Η τεράστια επίδραση της Οχτωβριανής Επανάστασης σε όλα τα είδη της Τέχνης

Η επαναστατικοποίηση της Τέχνης, που αγκάλιασε όλα τα είδη της, οδήγησε στη δημιουργία μιας τεράστιας δεξαμενής από επεξεργασμένες παρακαταθήκες γνώσεων, ύφους, μορφών, καλλιτεχνικών μέσων και επινοήσεων που σημάδεψαν την εξέλιξη της Τέχνης και έως τις μέρες μας επηρεάζουν την καλλιτεχνική ζωή χωρίς να έχουν ξεπεραστεί.

Στα πλαίσια των κεντρικών εκδηλώσεων του 43ου Φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή, στο Πάρκο Τρίτση, πραγματοποιήθηκε στο Στέκι Πολιτισμού εκδήλωση με τίτλο «Οι κόκκινοι καρποί του Οκτώβρη στην Τέχνη και τον Πολιτισμό», με ομιλήτρια  την Ελένη Μηλιαρονικολάκη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνη του Τμήματος Πολιτισμού. Από την ομιλία, που δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη, μεταφέρουμε κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα.

(…) Ανάμεσα στα πρώτα διατάγματα της σοβιετικής κυβέρνησης ήταν κι αυτά για την αναδιοργάνωση των τομέων της Τέχνης. Από τα τέλη του 1917 έως το 1919 εθνικοποιήθηκαν, έγιναν κοινωνική ιδιοκτησία όλοι οι μεγάλοι χώροι παραγωγής και διανομής της Τέχνης καθώς και όλες οι καλλιτεχνικές σχολές. Απελευθερώθηκε η Τέχνη από την εμπορική της εξάρτηση και μπήκε στη διάθεση του μεγάλου λαϊκού κοινού. Ανοιξε ο δρόμος για την ανάπτυξη μιας νέας Τέχνης, που κέντρο της είχε τον εργαζόμενο λαό και την πάλη του για τη νέα κοινωνία. Ταυτόχρονα, το εργατικό κράτος, από τα πρώτα χρόνια, δεν έπαψε ποτέ, παρά τις τόσες αντιξοότητες, να διαθέτει απλόχερα στον κόσμο της Τέχνης όλες τις απαιτούμενες υποδομές και τα μέσα για την καλλιτεχνική δημιουργία.

Φυσικά, στον τομέα του εκπολιτισμού τα πράγματα δεν ήταν πάντα τόσο εύκολα και αισιόδοξα, όπως μέχρι τώρα φάνηκαν, στην αχανή αυτή χώρα που ξεκινούσε με πολλά στοιχεία καθυστέρησης και προκαπιταλιστικές επιβιώσεις. Η νεαρή εργατική εξουσία έπρεπε να μορφώσει όχι μονάχα τις εξεγερμένες δυνάμεις των εργατών και στρατιωτών, αλλά να εκπαιδεύσει και να εκπολιτίσει μια τεράστια λαϊκή μάζα, το 76% της οποίας ήταν αναλφάβητοι (…) Γεμάτοι προλήψεις και δεισιδαιμονίες αιώνων ήταν οι λαοί που στην πορεία αποτέλεσαν την ΕΣΣΔ, λαοί που μιλούσαν περισσότερες από 100 διαφορετικές γλώσσες, ορισμένες από τις οποίες δεν είχαν καν αλφάβητο, ήταν προφορικές. Αυτό το πλήθος έπρεπε να μάθει όχι μόνο να γράφει και να διαβάζει ή να τηρεί τους στοιχειώδεις κανόνες της υγιεινής, αλλά και να καταλαβαίνει τις πιο εξελιγμένες μορφές της ανθρώπινης δημιουργίας, όπως η επιστήμη και η Τέχνη (…)

Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η φροντίδα του σοσιαλιστικού κράτους για τη γενική και καλλιτεχνική μόρφωση των παιδιών, αφού αυτά αποτελούσαν το μέλλον της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Τόσο πλούσια και μελετημένη παιδαγωγικά που έκανε τον Βάρναλη – όταν επισκέφτηκε μαζί με τον Δ. Γληνό την ΕΣΣΔ το 1934 για να παρακολουθήσουν το 1ο Συνέδριο των Σοβιετικών συγγραφέων – να πει ότι και μόνο γι’ αυτή τη χαρά της ζωής και της Τέχνης που πρόσφεραν στα παιδιά τα σχολεία και τα θέατρα στην ΕΣΣΔ, θα άξιζε τον κόπο χίλιες φορές να γίνει αυτή η Επανάσταση. Την περίοδο εκείνη υπήρχαν στην ΕΣΣΔ 100 κρατικά θέατρα για παιδιά, πάνω από 4.000 σχολικοί κινηματογράφοι και πάμπολλα σχολικά ραδιόφωνα.

