Θέατρο τη Δευτέρα: «Υπόγειο» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι
Χρίστος Τσάγκας: «Για τον Ντοστογιέφσκι, ο φόβος να αγαπάς είναι ο φόβος να είσαι ελεύθερος»
Το «Υπόγειο» είναι από τα δημοφιλέστερα έργα του Ντοστογιέφσκι και προάγγελος όλων των έργων που ακολούθησαν. Αποτελεί την κρίσιμη καμπή γιατί προαναγγέλλει τις ηθικές, πολιτικές και κοινωνικές ιδέες με τις οποίες θα ασχοληθεί στο «Έγκλημα και Τιμωρία», στον «Ηλίθιο», στους «Αδελφούς Καραμαζόφ» και στους «Δαιμονισμένους».
Στο θέατρο ανέβηκε για πρώτη φορά παγκοσμίως, το 1998-99 στο θέατρο Κνωσσός από τον Χρίστο Τσάγκα, με τον σπουδαίο ηθοποιό στον κεντρικό ρόλο, σε σκηνοθεσία του ίδιου. Ανέβηκε επίσης για λίγες παραστάσεις στο θέατρο «Τζένη Καρέζη».
Το «Υπόγειο» του Ντοστογιέφσκι είναι από εκείνα τα έργα «που αρχίζουμε να διαβάζουμε στην εφηβεία μας και τα ξαναδιαβάζουμε ισόβια, μετρώντας την ωριμότητά μας. Γιατί ο ανώνυμος αντιήρωας του έργου εκπροσωπεί την πιο σκοτεινή ευφυία όλων μας. Αντλώντας δύναμη από την ορφάνια και την αγωνία του για τον άνθρωπο φέρει τον εαυτό του σε αντίθεση με το σύμπαν των ισορροπημένων ανθρώπων, για να συμπεράνει πως το υπόγειο φρούριό του είναι ασφαλέστερο από την υπερβολή της αγάπης. Για τον Ντοστογιέφσκι, ο φόβος να αγαπάς είναι ο φόβος να είσαι ελεύθερος» σημείωνε ο Χρίστος Τσάγκας.
Η απόδοση – θεατρική διασκευή είναι της Μάρως Βαμβουνάκη και τα σκηνικά – κοστούμια του Κώστα Γεωργίου. Συμμετέχει η Λαρίσα Σ. Βέργου.
Η Κατιούσα αγαπάει το θέατρο και προβάλλει κάθε Δευτέρα από τις σελίδες της μια σειρά από ξεχωριστά έργα που βρίσκονται «αποθηκευμένα» στο πλούσιο Αρχείο της ΕΡΤ.
Για πολλά χρόνια «Το θέατρο της Δευτέρας» που προβαλλόταν από την κρατική ΕΡΤ αποτελούσε μια όαση πολιτισμού στο άνυδρο τηλεοπτικό (και όχι μόνο) τοπίο της εποχής, που καθήλωνε κάθε βδομάδα μπροστά στους δέκτες τους χιλιάδες τηλεθεατές.
Οι μεγαλύτεροι συγγραφείς του κόσμου, αλλά και πολλοί νεότεροι, Έλληνες και ξένοι, έργα του κλασικού και νεότερου ρεπερτορίου, δοσμένα από σημαντικούς θεατράνθρωπους κι ερμηνευμένα από μερικούς από τους καλύτερους ηθοποιούς που γέννησε αυτός ο τόπος, πέρασαν από τις ασπρόμαυρες και στη συνέχεια έγχρωμες οθόνες των τηλεοράσεων κι έφεραν κοντά στο θέατρο έναν κόσμο που δεν του δινόταν άλλου τύπου κίνητρα (ούτε λόγος για την απαραίτητη παιδεία…), για να προσεγγίσει, να απολαύσει και ν’ αγαπήσει τη συγκεκριμένη μορφή τέχνης.