“Η ανθρώπινη δύναμη ίσως δεν έχει όρια όταν ο άνθρωπος διαπνέεται από μεγάλα ιδανικά” – Έφυγε από τη ζωή η Ελπίδα Μαλαγαρδή
Μέχρι το τέλος της ζωής της υπηρέτησε το Κόμμα της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ, από πολλές θέσεις ευθύνης, δίνοντας πάντα το «παρών» και δύναμη στους νεότερους συντρόφους.
Με μεγάλη θλίψη αποχαιρετά τη σ. Ελπίδα Μαλαγαρδή, η Τομεακή Επιτροπή Πειραιά του ΚΚΕ.
Η συντρόφισσα Ελπίδα Μαλαγαρδή (Μαλιοπούλου) γεννήθηκε το 1925 στον Πειραιά από οικογένεια δημοκρατική.
Από παιδί αγαπούσε τη γνώση. Μάθαινε από μουσική μέχρι φιλοσοφία. Με τον πόλεμο και την κατοχή δεν βρήκε άλλο δρόμο από το να έρθει σε επαφή με τις αντιστασιακές οργανώσεις της Κοκκινιάς. Οργανώθηκε γρήγορα σε μία διαφωτιστική ομάδα του ΕΑΜ, δακτυλογραφούσε προκηρύξεις και ανακοινώσεις σε ένα σπίτι στην οδό Π. Ράλλη, για να μοιραστούν τη νύχτα και να ενημερωθεί ο λαός για τη δράση της Αντίστασης. Στις 11/1/44 βρίσκεται στον Πειραιά για μία δουλειά την ώρα του βομβαρδισμού της πόλης από τους Εγγλέζους.
Το 1945 οργανώνεται στο ΚΚΕ. Σε νεαρή ηλικία ήταν σύνδεσμος της Κοκκινιάς με τις Κομματικές Οργανώσεις Πειραιά.
Το 1947 συλλαμβάνεται και στέλνεται στο έκτακτο στρατοδικείο με κατασκευασμένες ψευδείς κατηγορίες.
Οι κατηγορίες ήταν τόσο ανυπόστατες που χρειάστηκε να περάσει από τρία στρατοδικεία μέχρι να καταφέρουν να την καταδικάσουν σε ισόβια και να σταλεί στις φυλακές Αβέρωφ για να εκτίσει την ποινή της. Έμεινε εκεί από το Γενάρη του ’48 έως το τέλος του ’54. Από 22 έως 29 ετών έζησε εκεί με άλλες καταδικασμένες σε άθλιες συνθήκες που επιβάρυναν την υγεία της. Μέσα στη φυλακή διατήρησε υψηλό το φρόνημά της, έδειξε δύναμη, αντοχή και γενναιότητα. Με τις συγκρατούμενές της διάβαζαν, έκαναν κρυφά θέατρο, φρόντιζαν τα μικρά παιδιά και τις γερόντισσες. Η ίδια δίδασκε λογιστικά σε συγκρατούμενές της συναγωνίστριες. Οργάνωσε μαζί τους παρεμβάσεις για τη ματαίωση εκτελέσεων ανδρών και έστειλαν κρυφά υπόμνημα στον ΟΗΕ, απαιτώντας γενική πολιτική αμνηστία.
Το 1957 παντρεύεται το σύντροφο της ζωής της, Δημήτρη Μαλαγαρδή, μετέπειτα εμβληματικό δήμαρχο Κορυδαλλού και αποκτά μαζί του δύο παιδιά.
Την πρώτη μέρα του πραξικοπήματος, τον Απρίλη του ’67, συλλαμβάνεται με τη νυχτικιά της στην ταράτσα του σπιτιού της, ενώ έκαιγε κομματικό υλικό. Οι φασίστες που τη συνέλαβαν άφησαν μόνα τους δύο μικρά παιδιά 2 και 8 ετών. Οι κραυγές της «τα παιδιά μου, γείτονες προσέξτε τα παιδιά μου!» ακούστηκαν σε όλη τη γειτονιά. Κραυγή μάνας και αγωνίστριας που ταυτόχρονα με τον πόνο της, φρόντιζε να ενημερωθεί η γειτονιά για το τι συνέβαινε. Οδηγήθηκε στο γήπεδο της ΑΕΚ και από εκεί στο θανατονήσι της Γυάρου σε απάνθρωπες συνθήκες. Αποφυλακίστηκε μετά από 10 μήνες λόγω ανήλικων παιδιών.
Για 40 ολόκληρα χρόνια συμμετείχε ενεργά στο γυναικείο κίνημα. Από το 1965 συμμετείχε στο Σύλλογο Γυναικών Νίκαιας «Η στοργή της μητέρας» και αργότερα, μετά την επταετία υπήρξε ιδρυτικό μέλος του τοπικού Συλλόγου Γυναικών Κορυδαλλού που εντάχθηκε στη δύναμη της ΟΓΕ, που είχε ιδρυθεί το 1976. Από το 1999 ήταν εκλεγμένη στο διοικητικό συμβούλιο της ΟΓΕ και στη θέση του ταμία έως το 2005.
Υπήρξε όλα της τα χρόνια ενεργό μέλος του κινήματος Ειρήνης. Μέχρι το τέλος της ζωής της υπηρέτησε το Κόμμα της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ, από πολλές θέσεις ευθύνης, δίνοντας πάντα το «παρών» και δύναμη στους νεότερους συντρόφους. Οι δυσκολίες που έζησε μέσα από τη δράση της, όπως έλεγε η ίδια, της έμαθαν «ότι η ανθρώπινη δύναμη ίσως δεν έχει όρια όταν ο άνθρωπος διαπνέεται από μεγάλα ιδανικά», γιατί ένιωθε πως «η προσφορά στο λαϊκό κίνημα προσφέρει χαρές και συγκινήσεις μοναδικές».
Η ΤΕ Πειραιά και οι ΚΟ Κορυδαλλού του ΚΚΕ εκφράζουν τα θερμά τους συλλυπητήρια στα παιδιά της, Βιβή και Γιάννη, τα εγγόνια και τους οικείους της και μοιράζονται μαζί τους τη θλίψη της απώλειάς της, αλλά και την τιμή να έχουν ζήσει δίπλα της.
Πηγή 902.gr