Ατιμώρητοι δολοφόνοι – Την ασυλία μελών της μυστικής αστυνομίας του Πινοτσέτ για το βασανισμό και την εξαφάνιση 17 κομμουνιστών αποφάσισε το εφετείο της Χιλής
Η απόφαση στο δεύτερο βαθμό είναι σκανδαλώδης, όχι μόνο γιατί επιβάλλει την ατιμωρησία των δραστών, αλλά γιατί με το σκεπτικό της ουσιαστικά ρίχνει την ευθύνη στα θύματα, ότι λόγω της ιδεολογίας τους “πήγαιναν γυρεύοντας”.
Δεν αποτελεί μυστικό ότι στη Χιλή ελάχιστη δικαιοσύνη αποδόθηκε προς τα χιλιάδες θύματα της αιματηρής δικτατορίας του Πινοτσέτ, ενώ ο ίδιος ο πραξικοπηματίας και δικτάτορας δεν έμεινε ούτε μια μέρα στη φυλακή για τα αναρίθμητα εγκλήματά του. Μια νέα δικαστική απόφαση έρχεται να υπογραμμίσει την ασυλία που απολαμβάνουν μέχρι σήμερα οι πρωταγωνιστές αλλά και τα ενεργούμενα του καθεστώτος.
Με απόφαση του Εφετείου του Σαντιάγο, αποφασίστηκε ομόφωνα η πλήρης ασυλία ή η μείωση των πρωτόδικων ποινών για μια από τις πιο πολύκροτες υποθέσεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ιστορία της Χιλής. Πρόκειται για την υπόθεση 16 αντρών της διαβόητης μυστικής αστυνομίας του Πινοτσέτ DINA, μέλη του “καραβανιού του θανάτου”, που κατηγορούνταν για την απαγωγή, το βασανισμό και την εξαφάνιση 17 κομμουνιστών αγωνιστών και είχαν καταδικαστεί πρωτόδικα για τις πράξεις τους. Η απόφαση στο δεύτερο βαθμό είναι σκανδαλώδης, όχι μόνο γιατί επιβάλλει την ατιμωρησία των δραστών, αλλά γιατί με το σκεπτικό της ουσιαστικά ρίχνει την ευθύνη στα θύματα, ότι λόγω της ιδεολογίας τους “πήγαιναν γυρεύοντας”. Πιο συγκεκριμένα, οι δικαστές σημειώνουν ότι τα θύματα “λόγω των πολιτικών τους συνθηκών, ήδη βρίσκονταν σε καθεστώς κινδύνου που προϋπήρχε”. Ας πρόσεχαν δηλαδή, ή, όπως σημειώνει στην οργισμένη του ανακοίνωση για το θέμα το ΚΚ Χιλής, “υπονοείται ότι το να είσαι κομμουνιστής αγωνιστής είναι αποδεκτή αιτία για να υποβληθείς στα πιο φρικτά βασανιστήρια και να δολοφονηθείς χωρίς πολλή σκέψη”.
Το σκεπτικό της απόφασης συνεχίζει, αναφέροντας πως: “δεν πρόκειται για μια ομάδα στρατιωτών που κινήθηκαν μόνοι τους συλλαμβάνοντας αυθαίρετα ένα άτομο και σκοτώνοντάς το έχοντας του στερήσει την ελευθερία, πρόκειται για μα πολιτική διαδικασία του κράτους καθορισμένη από τη νέα τάξη πραγμάτων που επικρατούσε μετά τα συμβάντα της 11ης Σεπτέμβρη 1973”. Οι δικαστές δηλαδή όχι απλά αναγνωρίζουν ουσιαστικά τη νομιμότητα του πραξικοπήματος – που δεν κατονομάζεται καν ως τέτοιο -, αλλά και απαλλάσσουν από οποιαδήποτε ευθύνη τους δράστες, εφόσον απλά εκτελούσαν εντολές.
Η προνομιακή μεταχείριση των δολοφόνων και βασανιστών του Πινοτσέτ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την αντιμετώπιση των διαδηλωτών και συνολικά των διεκδικήσεων εργαζόμενων και νεολαίας, όπως εκφράστηκαν με τις μεγάλες κινητοποιήσεις των μηνών πριν την πανδημία. Εκεί, η ακροδεξιά κυβέρνησης Πινιέρα, που ποτέ δεν έκρυψε εξάλλου τους ιδεολογικούς δεσμούς της με τη δικτατορία, είχε στη φαρέτρα της προληπτικές συλλήψεις και φυλακίσεις, βία κατά διαδηλωτών, ακόμα και με ακρωτηριασμούς και θανάτους από τα κρατικά όργανα καταστολής.
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση αρνείται να αποφυλακίσει κρατούμενους για ελαφρύτερα παραπτώματα ως μέτρο αντιμετώπισης του κορονοϊού, επικαλούμενη όμως λόγους “ανθρωπισμού” για την άτυπη παραχώρηση αμνηστία σε βασανιστές και δολοφόνους.