Παράλληλα, στα παλάτια των πιονιέρων, που ήταν εξωσχολικοί οργανισμοί στεγασμένοι σε πανέμορφα κτίρια, προσφέρονταν σε συνεργασία με το σχολείο τα αναγκαία μέσα και εργαστήρια σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δημιουργίας: Τεχνική, επιστήμη, Τέχνη, φυσική αγωγή, εκδρομές – τουρισμός κ.λπ. για να μπορεί το παιδί να αναπτύξει τα ενδιαφέροντά του και να εκδηλώσει τις κλίσεις του. Οι οργανισμοί αυτοί έφταναν να έχουν ακόμη και συμφωνική ορχήστρα με αρχιμουσικούς παιδιά, ενώ τεράστια σημασία δινόταν στη βιβλιοθήκη, για να τους γίνει το βιβλίο ανάγκη σε όλη την υπόλοιπη ζωή, όπως εξηγούσαν οι αρμόδιοι. «Αρχίζουμε απ’ αυτή την ηλικία να μορφώνουμε το γούστο των παιδιών, γιατί αν το αφήσουμε στην τύχη του, είναι πολύ φυσικό να χαλάσει. Και τότες θα είναι πολύ δύσκολο ν’ απαλλάξουμε το παιδί από τις πρώτες κακές του αισθητικές εντυπώσεις», δήλωνε η υπεύθυνη του προγράμματος (…)

Οι προσπάθειες αυτές είχαν εντυπωσιακά αποτελέσματα. Το αναγνωστικό κοινό πολλαπλασιαζόταν για πολλές δεκαετίες με γεωμετρική πρόοδο. Το 1960 έφτασαν, για παράδειγμα, να εκδίδονται 50.000 τίτλοι βιβλίων σε 1.000.000.000 αντίτυπα. Η ΕΣΣΔ κατείχε μάλιστα παγκόσμια την πρώτη θέση στην έκδοση λογοτεχνικών έργων μεταφρασμένων από ξένες γλώσσες. Από το 1918 έως το 1975 εκδόθηκαν πάνω από 32.000 τίτλοι λογοτεχνικών έργων ξένων συγγραφέων σε 1,5 δισ. αντίτυπα και σε 76 γλώσσες!

Το 1959 ο αναλφαβητισμός εξαλείφθηκε οριστικά, αδιάσειστη απόδειξη για την τεράστια ώθηση που έδωσαν οι νέες σχέσεις ιδιοκτησίας στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, πρώτα πρώτα του ίδιου του ανθρώπου. Μια εκπληκτική συμπύκνωση του χρόνου και της Ιστορίας συντελέστηκε, όπως φαίνεται και στο ποίημα του Μπεζιμένσκιι:

Παντού η μέρα είναι μέρα και πάντοτε το έτος είναι έτος

Αλλά εμείς οι μπολσεβίκοι αλλιώτικα μετράμε

τα χρόνια, τα λεφτά, τα δευτερόλεφτα και τους αιώνες.

Πρώτος καθρέφτης των πρώτων νικών και κατορθωμάτων του

αγωνιζόμενου παγκόσμιου προλεταριάτου.

(…) Η επαναστατικοποίηση της Τέχνης, που αγκάλιασε όλα τα είδη της, οδήγησε στη δημιουργία μιας τεράστιας δεξαμενής από επεξεργασμένες παρακαταθήκες γνώσεων, ύφους, μορφών, καλλιτεχνικών μέσων και επινοήσεων που σημάδεψαν την εξέλιξη της Τέχνης και έως τις μέρες μας επηρεάζουν την καλλιτεχνική ζωή χωρίς να έχουν ξεπεραστεί.

Ο προσανατολισμός των κύριων καλλιτεχνικών ρευμάτων της περιόδου σε μια χρήσιμη ταξικά και κοινωνικά Τέχνη, σε ρήξη με το μεταφυσικό, μυστικιστικό, αισθηματολογικό περιεχόμενο της παλιάς Τέχνης – πολυτέλειας για τα σαλόνια των αστών, η προσπάθειά τους να δημιουργήσουν έργο που να αντιστοιχεί στη νέα επιστημονική εποχή, την εποχή δηλαδή που ο άνθρωπος μπορεί να φέρει στα μέτρα του τη φύση και την κοινωνία, χωρίς υπερβολή άνοιξαν ουσιαστικά το δρόμο στη σύγχρονη Τέχνη για πολλά είδη της. Η κατεύθυνση ειδικά των κονστρουκτιβιστών καλλιτεχνών για σύνδεση της Τέχνης με τη βιομηχανία και την πρακτική καθημερινή ζωή δημιούργησε μια νέα πραγματικότητα σε πάμπολλους διαφορετικούς τομείς της.

