαίνουν βίντεο και καταγγελίες στα ΜΚΔ για “πλάνα Μπιρσίμ” που αξιοποιήθηκαν για το κλείσιμο της παραλίας τις περισσότερες ώρες της μέρας. Μόνο για τα αφεντικά που επιμένουν να κρατούν μαντρωμένους και χωρίς μέτρα προφύλαξης εργαζόμενους σε αρκετές επιχειρήσεις δε θα ακούσετε κλαυθμούς και οδυρμούς, γιατί ως γνωστόν ο ιός δεν κολλάει εν ώρα εργασίας.
Είναι προφανές ότι όλη αυτή η προπαγανδιστική προσπάθεια αξιοποιείται για την πιθανή επιβολή ακόμα πιο αυστηρών και αυταρχικών μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας, την ώρα μάλιστα που τα επίσημα στοιχεία του ΕΟΔΥ σε σχέση με την εξέλιξη των κρουσμάτων μόνο απειθαρχία των πολιτών δε δείχνουν, αλλά και για να καλλιεργηθεί κλίμα αποδοχής του αστυνομικού αυταρχισμού εν ονόματι του “ελέγχου των παραβατικών ανεύθυνων”.
Δημοτικός αστυνομικός "εξάντλησε την υπομονή του" – Η καραντίνα πήγε περίπατο
Gepostet von Άρης Οικονόμου am Montag, 30. März 2020
Σε αυτό το κλίμα δεν είναι τυχαία η εικόνα δημοτικού αστυνομικού να αρπάζει κυριολεκτικά με κεφαλοκλείδωμα έναν ηλικιωμένο που δεν είχε τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα κυκλοφορίας, με τη δικαιολογία ότι εκείνος έσκισε το μπλοκ με τα πρόστιμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε κρούσματα αστυνομικής βίας πριν την πανδημία, συνήθως η ΕΛΑΣ προσπαθούσε να μην έχει μάρτυρες στα ανδραγαθήματά της ή να εφευρίσκει ευφάνταστες δικαιολογίες όταν υπήρχε οπτικοακουστικό υλικό αυτά. Εν προκειμένω, ο εν λόγω δημοτικός αστυνομικός όχι απλά αδιαφορεί για την παρουσία τηλεοπτικής κάμερας, αλλά περίπου επιδεικτικά επιτίθεται στο γέρο, όντας σίγουρος για ευνοϊκή κάλυψη από τα ΜΜΕ και προσβλέποντας στην κοινωνική αποδοχή της ενέργειάς του – που μεταξύ άλλων αντιστρατεύεται και κάθε κανόνα περί μη διασπορά του ιού – ως μέτρο ενάντια “σε αδιόρθωτα ανεύθυνα στοιχεία”. Είναι βέβαιο ότι ο γέρος ούτε βίαιος ήταν, ούτε μπορούσε να προβάλλει κάποια ιδιαίτερη αντίσταση, ούτε η φύση της παράβασης ήταν τέτοια, ώστε να δικαιολογείται τέτοιου τύπου σωματική βία από την αστυνομικό. Η άσκησή της ήταν σκόπιμη και “παραδειγματικού” χαρακτήρα χάρη στην τηλεοπτική κάλυψη. Αποτελεί πρόβα τζενεράλε για το τι θα ακολουθήσει και μετά την πανδημία, με την ελπίδα να έχει εμπεδωθεί στη συλλογική συνείδηση ότι τα όργανα της καταστολής βιαιοπραγούν “για το καλό μας”.