“Θέλω ο γιος μου να τους μοιάσει όταν μεγαλώσει” – Άντρας στην Ουάσινγκτον άνοιξε το σπίτι του σε 70 κυνηγημένους διαδηλωτές
Η ομάδα των διαδηλωτών που κατέφυγε στο σπίτι του Dubey είχε έρθει αντιμέτωπη με τη βιαιότητα της αστυνομίας, που τους έσπρωχνε με τις ασπίδες και τους ψέκαζε με δακρυγόνα.
Αίσθηση έχει προκαλέσει στην Ουάσινγκτον η ενέργεια ενός άνδρα να ανοίξει το σπίτι του σε διαδηλωτές για να γλιτώσουν τη σύλληψη εν μέσω οργίου καταστολής τη Δευτέρα το βράδυ. Οι περίπου 70 διαδηλωτές έφυγαν από το σπίτι του μετά τις 6 το πρωί, όταν και έληγε η απαγόρευση κυκλοφορίας που επέβαλαν οι τοπικές αρχές. Μάλιστα, ο 44χρονος Rahul Dubey δήλωσε την επομένη στα ΜΜΕ πως “Ελπίζω πως ο 13χρονος γιος μου όταν μεγαλώσει θα είναι τόσο καταπληκτικός όσο είναι εκείνοι”.
Οι διαδηλώσεις σε όλη την πόλη ήταν πολύ μαζικές, παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας που είχε επιβληθεί στις 7 το βράδυ. Η ομάδα των διαδηλωτών που κατέφυγε στο σπίτι του Dubey είχε έρθει αντιμέτωπη με τη βιαιότητα της αστυνομίας, που τους έσπρωχνε με τις ασπίδες και τους ψέκαζε με δακρυγόνα. “Ήταν σαν ένα ανθρώπινο τσουνάμι”, λέει ο Dubey, που προσθέτει πως “κρεμόμουν από το φράχτη μου ουρλιάζοντας “μπείτε στο σπίτι, μπείτε στο σπίτι!”.
Άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του, όπου κατέφυγαν διαδηλωτές, στους οποίους έδωσε γάλα για να ξεπλυθούν από τα δακρυγόνα, προσφέροντάς τους μια γωνιά για να περάσουν τη νύχτα τους. Η αστυνομία προσπάθησε πολλές φορές να αναγκάσει τους διαδηλωτές να βγουν έξω, προκειμένου να τους συλλάβει, ενώ ο ίδιος ο Dubey δηλώνει πως πέταξαν δακρυγόνα από το παράθυρό του, αλλά και πως πριν ανοίξει τις πόρτες του, είχε πέσει θύμα αστυνομικής αυθαιρεσίας, αφού προσπαθώντας να γυρίσει σπίτι του, αστυνομικοί τον στρίμωξαν στον τοίχο για 15 δευτερόλεπτα, ενώ κατά τη γνώμη του, αφέθηκε τελικά ελεύθερος απλά “επειδή δεν είμαι μαύρος”.
Παρά το θαυμασμό που έχει προκαλέσει η ενέργειά του, ο ίδιος δε θεωρεί ότι έχει πράξει κάτι ιδιαίτερο, λέγοντας πως “Ξέρω ότι οι περισσότεροι θα άνοιγαν αυτή την πόρτα”. Όσο για τα κίνητρα της ενέργειάς του, είναι επειδή νιώθει ότι το έθνος είναι “χαμένο” και “πολύ εύθραυστο”, κι ότι ένιωσε την ανάγκη να βοηθήσει αυτούς τους ανθρώπους γιατί “κανείς δεν κάνει κάτι γι’ αυτό, εκτός από αυτούς”.
Όσο για τη συμπεριφορά των διαδηλωτών τις ώρες που έμειναν στο σπίτι του, την περιγράφει ως άψογη κι ως παράδειγμα ενότητα κι αλληλεγγύης:
“Οι διαδηλωτές καθοδηγούν με αγάπη, κι όταν καθοδηγείς με αγάπη, η χώρα είναι ακριβώς έτσι – είμαστε διαφορετικοί και είμαστε ενωμένοι. Βρίσκονταν σε ομάδες, ήταν πραγματιστές, έλυναν προβλήματα, μοιράζονταν τους φόβους τους, ήταν φοβισμένοι, παρηγορούσαν ο ένας τον άλλον. Αυτή είναι η Αμερική που ξέρω. Κι αν οι ηγέτες μου μπορούν στ’ αλήθεια να αναπαράγουν αυτό που συνέβη στο σπίτι αυτό με ενότητα, θα γίνουμε μια πολύ καλύτερη χώρα”.