Κυβερνώντας δια των επιστημόνων
Κι αν λοιπόν η επιστήμη είναι διαφορετική από άλλα είδη γνώσεων, επειδή ακριβώς είναι πειραματικά επαληθεύσιμη, όμως διαμεσολαβείται από ανθρώπους με συγκεκριμένο κοινωνικό πρόσημο, αδύναμους πολλές φορές κι ευάλωτους σε πιέσεις.
Κι όλες αυτές τις μέρες του εγκλεισμού, στην καθημερινή απογευματινή ενημέρωση από το Υπουργείο Υγείας ο εκπρόσωπός του καθηγητής λοιμωξιολογίας Σ. Τσιόδρας αποθεώνεται από τα ΜΜΕ για την επιστημονική του επάρκεια και το αδιαμφισβήτητο ήθος του. Οι επιστημονικές του τεκμηριώσεις δίνουν το απαιτούμενο κύρος στις πολιτικές αποφάσεις που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν, συγχωνεύοντας κάθε αντίρρηση σε μια ενότητα επιστημονικής απόχρωσης.
Είναι που όλοι αυτοί οι αιώνες έρευνας και γνώσης συμβάλλοντας στη βελτίωση της ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων, με την ικανότητα της επιστημονικής μεθόδου να ανακαλύπτει και να καινοτομεί, δημιούργησαν την αίσθηση του αλάθητου γύρω από την επιστήμη. Και ο ρόλος της επιστήμης στην κοινωνία είναι πια ιερός και αναμφισβήτητος, γι’ αυτό και οι επιστήμονες έχουν κερδίσει σεβαστή θέση στην κοινωνία, σχεδόν θρησκευτικού χαρακτήρα, ενώ τα αποτελέσματα της σύγχρονης επιστήμης παρουσιάζονται πολύ συχνά ως καθιερωμένα και αναμφισβήτητα γεγονότα. Μια τέτοια όμως αντίληψη για την επιστήμη έχει τον κίνδυνο να μας οδηγήσει σε έναν ιδεαλισμό που δεν είναι πολύ διαφορετικός από την ιερή και απαραβίαστη θέση που είχαν οι μυστικιστές και οι ιερείς σε προηγούμενους χρόνους. Γιατί μπορεί οι μέθοδοι και η εγκυρότητα της επιστήμης να έχουν κάνει ένα συγκλονιστικό ποιοτικό άλμα από τις δεισιδαιμονίες και θρησκευτικές πεποιθήσεις που συγκροτούσαν τη Δύση κατά τη διάρκεια των μεσαιωνικών χρόνων της, όμως ποτέ δεν μπορούν να διαχωριστούν από τις κοινωνικές σχέσεις και τις υλικές συνθήκες. Παρά λοιπόν τις διαβεβαιώσεις για αντικειμενικότητα, η επιστήμη δεν είναι απρόσβλητη από πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, δηλ. από την ταξική σύγκρουση, το ίδιο βέβαια και οι επιστήμονες. Κανένας ευφυής επιστήμονας και οι ιδέες του δεν μπορούν να προχωρήσουν περισσότερο από αυτό που επιτρέπουν οι κοινωνικές σχέσεις και πάντα οι εξελίξεις στην επιστήμη συνδέονται με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.
Οι πληροφορίες πως υπάρχουν πάνω από 30 φαρμακευτικές εταιρείες και ακαδημαϊκά ινστιτούτα σε όλο τον κόσμο που προσπαθούν να βρουν τη λύση σ’ αυτή την πανδημία επιβεβαιώνουν προβληματισμούς για τα εμπόδια της ταξικής κοινωνίας του καπιταλισμού. Κάτω από τον καπιταλισμό, οι ίδιες οι ιδέες έχουν γίνει ιδιωτική ιδιοκτησία – «δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας» – και αυτή η ιδιωτική ιδιοκτησία της γνώσης, με τη σειρά της, περιορίζει τις δυνατότητες προώθησης της έρευνας. Αντί της συνεργασίας μεταξύ των καλύτερων επιστημόνων, χρησιμοποιώντας όλους τους πνευματικούς και επιστημονικούς πόρους που διαθέτει η ανθρωπότητα για την επίλυση των προβλημάτων μας, η έρευνα χωρίζεται στο όνομα του ανταγωνισμού. Και στη συνέχεια, ο καρπός αυτής της εργασίας ιδιωτικοποιείται για χάρη του κέρδους
Επειδή λοιπόν η κοινωνική ανάλυση των επιστημών εμφανίζεται ως ένας από τους αποτελεσματικούς τρόπους ανάγνωσης των κοινωνικών εξελίξεων, γι’ αυτό και η κατανόηση των επιστημονικών προτάσεων για την αντιμετώπιση της επιδημίας δεν μπορεί να απομονωθεί από τις ιδεολογικές, οικονομικές και πολιτικές διαστάσεις τους, εφόσον είναι εμφανής η προσπάθεια ιδεολογικής αιτιολόγησης δράσεων της κυρίαρχης εξουσίας με τον επιστημονικό λόγο. Έτσι ενώ επικρίθηκε ο φωτογραφικός συνωστισμός στην παραλία Θεσσαλονίκης, ο αντίστοιχος όμως σε χώρους εργασίας αποσιωπήθηκε, επιβεβαιώνοντας την απροθυμία της κυρίαρχης εξουσίας να παρέμβει σε συνθήκες εργασίας, με οικονομικό κόστος, που συχνά συγκρούονται με παρεμβάσεις που συμβάλλουν στην υγεία.
Οι πανομοιότυπες, και μέσα στα ίδια χρονικά πλαίσια στις χώρες της Ευρώπης, αποφάσεις για το ιό δεν πάρθηκαν σε ένα είδος ηθικού και κοινωνικού κενού, σαν να μην υπάρχουν σχέσεις μεταξύ της επιστήμης και του πραγματικού κόσμου της παραγωγής. Η σταδιακή λοιπόν άρση των μέτρων αποκλεισμού, όπως και προηγουμένως η επιβολή τους, μάλλον επιβεβαιώνει πως τα προβλήματα δημόσιας υγείας εξαρτώνται από τον τρόπο κοινωνικής οργάνωσης και επομένως η αντιμετώπισή τους απαιτεί εστίαση στις κοινωνικές συνθήκες από τις οποίες εξαρτώνται.
Ήταν ο φόβος κατάρρευσης των συστημάτων υγείας που θα πυροδοτούσε αντιδράσεις και επιλέχθηκε η λύση του περιορισμού, χωρίς όμως όπως φαίνεται όλο αυτό το διάστημα να προετοιμάστηκε το σύστημα υγείας. Σύμφωνα με προ ημερών ενημέρωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Σ. Πέτσα έχουν γίνει 3131 προσλήψεις υγειονομικών με διετείς συμβάσεις και στην τελευταία ενημέρωση για άρση των περιοριστικών μέτρων αναφέρονται 3748. Η ΟΕΝΓΕ αναφέρεται σε 6500 κενές οργανικές θέσεις επικουρικών γιατρών και ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ Μ. Γιαννακός δηλώνει πως οι κενές οργανικές θέσεις επαγγελματιών υγείας ξεπερνούν τις 40.000. Παράλληλα, οι κλίνες ΜΕΘ έχουν αυξηθεί από 565, περίπου 6 κλίνες ανά 100.000 με μέσο όρο στην ΕΕ 11,5 κλίνες, σε 1015 μαζί με αυτές στα ιδιωτικά θεραπευτήρια.
Κι αφού κλειδωθήκαμε στα σπίτια μας και η ατομική συμμόρφωση στην κοινωνική απομάκρυνση έγινε κριτήριο κοινωνικής ευθύνης, τώρα με τη σταδιακή άρση των μέτρων επιστρατεύεται πάλι η ατομική ευθύνη, για να μην υπάρξει επιδείνωση της κατάστασης, για να μένουμε ασφαλείς, κατά το καινούργιο σύνθημα. Προκρίνοντας, σ’ αυτή τη φάση κατάρρευσης της οικονομίας, την ανάπτυξη της ασυλίας της αγέλης, βασικά χρεώνεται ο καθένας μας με την ευθύνη της υγείας όλων. Ζώντας σε μια κοινωνία που εκθειάζεται ο ατομικισμός επικεντρωνόμαστε στην ατομική συμπεριφορά και όχι στη μορφή οργάνωσης και διακυβέρνησης της κοινωνίας που επηρεάζει αυτή την συμπεριφορά.
Με τη βοήθεια κατασταλτικών μηχανισμών εφαρμόστηκε γενικευμένος ιατρικός κοινωνικός έλεγχος με πολύ συγκεχυμένα τα όρια δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται σ’ αυτόν κι αυτές οι αλληλεξαρτώμενες λειτουργίες ιατρικού ελέγχου υπογραμμίζουν τη σύνθετη θέση της ιατρικής στον ιστό της κοινωνίας. Δηλ. ακόμα κι αν θεωρείται αποδεκτό για την προστασία της δημόσιας υγείας να ασκηθεί από την πολιτεία καταναγκαστική δύναμη για να αποτραπεί η εξάπλωση μεταδοτικών ασθενειών, δεν παύει όμως να είναι και μια παραδοχή πως η ιατρική και οι θεράποντές της δεν μπορούν να δρουν ως ανεξάρτητοι παράγοντες κοινωνικού ελέγχου, χωρίς να επηρεάζονται από κυρίαρχα συμφέροντα στην κοινωνία. Η συζήτηση για τη χρήση μασκών ή ακόμα για το άνοιγμα των σχολείων, με τις αντιφάσεις που φαίνεται να εντοπίζονται στις θέσεις του καθηγητή Σ. Τσιόδρα, είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα των πολύπλοκα εξαρτημένων σχέσεων της επιστήμης και των επιστημόνων με την κυρίαρχη εξουσία.
Επιπλέον, εφόσον η επιστημονική ανάπτυξη υπόκειται σε κανόνες χρηματοδότησης, οι προσδοκίες της σχετικά με τα αποτελέσματά της εξαρτώνται από κοινωνικές δυνάμεις και ιδρύματα που διαμορφώνουν την εξέλιξή της και την έρευνα. Επομένως είναι φυσικό να αναπτύσσεται έντονος σκεπτικισμός για τη χρησιμοποίησή τους από την κυρίαρχη εξουσία μιας ταξικής κοινωνίας, ακόμα και αν όλοι οι επιστήμονες δεν έχουν τη δυνατότητα να προβλέψουν τα αποτελέσματα των έργων στα οποία συμμετέχουν ούτε έχουν σαφή εικόνα του ευρύτερου αντίκτυπου του έργου τους. Κι αν λοιπόν η επιστήμη είναι διαφορετική από άλλα είδη γνώσεων, επειδή ακριβώς είναι πειραματικά επαληθεύσιμη, όμως διαμεσολαβείται από ανθρώπους με συγκεκριμένο κοινωνικό πρόσημο, αδύναμους πολλές φορές κι ευάλωτους σε πιέσεις.
Και μπορεί η επιστήμη να δίνει απαντήσεις σε ερωτήσεις, αλλά το είδος και η επιλογή των ερωτήσεων εξαρτάται όχι μόνο από τον προσωπικό παράγοντα αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον. Γι’ αυτό και στο πρόβλημα της επιδημίας η επιστήμη δεν είναι ουδέτερος διαιτητής για τη λήψη προληπτικών μέτρων, αλλά ακριβώς επειδή τόσο η λήψη όσο και η εγγύηση για τα αποτελέσματά τους απαιτούν μη επιστημονικές αποφάσεις, η δική της θέση αποκαλύπτει ευθύνες και σκοπιμότητες.
Τελικά, καθώς ξεκινά η σταδιακή άρση των μέτρων, παρόλο που η κυβερνητική εξουσία ισχυριζόταν πως με το μέτρο εγκλεισμού θα ελεγχόταν ο ρυθμός μετάδοσης της επιδημίας για να κερδηθεί χρόνος για ενίσχυση του συστήματος υγείας, η ασθενική ενίσχυσή του, και αυτή όχι σε μακροπρόθεσμη βάση, μοιάζει να επιβεβαιώνει την καχυποψία πως πρωτίστως το ενδιαφέρον επικεντρωνόταν σε μια επικοινωνιακή διαχείριση της επιδημίας για κοινωνικό έλεγχο.