Κάτι παραπάνω από ένα γήπεδο
Το Καμπ Νου γιόρτασε τις προάλλες τα 60ά του γενέθλια και θα είχε πολλές ιστορίες να διηγηθεί, αν είχε φωνή να μιλήσει και δεν κρατούσε “σιγή ιχθύος”, όπως η επίσημη Μπαρτσελόνα, για το επικείμενο δημοψήφισμα στην Καταλονία.
Ακολουθώντας το σύνθημα του συλλόγου που φιλοξενεί, το Καμπ Νου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κάτι παραπάνω από ένα γήπεδο. Ένας από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιρικούς ναούς της Ευρώπης, όπου έλαμψαν οι μεγαλύτεροι απόστολοι της στρογγυλής θεάς και γράφτηκε ποδοσφαιρική ιστορία, που άφησε στην ατμόσφαιρα το πέρασμά της και την αύρα της.
Το Καμπ Νου χτίστηκε για να αντικαταστήσει το παλιό γήπεδο της Μπαρτσελόνα, το Λες Κορτς, κι η ονομασία του σημαίνει αυτό ακριβώς: νέο γήπεδο. Όχι όμως στα καστιγιάνικα -τα επίσημα ισπανικά- αλλά στα καταλανικά, που θυμίζουν περισσότερο γαλλικά. Επί Φράνκο άλλωστε το Καμπ Νου ήταν το μόνο μέρος που οι Καταλανοί μπορούσαν να μιλήσουν ελεύθερα τη γλώσσα τους, χωρίς συνέπειες από τα όργανα καταστολής του καθεστώτος.
Ο απόηχος εκείνης της εποχής φτάνει ως τις μέρες μας, με το πανό “Catalunya is not Spain” (η Καταλονία δεν είναι Ισπανία), που είχαν αναρτήσει σε ένα clasico εναντίον της Ρεάλ οι οπαδοί της Μπάρτσα, και την άμεση απάντηση στο επόμενο εκτός έδρας παιχνίδι της ομάδας: Welcome to Spain = καλώς ήρθατε στην Ισπανία.
Μια κολόνια που κρατάει χρόνια κι επανέρχεται στο προσκήνιο με το καταλανικό δημοψήφισμα, με τη διαφορά ότι τώρα ο σύλλογος κρατάει στάση ουδετερότητας κι απλώς υπάρχει το ενδεχόμενο αναβολής του αγώνα του με τη Λας Πάλμας, λόγω του δημοψηφίσματος, ενώ κάποτε το Καμπ Νου θα ήταν η έδρα της προεκλογικής συγκέντρωσης των αποσχιστών που υποστηρίζουν την ανεξαρτησία της Καταλονίας.
Το Καμπ Νου κατασκευάστηκε για να χωρέσει τη δίψα των φιλάθλων της πόλης, που ήθελαν να δουν από κοντά την περίφημη ομάδα των πέντε κυπέλλων στις αρχές της δεκαετίας του 50′. Λένε μάλιστα πως στους blaugrana έμεινε το προσωνύμιο cules, επειδή γέμιζαν ασφυκτικά το παλιό γήπεδο ως την τελευταία σειρά και φαίνονταν τα πισινά τους σε όποιον περνούσε απέξω.
Η σύγχρονη ομάδα ξεπέρασε τη φήμη και τα καταρθώματά τους, αλλά δε χρειάζεται να αλλάξει έδρα, ίσως μόνο να την ανακαινίσει, διευρύνοντας τη χωρητικότητά της -που είχε πέσει προσωρινά στις 100 χιλιάδες, όταν μπήκαν παντού καθίσματα. Τώρα εξάλλου υπάρχει και η τηλεόραση που ταξιδεύει την εικόνα της ομάδας σε όλο τον κόσμο και γιγαντώνει τη φήμη της. Ταυτόχρονα όμως αλλοιώνει την ταυτότητά της, την κάνει μόδα, καταναλωτικό προϊόν για κατανάλωση κι αξιοθέατο για τους τουρίστες που γεμίζουν τις κερκίδες -σαν τους κλασικούς Γιαπωνέζους με τα φλας, αντί των “ενοχλητικών boixos nois. Περιπου όπως το airBNB και οι τουρίστες απειλούν το στίγμα της πόλης, που εξελίσσεται σε μια πολύχρωμη αχρωμία-μουντζούρα, με μπλε και κόκκινους (blaugrana) κόκκους.
Πάντα όμως μένει κάτι από την αύρα του γηπέδου και το θρύλο που εμπορεύεται η εκάστοτε διοίκηση ενός συλλόγου, που καμαρώνει πως είναι mes que un club και καμάρι της Καταλονίας, κι ήταν όντως κάποτε, προτού πουλήσει την ψυχή του στο διάβολο της σκοπιμότητας και την τιμή της φανέλας της στο σφυρί των χορηγών.
Μια αύρα που τρέφεται από τους μεγαλύτερους μύθους, τον Κρόιφ, το Μαραντόνα, το Λίνεκερ, το Ρομάριο, το Λάουντρουπ, το Χάτζι, το Στόιτσκοφ, το Ριβάλντο, το Ροναλντίνιο, τον Τσάβι, τον Ινιέστα, το Μέσι, τους μεγάλους αντιπάλους τους. Το ψαλιδάκι του Ριβάλντο με τη Βαλένθια, τις αλητείες του Ρόνι, την αγριογουρουνοκεφαλή και την μπουκάλα ουίσκι στην υποδοχή του Ιούδα Φίγκο, το clasico στα τελευταία χρόνια του Φράνκο, με το κοινό να μπουκάρει στο χορτάρι και να διακόπτει τον αγώνα, γιατί δεν άντεχε την αδικία… Τι θα είχε να πει αυτό το γήπεδο, αν μπορούσε να μιλήσει…
Και βασικά δεν τρέφεται μόνο από τους αγώνες της Μπαρτσελόνα, αφού έχει φιλοξενήσει μεγάλες ροκ συναυλίες, αγώνες Μουντιάλ -αν και το ιστορικό Ιταλία-Βραζιλία 3-2 στο Μουντιάλ του 82′ είχε γίνει στο γειτονικό γήπεδο της Εσπανιόλ- και τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ με το πιο… Χατζηγεωργικό (χιτσκοκικό, θριλερικό, γκρανκινιολικό) φινάλε της ιστορίας, με τη Γιουνάιτεντ να ανατρέπει σε δύο λεπτά το 0-1 της Μπάγερν, τον Κουφούρ να κλαίει στο χορτάρι απαρηγόρητος, και το Γιόχανσον -τον πρόεδρο της ΟΥΕΦΑ- να χάνει την εξέλιξη στο ασανσέρ του γηπέδου -καθώς πήγαινε για τη βράβευση, επέστρεφε για να δει τη διαφαινόμενη παράταση κι έφευγε ξανά στο τέλος.
Μια αύρα που πρέπει να μπει κι αυτή στο Μουσείο της Μπάρτσα, κάτω από τις κερκίδες του Καμπ Νου, ως προστατευόμενο είδος, για να μην πέσει κι αυτή θύμα του σύγχρονου ποδοσφαίρου και της άχρωμης μονοτονίας του.