Γ. Φαρσακίδης: Μνήμες πολέμου – Τα σκίτσα της Κατοχής

Ο εικαστικός – λογοτέχνης Γιώργος Φαρσακίδης, πολέμησε με τον ΕΛΑΣ τους καταχτητές, τραυματίστηκε στα δυο του χέρια κι έμεινε ανάπηρος. Στο έργο του έχει αποτυπώσει με ανεξίτηλα «χρώματα» τον ηρωισμό του λαού μας, το μεγαλείο των χιλιάδων κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών που πολέμησαν τον καταχτητή κι έταξαν τη ζωή τους στον αγώνα για μια πατρίδα λεύτερη, χωρίς εκμετάλλευση.

Ο εικαστικός – λογοτέχνης Γιώργος Φαρσακίδης, πολέμησε με τον ΕΛΑΣ τους καταχτητές, τραυματίστηκε στη μάχη στα δυο του χέρια κι έμεινε ανάπηρος. Επειδή είναι κομμουνιστής, διώχτηκε, φυλακίστηκε κι εξορίστηκε συνολικά 16,5 χρόνια από το μετεμφυλιακό κράτος. Στο εικαστικό αλλά και το λογοτεχνικό του έργο (έχει εκδώσει δεκάδες βιβλία) έχει αποτυπώσει με ανεξίτηλα «χρώματα» τον ηρωισμό του λαού μας, και το μεγαλείο των χιλιάδων κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών που πολέμησαν τον καταχτητή κι έταξαν τη ζωή τους στον αγώνα για μια πατρίδα λεύτερη και χωρίς εκμετάλλευση.

Τα σκίτσα και η μαρτυρία για την 28η του Οκτώβρη 1940, στο αφιέρωμα της Κατιούσα στην 28η Οκτώβρη, είναι από το βιβλίο του Γ. Φαρσακίδη «Αναζητώντας την Ιθάκη…Πορεία ζωής…» (Αθήνα 2013).

Το πρωί της 28ης του Οχτώβρη, ο γυμνασιάρχης μας, ο Ορέστης Σχοινάς, συγκινημένος θα μας ανακοινώσει την κήρυξη του πολέμου και την «προσωρινή» διακοπή των μαθημάτων. Και να που τώρα ο πόλεμος έχει βροντήξει και τη δική μας την πόρτα, αλλάζοντας ρυθμούς, τρόπους ζωής, προτεραιότητες. Το πρωινό της πρώτης μέρας κόσμος πολύς, ανήσυχος, βγήκε στους δρόμους.

Συζητάνε, ρωτάνε, διαβάζουν εφημερίδες… Και οι εφημερίδες γεμάτες με ανακοινώσεις και οδηγίες. Τα τραμ φεύγουνε για το κέντρο γεμάτα, από τη γέφυρα του Ντεπό περνούν καμιόνια με εφέδρους κι ο δρόμος αντηχεί από τραγούδια και ζήτω. Στις αλάνες της γειτονιάς μας έχουν ανοίξει ορύγματα και στη γωνία της Υψηλάντου σκάβουν καταφύγιο για πολλούς.

Γ. Φαρσακίδης: Μνήμες πολέμου - Τα σκίτσα της Κατοχής

Η αδελφή του Γ. Φαρσακίδη, Έλλη

Η αδελφή μου είναι Αδελφή Εθελόντρια Ερυθροσταυρίτισσα, δουλεύει στο χειρουργείο του Β΄ Στρατιωτικού Νοσοκομείου (Βίλα Αλατίνη), έρχεται κάθε βράδυ αργά, τσακισμένη στην κούραση, και μας μιλάει για τα κρυοπαγήματα και τα ποδάρια που κόψανε.

Με τις μέρες που κύλησαν, είχε μάθει ο κόσμος να φοβάται τις ασυννέφιαστες μέρες και το ουρλιαχτό της σειρήνας. Τις νύχτες η κυκλοφορία στους δρόμους επιτρέπεται μέχρι τις δέκα. Στους τοίχους αφίσες: «Προσοχή! και οι τοίχοι έχουν αυτιά». Κι έχουμε ακούσει πως έχουνε πιάσει τον Τρελογιάννη και τον Μιχάλη τον Αρχαίο σαν κατασκόπους. Παιδιά της παρέας είχαν πιάσει δουλειά στους Στρατιωτικούς Φούρνους. Είχα ζητήσει να δουλέψω κι εγώ αλλά, παρά τη μεσολάβηση της κυρίας Ζάννα, δεν με δέχτηκαν, γιατί δεν είχα ταυτότητα της ΕΟΝ (Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας) και δεν παρακολουθούσα τις συνεδριάσεις.

