Σε κατηγορούμενο μετά θάνατον μετέτρεψε το Βασίλη Μάγγο η ΕΛ.ΑΣ – Δε δίνουν το κινητό του στην οικογένεια
Παράλληλα, η αστυνομία ισχυρίζεται πως κατά την προσαγωγή του θανόντος χρησιμοποιήθηκε μόνο “η απολύτως αναγκαία βία”.
Ακόμα και νεκρό συνεχίζει να καταδιώκει το Βασίλη Μάγγο η ΕΛ.ΑΣ, αφού, όπως έγινε γνωστό μέσω της δικηγόρου Άννυς Παπαρούσου, από την εξέταση αντιγράφων των εγγράφων που δόθηκαν στην οικογένεια μετά από την αίτηση του πατέρα του, ο θανών έχει μετατραπεί σε κατηγορούμενο. Για το λόγο αυτό μάλιστα δε δόθηκε το κινητό του Βασίλη Μάγγου στους γονείς του, αφού χαρακτηρίστηκε ως πειστήριο.
Από τα ίδια έγγραφα προκύπτει ότι η ΕΛΑΣ υποστηρίζει πως κατά τη διάρκεια της προσαγωγής του νεκρού πια νέου πριν λίγους μήνες χρησιμοποιήθηκε η “απολύτως αναγκαία βία”. Υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για τον άγριο ξυλοδαρμό που είχε καταγραφεί σε βίντεο. Όσο για την αιτία της προσαγωγής του, αυτή αναφέρεται γενικά κι αόριστα ως “υπόνοιες διάπραξης εγκλήματος”. Αναλυτικά, στη δήλωσή της, η συνήγορος αναφέρει:
«Μετά την από 10/08/20 αίτηση του Ιωάννη Μάγγου προς τη Διεύθυνση Αστυνομίας Μαγνησίας με την οποία ζητούσε να λάβει γνώση των δεδομένων που ενδεχομένως σχετίζονται με το θάνατο του γιου του Βασίλειου, αλλά και την απόδοση στην οικογένειά του των αντικειμένων που κατασχέθηκαν από το σπίτι τους στις 13/07/20 -ημερομηνία θανάτου του Βασίλειου Μάγγου- μεταξύ των οποίων και το κινητό του τηλέφωνο, χορηγήθηκαν αντίγραφα εγγράφων που αποτελούν και την επίσημη απάντηση των αστυνομικών αρχών στα ερωτήματα που έθεσε. Από τη θεώρηση των εγγράφων αυτών, προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
Κατά του νεκρού Βασίλειου Μάγγου και την ίδια ημέρα του θανάτου του σχηματίστηκε δικογραφία για παράβαση του Ν. 4139/2013 (περί εξαρτησιογόνων ουσιών). Ειδικότερα, με το από 31/07/20 έγγραφό της η Εισαγγελία Βόλου χαρακτηρίζει τον νεκρό ως κατηγορούμενο και το κινητό του τηλέφωνο, το οποίο κατασχέθηκε από το σπίτι του και μετά τη διαπίστωση του θανάτου του, το χαρακτηρίζει ως πειστήριο σχετιζόμενο με τη δικογραφία. Καθώς στο ποινικό μας σύστημα δεν υπάρχει πρόβλεψη για άσκηση ποινικής δίωξης κατά των νεκρών, αφού η ιδιότητα του κατηγορουμένου προϋποθέτει ζων πρόσωπο, τίθεται το εύλογο ερώτημα γιατί οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές επέλεξαν αυτή την ευφάνταστη (και εκτός νομικής πραγματικότητας) κατασκευή.
Το γεγονός ότι το κατεσχημένο τηλέφωνο παραδόθηκε 17 ημέρες μετά το θάνατο του Βασίλειου Μάγγου στην Εισαγγελία Βόλου για να συσχετιστεί με την πρωτότυπη αυτή δικογραφία, θέτει ευθέως το ερώτημα: Τη διαλεύκανση ποιου εγκλήματος εξυπηρέτησε η κατάσχεση του τηλεφώνου, τη στιγμή που οι μικροποσότητες άγνωστων (κατά την καταγραφή τους) ουσιών που βρέθηκαν δίπλα στο νεκρό, δεν έχουν ακόμα αναλυθεί από το Χημείο του κράτους για να γνωρίζουμε αν εντάσσονται στο ρυθμιστικό πεδίο του Νόμου που τον φέρει κατηγορούμενο, αν και νεκρό.
Επιπλέον, το κινητό του τηλέφωνο δεν παραδόθηκε στην οικογένειά του διότι ο γιος τους, αν και νεκρός, κατηγορείται και η δικογραφία που έχει σχηματιστεί εναντίον του και μετά το θάνατό του, έχει πάρει το δρόμο της, μόνη και μοναδική μαζί με τις δικογραφίες κατά των ζώντων.
Εκτός όμως από την επίσημα διατυπωμένη κατηγορία που έχει απαγγελθεί κατά του Βασίλειου Μάγγου και τον βαραίνει ως νεκρό, υπάρχει και η άρρητη κατηγορία που τον βαραίνει ως ζωντανό. Αυτή διατυπώνεται στο αντίγραφο του από 14/06/20 Βιβλίου Αδικημάτων και Συμβάντων που αφορά την καταγραφή της προσαγωγής του στο Αστυνομικό Τμήμα και βεβαίως όχι και της βαριάς κακοποίησής του. Από αυτό λοιπόν το έγγραφο πληροφορηθήκαμε ότι η προσαγωγή του έγινε διότι η συμπεριφορά του κίνησε «υπόνοιες διάπραξης εγκλήματος» (το έγκλημα δεν προσδιορίζεται) «λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι αυτός είναι γνωστός από τη συνεχή δράση του σε διάφορες συλλογικότητες, αλλά και από τη γενικότερη εγκληματική συμπεριφορά του. Κατόπιν αυτών επιχειρήθηκε δέσμευσή του με χειροπέδες χρησιμοποιώντας την απολύτως αναγκαία βία..»
Η απλή αντιπαράθεση των καταγραφών αυτών με τα δεδομένα που θέτουν αφενός οι κανόνες της έννομης τάξης και αφετέρου τα οπτικά και πραγματικά τεκμήρια, αναδεικνύουν στην υπόθεση αυτή τις ακραίες παραβιάσεις των δικαιικών κανόνων από τη μεριά των αστυνομικών και δικαστικών αρχών και θέτουν τη βάση για τη διεκδίκηση της αλήθειας σε ό,τι αφορά τον θάνατο του Βασίλειου Μάγγου.»