Αυτοί κι ο κ. Σαμαράς – Ζητάει και τα ρέστα η ΕφΣυν για το προκλητικό πρωτοσέλιδο – ξέπλυμα
Είναι αυτό που λέμε, άξιος ο μισθός τους.
“Add insult to injury” ή, όπως λέει ο θυμόσοφος λαός στα καθ’ημάς, “εκεί που μας χρωστούσανε, μας πήραν και το βόδι”. Κάπως έτσι αισθανθήκαμε όταν διαβάσαμε τη “διπλή” απάντηση της ΕφΣυν στις εύλογες και ποικίλες στην αφετηρία και το περιεχόμενό τους αντιδράσεις για το απαράδεκτο πρωτοσέλιδο περί “τείχους της δημοκρατίας”.
Το πρώτο “χτύπημα” ήρθε από κείμενο που υπογράφεται συλλογικά από την ΕφΣυν, με τον εύγλωττο τίτλο “Εμείς και ο κ. Σαμαράς“. Κι είναι αλήθεια πως, το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της κριτικής εστιάστηκε στην παρουσία του πρώην πρωθυπουργού, διευκολύνει αρκετά τη συντακτική ομάδα της εφημερίδας να παίξει σε ένα βολικό γι’ αυτή γήπεδο. Ακόμα και έτσι, το μόνο που καταφέρνει, είναι να εξοργίσει ακόμα και τον πιο “καλοπροαίρετο αναγνώστη”, από αυτούς που ένιωσαν “έκπληξη”, όπως αναγνωρίζει το σημείωμα, για να συνεχίσει αμέσως μετά με ένα ρεσιτάλ αυτοθυματοποίησης, όπου “οι συνήθεις ζηλόφθονες ανταγωνιστές μας θα έβρισκαν ακόμα μια ευκαιρία να μας συκοφαντήσουν”.
Ακολουθεί η αυτοηρωοποίηση, αφού η γενναία εφημερίδα “το γνώριζε” – ότι καραδοκούν φθονεροί συκοφάντες αλλά “αυτό δεν τους εμπόδισε να προχωρήσουν”. Κι όλα αυτά για το “τείχος της δημοκρατίας” ρε γαμώτο, για την προάσπιση του έωλου αστικού ιδεολογήματος περί “συνταγματικού τόξου”.
Εν συνεχεία, ακολουθεί νέος γύρος στεγνού καθαρίσματος του Αντώνη Σαμαρά, με το εξής διαμαντάκι, που αξίζει να παρατεθεί αυτούσιο και τα λέει όλα:
Είχε θέση σε αυτή την ομάδα πολιτικών ηγετών ο Αντώνης Σαμαράς; Μα βεβαίως είχε. Γιατί έτυχε να είναι αυτός πρωθυπουργός όταν ο κόμπος έφτασε στο χτένι και μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα ο αντιφασιστικός ξεσηκωμός υποχρέωσε την πολιτεία να πάρει θέση. Οι γέφυρες με την πολιτική συνεργασίας και υπόθαλψης της Χρυσής Αυγής μέσω Μπαλτάκου είχαν πλέον κοπεί.
Τέλος, το σημείωμα προβάλλει τη “σύμπλευση” “πολιτικών που κατά τα άλλα δεν θέλει να ακούει ο ένας για τον άλλο” ως ένα “μήνυμα στην ελληνική κοινωνία” και ως “δεν θα ξανασκεφτούν να υποτιμήσουν ή πολύ χειρότερα να αποδεχτούν για μικροκομματικούς λόγους τη ναζιστική απειλή”. Άλλο ένα ντροπιαστικό τσουβάλιασμα εντελώς ανόμοιων αντιδράσεων και στάσεων μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και αρχηγών όλα αυτά τα χρόνια. Όχι, κύριοι της ΕφΣυν δεν “υποτίμησαν”, πολλώ δε μάλλον δεν “αποδέχτηκαν” όλοι τη ναζιστική απειλή, άρα δεν έχουν και τίποτε να “ξανασκεφτούν”.