Από τις γελοιογραφίες της Κατοχής
(Οι μόνες γνωστές της κατοχικής περιόδου)

Γ. Φαρσακίδης: Μνήμες πολέμου - Τα σκίτσα της Κατοχής

1) «Τα δεσμά της… φιλίας». 2) «Αντάμα με τη Λεφτεριά…». 3) «Η πυραμίδα της… δόξας».

Τον τελευταίο χρόνο της Κατοχής, δουλεύοντας στους Γερμανικούς Φούρνους (εικαστικά αυτοδίδακτος), είχα φιλοτεχνήσει μια σειρά γελοιογραφίες σατιρίζοντας τις σχέσεις των Γερμανών με τους εργαζόμενους, αλλά και την επικαιρότητα των πολεμικών γεγονότων.

Γ. Φαρσακίδης: Μνήμες πολέμου - Τα σκίτσα της Κατοχής

Πάνω, από αριστερά: 1) «Η παράνομη λαγάνα». 2) «Εσύ κλέψει – κλέψει. Εγκώ ντείρει – ντείρει». 3) «Καλή Ανάσταση». Κάτω, από αριστερά: 1) Σταθερός αμυνώμεθα». 2) «Υπέρ πίστεως και πατρίδος». 3) «Στο έλεος της… Θείας Πρόνοιας».

Δεν ξέραμε ακόμα ότι οι «γραφικοί» ταγματασφαλίτες, που απεικονίζονται στην κάτω μεσαία γελοιογραφία, θα μεταμορφώνονταν σε λίγο σε στυγερούς δολοφόνους που θα ματοκύλιζαν την πόλη μας.

Γ. Φαρσακίδης: Μνήμες πολέμου - Τα σκίτσα της Κατοχής

1) «Ξουου… από τον ξένο λαχανόκηπο». 2) «ΕΛΑΣ, ο απελευθερωτής της Ελλάδος».

Κάποιες από τις γελοιογραφίες, τρυπημένες με καρφίτσα στο «στένσιλ» του πολύγραφου που λειτουργούσε στο σπίτι μας, βγαίνανε σε προκηρύξεις.

Γ. Φαρσακίδης: Μνήμες πολέμου - Τα σκίτσα της Κατοχής

1) «Ο δρόμος της επιστροφής και το βραδυπορούν υποζύγιον». 2) Ο διευθυντής της γερμανόφιλης εφημερίδας της Θεσσαλονίκης «Νέα Ευρώπη».

Κάποιες άλλες σε αντίγραφα, σε πολυσύχναστα σημεία της περιοχής του Ντεπό».

Γ.Φ.

Στα σπίτια κολλάνε στα τζάμια χαρτοταινίες, φροντίζουν για τη συσκότιση και τα απαραίτητα δοχεία με το νερό και την άμμο. Βομβαρδισμοί, χαρμόσυνες καμπάνες της νίκης, δέματα με πλεχτά για το μέτωπο και «Παναγίες» στα τζάμια, και ο κατάλογος των νεκρών και των τραυματιών μας που μεγαλώνει. Στα περιοδικά και στις εφημερίδες γελοιογραφίες των Ιταλών και του Μουσολίνι. Όμως τον Παπαθωμά, όταν είχε βρίσει τους φασίστες του Μουσολίνι, τον είχε απειλήσει ο ενωμοτάρχης Κουλούρης να τον ξαναστείλει εξορία. «Δεν είναι» του είπε, «εχθρός μας ο φασισμός, αλλά οι Ιταλοί, οι μισητοί μας εχθροί».

Το σχολείο του Αϊ-Λευτέρη έχει γίνει νοσοκομείο και πήγαμε να χαιρετίσουμε τους ηρωικούς τραυματίες μας. Μαζί τους και μερικοί αιχμάλωτοι Ιταλοί τραυματίες. Φιλικές αξύριστες φάτσες, να μην μπορείς να τους ξεχωρίσεις απ’ τους δικούς μας. Να μας λένε κάτι στη γλώσσα τους και να μας ζητάνε τσιγάρο. Και να είναι, αυτοί οι ταλαίπωροι, οι «μισητοί μας εχθροί»!

Ο μεγάλος βομβαρδισμός της Θεσσαλονίκης

Για την παρέα μας ο πόλεμος παραμένει ακόμα παιχνίδι και τη μέρα του μεγάλου βομβαρδισμού της Θεσσαλονίκης, με το ουρλιαχτό της σειρήνας, είχαμε ανέβει στην «τούμπα» της Υψηλάντου να κάνουμε χάζι. Κάποτε ακούστηκε βόμβος μακρινός που όλο ζύγωνε. Άστραψαν στον ήλιο ασημιά, πέντε, δέκα, δεκαπέντε φτερά. Φώναζε κι ένας που τα κοίταζε με τα κιάλια, «δικά μας…» και, πριν αποσώσει, βροντήξανε τα αντιαεροπορικά και γέμισε ο ουρανός λευκά συννεφάκια. Κάνανε ένα γύρο τα αεροπλάνα, στρίψανε προς το κέντρο της πόλης κι όσο να το καταλάβουμε, σηκώθηκε από κάτω, τούφες τούφες, ντουμάνι βαρύ κι είχε σκεπάσει την πόλη. Μέσα σε δευτερόλεπτα ήρθε κι ο αχός των εκρήξεων, τρομερός, και μας συγκλόνισε. Κι όλα εκεί, μπροστά στα μάτια μας, και να μη θέλεις να το πιστέψεις.

Γ. Φαρσακίδης: Μνήμες πολέμου - Τα σκίτσα της Κατοχής

Θεσσαλονίκη, 1944: Με τους αρτεργάτες στους Γερμανικούς Φούρνους

Με το πρώτο τραμ είχα κατέβει στο κέντρο της πόλης. Κοντά στην Αχειροποίητο οι πυροσβέστες παλεύουν με τις φωτιές, μια γυναικούλα αλαφιασμένη τραβολογάει δυο παιδάκια που κλαίνε… Τους νεκρούς και τους χτυπημένους τούς έχουν σηκώσει, όμως στους δρόμους είχα μετρήσει εφτά άλογα χτυπημένα. Κομμένοι λαιμοί, χυμένα εντόσθια. Στην πλατεία Αγίας Σοφίας ένα άλογο στέκεται όρθιο, ζεμένο στο κάρο του. Το ένα του πόδι κομμένο από ψηλά και το αίμα να τρέχει και να έχει κοκκινίσει το δρόμο. Στέκεται ασάλευτο και με κοιτάει με κείνα τα μάτια του όλο απορία και πόνο. Πιο κάτω ένα άλλο, με ανοιχτή την κοιλιά, μπερδεμένο στα χάμουρά του, σφαδάζοντας, κλοτσάει τον αέρα. Λέμε στο χωροφύλακα να το αποτελειώσει, να μην υποφέρει. Εκείνος αρνιέται, επικαλούμενος «έλλειψη οδηγιών», το κόστος της σφαίρας, που είναι του δημοσίου, και καταλογισμό ευθυνών.

Αποβραδίς έκανε ζέστη και όλη τη νύχτα να ασφυκτιώ και να στριφογυρνάω με εφιάλτες στο στρώμα. Μέσα σε κόκκινους δρόμους, από τις πόρτες, τα παραθύρια, τις μάντρες, να με κοιτάνε μ’ εκείνα τα μεγάλα αλογίσια τους μάτια. Μάτια ήρεμα, υγρά, πονεμένα, που μάταια εκλιπαρούν για βοήθεια. Τη μέρα εκείνης της πρώτης επιδρομής είχα ζήσει μια από τις πολλές, τις αποτρόπαιες εμπειρίες πολέμου!

Τα αεροπλάνα τους είχανε έρθει με ελληνικά σήματα στα φτερά τους. Και δυο μέρες μετά, μια φωτογραφία σ’ εφημερίδα: Ο «κόμης Τσιάνο», γαμπρός του Μουσολίνι, παίρνει μετάλλιο ανδρείας για την προχθεσινή τους επιδρομή! Μάθαμε ότι σε ένα αεροπλάνο υποδείκνυε τους στόχους, σαν γνώστης της πόλης μας, ο Μπρούνο, ο μαντράχαλος που πέρσι μου είχε ρίξει κλοτσιά, όταν είχα ανέβει στη μάντρα στου «Ιταλού τον μπαχτσέ» να πάρω την μπάλα μας.

Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην 28η Οκτώβρη

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: