Στέλλα Παππά: Μοιράζεται μαζί μας τα μαγικά της soirées

Η Στέλλα Παππά πολύπλευρο και πολυτάλαντο πλάσμα μας παρασύρει στο μαγικό της κόσμο σε μια συνέντευξη που ένωσε την Ελλάδα με το Μεξικό ξεπερνώντας καραντίνες, ρουτίνες,περιορισμούς, κορωνοϊούς και πανδημίες.Η μουσική νικά τα πάντα.

Η Στέλλα Παππά πολύπλευρο και πολυτάλαντο πλάσμα μας παρασύρει στο μαγικό της κόσμο σε μια συνέντευξη που ένωσε την Ελλάδα με το Μεξικό ξεπερνώντας καραντίνες, ρουτίνες,περιορισμούς, κορωνοϊούς και πανδημίες.Η μουσική νικά τα πάντα.

Η καραντίνα την βρήκε μακριά από την Ελλάδα. Σε ένα μακρινό μέρος της γης, το Μεξικό. Η Στέλλα Παππά αγαπά πολύ ταξίδια όπως και την μουσική φροντίζοντας αυτές τις δυο αγάπες να τις κρατά αλληλένδητες. Ταξιδεύει για να συλλέξει εμπειρίες, χρώματα, αναμνήσεις, ήχους και σαν μαγισσούλα να τα ανακατέψει μέσα στην μουσική της αλλά και δημιουργεί μουσική ώστε να ταξιδεύει νοερά σε μέρη πραγματικά ή της φαντασίας της που είτε πήγε ή είτε επιθυμεί να βρεθεί σε αυτά.

 

Ποια ήταν τα πρώτα σου μουσικά ακούσματα στην παιδική σου ηλικία; Πόσο σε επηρέασαν στην μετέπειτα πορεία σου στην μουσική;

Εν αρχή υπήρξε η δισκοθήκη των γονιών μου. Είχα καταφέρει να γρατζουνίσω όλους τους δίσκους με την βελόνα του πικ απ που ποτέ δεν έμαθα να χρησιμοποιώ σωστά. Εκεί ήταν όλοι οι μεγάλοι: ο Χατζηδάκης, ο Θεοδωράκης, ο Σαββόπουλος, ο Λοΐζος, ο Κηλαηδονης, η Αρλέτα… Έπειτα ήταν και οι κασέτες. Ανάλογο το ρεπερτόριο.
Αργότερα πέρα από κάθε προσδοκία κατάφερα να γίνω δεκτή στην νεανική χορωδία του Δήμου που μεγάλωσα. Οι πύλες της κλασσικής μουσικής παιδείας με περίμεναν εκεί ορθάνοικτες κι εγώ φαντασιωνόμουν πως θα γινόμουν η νέα Μαρία Κάλλας και έλεγα πως θέλω να γίνω τραγουδίστρια όπερας. Η ζωή όμως τα έφερε αλλιώς. Στα 18 μου βρέθηκα στην Θεσσαλονίκη να σπουδάζω φυσική. Εκεί γνώρισα έναν άλλο κόσμο που τραγουδούσε με πάθος ένα είδος μουσικής για το οποίο δεν είχα ιδέα μέχρι τότε. Το ρεμπέτικο!
Πάει η Μαρία Κάλλας, πάει και η όπερα, παν’ όλα! Τώρα τσιγάρο, κρασάκι και πενιά.
Από την δισκοθήκη των γονιών μου πήρα την αγάπη μου για την τραγουδοποιία, από την κλασσική μουσική την παιδεία και από το ρεμπέτικο το μεράκι.

Έχεις ακολουθήσει κάποιες σπουδές πάνω στην μουσική ή/και στο θέατρο;

Έχω σπουδάσει λίγο απ’ όλα. Λίγο κλασσική μουσική, λίγο τροπική παραδοσιακή μουσική, λίγο τζαζ, ρεμπέτικο φυσικά. Δε μου πάει η εξειδίκευση κι η εμβάθυνση. Βαριέμαι! Πολλές φορές λέω στον εαυτό μου άμα βαριέμαι να μελετήσω: “δεν πειράζει αν δεν γίνεις καλή μουσικός, εσύ είσαι τραγουδοποιός, ερμηνεύτρια, είναι άλλο το ένα και άλλο τ’ άλλο!”

 

 

Ποιος ή ποιοι καλλιτέχνες σε έχουν επηρεάσει στον τρόπο που τραγουδάς ή παίζεις μουσική;

Με ενδιαφέρει πάρα πολύ η μουσική του κόσμου. Ταξιδεύοντας σε άλλες χώρες, παρατήρησα πως σε κάθε μία οι συνθέτες, τραγουδοποιοί και ερμηνευτές, όσο κι αν διαφέρουν μεταξύ τους έχουν ένα ενιαίο ύφος και στυλ που τους χαρακτηρίζει σε εθνικό επίπεδο. Αναρωτήθηκα γιατί να συμβαίνει αυτό. Και σκέφτηκα πως εδώ στην Ελλάδα παραδείγματος χάρη, όλοι οι νέοι μουσικοί δημιουργοί μεγάλωσαν σχεδόν όλοι με τα ίδια ακούσματα. Άρα λογικό δεν είναι αφού έχουν κοινές αναφορές, να ακολουθούν στην πορεία τους μονοπάτια παράλληλα;
Αυτό μου ήρθε σαν συνειρμός σε σχέση με την ερώτηση. Γιατί όλοι μας λίγο πολύ έχουμε τους ίδιους δάσκαλους. Ποιος δεν λάτρεψε τον Χατζηδάκη ή τον Σαββόπουλο; Βέβαια υπάρχουν και οι νέοι δημιουργοί που αποτελούν έμπνευση και κίνητρο.

