Βρέφος χωρίς φάτνη
Μπορούμε να γίνουμε ένα μεγάλο κοπάδι σκυλιών που τα λένε του Αγίου Βερνάρδου, που θα σκάβουν στην παγωμάρα για να αναζωογονήσουν και τον τελευταίο που οι διαχειριστές του πόνου τον έχουν ξεγραμμένο. Και με κλεμμένο το κονιάκ αν χρειαστεί. Αυτά τα Χριστούγεννα, θα προτιμούσε τέτοια σκυλιά το κάθε βρέφος χωρίς φάτνη.
Η διαφορά μεταξύ ενός Γάλλου Μακρόν κι ενός Έλληνα εραστή δυτικών προαστίων είναι ασήμαντη ως προς τον ιό. Ο ιός είναι αταξικός! Δηλαδή κολλάνε και οι δύο. Γιατί ως γνωστόν η πάλη των τάξεων έχει προ πολλού καταργηθεί. Απλώς ξέρουμε όλοι ότι και οι δύο έχουν το ίδιο ελάττωμα. Δεν τηρούν τις κοινωνικές αποστάσεις!… Ατομικά ανεύθυνοι… τς τς τς. Πάμε τώρα στη θεραπεία και την αντιμετώπιση του ελληνογαλλικού ιολογικού προβλήματος, εκεί δηλαδή που εντοπίζονται οι όποιες διαφορές στο επίπεδο του καπιταλιστικού αφορισμού περί αγοράς. Δε διαφέρουν οι τάξεις και τα συμφέροντά τους. Διαφέρει η πολιτισμική συνείδηση, η ενσυναίσθηση, τα λεπτά αισθήματα, η φινέτσα τέλος πάντων, αλλά και η διαχείριση θυμού, η κατανάλωση φυσικού χυμού, η ριζοσπαστικότητα στην επιλογή συντρόφων και διασκέδασης, κι άλλα τέτοια περίτεχνα μπουρδολογήματα που ξεπλένουν τη βαρβαρότητα των πανδημικών ημερών.
Ούτε η υπέροχη ελληνική λέξη κλαυσίγελως ούτε εκείνη η σύνθετη και περιγραφική ιλαροτραγωδία αρκούν για να μπει κανείς στον προσομοιωτή της επικοινωνιακής ισοπεδωτικής πλύσης εγκεφάλου και να μη βγει, γνωρίζοντας ότι η ελληνική όσο και οι ομοειδείς της κυβερνήσεις θα λογοδοτήσουν αναπόφευκτα στην Ιστορία. Για την τραγωδία που ζούμε.
Οι πρόεδροι αυτοαπομονώνονται και συνεχίζουν να εργάζονται στις οθονάρες τους. Σ’ αυτές που μπορούν και να παρακολουθούν τους μπάτσους να τσακίζουν στο ξύλο τα πλήθη, ή αν αρρωστήσουν βαρύτερα να νοσηλευτούν πάραυτα. Να λάβουν δόση φαρμάκου, που κοστίζει όσο ένα ετήσιο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, κι ακόμα κι αν έχουν ογδονταρίσει να επανέρχονται κοτσονάτοι και φρεσκαρισμένοι στα καθήκοντα που τους έχουν αναθέσει οι δαρμένοι.
Απ’ την άλλη τώρα, οι …εραστές των κάθε δυτικών προαστίων, όπου πόλη κι όπου γης, όχι απλώς δεν μπορούν να κάνουν του κεφαλιού τους κατά τη ρήση του μεγάλου κυνηγού αγύριστων κεφαλιών με το χρυσό επίθετο, αλλά μπορούν και να διδαχθούν τη μοίρα τους αποτελεσματικά. Απομονώνονται βιαίως. Υποχρεώνονται να συνετιστούν πεθαίνοντας από ανεργία και πείνα πριν από τον κορονοϊό, ώστε και να προσφέρουν κάτι, ένα λίπασμα τέλος πάντων στη μηχανή του κράτους. Αναλύονται λεπτομερώς, από τους διανοούμενους της μεσημεριανής ζώνης, κοινωνιολογικώς από πλευράς συμπεριφοράς μαζών και μαθαίνουν πόσο ανεύθυνα σφίγγουν το βιομηχανικό και βιοτεχνικό ζωνάρι στο λαιμό της εύθραυστης κυρίας Ανάπτυξης, που βογκάει, φιλάσθενη καθώς είναι, από τα βασανιστήρια που της επιφυλάσσει η αόρατη κι ανώνυμη εργατική τάξη, που μονοπωλεί το μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων στην πανδημική μαρκίζα.
Σ’ αυτό το δεύτερο κύμα της πανδημίας, με το τρίτο να έπεται μετά βεβαιότητος, και μάλιστα με κακοκαιρία στο καταχείμωνο, για μια ακόμα φορά, σύντροφοι, ο τόπος μας σπαράζεται ανάμεσα στο είναι της πανδημίας και στο φαίνεσθαί της. Κι αυτός, κακά τα ψέματα, είναι ένας άθλιος εμφύλιος που αφήνει απίστευτα περιθώρια να περνάνε σωρηδόν μέτρα και νομοθετήματα που ξεθεμελιώνουν την εργασία, την Παιδεία, την Υγεία, τη ζωή, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον των ανθρώπων ως πολιτικών ζώων. Μετατρέπονται σε συνωμοσιολόγους, ενσωματωμένους δοσίλογους, διαπρύσιους κήρυκες της άγνοιας, άνθρωποι δίπλα μας που τους ξέρουμε, συνομιλητές, επιστήμονες, εργάτες, καθώς ο πανικός αναμειγνύεται με την υπερπληροφόρηση περί του αγνώστου, σ’ ένα εκρηκτικό μείγμα που τινάζει στον αέρα την περίφημη Επόμενη Μέρα. Πουλιέται σαν ελπίδα, εκείνος ο κατ’ εξοχήν νομικός όρος, επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση. Αν δεν πιάσει, πλασάρεται μαζί με το εμβόλιο και την τεχνολογική καινοτομική εξέλιξη ένας απροσδιόριστος θαυμαστός καινούριος κόσμος, στον οποίο θα έχουν θέση μόνον όσοι επιζήσουν, κι επειδή υπάκουσαν.
Κι εδώ είναι που χρειαζόμαστε, κυριολεκτικά εδώ και τώρα, να πιστέψουμε πως δεν προτείνουμε λύση. Είμαστε η λύση. Με διαδικασίες κοψίματος του γόρδιου δεσμού της δυστοπίας. Ας πούμε, για παράδειγμα, πως πρέπει να συμπτύξουμε άμεσα, οργανωμένα και καθοδηγημένα, ομάδες συστράτευσης που να μελετάνε επιστημονικά, να καταγράφουν και να παρατηρούν ανιδιοτελώς, να βρουν και με φόβο και με κόπο και με πάθος, επί τόπου, είτε πριν είτε μετά τις χιονοστιβάδες του θανάτου ανθρώπων, ιδεών πρακτικών και πολιτικής σκέψης που μας πλακώνουν. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να το πω, οπότε ας το πάρω απάνω μου εικονογραφημένα: Μπορούμε να γίνουμε ένα μεγάλο κοπάδι σκυλιών που τα λένε του Αγίου Βερνάρδου, που θα σκάβουν στην παγωμάρα για να αναζωογονήσουν και τον τελευταίο που οι διαχειριστές του πόνου τον έχουν ξεγραμμένο. Και με κλεμμένο το κονιάκ αν χρειαστεί. Αυτά τα Χριστούγεννα θα προτιμούσε τέτοια σκυλιά το κάθε βρέφος χωρίς φάτνη.
Καλές γιορτές.
Σημείωση: Το άρθρο της Λιάνας Κανέλλη αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου 19-20/12/2020