Στα εικαστικά οδήγησε στη μελέτη των λειτουργικών και των αισθητικών ιδιοτήτων των βιομηχανικών υλικών και στη χρήση τους στις καλλιτεχνικές κατασκευές, στην αξιοποίηση των λιτών και αυστηρών περιγραμμάτων του γραμμικού σχεδίου, στη γέννηση της τέχνης του φωτομοντάζ, του βιομηχανικού ντιζάιν και των γραφικών τεχνών. Την ίδια περίοδο τέθηκαν οι βάσεις της σύγχρονης αρχιτεκτονικής με βασικό στοιχείο της την απλότητα και το λειτουργικό συνδυασμό των αρχιτεκτονικών μορφών με το περιεχόμενο κάθε κατασκευής. Η σοβιετική αρχιτεκτονική επηρέασε πολλά κινήματα της καπιταλιστικής Δύσης, κυρίως μεσοπολεμικά (…) Οι περισσότερες από τις πρωτοποριακές ιδέες των κονστρουκτιβιστών αρχιτεκτόνων δεν μπόρεσαν γενικά να υλοποιηθούν – λόγω έλλειψης πόρων και μέσων – παρά μόνο στα περίπτερα των εκθέσεων της σοβιετικής τέχνης στις μεγαλουπόλεις του εξωτερικού προκαλώντας το θαυμασμό.

Από την ίδια αντίληψη ξεπηδούν και οι πρωτοποριακές μέθοδοι του Μέγιερχολντ στο θέατρο. Κεντρική ιδέα της επιστημονικότητας στην τέχνη του θεάτρου και του ηθοποιού, κατά τον Μέγιερχολντ, είναι ότι ο θεατής δεν πρέπει να υποβάλλεται, αλλά να έχει πλήρη συνείδηση πως παρακολουθεί μια επινόηση, ώστε να κινητοποιείται η σκέψη και η κρίση του και να συμμετέχει ενεργητικά στην παράσταση, μια ιδέα που επηρέασε και τον Μπρεχτ. Η κατάργηση του τέταρτου τοίχου και της αυλαίας, οι ορατοί βοηθοί σκηνής, οι πόζες των χαρακτήρων και τα στοιχεία του τσίρκου ή των κινηματογραφημένων επικαίρων είναι μερικές από τις καινοτομίες που εισήγαγε ο Μέγιερχολντ στο θέατρο για να εξυπηρετηθεί ο παραπάνω σκοπός. Αντίστοιχα επιτεύγματα συντελούνται και στο χώρο της σκηνογραφίας, με την εισαγωγή της βιομηχανικής μεταλλικής πλατφόρμας σε διαφορετικά οριζόντια επίπεδα συνδεμένα μεταξύ τους με σκάλες, όπου εκτυλίσσονται οι εναλλασσόμενες θεατρικές σκηνές, χωρίς αλλαγή σκηνικών. Ανεκτίμητης καλλιτεχνικής αξίας είναι και η συνεισφορά του Στανισλάφσκι, που με τη μέθοδό του διεύρυνε τις υποκριτικές ικανότητες των ηθοποιών και καθόρισε τη διδασκαλία της υποκριτικής έως σήμερα.

Το σοβιετικό θέατρο άφησε μια σπουδαία κληρονομιά, από τις παραστάσεις στο θέατρο δρόμου, τους πειραματισμούς των εργαστηρίων και των θεάτρων – στούντιο έως την τιτάνια αναπαράσταση της εφόδου στα Χειμερινά Ανάκτορα το 1920, με συμμετοχή 2.000 ηθοποιών, 500 μουσικών και το πολεμικό πλοίο «Αβρόρα» να συνοδεύει με κανονιοβολισμούς, που παρακολούθησαν 100.000 λαού. Αλλωστε, το θέατρο και ο κινηματογράφος υπήρξαν οι μεγαλύτερες και πνευματικότερες διασκεδάσεις της σοβιετικής εργατικής τάξης. Το 1934 μοναχά στη Μόσχα υπήρχαν καμιά πενηνταριά δραματικά θέατρα, πέντε όπερες, τρεις οπερέτες και πολλά εθνικά θέατρα – που ανέβαζαν έργα στις διάφορες εθνικές γλώσσες – χώρια το πλήθος των ερασιτεχνικών θεατρικών ομίλων, απ’ όπου αναδείχνονταν με τη βοήθεια των επαγγελματιών ηθοποιών διαρκώς νέα ταλέντα, που στέλνονταν να σπουδάσουν στις θεατρικές σχολές (…)

Σ’ αυτό το περίγραμμα δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι και η τέχνη του κινηματογράφου – του οποίου τη μεγάλη διαφωτιστική και διαπαιδαγωγητική εμβέλεια είχε εντοπίσει ο Λένιν, αναγορεύοντάς τον στη σπουδαιότερη απ’ όλες τις τέχνες – υπήρξε ουσιαστικά γέννημα της Οκτωβριανής Επανάστασης. Χάρη στην πρωτότυπη εργασία, στην εφευρετικότητα και την έμπνευση μιας ατσαλωμένης στη φωτιά της επανάστασης και του εμφυλίου γενιάς κινηματογραφιστών, ο κινηματογράφος ανυψώθηκε στο στερέωμα των καλών τεχνών, από απλή τεχνική καταγραφής κινούμενων εικόνων και διασκεδαστικό θέαμα που ήταν τα προεπαναστατικά χρόνια στη Ρωσία και στις άλλες χώρες του καπιταλισμού. Ενα πλήθος καινοτομιών βλάστησαν την περίοδο εκείνη στον τομέα του. Η πρώτη και σπουδαιότερη, όμως, είναι η τεχνική του μοντάζ, που πρώτοι οι Σοβιετικοί δημιουργοί εισηγήθηκαν και μέσα από πάμπολλους πειραματισμούς ανέπτυξαν σε ένα ισχυρότατο αισθητικό εργαλείο και ένα βαθιά ιδεολογικό όπλο, με αποκορύφωμα το ιδεολογικό – διαλεκτικό μοντάζ του Αϊζενστάιν, προσανατολισμένο στην ανάδειξη των αντιθέτων στην κοινωνία και της πάλης τους.

(…) Το βασικότερο επίτευγμα στη μουσική, όπως και σε όλες τις τέχνες στο σοσιαλισμό, είναι ότι η ανάδειξη παγκόσμιων κορυφών δεν ήταν προϊόν μιας εγωκεντρικής ανταγωνιστικής πορείας, αλλά αποτέλεσμα ενός αγώνα για την καθολική ανύψωση του πολιτιστικού επιπέδου του σοβιετικού λαού, που διαρκώς ανατροφοδοτούσε με νέα ταλέντα την Τέχνη και ενθάρρυνε την καλλιτεχνική δημιουργία με τον ακράτητο ενθουσιασμό του. Στη μουσική, για παράδειγμα, πραγματοποιήθηκε μια τρομακτική διεύρυνση των μουσικών υποδομών και συνόλων – οι μεγαλειώδεις ορχήστρες και χορωδίες που είχαν ιδρυθεί, δεν υπάρχουν πουθενά πια σήμερα στον κόσμο -, δημιουργήθηκε ένα πολυπληθέστατο και άρτια εκπαιδευμένο μουσικό δυναμικό, μα πάνω απ’ όλα διαμορφώθηκε ένα μεγάλο μουσικά μορφωμένο ακροατήριο, που ήταν σε θέση να κατανοεί, να απολαμβάνει και να συγκλονίζεται με ένα από τα πιο σύνθετα και αφηρημένα είδη της Τέχνης, όπως η συμφωνική μουσική.

Πρωτόγνωρο ήταν και το ενδιαφέρον της εργατικής εξουσίας για την προστασία και την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς (…) Ο μεγάλος άθλος πραγματοποιήθηκε στον τομέα αυτό με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν μετά τις τεράστιες καταστροφές που προκάλεσαν τα ναζιστικά στρατεύματα σε ανεκτίμητους αρχιτεκτονικούς θησαυρούς έγινε η αποκατάσταση ολόκληρων πόλεων, όπως αυτής του Λένινγκραντ, που ξαναχτίστηκε με όλα τα μνημεία της με βάση τις φωτογραφίες. Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι κινητοί πολιτιστικοί θησαυροί της ΕΣΣΔ δε λεηλατήθηκαν όπως οι αρχαιότητες στη χώρα μας. Αντίθετα, μεταφέρθηκαν και προσεκτικά διαφυλάχτηκαν σε κατάλληλες περιβαλλοντικές συνθήκες στα ενδότερα της χώρας.

Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην Οχτωβριανή Επανάσταση

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: