Αντρέ Βεντούρα – Ποιος είναι ο Πορτογάλος “Τζήμερος” που θέλει να “ξεριζώσει το μαρξισμό” από τη χώρα
Ο Βεντούρα και το κόμμα του αυτοπροσδιορίζονται ως “οικονομικά φιλελεύθεροι, εθνικιστές πολιτιστικά και συντηρητικοί σε θέματα ηθών”. Στην πραγματικότητα, το CHEGA αποτελεί μια ακόμα τοπική εκδοχή του “νέου προσώπου” της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς, με νεοφιλελεύθερη οικονομική ατζέντα, σκληρή ρητορική στο μεταναστευτικό, “αντισυστημικές” κορώνες και παράλληλη άρνηση της πραγματικής ιδεολογικής της ταυτότητας.
Μπορεί ο Αντρέ Βεντούρα να παραιτήθηκε από την ηγεσία του κόμματός του, όπως είχε δεσμευτεί να κάνει αν έπαιρνε μικρότερο ποσοστό στις προεδρικές εκλογές της Πορτογαλίας από την κεντροαριστερή υποψήφια Άνα Γκόμες, ωστόσο με 500.000 ψήφους και ποσοστό 11,9%, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος της πορτογαλικής ακροδεξιάς. Για την ακρίβεια, είναι ο πολιτικός που έβαλε ξανά στον πολιτικό χάρτη την ακροδεξιά στην ακρινή χώρα της Ιβηρικής, τερματίζοντας την “ανοσία” της στο συγκεκριμένο χώρο μετά την επανάσταση των γαριφάλων και το τέλος της δικτατορίας του Σαλαζάρ.
Ο Αντρέ Βεντούρα προέρχεται από μικροαστική οικογένεια της Σίντρα, ενός προαστίου της Λισαβώνας και ως βαθιά θρησκευόμενος καθολικός, ως νεαρός επιθυμούσε να γίνει παπάς, εγκαταλείποντας το θεολογικό σεμινάριο λόγω έρωτα. Στη συνέχεια σπούδασε νομική στη Λισαβών και το Κορκ της Ιρλανδίας. Δίδαξε ως λέκτορας σε πανεπιστήμια της Λισαβώνας από το 2013 ως το 2018, ενώ είναι και διορισμένος στην Εφορία, με άδεια άνευ αποδοχών από το 2014. Επιπλέον για έξι χρόνια, από το 2014 ως και το 2020 υπήρξε αθλητικός σχολιαστής σε ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό.
Ξεκίνησε την ενεργό πολιτική δράση τον Απρίλη του 2017, όταν επελέγη από το κεντροδεξιό “Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα” στις δημοτικές εκλογές του Λόουρες, όπου ηττήθηκε από τον υποψήφιο του ΚΚ Πορτογαλίας. Στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Βεντούρα προκάλεσε σάλο με τις δηλώσεις του για τους τσιγγάνους της περιφέρειας, κάνοντας λόγο για “υπερβολική ανοχή” σε ορισμένες εθνοτικές μειονότητας, λέγοντας πως η τσιγγανική εθνότητα “καταλαμβάνει παράνομα χώρους και κανείς δεν κάνει οτιδήποτε”, προσθέτοντας πως τέτοιες κοινότητες, “έχουν πρόβλημα ένταξης” και πως “η πλειονότητα δε θέλει να ενταχθεί”. H ρητορική μίσους αποτέλεσε σταθερό σημείο της πολιτικής σταδιοδρομίας του Βεντούρα έκτοτε, καθώς μετά το ξέσπασμα της πανδημίας πρότεινε “στοχευμένο λοκντάουν” αποκλειστικά στην κοινότητα των τσιγγάνων, λόγος για τον οποίο ήρθε ζωντανά σε σύγκρουση με το διάσημο ποδοσφαιριστή Ρικάρντο Καρέσμα, που χαρακτήρισε την πρόταση “λαϊκίστικο ρατσισμό”, οδηγώντας σε απόλυση του Βεντούρα από το δίκτυο CMTV όπου εργαζόταν ως αθλητικός σχολιαστής. Τον περασμένο Νοέμβρη και Δεκέμβρη, ο Βεντούρα καταδικάστηκε διαδοχικά σε πρόστιμα συνολικά ύψους 3500 ευρώ, τα οποία δήλωσε προκλητικά πως δε θα πληρώσει, γιατί “περιορίζουν την ελευθερία της έκφρασης ενός πολίτη, βουλευτή του έθνους και πολιτικού ηγέτη”.
Μετά από τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Ορλάντο των ΗΠΑ και τη Νίκαια της Γαλλίας το 2017, ο Βεντούρα επιδόθηκε σε ισλαμοφοβική και μισαλλόδοξη ρητορική. λέγοντας πως “αυτού του τύπου η τρομοκρατία”, “μας υποχρεώνει να δούμε με άλλο μάτι τις ισλαμικές κοινότητες της Ευρώπης”, απαιτώντας “μια δραστική μείωση της ισλαμικής παρουσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση”. Το 2018, μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στο Στρασβούργο, επανήλθε σε ανάλογο ύφος, μιλώντας για την Ευρώπη που “θα πνιγεί στο αίμα από τη φονταμενταλιστική τρομοκρατία” και το “πρόβλημα της μαζικής παρουσίας μουσουλμάνων στην Ευρώπη”.
Στις 9 Απρίλη 2019 έκανε το επόμενο βήμα, ιδρύοντας το πολιτικό κόμμα “CHEGA” (Φτάνει), συμμετέχοντας χωρίς επιτυχία στις ευρωεκλογές του ίδιου χρόνου, ωστόσο κατόρθωσε να εκλεγεί ο ίδιος βουλευτής Λισαβώνας στις βουλευτικές που έγιναν λίγους μήνες μετά, αποσπώντας 1,29% των ψήφων. Το περιθωριακό αυτό ποσοστό δεν μπορούσε να κρύψει το γεγονός πως για πρώτη φορά μετά από 45 χρόνια ακροδεξιός βουλευτής κατακτούσε έδρα στην εθνοσυνέλευση της Πορτογαλίας.
Ο Βεντούρα και το κόμμα του αυτοπροσδιορίζονται ως “οικονομικά φιλελεύθεροι, εθνικιστές πολιτιστικά και συντηρητικοί σε θέματα ηθών”. Στην πραγματικότητα, το CHEGA αποτελεί μια ακόμα τοπική εκδοχή του “νέου προσώπου” της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς, με νεοφιλελεύθερη οικονομική ατζέντα, σκληρή ρητορική στο μεταναστευτικό, “αντισυστημικές” κορώνες και παράλληλη άρνηση της πραγματικής ιδεολογικής της ταυτότητας. Ενδεικτικό είναι ότι τον Ιούνιο του 2020 διοργάνωσε συγκέντρωση οπαδών του με το σύνθημα “Η Πορτογαλία δεν είναι ρατσιστική”, αρνούμενος πως κάνει “επίδειξη λευκής υπεροχής”, στον απόηχο της εγχώριας εκδοχής του κινήματος Black Lives Matter, με αφορμή τη δολοφονία του αφρικανικής καταγωγής ηθοποιού Μπρούνου Καντέ. Παρότι το κίνητρο φυλετικού μίσους ταυτοποιήθηκε στο συγκεκριμένο έγκλημα, ο Βεντούρα προσπάθησε να υποβαθμίσει το πρόβλημα των διακρίσεων, προβάλλοντας ταυτόχρονα ένα δήθεν “αντιρατσιστικό” προσωπείο.
Λόγω του αγωνιστικού παρελθόντος και των ιστορικών παρακατηθηκών της Πορτογαλίας, ο Βεντούρα δίνει ιδιαίτερη έμφαση και στις αντικομμουνιστικές επιθέσεις. Ο ίδιος και το κόμμα του προβάλουν το ισχύον σύνταγμα της Πορτογαλίας ως αποτέλεσμα “στρατιωτικής επιβολής”, εννοώντας την Επανάσταση των Γαριφάλων, με “μαρξιστικό και μαρξίζοντα” προσανατολισμό, που πρέπει να εκριζωθεί από τον καταστατικό χάρτη της χώρας. Γι’ αυτό και η πρότασή τους είναι να υποβληθεί σε δημοψήφισμα η συνέχιση ή μη του υπάρχοντος συντάγματος ή ακόμα καλύτερα, να αλλάξει το πολιτικό σύστημα και να γίνει προεδρικό, από προεδρευόμενο, αλλά με σημαντικές εξουσίες στον πρόεδρο της δημοκρατίας, όπως πχ. η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Στα οικονομικά το CHEGA στηρίζει ακραία νεοφιλελεύθερες προτάσεις, ζητώντας να τερματιστεί η δημόσια εμπλοκή στους τομείς της υγείας και της παιδείας, υποστηρίζοντας πως “δεν ανήκει στο κράτος ή παραγωγή ή η διάθεση αγαθών και υπηρεσιών, είτε υπηρεσιών εκπαίδευσης είτε υγείας”, ενώ το ίδιο υποστηρίζει και για “τα ΜΜΕ και τα Μέσα Μεταφοράς”. Επιπλέον, ζητά να αφαιρεθούν οι αμβλώσεις και οι εγχειρήσεις αλλαγής φύλου από τον κατάλογο των επεμβάσεων που καλύπτουν τα ασφαλιστικά ταμεία, δηλαδή οι ενδιαφερόμενοι να πληρώνουν από την τσέπη τους. Πρόσφατα βέβαια, μετά την κατακραυγή, ο ίδιος ο Βεντούρα δήλωσε πως “Το Chega και ο πρόεδρος του θα παραμείνουν πάντοτε στο πλευρό υπερασπιζόμενοι το Εθνικό Σύστημα Υγείας και το δημόσιο σχολείο”. “
Οι ακροδεξιές θέσεις του κόμματος αντικατοπτρίζονται και στις προτάσεις του για αναμόρφωση του Ποινικού Κώδικα, που θα περιλαμβάνει χημικό ευνουχισμό για τα σεξουαλικά εγκλήματα και ισόβια χωρίς δυνατότητα μείωσης ποινής, αλλά και την απάλειψη της κατηγορίας των “εγκλημάτων μίσους” από τον ΠΚ. Παράλληλα ζητά οι καταδικασθέντες για τρομοκρατία, αλλά και όλοι οι κρατούμενοι μετανάστες χωρίς χαρτιά, να μη λαμβάνουν κανενός είδους επίδομα ή στήριξη μέσα στη φυλακή.
Ειδικότερα δε στο θέμα της μετανάστευσης, το κόμμα ζητά “ενίσχυση των συνόρων”, με πλήρη “ανθρώπινο και υλικό εξοπλισμό” αστυνομίας και στρατού για την παρεμπόδιση της εισόδου μεταναστών.
Πρόσφατα ο Βεντούρα, στις 8 Γενάρη 2021, συμμετείχε σε διάσκεψη με τη Μαρίν Λεπέν, όπου πρόβαλε την ιδέα μιας Ευρώπης “χριστιανικό πολιτισμό και ταυτότητα, ενάντια στην ανεξέλεγκτη μετανάστευση”, κατηγορώντας μεγάλο μέρος των μεταναστών της Ευρώπης πως απλά “θέλουν να επωφεληθούν από το οικονομικό σύστημα και την κοινωνική ασφάλιση δίχως να αποδέχονται οποιαδήποτε μορφή ενσωμάτωσης”.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας για το προεδρικό αξίωμα, ο Βεντούρα πρόβαλε το προφίλ του “αντισυστημικού πολιτικού”, που “δε φοβάται το σύστημα” και αντικατοπτρίζει την “κοινή λογική”. Αν και προς το παρόν δεν υιοθετεί τις ψεκασμένες ακρότητες άλλων ομοϊδεατών του στο θέμα της πανδημίας, υιοθετώντας τη χρήση μασκών στις συγκεντρώσεις του, χαρακτηρίζει τα μέτρα περιορισμού του κορονοϊού ως “κατάσταση χάους σε ένα κράτος χάους, που καταστρέφει τη ζωή των πολιτών χωρίς σχέδιο”.
Ο Βεντούρα δε δίστασε και να επιδοθεί σε ένα σεξιστικό παραλήρημα, κατά της συνυποψήφιάς του Μαρίζα Ματίας, λέγοντας πως “δεν τα πάει καλά από εμφάνιση, από παρουσία. Έτσι με αυτά τα πολύ κόκκινα χείλη σαν να ήταν κάτι για να παίξεις μαζί της”. Η εξοργιστική δήλωση προκάλεσε τεράστιες αντιδράσεις, όπως και ένα κύμα συμπαράστασης στη Ματίας, με δημόσια πρόσωπα να εμφανίζονται στα σόσιαλ με τα χείλη τους βαμμένα κόκκινα.
Σε μια προσπάθεια επικοινωνιακής αντεπίθεσης, ο Βεντούρα αξιοποίησε μικροεπεισόδια στη διάρκεια συγκεντρώσεών του, προσπαθώντας να παρουσιαστεί ως θύμα βίας και “λιθοβολισμού”, ενώ αργότερα αποκαλύφθηκε ότι κάποιος από το πλήθος του πέταξε ένα κουτί με τσίχλες.
Μετά την εκλογική του επίδοση, ο Βεντούρα, παρά την παραίτησή του, εμφανίστηκε ως θριαμβευτής. λέγοντας πως “δε θα ξαναϋπάρξει κυβέρνηση στην Πορτογαλία” χωρίς εμάς. Ιδιαίτερα κόμπασε για την επικράτησή του επί του Πορτογαλικού ΚΚ, ιδιαίτερα στον περιοχή του Αλεντέζου, παραδοσιακό προπύργιο των κομμουνιστών, όπου ο Βεντούρα ξεπέρασε σε ψήφους τον υποψήφιο του PCP. Με αυτή την αφορμή, ο Βεντούρα απείλησε πως “θα ξεριζώσουμε την ακροαριστερά στην Πορτογαλία”.
Η ραγδαία άνοδος της μέχρι πρότινος ανύπαρκτης κομματικά ακροδεξιάς, που μέσα σε ενάμιση χρόνο ύπαρξη δεκαπλασίασε τα ποσοστά της, υπενθυμίζει για μια ακόμα φορά πως οι λογικές “να μην έρθει η δεξιά”, που υπαγόρευσαν και την ψήφο ανοχής του ΚΚΠ στη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση Κόστα μετά το 2015, καταλήγουν τελικά πολύ συχνά στην ενίσχυση της ακροδεξιάς, που τις μάσκες της με τον καιρό αλλάζει, αλλά ποτέ το μίσος της για τον άνθρωπο.