Ακόμα “καλύτερο” ήταν το δεύτερο χτύπημα, δια χειρός Δημήτρη Ψαρρά, ο οποίος, αξιοποιώντας τη δημοσιογραφική του ενασχόληση με τη ΧΑ και το ρόλο του στη δίκη της εγκληματικής οργάνωσης, με άκρως επιθετικό ύφος, επιχείρησε να μετατρέψει σε αντιπαράθεση επί προσωπικού την πολιτική κριτική που δέχτηκε η εφημερίδα του. Ξεκινώντας σκαιότατα να κάνει λόγο για “τρόφιμους των μέσων κοινωνικής δικτύωσης”, που “αρκέστηκε στην εικόνα του πρωτοσέλιδου”, για να προχωρήσει σε -θλιμμένο μπαγλαμαδάκι – “ένα πραγματικό λιντσάρισμα της εφημερίδας”. ο Ψαρράς αναλαμβάνει την πατρότητα του πρωτοσέλιδου. Ακολουθεί απόσπασμα βγαλμένο από ποτ-πουρί κοινωνικών δραμάτων του Φώσκολου με τον Ψαρρά ως άλλο Νίκο Κούρκουλο να ξεσπά:
Επειδή, λοιπόν, η ιδέα ήταν αποκλειστικά δική μου, σε μένα ανήκει απολύτως και η ευθύνη. Οσοι επομένως θέλουν να εκφράσουν τη δυσφορία, την αγανάκτηση ή και την καταγγελία τους, παρακαλώ πολύ να καταγγείλουν εμένα προσωπικά. Ας πουν ότι εγώ «τα πήρα» από τη λίστα Πέτσα για να υμνήσω τον Σαμαρά. Και ας φέρουν αυτά που οι ίδιοι έχουν γράψει για τον Σαμαρά να τα βάλουν δίπλα στα δικά μου, λ.χ. το ειδικό ένθετο «Η μακεδονική σαλάτα της Ν.Δ.» («Εφ.Συν.», 23.6.2018, με τον Γ. Μπασκάκη).
Οσο κι αν αυτό δεν είναι κατανοητό σε πολλούς, αυτή η εφημερίδα λειτουργεί με έναν συλλογικό τρόπο και στη συγκεκριμένη περίπτωση θεώρησε ότι μπορεί να έχω εγώ έναν παραπάνω λόγο, εξαιτίας της πολύχρονης ενασχόλησής μου με το ζήτημα του ναζισμού και της Χρυσής Αυγής. Αν υπάρχει λοιπόν «προδοσία», εγώ είμαι ο «προδότης». Σε μένα στρέψτε τα βέλη σας αγαπητοί αγανακτισμένοι αντιφασίστες και όχι στην «Εφ.Συν.».
Ακολουθεί μια απίστευτου θράσους λαθροχειρίας, όπου όχι μόνοι οι αντιδράσεις στηλιτεύονται ως “θεωρίες συνωμοσίας”, αλλά και – εμμέσως πλην σαφώς- εξισώνονται με τα όσα ισχυρίζονταν οι συνήγοροι της Χρυσής Αυγής τη διάρκεια της δίκης περί “διασυνδέσεων” Σαμαρά – Ψαρρά μέσω Χρύσανθου Λαζαρίδη, παλιό γνώριμο του δημοσιογράφου από τα χρόνια της Β’ Πανελλαδικής.
Ο Ψαρράς δεν παραλείπει να βάλει τη δική του πινελιά στο πολιτικό αναβάπτισμα του Α. Σαμαρά, με λίγο περισσότερες αποχρώσεις από το προηγούμενο σημείωμα, αλλά ουσιαστικά ίδιο επιμύθιο, ότι ουσιαστικά αν δεν υπήρχε η κυβέρνηση Σαμαρά δε θα γινόταν οι διώξεις για τη Χρυσή Αυγή. Εκτός κι αν εσείς καταλαβαίνετε κάτι άλλο από αυτή την παράγραφο:
Φοβάμαι, όμως, ότι θα στενοχωρήσω τους δυσφορούντες παλιούς και όψιμους αντιφασίστες. Πρέπει κανείς να έχει έρθει από άλλον πλανήτη, αν δεν γνωρίζει ότι η άσκηση των διώξεων για τη Χρυσή Αυγή επιτεύχθηκε επί κυβέρνησης Σαμαρά. Με την παράδοση από τον κ. Δένδια στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου 32 δικογραφιών που αφορούσαν τη δράση της οργάνωσης πραγματοποιήθηκε η προκαταρκτική εξέταση που οδήγησε στις συλλήψεις και εν συνεχεία στην κύρια ανάκριση και το παραπεμπτικό βούλευμα με τις βαριές κατηγορίες για τα μέλη και την ηγεσία της οργάνωσης. Ποιος δεν το ξέρει αυτό;
Ο δημοσιογράφος, δεν μπορεί παρά να ομολογήσει πως ο λόγος δεν ήταν “τα αντιναζιστικά της αντανακλαστικά”, αλλά οι τεράστιες αντιδράσεις μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Παρόλα αυτά, δεν παραλείπει να εντάξει το Σαμαρά στη χορεία των θανάσιμων εχθρών της ΧΑ, γράφοντας πως “Το μίσος της οργάνωσης προς τον Σαμαρά είναι απύθμενο, ακριβώς επειδή μέσω Μπαλτάκου τα στελέχη της είχαν στενή συνεργασία μ’ αυτόν έως τότε και θεωρούσαν ότι η ασυλία αυτή θα διατηρούνταν και μετά τη δολοφονία Φύσσα. Αλλά πού να το γνωρίζουν αυτό εκείνοι που δεν έχουν πατήσει το πόδι τους στην αίθουσα του δικαστηρίου;”.
Ακολούθως συνεχίζονται τα αναμασήματα για την πολιτική σημασία του σαββατιάτικου πρωτοσέλιδου, ωστόσο το πιο ζουμερό το αφήνει για το τελευταίο μέρος του άρθρου του ο Δ. Ψαρράς, όπου ουσιαστικά αποθεώνει τη σημασία των θεσμών του αστικού κράτους, ειδικότερα δε του -“εξαιρετικά συντηρητικού” όπως τον χαρακτηρίζει – θεσμού της δικαιοσύνης για τη συντριβή του φασισμού (αναιρώντας όσα είχε γράψει για τη σημασία των λαϊκών αντιδράσεων για τη σύλληψη των χρυσαυγιτών λίγες παραγράφους πριν). Το πετυχαίνει αυτό φτιάχνοντας ένα βολικό, όσο και κάλπικο ψευδοδίπολο μεταξύ των “θεσμών της δημοκρατίας” και “μαχητικών αντιφασιστικών ομάδων” που θα επιδίδονταν σε οδομαχίες με τη ΧΑ. Ανάμεσα σε αυτό το δίπολο, ξεπροβάλλει ως πυλώνας λογικής και σταθερότητας, η ίδια η ΕφΣυν, στην οποία, ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Ψαρράς αποδίδει την δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης μετά τη δολοφονία του Φύσσα, ως εξής:
Η πρώτη αντίδραση της κυβέρνησης Σαμαρά ήταν να καταφύγει την επομένη της δολοφονίας και πάλι στη θεωρία των «δύο άκρων», ενώ ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη ανήγγειλε την ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας για την επίλυση του θέματος. Η υπόθεση κινδύνευε να παραπεμφθεί στις καλένδες. Αμέσως αντιδράσαμε. Ηδη από το πρώτο φύλλο μετά τη δολοφονία, η «Εφ.Συν.» υπενθύμισε την πρόταση Αλιβιζάτου, σημειώνοντας ότι «Νόμος υπάρχει, κ. Δένδια» (19.9.2013). Η υπόδειξη έγινε αποδεκτή και είχαμε τη συνέχεια που όλοι γνωρίζουμε. Λυπάμαι, αλλά όσο κι αν δεν θέλουν να το θυμούνται οι χτεσινοί μας επικριτές, η μεγάλη δίκη υπήρξε αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, ανάμεσα στους οποίους μόνο αμελητέος δεν είναι ο ρόλος της «Εφ.Συν.».
Σαν να μας λέει δηλαδή ότι η εφημερίδα “έσυρε” την απρόθυμη κυβέρνηση Σαμαρά στο δρόμο της αρετής, γιατί η μετριοφροσύνη είναι για τους μέτριους ως γνωστόν.
Γράφει κι άλλα όμορφα το άρθρο, όπως τη γελοιοποίηση και τη διαστρέβλωση της “παλιάς καλής θεωρίας”, όπως την αποκαλεί ειρωνικά, πως οι φασιστικές οργανώσεις είναι “το μακρύ χέρι του συστήματος” “οπότε δεν έχει καμιά σημασία η αντιμετώπισή τους και πολύ λιγότερο η εξάρθρωσή τους, όσο παραμένουν στη θέση τους οι μηχανισμοί του αστικού κράτους”, ένα επιχείρημα – αχυράνθρωπος που τελικά βγάζει λάδι το ίδιο το σύστημα, άσχετα που ο Ψαρράς τάχα εμφανίζεται να συμφωνεί με τη ρήση του – πρώιμου – Χορκχάιμερ ότι “όποιος δε θέλει να μιλάει για τον καπιταλισμό, θα έπρεπε να σωπαίνει και για το φασισμό”.
Όλα αυτά για να καταλήξει τελικά ο δημοσιογράφος πως:
Το συμπέρασμά μου είναι ένα: είμαι περήφανος για το σαββατιάτικο πρωτοσέλιδό μας.
Και μεταξύ, γιατί να μην είναι, αφού το ρόλο του τον επιτέλεσε πανάξια και πολλαπλά. Μεταξύ άλλων γιατί όλη η συζήτηση επικεντρώθηκε στο Σαμαρά, αφήνοντας στο απυρόβλητο τον ουσιαστικά ακροδεξιό λόγο του Μητσοτάκη, τα ισαποστίτικα φληναφήματα της Φώφης – θυμίζουμε ότι η νεολαία ΚΙΝΑΛ καλούσε ακόμα και την ΟΝΝΕΔ σε συγκέντρωση έξω από το εφετείο την Τετάρτη, την επιχείρηση του Τσίπρα να προβληθεί ως αριστερή φωνή, όταν τα πεπραγμένα του κόμματός στου ζήτημα της ΧΑ μόνο άμεμπτα δεν είναι.
Είναι αυτό που λέμε, άξιος ο μισθός τους.
Και για να παραφράσουμε την κατακλείδα του κυρίου Ψαρρά, όσο κι αν φαντάζονται κάποιοι ότι το ναζισμό τον τσακίζουν οι δικαστές, την τελική λέξη την έχει πάντα ο λαός και το κίνημα, που φέρει και την ευθύνη για την τελική ετυμηγορία της ιστορίας.
(κεντρική φωτό Eurokinissi/Tατιάνα Μπόλαρη)