Η “χοντρή” στον πύργο – Η γενική δοκιμή της τραγωδίας της Χιροσίμα
Την ίδια μέρα μέσα στο δείπνο μέσα σε βαριά σιωπή των συναδέλφων του, ο Κιστιακόφσκι είπε: “Είμαι βέβαιος ότι πριν από το τέλος του κόσμου, στο τελευταίο χιλιοστό του δευτερολέπτου της Γης, ο τελευταίος άνθρωπος θα δει αυτό που είδαμε και εμείς σήμερα”.
Αντιγράφουμε και δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα-κεφάλαιο από το βιβλίο του σοβιετικού Βσέβολοντ Οβτσινίκοφ “Η καυτή στάχτη”. Μια ιστορική νουβέλα -ένα συναρπαστικό είδος που παρουσιάζει τα ιστορικά γεγονότα δραματοποιημένα χωρίς να τα διαστρεβλώνει όμως- για το κυνήγι των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για την απόκτηση του μυστικού της ατομικής βόμβας. Στο συγκεκριμένο κεφάλαιο βλέπουμε την βιασύνη των ΗΠΑ να κάνουν την πυρηνική δοκιμή, για να μπορέσουν να επηρεάσουν τις εξελίξεις στην επικείμενη Διάσκεψη του Πότσνταμ, λίγες μέρες πριν από τη ρίψη βομβών στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Το απόμακρο, το χαμένο μέσα στα βουνά οροπέδιο στα βορειοδυτικά της πολιτείας Νιου Μέξικο, από παλιά λεγόταν Κοιλάδα του θανάτου. Όμως, ποτέ το μέρος αυτό δεν ταίριαζε τόσο με το όνομά του, όσο στις 16 Ιουλίου 1945, όταν η ενέργεια του διασπασμένου ατόμου φανέρωσε εδώ την ακράτητη δύναμή της.
Ενώ ο πρόεδρος Τρούμαν διέσχιζε τον Ατλαντικό Ωκεανό, πηγαίνοντας στο Πότσνταμ, δίπλα στην απομακρυσμένη αεροπορική βάση του Αλαμογκόρντο ετοιμαζόταν με πυρετώδη βιασύνη η γενική δοκιμή της τραγωδίας της Χιροσίμα.
Σε εκείνο το μέρος, όπου υπάρχει ακόμα και σήμερα ένας γιγάντιος λάκκος με πλευρές από πηγμένη άμμο, είχε συναρμολογηθεί ένας ατσαλένιος πύργος 30 μέτρων και γύρω του είχαν τοποθετηθεί οι μηχανισμοί καταγραφής. Σε ακτίνα 10 χιλιομέτρων εγκαταστάθηκαν τρία παρατηρητήρια, και σε απόσταση 16 χιλιομέτρων κατασκευάστηκε ένα θωρακισμένο αμπρί για τον Σταθμό Διοίκησης.
Η βόμβα, που έμοιαζε με αχλάδι (και την ονόμασαν “χοντρή”), συναρμολογήθηκε κάπου κοντά στον πύργο, σε μια ακατοίκητη αγροικία. Όταν όλα τα άλλα ήταν έτοιμα, ο φυσικός Μόρισον με ένα στρατιωτικό τζιπ έφερε εκεί από το Λος Άλαμος το μολυβένιο κύλινδρο με τη γόμωση πλουτωνίου. Τώρα η υπόθεση πια εξαρτιόταν από τον καιρό. Μα αυτός ακριβώς δεν ευνοούσε τις δοκιμές. Τη νύχτα προς τις 16 του Ιούλη ξέσπασε μπόρα. Οι λάμψεις των αστραπών φώτιζαν το περίγραμμα της “χοντρής”, που υψωνόταν πάνω από τον πύργο και που μέσα από τις γέφυρές του διακρινόταν τρεις ανθρώπινες σιλουέτες. Ήταν ο φυσικός Κιστιακόφσκι και οι δύο βοηθοί του, που θα εγκατέλειπαν τη βόμβα μόνο μισή ώρα πριν από την έκρηξη.
Στο Σταθμό Διοίκησης ο Οπενχάιμερ μάταια προσπαθούσε να πείσει τον Γκρομπς να περιμένουν έστω και ένα εικοσιτετράωρο. Προσπαθούσε να αποδείξει ότι με τέτοια κακοκαιρία ο άνεμος μπορεί να αλλάξει ξαφνικά κατεύθυνση και να σπρώξει το ραδιενεργό σύννεφο προς τα διάφορα κατοικημένα σημεία, προς τις πολιτείες Νιου Μέξικο ή Τέξας. Όμως ο διοικητής του Σχεδίου Μανχάταν δεν ήθελε ούτε να ακούσει για αναβολή (ο απόηχος του Αλαμογκόρντο έπρεπε να φτάσει οπωσδήποτε στο Πότσνταμ στην αρχή της Διάσκεψης των τριών δυνάμεων)! Ο Γκρομπς περιορίστηκε μόνο να διατάξει να βρίσκονται σε επιφυλακή τα φορτηγά με στρατιώτες για την περίπτωση αναγκαστικής εκκένωσης των γειτονικών συνοικισμών. Μόνο πριν από τις δοκιμές, που είχαν οριστεί για τις 5.30 το πρωί, σταμάτησε η βροχή και φάνηκαν ανάμεσα από τα σύννεφα λιγάκι ουρανός και τα άστρα. Και τότε σκίστηκε το δειλό σύθαμπο της χαραυγής από μια δυνατή λάμψη.
“Λες και από τα σωθικά της γης ξεπετάχτηκε ένα φως, ένα φως όχι από τούτον τον κόσμο, μα από πολλούς ήλιους που ενωθήκανε σε έναν”, γράφει ο συγγραφέας του βιβλίου “Άνθρωπος και Άτομα” Ουίλιαμ Λόρενς, ο μοναδικός δημοσιογράφος, που το Πεντάγωνο του ανάθεσε να γίνει ο χρονικογράφος του Σχεδίου Μανχάταν. “Ήταν μια ανατολή, που δεν ξανάδε ο κόσμος. Ένας τεράστιος πράσινος υπερήλιος ανέβηκε για μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου σε ύψος πάνω από 2.500 μέτρα. Και ανέβαινε όλο και ψηλότερα, ώσπου έφτασε στα σύννεφα, φωτίζοντας τη γη και όλο τον ουρανό με ένα εκτυφλωτικό φως. Αυτή η πελώρια πύρινη σφαίρα, με διάμετρο σχεδόν 1.500 μέτρων, υψωνόταν πλαταίνοντας, μεγαλώνοντας και αλλάζοντας χρώμα, από το σκουροπόρφυρο ως το πορτοκαλί. Ήταν μια φυσική δύναμη, απελευθερωμένη από τα δεσμά, που την κρατούσαν δεμένη δισεκατομμύρια χρόνια…
Πίσω από την πύρινη σφαίρα σηκώθηκε από την γη ένα πελώριο σύννεφο, που στην αρχή είχε τη μορφή μιας γιγάντιας κολόνας, και έπειτα πήρε το σχήμα ενός τεράστιου μανιταριού. Το πελώριο βουνό, που γεννήθηκε για μερικά δευτερόλεπτα (και όχι για εκατομμύρια χρόνια), ανέβαινε όλο και πιο ψηλά και εκσφενδονιζόταν στην κίνησή του. Μέσα σε αυτές τις λίγες στιγμές, που μου φανήκαν ατελείωτες δεν ακούστηκε κανένας ήχος. Ύστερα από αυτή την ησυχία, ξεπετάχτηκε μια βροντή κεραυνού. Για λίγες στιγμές επαναλήφθηκε αυτό που είχαμε δει σε ήχο… Είχες την εντύπωση ότι χιλιάδες ισχυρές εκρηκτικές βόμβες έσκασαν ταυτόχρονα στο ίδιο μέρος. Η βροντή κύλησε στην έρημο, αντανακλάστηκε από τα βουνά της Σιέρα Οσκούρο. Ο αντίλαλος έπεφτε πάνω στον αντίλαλο. Η γη τραντάχτηκε κάτω από τα πόδια μας σαν να άρχιζε σεισμός”.
Όταν η κολόνα με το σχήμα μανιταριού διαλύθηκε, οι δημιουργοί και παραγγελιοδότες του νέου όπλου έτρεξαν προς το σημείο της έκρηξης με τανκς προφυλαγμένα από μέσα με μολυβένιες πλάκες. Μπροστά στα μάτια τους απλωνόταν πραγματικά μια κοιλάδα θανάτου. Η καταστρεπτική δύναμη της “χοντρής” αποδείχτηκε ίση με 20 χιλιάδες τόνους εκρηκτικής ύλης. Ο ατσαλένιος πύργος εξατμίστηκε. Η άμμος ολόγυρα έπηξε σε μια πέτσα σαν γυαλί.
Ακόμα και ο ατάραχος Φέρμι ήταν τόσο συγκλονισμένος από ό,τι είδε, που στην επιστροφή στο Λος Άλαμος δεν μπορούσε να οδηγήσει το αυτοκίνητό του. Όταν ο Λόρενς άρχισε να βασανίζει τον Οπενχάιμερ με ερωτήσεις για το τι σκεφτόταν τη στιγμή της έκρηξης, ο δημιουργός της ατομικής βόμβας κοίταξε σκυθρωπά τον δημοσιογράφο και του απάγγειλε μερικές γραμμές από το ιερό ινδικό βιβλίο “Μαχαγκάβαντ γκίτα”:
Όταν η λάμψη χιλιάδων ήλιων
φέξει με μιας στον ουρανό,
ο άνθρωπος θα γίνει θάνατος,
απειλή για όλη τη Γη.
Την ίδια μέρα μέσα στο δείπνο μέσα σε βαριά σιωπή των συναδέλφων του, ο Κιστιακόφσκι είπε: “Είμαι βέβαιος ότι πριν από το τέλος του κόσμου, στο τελευταίο χιλιοστό του δευτερολέπτου της Γης, ο τελευταίος άνθρωπος θα δει αυτό που είδαμε και εμείς σήμερα”.
Αντίθετα, οι στρατιωτικοί καθοδηγητές του Σχεδίου Μανχάταν θριάμβευαν. Ο στρατηγός Λέσλι Γκρομπς και ο αναπληρωτής του στρατηγός Τόμας Φέρελ έγραψαν πρώτα-πρώτα δύο τηλεγραφήματα, που προορίζονταν να σταλούν στα αντίθετα πέρατα της γης. Το ένα έφυγε για το Σαν Φραντσίσκο. Ήταν η διαταγή στο καταδρομικό “Ιντιανάπολη” να μεταφέρει επειγόντως στο νησί Τινιάν γόμωση ουρανίου για το “Μωρό” -τη δεύτερη ατομική βόμβα, που την θανατηφόρα δύναμή της θα δοκίμαζαν πια οι κάτοικοι κάποιας ιαπωνικής πόλης. Το άλλο τηλεγράφημα στάλθηκε στον Τρούμαν στο Πότσνταμ.