Τι σημαίνει η μουσική για σένα; Πως αποφάσισες να την ακολουθήσεις ως επάγγελμα;

Η μουσική είναι ανάγκη! Ανάγκη έκφρασης και επικοινωνίας. Είναι τρόπος να ζεις. Όλοι είμαστε εξαρτημένοι από την μουσική. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν καθόλου εάν δεν ακούν από κάποια πηγή ήχου, έστω και ως υπόβαθρο, κάποιο μουσικό ερέθισμα.
Για τους μουσικούς είναι τρόπος ζωής. Ειδικά για αυτούς που έχουν επιλέξει ως επάγγελμα την εκτέλεσή της μπροστά σε κοινό.
Εγώ δούλευα ως φυσικός (αυτό σπούδασα) όταν κατά το πρώτο ξέσπασμα της ελληνικής οικονομικής κρίσης, βρέθηκα άνεργη όπως και πολλοί άλλοι. Τότε γνώρισα έναν καταπληκτικό άνθρωπο ο οποίος με άκουσε τυχαία να τραγουδάω και μου πρότεινε να συνεργαστούμε. Ο Νίκος Ντας, με τον οποίο συνεργάστηκα τα επόμενα δύο χρόνια, έγινε η αφορμή να παρατήσω μια για πάντα (επαγγελματικά γιατί γνωσιακά είμαι πάντα εκεί) την επιστήμη. Επίσης ήταν η αφορμή για την δημιουργία του “Retroll”, ενός project αφιερωμένου στο ελαφρό ελληνικό τραγούδι.
Πολύ χαίρομαι που έχω την τύχη να ασχολούμαι επαγγελματικά με την μουσική. Πολλοί λένε μην κάνεις την αγάπη σου επάγγελμα γιατί θα την μισήσεις και διάφορα τέτοια. Εγώ δεν τα πιστεύω αυτά. Ο επαγγελματισμός δίνει άλλη διάσταση στην δουλειά σου πάνω στην τέχνη που αγαπάς. Άλλα είναι τα ζητούμενα κι άλλες οι χαρές που απολαμβάνεις.

Έχεις αγχωθεί ποτέ μπροστά σε κοινό; Πώς ήταν η πρώτη φορά που έπρεπε να παίξεις μπροστά σε εντελώς άγνωστο κοινό;

Εάν έχω αγχωθεί λέει; Είναι φορές πάνω στην σκηνή που λέω από μέσα μου “γιατί θέλεις
και τραβάς αυτό το μαρτύριο;”
Δεν έχω κανένα άγχος όταν το κοινό είναι άγνωστο. Το πρόβλημα είναι όταν έχω δικούς μου ανθρώπους εκεί κάτω.
Θυμάμαι όταν έδωσα την πρώτη μου μεγάλη συναυλία στο Ηράκλειο Κρήτης από όπου κατάγομαι. Το θέατρο κατάμεστο, κάτω όλοι, συγγενείς, φίλοι, δάσκαλοι και άλλοι πολλοί άνθρωποι που δεν γνώριζα. Εγώ να νιώθω τα σανίδια της σκηνής να τρίζουν στο βήμα μου. Τα πρώτα δέκα λεπτά του live ένιωσα σαν πρωταγωνίστρια σε ταινία τρόμου.
Όταν όμως συνειδητοποίησα πως το κοινό ήταν μαζί μου, άρχισα να πετάω. Ήταν από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου. Και δω έρχεται η απάντηση στην ερώτηση “Γιατί θες και τραβάς αυτό το μαρτύριο;”. Διότι έρχονται στιγμές σαν κι αυτή που σε αποζημιώνουν για τα πάντα!

Γράφεις στίχους, συνθέτεις μουσική και τραγουδάς η ίδια τα τραγούδια σου. Από τι εμπνέεσαι ώστε να γράψεις ένα τραγούδι;

Τα πάντα αποτελούν έμπνευση. Η ίδια η ζωή είναι η έμπνευση. Συνήθως κάτι υπάρχει μέσα μου που επωάζεται για καιρό κι όταν έρθει ώρα του βγαίνει στον έξω κόσμο με την μορφή ενός τραγουδιού.
Υπάρχει κάποιο τραγούδι σου το οποίο να θεωρείς περισσότερο προσωπικό από τα υπόλοιπα;
Όλα τα τραγούδια μου είναι προσωπικά και δεν είναι ταυτόχρονα. Το συλλογικό ασυνείδητο είναι κοινό. Για αυτό τόσο συχνά νιώθουμε τραγούδια άλλων να μας εκφράζουν τόσο πολύ! Και λέμε “αχ! Αυτό το τραγούδι είναι γραμμένο για μένα!”

Έχεις ταξιδέψει σε πολλές χώρες στο εξωτερικό και έχεις έρθει σε επαφή με την μουσική ή τις μουσικές της κάθε χώρας. Υπήρξε κάποιο ταξίδι ή κάποιος ‘’μέντορας’’ τον/την οποίο/οποία θυμάσαι να σε επηρέασε τόσο ώστε να σου αλλάξει κάποια πάγια δεδομένα στο τρόπο που αντιμετώπιζες την μουσική ή και την ζωή συνολικά;

Το ίδιο το ταξίδι μου άλλαξε την ζωή. Δεν είμαι πια ο ίδιος άνθρωπος όπως πριν από τέσσερα χρόνια που αποφάσισα να κάνω ταξίδια μακράς διάρκειας. Όταν απομακρύνεται από τον μικρόκοσμο σου μπορείς να διακρίνεις το δάσος. Και έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να μπορείς να βλέπεις το δάσος, όταν για χρόνια πολλά ήσουν κολλημένος στην θέα των φύλλων μονάχα ενός κλαδιού, του ίδιου κλαδιού, του ίδιου δέντρου που μόνο άλλαζε η εικόνα του ανάλογα με τις εποχές.

Βρισκόσουν σε μια ξένη χώρα κατά την διάρκεια της καραντίνας. Θα μπορούσες να μας περιγράψεις πως ήταν η κατάσταση στο Μεξικό εκείνες τις μέρες; Υπήρξε κάποια στιγμή που ένιωσε πως φοβάσαι ή μετανιώνεις που βρισκόσουν τόσα χιλιόμετρα μακριά από τους δικούς σου;

Ήταν 14 Μαρτίου όταν έκανα την τελευταία μου συναυλία με τους “Electrova” στην Πόλη του Μεξικού. Οι γονείς μου με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν να πάρω την πρώτη πτήση που θα έβρισκα για να γυρίσω πίσω. Μα γιατί αναρωτήθηκα; Είχα ήδη προγραμματίσει τα επόμενα live με τους “Electrova” και πρόβες για κάποιες ηχογραφήσεις. Δεν το κουνάω! Είπα…
Την επόμενη μέρα είχα το πρώτο τηλεφώνημα. Η συναυλία του Σαββάτου ακυρώνεται λόγω του COVID-19. Ακολούθησαν κι άλλα τηλεφωνήματα. Η πρόβα της Πέμπτης ακυρώνεται. Το live της μεθεπόμενης βδομάδας ακυρώνεται… Όλα ακυρώθηκαν σε μια μέρα! Και εν μεταξύ η σπιτονοικοκυρά μου στο σπίτι που εμένα, άρχισε να ανησυχεί που έβγαινα στον έξω κόσμο.
Και τώρα τι κάνουμε; Πήγα σε ένα ταξιδιωτικό γραφείο. “Δεν υπάρχουν πτήσεις για Ελλάδα κυρία μου!”. Πήρα τηλέφωνο την πρεσβεία. “Θα σας ενημερώσουμε για ό,τι νεότερο. Δεν υπάρχει σχέδιο επαναπατρισμού προς το παρόν.”
Πήρα το πρώτο λεωφορείο που βρήκα για να δραπετεύσω από αυτήν την πόλη που όσο γοητευτική ήταν πριν, τόσο παρανοϊκή έμοιαζε να γίνεται τώρα. Πήγα σε ένα χωριό μία μόλις ώρα μακριά. Για να βρίσκομαι κοντά στο αεροδρόμιο. Σε περίπτωση που η πρεσβεία μας ειδοποιούσε πως υπάρχει “σχέδιο επαναπατρισμού”.
Βρέθηκα στο Tepoztlán μην γνωρίζοντας για πόσο χρονικό διάστημα θα χρειαζόταν να μείνω σε αυτό το μέρος.
Σύντομα βρήκα μια οικογένεια να με φιλοξενήσει. Για αντάλλαγμα θα ζωγράφιζα έναν τοίχο στο στιλ της μεξικάνικης παραδοσιακής τεχνοτροπίας. Πήρα λοιπόν το πινέλο στο χέρι και είπα “πιάσε τέχνη κι άστηνε κι άμα πεινάσεις ξαναπιάστηνε!”.
Και ενώ την είχα καταβρεί παριστάνοντας την Frida Kahlo εν καιρώ κρίσης, μια μέρα την ώρα που ήμουν επί τω έργω μου ανακοίνωσαν πως πρέπει να φύγω ΤΩΡΑ. Γιατί φοβόντουσαν πως εγώ “η ξένη” θα τους κολλούσα τον κορονοϊό. Βρε παιδιά, είμαι εδώ στο Μεξικό από πριν αρχίσει να βήχει ο πρώτος Κινέζος (ο κορονοκινέζος). Και μένω μαζί σας κάποιες μέρες, τώρα θα σας κολλήσω;
Δεν βαριέσαι, είπα, μπορεί να ήταν ιδιαίτερα δυσαρεστημένοι με την πορεία του έργου μου και δεν ήθελαν να ξοδέψουν παραπάνω ασβέστη για να καλύψουν το δημιούργημα μου.
Πήρα τα μπογαλάκια μου λοιπόν και περιπάτει.
Στα πρώτα δύο μηνύματα που έστειλα σε ντόπιους φίλους ότι ψάχνω σπίτι να νοικιάσω, αν ξέρουν τίποτα, πήρα την απάντηση πως υπάρχει πολύς ρατσισμός για τους extranjeros (=ξενομπάτηδες) αυτές τις μέρες και πως δύσκολα θα έβρισκα κάτι.
Και εκεί που περιφερόμουνα σαν την άδικη κατάρα με την κιθάρα μου, το backpack, την σκηνή, κάποια τρόφιμα και μια βαλίτσα που έσουρνα στις λακκούβες, συνέβη το θαύμα! Θαύμα σαν κι αυτά που μόνο στο Μεξικό συμβαίνουν.
Όλοι οι θεοί των Μάγιας, των Αζτέκας, των Ζαποτέκας και δεν ξέρω ‘γω ποιων άλλων εμφανίστηκαν μπροστά μου με την μορφή μιας παρέας “παγκιτών” που μόλις είχα συναντήσει την προηγούμενη μέρα. Αφού δεν είχαν πια δουλειά κι αυτοί σαν “παγκίτες” (εάν δεν ξέρεις τι σημαίνει παγκίτης, γκουγκλαρε το-μωρο μου-γκουγκλαρε το), καθώς δεν υπήρχε πια τουρισμός, έψαχναν ένα μέρος για ν’ αράξουν μέχρι να περάσει η μπόρα.
Με πήγαν στο σπίτι ενός ζευγαριού τραγουδοποιών. Ένα πολύ φτωχικό σπίτι. Ένα δωμάτιο κι ένα μπάνιο. Κι απέξω τρία τετραγωνικά μέτρα “κήπος”. Υποτυπώδη όλα και φτωχικά όπως τα σπίτια της πλειοψηφίας του λαού του Μεξικού. Και αυτό το ζευγάρι, προκειμένου να κοιμηθώ εγώ στο κρεβάτι, κοιμόντουσαν έξω στο “κήπο” σε σκηνή.
Πότε δεν θα το ξεχάσω την φιλοξενία τους. Τις 4 μέρες που έμεινα στο σπίτι αυτό γνώρισα δύο αδερφές από την Λιθουανία. Κι αυτές ήταν στην ίδια κατάσταση με μένα. Η Ramute και η Ugne μαζί με τον Carlos (έναν μουσικό από την πόλη του Μεξικού που μιλάει Ελληνικά και παίζει μπουζούκι!) έμελε να είναι οι επόμενοι συγκάτοικοι μου.
Ψάξαμε και νοικιάσαμε όλοι μαζί ένα πολύ ωραίο σπίτι (στην μισή τιμή από την κανονική του, λόγω της ήδη υπάρχουσας οικονομικής κρίσης στο Μεξικό) και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα θα έλεγε το παραμύθι…
Κι όμως στην Νέα Τάξη των πραγμάτων του κορονοϊού κανείς δεν ζει καλύτερα.
Όλοι οι φίλοι μας οι Μεξικανοί, οι μουσικοί που έπαιζα μαζί τους πριν το lock out, οι φίλοι μου από το χωριό, όλοι, άρχισαν να έχουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Τα διαθέσιμα μεροκάματα άρχισαν να μειώνονται δραματικά. Κάνεις δεν είχε δουλειά. Δεν είχαν να πληρώσουν ούτε το νοίκι ούτε το φαγητό τους.
Και σύντομα είδαμε την “πολιτοφυλακή” να βγαίνει στους δρόμους. “Αγανακτισμένοι” πολίτες από την “απερισκεψία” της κυβέρνησης του Μεξικού να μην επιβάλει την καραντίνα βγήκαν στους δρόμους. Κλείσανε τις εισόδους των δύο κοντινών χωριών στο σπίτι μας. Κάνεις δεν μπαίνει μέσα! Μόνο οι κάτοικοι!
(Πάντα θαύμαζα την αυτοσχέδια οργάνωση της πολιτοφυλακής από τα κάτω. Στο μυαλό μου ερχόντουσαν ένδοξες μέρες της Οκτωβριανής επανάστασης, των Δεκεμβριανών της Ελλάδας, των Ζαπατίστας στο Μεξικό.)
Ναι αλλά αυτοί τώρα; Δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένα μάτσο φοβισμένοι, ανεξέλεγκτοι άνθρωποι με μάσκα που μες στο σκοτάδι σε σταματούσαν στο δρόμο για να σε ανακρίνουν. Αν τους έπειθες περνούσες, αλλιώς έπαιρνες τον δρόμο της επιστροφής.
Φυσικά η εξέλιξη αυτή έχει και τα ταξικά της χαρακτηριστικά. Τα χωριά αυτά που οι κάτοικοι τους κλείσανε τα σύνορα είναι τα πιο πλούσια με διαφορά της περιοχής. Σε αυτά τα χωριά έχουν χτίσει τις βίλες τους οι προύχοντες της πόλης του Μεξικού. Στις κοντινές πάμπτωχες πόλεις, που απέχουν μόλις 15 λεπτά με το αυτοκίνητο καμιά πολιτοφυλακή δεν έστησε κάποιο μπλόκο. Εκεί οι άνθρωποι δεν θα πεθάνουν από τον κορονοϊό, θα πεθάνουν από την πείνα που θα προξενήσει η οικονομική κρίση του lockdown.
Όλα αυτά εν τω μεταξύ γίνανε σε διάστημα μιας βδομάδας. Κι αναρωτήθηκα. Τι συμβαίνει; Γιατί αντιδρούν έτσι οι καλοσυνάτοι και πράοι Μεξικανοί που ήξερα; Και ύστερα μου έδειξαν μια σκηνή από το δελτίο ειδήσεων. Η οθόνη έδειχνε μια αίθουσα στην Νέα Υόρκη γεμάτη με μαύρες σακούλες με πτώματα λέει που πέθαναν από τον κορονοϊό.
Δηλαδή στην Νέα Υόρκη, μια μεγάλη και μοντέρνα μεγαλούπολη, για να στοιβάζουν έτσι τα πτώματα, πρέπει να πεθαίνουν πραγματικά σαν τα σκυλιά οι άνθρωποι εκεί! Δηλαδή 1 στους 5 σαν να λέμε νεκροί!; Και δεν έχουν τι να τους κάνουν και τους στοιβάζουν εδώ κι από κει; Κάτι τέτοιο αφήνεται να υπονοήσει η εικόνα.
Και γιατί δηλαδή να πιστέψουμε πως η εικόνα αυτή πραγματικά αντιστοιχεί σε νεκρούς από τον COVID-19; Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα πλάνο από τα πτώματα της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001. Αφού είναι πάγια τακτική τους να χρησιμοποιούνε πλάνα από το αρχείο τους σε άσχετες περιπτώσεις.
Τέλος πάντων εμείς αρχίσαμε να το διασκεδάζουμε. Προκειμένου να περνάμε στο ένα από τα δύο χωριά για να κάνουμε μια ηχογράφηση σε ένα στούντιο που υπάρχει εκεί, μεταμφιεζόμαστε, χρησιμοποιούμε ψεύτικα μισθωτήρια σπιτιών, περνούμε με αμάξια κρυμμένοι στο πορτ μπαγkάζ… κι άλλα διάφορα.
Το όλο πράγμα έγινε τελείως γελοίο. Οι πολιτοφύλακες στα μπλόκα πολλές φορές δεν φοράν καν μάσκες. Μια φίλη μας τις προάλλες της συνέβη το εξής. Μένει στο ένα χωριό και στο δίπλα η μάνα της. Οπότε “μπαινοβγαίνει” καθημερινά με πολλή μουρμούρα κάθε φορά από τους πολιτοφύλακες. Μια φορά λοιπόν ένας πολιτοφύλακας την ακολούθησε και αφού απομακρύνθηκε αρκετά από το μπλόκο, την πλησίασε και της είπε να μην ξαναπεί στους πολιτοφύλακες του μπλόκου ότι πάει να δει την “άρρωστη” μαμά της. Να μην χρησιμοποιήσει την λέξη “άρρωστη” γιατί δεν θα την αφήσουν να επιστρέψει ξανά σπίτι της.
Και πού θέλω να καταλήξω με όλα αυτά; Τι είναι αυτό που οδηγεί όλους αυτούς τους ανθρώπους στην συμπεριφορά αυτή; Γιατί αφού η κυβέρνηση του Μεξικού έχει κρίνει βάσει των κρουσμάτων που έχει να μην επιβάλει υποχρεωτική καραντίνα, αυτοί επιμένουν στον αποκλεισμό θυσιάζοντας έτσι τα πενιχρά εισοδήματα που είχαν από τους “ξενομπάτηδες”;
Γιατί έχουν τρομοκρατηθεί!; Από τα media. Και ποιος ελέγχει τα media; Σίγουρα όχι κάποια φιλανθρωπική οργάνωση που νοιάζεται για τους ανθρώπους του Τepoztlán και του Amatlán. Και γιατί αυτή η μη φιλανθρωπική οργάνωση θέλει να τρομοκρατήσει τους ανθρώπους;
Αυτό σίγουρα δεν θα το απαντήσω εγώ. Θα το απαντήσει η ιστορία.

Μέσα από τους στίχους των τραγουδιών σου έχεις σχεδόν πάντα μια αισιόδοξη, παιχνιδιάρικη και σκωπτική διάθεση πιστεύεις πως οι άνθρωποι γύρω μας έχουν χάσει αυτή την ‘’αγνότητα’’ και την ‘’αισιοδοξία’’ στην ζωή τους; Δεν αναφέρομαι μόνο στα τελευταία πραγματικά πρωτόγνωρα γεγονότα που αντιμετωπίσαμε αλλά γενικά σαν στάση ζωής αν ο κόσμος έχει αλλάξει και είναι πιο κουμπωμένος και κατηφής ;

Πιστεύω πως ζούμε στην εποχή της κοινωνικής αποξένωσης. Τα social media έχουν αντικαταστήσει τις τετ α τετ κοινωνικές επαφές. Θα με ρωτήσεις βέβαια. “Η επικοινωνία μέσω των social media δεν αποτελεί κοινωνική επαφή;”. Σίγουρα αποτελεί, αλλά σίγουρα δεν είναι το ίδιο.
Στην Κούβα πχ το μόνο μέρος που μπoρείς να συνδεθείς στο internet είναι κάποιες πλατείες. Όταν περνάς λοιπόν από αυτές τις πλατείες όλοι σχεδόν οι άνθρωποι που βρίσκονται εκεί είναι απόλυτα προσηλωμένοι στις οθόνες των λάπτοπ ή των κινητών τους. Ο χρόνος για αυτούς έχει σταματήσει. Δεν υπάρχουν εξωτερικά ερεθίσματα, μέρα ή νύχτα. Θα πρέπει να ξεκινήσει να βρέχει ή να σκάσει κάποια βόμβα στο δίπλα τετράγωνο για να βγουν από τον λήθαργο τους. Όλοι είναι σαν ζόμπι, σαν ζωντανοί νεκροί και είναι τόσο έντονο όταν το βλέπεις απ’ έξω σαν παρατηρητής.
Έκτος ιντερνετοπλατειών η ζωή συνεχίζεται κανονικά, με κουβανέζικους ρυθμούς… Εκεί στην Κούβα λοιπόν που ήμουν αναγκαστικά offline εκτός της πλατείας, συνειδητοποίησα πόσο πολύ μπορεί να αλλάξει τη ζωή μας κρατώντας ένα smart phone με data στο χέρι μας.

Είδαμε πρόσφατα την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα σχετικά με την αποζημίωση των καλλιτεχνών που έχασαν μεροκάματο.Πολλοί ψιθυρίζουν πως έρχεται μια νέα οικονομική κρίση και φοβούνται μείωση στα μεροκάματα τους. Πως νιώθεις εσύ απέναντι σε αυτές τις καταστάσεις;

Ήθελα να ποστάρω στο Facebook: “Αναζητείται μουσικός που να πληρεί τις προϋποθέσεις για να πάρει το επίδομα”. Πραγματικά αναρωτιέμαι πόσοι άνθρωποι μπόρεσαν να πάρουν αυτό το επίδομα. Τέτοια επιδόματα σου δίνω και ‘γω όσα θες! Πέρα από πολιτικό είναι και κοινωνικό το πρόβλημα. Υπάρχει η πεποίθηση στην πλειοψηφία της κοινωνίας πως μουσικός δεν γίνεσαι, γεννιέσαι. Πως είναι πολύ εύκολο πχ να κάνεις ένα περίτεχνο σόλο στην κιθάρα αφού έχεις γεννηθεί με αυτήν την ικανότητα. Και αφού “το ‘χεις” από γεννησιμιού σου και το αγαπάς και είναι και παιχνιδάκι για ‘σενα, ε τότε γιατί θες να πληρώνεσαι για αυτό;
Στην πραγματικότητα μουσικός δεν γεννιέται κανείς. Γίνεται! Και γίνεται με πολύ κόπο και χρόνο. Οι μουσικοί διαβάζουν πολύ περισσότερο από τους γιατρούς. Πρέπει να μελετάνε κάθε μέρα συστηματικά για πολλές ώρες. Πρέπει να παρακολουθούν μαθήματα και σεμινάρια άλλων δασκάλων εφόρου ζωής (τα οποία συνήθως κοστίζουν αρκετά). Πρέπει επίσης να αγοράζουν συνέχεια όλο και καλύτερης ποιότητας μουσικά όργανα, ενισχυτές και άλλα αξεσουάρ. Δυστυχώς ελάχιστοι τ’ αναγνωρίζουν όλα αυτά.
Οικονομική κρίση υπάρχει ήδη! Θα χειροτερέψουν οι όροι της ζωής μας πολύ σύντομα. Και αυτό θα συμβεί σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το ερώτημα είναι ένα: ο COVID-19 είναι πραγματικά τόσο επικίνδυνος ώστε για χάρη του να οδηγηθούμε σε μια βαθιά παγκόσμια οικονομική κρίση;
Νομίζω πως δεν πρέπει να δεχόμαστε ασυζητητί και να καταπίνουμε όλα τα μέτρα που μας επιβάλουν για “το καλό μας” χωρίς να προσπαθούμε να ψάχνουμε το πώς και το γιατί. Όχι πως είναι εύκολο όταν δεν έχουμε πρόσβαση στην έγκυρη πληροφορία. Αλλά τουλάχιστον να βάζουμε ένα ερωτηματικό. Είναι έτσι όντως;
Πρόσφατα έφτιαξα ένα τραγούδι για τον φόβο με τον οποίο μας λούζουν τα media. Γυρίσαμε και ένα βίντεο στο χωριό που πέρασα την καραντίνα. Θα ήθελα να το μοιραστώ μαζί σας.

 

Ήμουν πολύ θυμωμένη! Ήθελα και θέλω να πω:
Αντισταθείτε στον φόβο! Κλείστε την τηλεόραση! Σκεφτείτε ψύχραιμα και λογικά.
Ποια συμβουλή θα έδινες σε μια νέα μουσικό που θα ήθελε να ακολουθήσει το χώρο της μουσικής;
Να το κάνει οπωσδήποτε! Είναι ένα μαγικό ταξίδι! Και είναι ψέματα αυτά που μας λένε οι μεγάλοι ότι δεν μπορείς να ζήσεις από την τέχνη. Τα πάντα μπορείς να κάνεις αρκεί να το θες πολύ. Πολλοί νέοι στο κουρμπέτι απογοητεύονται γρήγορα γιατί βλέπουν ότι δεν μπορούν εύκολα να γίνουν “το πιο λαμπρό αστέρι” και τα παρατάνε. Μα η μουσική δεν είναι μόνο η μουσική βιομηχανία! Υπάρχει ένας υπέροχος κόσμος εκεί έξω στην ανεξάρτητη μουσική παραγωγή. Ανακαλύψτε τον!
 Έχεις συνεργαστεί με αρκετά σχήματα και καλλιτέχνες μέχρι σήμερα. Ποιες συνεργασίες θα ξεχώριζες μέσα σε αυτήν την πορεία σου;
Πολλά χρόνια αφιέρωσα στο ελαφρό ελληνικό τραγούδι ή αλλιώς ρετρό όπως το λέμε σήμερα. Με συνεπήρε η πιο σατυρική του εκδοχή. Τραγούδια άγνωστα στην πλειοψηφία τους που γράφτηκαν για το θέατρο, το ραδιόφωνο, την οπερέτα ή την επιθεώρηση. Τραγούδια που απαιτούν θεατρική ερμηνεία.
Τραγούδια με καυστικό χιούμορ που σχολίαζαν τα ήθη της εποχής τους. Ταυτόχρονα άρχισα να μελετάω το ιστορικό υπόβαθρο του κάθε κομματιού για να το παρουσιάσω στο κοινό μου. Κάτι που αργότερα ονόμασα live μουσικό ντοκιμαντέρ. Το project αυτό ονομάστηκε Retroll εκ του Retro και του Troll. Η συνοδοιπόρος μου στο Retroll τα τελευταία χρόνια, ένας καταπληκτικός άνθρωπος και μία μοναδική ερμηνεύτρια στο ακορντεόν, είναι η Μερόπη Βλαχογιάννη.
Ένα άλλο μεγάλο project με ιστορία, που έχει ακόμη δρόμο μπροστά του είναι το “Ταξίδεψε με”. Το “Ταξίδεψε με” προέκυψε από την αμοιβαία επιθυμία καλλιτεχνικής συνύπαρξης με την ηθοποιό Χριστίνα Βράκα. Ξεκίνησε ως ένα αφηγηματικό project, αλλά εξελίχθηκε σε κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Το “ταξίδεψε με” είναι ένα πείραμα. Ένα πείραμα με τον χρόνο και τον χώρο. Παραμύθια, θρύλοι και ιστορίες από όλο τον κόσμο μπλέκονται με τις μουσικές που οι ίδιοι αυτοί οι θρύλοι γέννησαν.
Δεν θα πω κάτι παραπάνω για αυτό το project. Θα αφήσω την “llorona” να μιλήσει εκ μέρους μου:

Ακολουθεί συνέντευξη με την Χριστίνα Βράκα για το project:

Και η σελίδα μας στο facebook:
Τέλος ιδιαίτερη στιγμή για μένα υπήρξε η δημιουργία του πρώτου μου προσωπικού δίσκου. Πολλοί άνθρωποι με βοήθησαν και με στήριξαν σε αυτό το εγχείρημα. Κυριότεροι των οποίων ο συνεργάτης και δάσκαλος μου, Σπύρος Σαραντόπουλος και ο ηχολήπτης με τον οποίο κυρίως συνεργάζομαι, Άρης Ντεληθέος. Η βοήθεια τους υπήρξε καθοριστική!
Αυτή την στιγμή σε ποια σχήματα ή με ποιούς καλλιτέχνες συνεργάζεσαι η ίδια; Υπάρχουν μελλοντικά σχέδια τα οποία θα μπορούσες να μας αποκαλύψεις ; Και αν ναι , ποια είναι αυτά;
Πριν ένα χρόνο ξεκίνησα ένα νέο project που του έδωσα το όνομα “Όλα τα σουαρέ του κόσμου!”. Το όνομα είναι παράφραση του τίτλου της αγαπημένης μου ταινίας “όλα τα πρωινά του κόσμου”. Σουαρέ στα γαλλικά σημαίνει βράδυ αλλά οι Γάλλοι το χρησιμοποιούν σαν λέξη και για την έννοια της βεγγέρας, της βραδινής μάζωξης σε κάποιο σπίτι με σκοπό την διασκέδαση. Για κάποια χρόνια συνήθιζα να οργανώνω σουαρέ στο σπίτι μου κάθε Δευτέρα. Σε αυτά ερχόντουσαν πολλοί μουσικοί και συνήθως η βραδιά εξελίσσονταν σε μουσικά jam πάνω σε διαφορετικά μουσικά στυλ ανάλογα με τους καλεσμένους. Πολλές ωραίες συνεργασίες προέκυψαν από αυτές τις βραδιές.
Όταν άρχισα να ταξιδεύω στην αρχή μου έλειψαν και τα σουαρέ και οι μουσικές συνεργασίες. Σύντομα όμως συνειδητοποίησα πως το ταξίδι είναι μια εξαιρετική ευκαιρία για μουσική συνδημιουργία.
Το ντεμπούτο μας στο εξωτερικό το κάναμε παρέα με την Χριστίνα Βράκα και το “Ταξίδεψε με”. Μαζί κάναμε μια παράσταση στην Νάπολη σε συνεργασία με την Ιταλίδα ηθοποιό Christine Camboni.
Έπειτα ακολούθησε η συνεργασία μου με τους “Hamitiavnim” στο Ισραήλ το οποίο επισκέφτηκα δύο φορές. Μαζί κάναμε συναυλίες σε όλη την χώρα. Από τη συνεργασία μας προέκυψε το παρακάτω βίντεο:

 

Τελευταία συνεργασία στην Ευρώπη αποτέλεσε η μουσική σύμπραξη τον Οκτώβριο του 2019 με τους Shir Teper και Dor Dale. Η συνεργασία αυτή έλαβε χώρα στην Ανδαλουσία. Το τρίο μας παρουσίασε σε τρεις μοναδικές συναυλίες, μουσική από την ανατολική Μεσόγειο.
Και έρχομαι τώρα επιτέλους και στο “όλα τα σουαρέ του κόσμου”. Το συναυλιακό κομμάτι λοιπόν καλά κρατούσε εκτός Ελλάδας. Τι θα γινόταν όμως με το δισκογραφικό; Μου ήρθε λοιπόν μια ιδέα! Τι θα προέκυπτε άραγε από την συνδημιουργία μουσικών από διαφορετικά μέρη του κόσμου; Εννοώντας την συνδημιουργία πρωτότυπης μουσικής.
Σκέφτηκα λοιπόν να οργανώσω κάποια “σουαρέ” σε διαφορετικά μέρη του κόσμου. Καλεσμένοι των “σουαρέ” αυτών θα είναι ντόπιοι μουσικοί από το κάθε μέρος. Σκοπός της συνεύρεσης αυτής θα είναι η συνδημιουργία μουσικής και τραγουδιών.
Το πρώτο “σουαρέ” πραγματοποιήθηκε στην Αβάνα της Κούβας και στέφθηκε με απροσδόκητη επιτυχία. Καλεσμένοι του σουαρέ αυτού τον Φεβρουάριο του 2019 υπήρξαν οι “Herencia Reggae”.
Μια πολύ ιδιαίτερη Reggae μπάντα που ζει και δημιουργεί στην Αβάνα με εμφανείς επιρροές στην μουσική της από την λαϊκή κουβανική παράδοση. Αυτό ήταν ένα στοιχείο που με γοήτευσε ιδιαίτερα στους“Herencia Reggae” και νομίζω πως ένας προσεκτικός ακροατής θα μπορέσει να το διακρίνει και στην ηχογράφηση του “Tengo más”. Έτσι ονομάσαμε το τραγούδι που ηχογραφήσαμε παρέα ένα πρωινό του κουβανικού “Χειμώνα” στην Αβάνα. Εγώ έβαλα την ιδέα, το τραγούδι δηλαδή, και οι “ Herencia Reggae” το αγκάλιασαν, δουλέψαν πάνω σε αυτό, γράψανε στίχους στην γλώσσα τους και το ερμήνευσαν τελικά στο studio με το δικό τους πολύ ιδιαίτερο cuban reggae τρόπο.

 

Και μετά την Κούβα τι; Το γειτονικό Μεξικό! Τον Μάρτιο του 2020 βρέθηκα στην πόλη του Μεξικού οργανώνοντας το επόμενο “σουαρέ”. Καθώς έψαχνα να βρω τους μουσικούς που θα καλούσα, ξεκίνησα παράλληλα να αναπτύσσω ένα crowdfunding με σκοπό την χρηματοδότηση του project. Ήθελα να ηχογραφήσω σε καλά στούντιο και να είμαι σε θέση να πληρώσω αξιοπρεπώς τους μουσικούς που θα συμμετείχαν στο project. Οι απαιτήσεις αυτές προϋποθέτουν ένα σοβαρό μπάτζετ.
Και μόλις που είχα ξεκινήσει να κάνω τα πρώτα βήματα με πρόλαβε ο COVID-19. Δεν μπορούσα πια να συνεχίσω να εργάζομαι για τον σκοπό για τον οποίο είχα έρθει στην πόλη του Μεξικού. Αλλά ούτε μπορούσα να επιστρέψω στην Ελλάδα.
Βρέθηκα λοιπόν στο Tepoztlán, ένα χωριό πολύ κοντά στην πόλη του Μεξικού και έμεινα εκεί για να περάσω τις μέρες της καραντίνας.
Για καλή μου τύχη όμως σε αυτό το χωριό, ζούνε και εργάζονται πάρα πολλοί καλοί μουσικοί που θέλοντας να αποδράσουν από την τεράστια και πολυπληθή πόλη του Μεξικού, βρήκαν καταφύγιο στο πανέμορφο και εξωτικό Tepoztlán.
Η μουσική κοινότητα του χωριού είναι αρκετά μεγάλη και υπάρχουν και αρκετά πολύ καλά μουσικά στούντιο. Άδραξα λοιπόν την ευκαιρία και σήμερα που σας γράφω, 20 Μαϊου είμαι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω πως το επόμενο σουαρέ θα πραγματοποιηθεί σύντομα εδώ, σε αυτό το χωριό. Αν όλα πάνε καλά θα μπούμε στο στούντιο. Μείνετε λοιπόν συνδεδεμένοι στην σελίδα μου στο facebook και στο instagram και κάτι καινούργιο θα φτάσει από την άλλη άκρη του Ατλαντικού!
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: