Το βιτριόλι της επικοινωνίας
Χρειαζόμαστε επειγόντως νέες αμυντικές θωρακίσεις, που παρότι μοιάζουν και πλασάρονται σχεδόν αποκλειστικά ότι αφορούν στην επικοινωνία, είναι βαθύτατα και πρωτίστως βαθιές πολιτικές ανακατατάξεις, που απειλούν ταυτόχρονα και πυλώνες λειτουργίας του παρελθόντος και ευφάνταστους δρόμους λαϊκής έκφρασης του μέλλοντος.
Μπορεί την κοινή γνώμη, στις ευάλωτες συνθήκες της απότομης εξάτμισης του συσσωρευμένου, λόγω εγκλεισμού, θυμικού, να μαγνήτισε μιντιακά κι εκβιαστικά το βιτριόλι, ως τρομακτική εξαίρεση του ιογενούς μας ψευτοπαραδείσου, λειτούργησε όμως παρελκυστικά στην απόκρυψη ενός άλλου βιτριολιού απ’ το οποίο πρέπει να φυλαχτούμε.
Χρειαζόμαστε επειγόντως νέες αμυντικές θωρακίσεις, που παρότι μοιάζουν και πλασάρονται σχεδόν αποκλειστικά ότι αφορούν στην επικοινωνία, είναι βαθύτατα και πρωτίστως βαθιές πολιτικές ανακατατάξεις, που απειλούν ταυτόχρονα και πυλώνες λειτουργίας του παρελθόντος και ευφάνταστους δρόμους λαϊκής έκφρασης του μέλλοντος. Εδώ το μεγαλύτερο ρόλο μπορεί κι οφείλει να τον παίξει ο σάκος του μποξ, που είναι ο κοινός νους και η κοινή εμπειρία του λεγόμενου μέσου ανθρώπου, από μια σκοπιά όμως, που αυτό το «μέσος άνθρωπος» στην πραγματικότητα κρύβει τη συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων. Και λέω την κρύβει γιατί ο ταξικός αντίπαλος, η αστική δηλαδή μαεστρία που θέλει τον πετυχημένο εκμεταλλευτή ικανό να «πουλάει ψυγεία σε Εσκιμώους», συστηματικά εστιάζει στη διεύρυνση της εργατικής τάξης από βίαια φτωχοποιημένα και συχνά και προλεταριοποιημένα μικροαστικά και μεσαία στρώματα. Και είναι αυτά τα στρώματα που έχουν περαστεί δεκαετίες τώρα ένα λούστρο ειδίκευσης και μόρφωσης, που τα εμποδίζει να ενωθούν συνειδητά με τον κορμό της εργατικής – λαϊκής οικογένειας.
Στα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης και Κοινωνικής Δικτύωσης, αυτή η αναβάθμιση της αστικής επικοινωνιακής ισχύος έχει σχεδόν αυτοματοποιηθεί ως διαδικασία. Με χρήματα. Επιδοτήσεις. Διαφήμιση. Με αγελοποίηση της πληροφορίας που πατάει στο φόβο της απομόνωσης από τον έξω κόσμο, που ενισχύθηκε απρόσμενα και υπερβολικά λόγω ιού. Έτσι, η όποια παλαβή με το βιτριόλι, ατομικής εγκληματικής ευθύνης σχέση δράστη – θύματος, να υπερκαλύπτει για παράδειγμα μεγάλες, προς έκπληξη όλων, πολυπληθείς εν μέσω δύσκολων συνθηκών κινητοποιήσεις εργαζομένων απ’ τη ΛΑΡΚΟ και τον Επισιτισμό ως την Παιδεία και τον Τουρισμό. Όλα τα κεφάλια που σηκώθηκαν ενάντια στις κυβερνητικές επιλογές, στα μέτρα, στο φόβο για το μέλλον, κάθε απόπειρα να αντισταθούν μάζες, έστω κι ως κορυφή του παγόβουνου (από πλευράς μεγέθους), συμπιέζονται σ’ έναν αλγόριθμο που στήνεται κι εφαρμόζεται για να χειραγωγήσει και να ακυρώσει στην πράξη μια επαναστατική αντίδραση, που δεν πιθανολογείται απλώς αλλά διαφαίνεται ως αναπόδραστη.
Απλουστευτικά: Πέφτουν χημικά στους διαδηλωτές και θεωρείται πια συνηθισμένο αλλά και επιστημονικώς προφυλακτικό του συνωστισμού, γιατί σε κάθε περίπτωση δεν είναι δα και βιτριόλι. Ακόμα πιο απλά. Μια διαδήλωση, μια απείθεια στις αρχές, των εργαζομένων εξομοιώνεται και κυριολεκτικά πατσαβουριάζεται προπαγανδιστικά με τη συγκέντρωση επιπόλαιων, αμέριμνων και ανεύθυνων θαμώνων ενός κλαμπ νεαρών σε πλατεία ή πιστών σε βυζαντινίζουσα εκκλησία. Είναι πολύ δύσκολο να συνειδητοποιηθεί μαζικά η επικίνδυνη εκφοβιστική κατάλυση κάθε μορφής κοινωνικού συλλογικού αγώνα που επιτυγχάνεται με το βιτριολισμό, κυριολεκτικά την παραμόρφωση του προσώπου της εργατικής τάξης απέναντι στην κυριαρχία του κεφαλαίου. Αυτό το βιτριόλι έχει μία γραμμική επικοινωνιακή οπτικοποίηση, που απλώς στην Ευρώπη και την Ελλάδα γίνεται πιο κομψά, κι οπωσδήποτε λιγότερο ατσούμπαλα απ’ την τουιτεράδικη τραμπουκίλα ενός Τραμπ. Μπαίνεις «στη γραμμή τους» με σοβαρό πολιτικό κόστος, όπως λένε, κι άμα τη χαλάσεις συνωστιζόμενος σε άλλη ιδεολογική γραμμή και δράση, τότε θυμούνται ότι το να προδώσεις την τάξη σου είναι χειρότερο από το να προδώσεις τα αφεντικά σου.
Κι εδώ ανοίγει η μεγάλη συζήτηση για το αν έχει κανείς και τεράστια ατομική ευθύνη να μην ξεγελαστεί, να μην παρασυρθεί, και να μην ενσωματωθεί σ’ ένα ευρύτερο καλό, κατασκευασμένο για να μην τον περιλαμβάνει.