Γκ. Ντιμιτρόφ: «…γι’ αυτό ακριβώς δεν μπόρεσαν οι ναζί να με νικήσουν»
Στην αίθουσα του δικαστηρίου ο Γκεόργκι Δημητρόφ, αντιμέτωπος με τον Γκαίρινγκ και τον Γκαίμπελς, έγινε ο πραγματικός κατήγορος του φασισμού. Θαρραλέος και αταλάντευτος μπροστά στις απειλές των χιτλερικών, ο κομμουνιστής ηγέτης υπερασπίστηκε με πάθος τις αρχές της κομμουνιστικής πολιτικής, τις αρχές της ΚΔ και ανοιχτά, δημόσια, είπε στους διώκτες του ότι αυτοί οι ίδιοι έκαψαν το Ράιχσταγκ.
«Καμιά φορά λένε, ότι οι προσωπικότητες, είναι, όπως τα βουνά, λιγότερο μεγάλες όταν τις δεις από κοντά. Ο Δημητρόφ ανήκε σε κείνους πού κερδίζουν όσο τούς πλησιάζεις.
Δεν του άρεσε να επανέρχεται στο θέμα της Λειψίας. Καμιά φορά, όμως, υποχρεωνόταν να το κάνει, ιδιαίτερα όταν συναντούσε προσωπικότητες που στη διάρκεια της δίκης πήραν μέρος στην εκστρατεία για τη σωτηρία του».1
Σαν σήμερα, στις 21 του Σεπτέμβρη 1933, αρχίζει στη Λειψία η δίκη για τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ, του γερμανικού Κοινοβουλίου, που έγινε το Φλεβάρη. Ο εμπρησμός του Ράισταγκ ήταν προβοκάτσια των Ναζί. Το σκηνοθετημένο σχέδιο των χιτλερικών προέβλεπε την καταδίκη των κομμουνιστών και την έκθεσή τους στην γερμανική και παγκόσμια κοινή γνώμη σαν τρομοκράτες, εγκληματίες και συνωμότες.
«Το ίδιο εκείνο βράδυ (27 Φλεβάρη) κι ενώ οι φλόγες κι οι καπνοί τύλιγαν το κτίριο του Γερμανικού Κοινοβουλίου, το γερμανικό ραδιόφωνο μετέδιδε ότι πιάστηκε ένας εμπρηστής, ο Ολλανδός κομμουνιστής Βαν ντερ Λούμπε και πως πάνω του βρέθηκε ένα βιβλιάριο μέλους του κομμουνιστικού κόμματος.
Οι χιτλερικοί χρησιμοποίησαν τον Ολλανδό προβοκάτορα για να εξαπολύσουν ένα πρωτοφανές όργιο βίας ενάντια στο ΚΚΓ, το εργατικό κίνημα και το αστικό δημοκρατικό πολίτευμα στη Γερμανία. Η αστυνομία σε άμεση συνεργασία με τις ορδές των χιτλερικών συνέλαβε χιλιάδες πολίτες στο Βερολίνο και σε άλλες γερμανικές πόλεις, κομμουνιστές, σοσιαλιστές, φιλελεύθερους, κάθε δημοκράτη…
Έτσι στο εδώλιο της δίκης έφεραν τον Γκεόργκι Δημητρόφ, ηγετικό στέλεχος της Κομμουνιστικής Διεθνούς, του Βούλγαρους κομμουνιστές Ποπόφ και Τάνεφ και τον Ερνεστ Τόργκλερ που ήταν επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΓΚΚ. Στο εδώλιο, φυσικά, και ο προβοκάτορας ο Βαν ντερ Λούμπε».2
«Λειψία:
Δεν ήταν ένας άθλος, μια μονομαχία σ’ ένα ρομαντικό ντεκόρ. Ήταν μια σύγκρουση μακρόχρονη και οδυνηρή. Έπρεπε να δει καθαρά [ο Δημητρόφ] μέσα σ’ αυτή την κολοσσιαία εξαχρείωση των πραγμάτων και των πνευμάτων, μέσα σ’ αυτή την άρνηση κάθε ορθολογισμού, που κηλίδωσε μιαν εποχή.
Σε μια επιστολή, λίγο μετά την έξοδό του από τη φυλακή του Μοαμπίτ, ο Δημητρόφ έγραφε: «Ακόμα και μέσα στη φυλακή συνέχιζα να μελετώ και γι’ αυτό ακριβώς δεν μπόρεσαν οι ναζί να με νικήσουν». Μάθαινε για να θριαμβεύσεις: η αγαπητή αυτή στο Δημητρόφ ιδέα εκφράζεται στην επιστολή σε μια ομάδα νέων, με τη δύναμη και τη λάμψη μιας στιγμής της ιστορίας.
Οι σειρές των βιβλίων στο γραφείο του Δημητρόφ σχημάτιζαν έναν τοίχο πίσω από την πλάτη του, ένα ταμπούρι που τον περιτριγύριζε. Τα συμβουλευόταν συχνά και δεν ήταν ταξινομημένα σύμφωνα με το σχήμα ή το δέσιμο. Τις πιο πολλές φορές βρίσκονταν σ’ ένα είδος αταξίας, ή μάλλον ιδιόμορφης τάξης, αραδιασμένα σα στρατός έτοιμος για εκστρατεία.
(…) Ο πολιτικός αγώνας τού Δημητρόφ, στα 1933, στο δικαστήριο της Λειψίας, συνοδευόταν από έναν άλλον αγώνα στο κελί του για να εφοδιάζεται με βιβλία, εφημερίδες, περιοδικά, εγχειρίδια γερμανικής γλώσσας, πρακτικά των συνεδριάσεων τής δίκης.
(…) Εκτός από τα έντυπα που ζητούσε, ο Δημητρόφ πέτυχε το δικαίωμα να πηγαίνει στη βιβλιοθήκη της φυλακής. Διαβάζει πάρα πολύ, ιδιαίτερα ιστορικά έργα.
(…) Και μια παρατήρηση, που έγινε μετά την έξοδό του από το Μοαμπίτ: «Στη φυλακή διάβασα 6700 σελίδες της γερμανικής ιστορίας…».
(…) Ο Δημητρόφ γνωρίζει τη γερμανική γλώσσα: είναι στη Γερμανία το 1925—1926. Παραμένει εκεί ουσιαστικά από το 1928 ως το 1933. Αλλά προσπαθεί να μάθει τις αποχρώσεις της γλώσσας, τις ακριβολογίες, ιδιαίτερα την εκφραστική της φόρμα. Βαθαίνει στη μελέτη της γερμανικής ιστορίας και λογοτεχνίας. Ήθελε να συντρίψει τον αντίπαλο στο έδαφός του».3
«Στην αίθουσα του δικαστηρίου ο Γκεόργκι Δημητρόφ, αντιμέτωπος με τον Γκαίρινγκ και τον Γκαίμπελς, έγινε ο πραγματικός κατήγορος του φασισμού. Θαρραλέος και αταλάντευτος μπροστά στις απειλές των χιτλερικών, ο κομμουνιστής ηγέτης υπερασπίστηκε με πάθος τις αρχές της κομμουνιστικής πολιτικής, τις αρχές της ΚΔ και ανοιχτά, δημόσια, είπε στους διώκτες του ότι αυτοί οι ίδιοι έκαψαν το Ράιχσταγκ».4
«(…) Οι ναζί προσπάθησαν να παρουσιάσουν την πυρκαγιά του Ράιχσταγκ σα διεθνή συνωμοσία, μα ξεσήκωσαν εναντίον τους την παγκόσμια κοινή γνώμη. Η απάτη της Λειψίας, που σκαρώθηκε για να δημιουργήσει σύγχυση στις γραμμές των διεθνών δημοκρατικών δυνάμεων, βοήθησε στη συσπείρωσή τους. Οι ναζί θέλησαν να θολώσουν τα νερά, να φοβίσουν τους αναποφάσιστους, για να προετοιμάσουν την πορεία των μελανοχιτώνων, γαλαζοχιτώνων, φαιοχιτώνων, λευκοπερικνημιδοφόρων και των μιμητών τους στις άλλες χώρες, να ευκολύνουν την επιχείρηση κατάκτησης και κυριαρχίας. Επρόκειτο ουσιαστικά για την παραπομπή στη δικαιοσύνη της διεθνούς δημοκρατίας.
Να γιατί κάθισαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου τον πρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας, έναν εξτρεμιστή Ολλανδό, που είχε δήθεν κομμουνιστική ταυτότητα, καθώς και τρεις Βούλγαρους κομμουνιστές.
Τίθεται ένα ερώτημα: γιατί ανάμεσα στους κατηγορουμένους που διάλεξαν οι ναζί στη διεθνή αυτή δίκη, βάλανε Βούλγαρους; Είναι τάχα τυχαίο; Δεν πρόκειται για τύχη. Οι Βούλγαροι, είχαν κιόλας αντιτάξει στο φασισμό μια θεαματική αντίσταση. Οι Βούλγαροι εργάτες και αγρότες, που πολέμησαν με το όπλο στο χέρι ένα τρομακτικό καθεστώς, έγιναν ευρωπαϊκό σύμβολο αντίστασης κατά του φασισμού. Όμως, ο φασισμός εξακολουθούσε την επέκταση του από την περιφέρεια στην καρδιά της Ευρώπης. Εγκαταστάθηκε στην Ιταλία στα 1922, προσπάθησε να στερεωθεί στη Βουλγαρία στα 1923. Ξεγελασμένη από την κοινωνική δημαγωγία των φασιστών η Ιταλία συνθηκολόγησε. Ο φασισμός εξακολουθούσε στη Βουλγαρία να συναντάει λαϊκή εχθρότητα. Οι μαθητευόμενοι μάγοι της Λειψίας νόμισαν, φαίνεται, ότι το εγχείρημά τους θα είναι πιο αληθοφανές, αν παρουσιάσουν στο κοινό κατηγορούμενους που έχουν «βεβαρημένο» παρελθόν.
Έλειπε από τους ναζί η πολιτική ωριμότητα (και θα λείπει ως το τέλος). Υπερεκτιμούσαν τις δυνάμεις τους και παραγνώριζαν τις ευρωπαϊκές δυνατότητες αντιφασιστικής αντίστασης. Έχοντας μια πολύ γενική ιδέα για τους Βούλγαρους, νόμισαν εύκολο να τους παρουσιάσουν σαν «βάρβαρους» και «άγριους». Κακός υπολογισμός και άγνοια. Ο Δημητρόφ ενσάρκωσε τη σύνεση και το πνευματικό θάρρος. Στη σύγχυση των κατηγόρων του, ο Δημητρόφ υπογράμμισε, ότι οι προοδευτικές δυνάμεις έχουν πλήρη συνείδηση των ιστορικών ευθυνών τους για να διαπράξουν βανδαλισμούς και προκλήσεις. Έδωσε την απόδειξη της ορθολογιστικής του αντιφασιστικού κινήματος. Χωρίς καμιά νομική κατάρτιση, ο Δημητρόφ, ο «άγριος» αυτός και «βάρβαρος» παρουσίασε ένα άψογο σύστημα υπεράσπισης».5
«Η δίκη της Λειψίας τέλειωσε στις 29 Δεκέμβρη 1933 και σ’ όλη τη διάρκειά της, αλλά και νωρίτερα που ο Δημητρόφ κι οι σύντροφοί του ήταν προφυλακισμένοι, ένα πρωτοφανέρωτο τεράστιο αντιφασιστικό κίνημα αλληλεγγύης συγκλόνιζε όλο τον κόσμο. Οι χιτλερικοί ξεσκεπάστηκαν σαν αδίστακτοι ψεύτες και προβοκάτορες και δεν τόλμησαν να τους καταδικάσουν. Ο Γκ. Δημητρόφ κι οι σύντροφοί του αθωώθηκαν πανηγυρικά και τελικά θα τους απελευθέρωναν και θα έφευγαν για τη Σοβιετική Ενωση.
Η ΕΛΛΑΔΑ σ’ εκείνες τις μεγάλες μέρες βρέθηκε στις πρώτες γραμμές και η Αντιχιτλερική Επιτροπή ανέπτυξε μια πλούσια δραστηριότητα, καταγγέλλοντας τα φασιστικά εγκλήματα και εκδηλώνοντας την αλληλεγγύη τους στα θύματα του χιτλερισμού».6
Στη δίκη της Λειψίας συντελέστηκε μια μεγάλη νίκη του κομμουνιστικού κινήματος, που έμελλε να αποτελέσει παγκόσμιο σύμβολο στον αγώνα κατά του φασισμού.
1,3,5: Βλαντιμίρ Τοπεντσάροφ, Ιδού ο άνθρωπος Δημητρόφ (εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1974)
2,4,6: Νίκος Καραντηνός, Ριζοσπάστης, 23/9/2001
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback