Παραλίγο ο Χίτλερ να μη γινόταν Ναζί…
Δε χρειάζεται να τονίσουμε πως η συνειδητή παράβλεψη όλου του κοινωνικοοικονομικού πλαισίου που επέτρεψε την άνοδο του ναζισμού, ο υπερτονισμός μιας συγκυριακής ένταξης στον έναν κι όχι στον άλλο πολιτικό σχηματισμό ίδιου προσαναταλισμού, ταυτόχρονα με το ξέπλυμα των “ευπρεπών” εκδοχών της βαϊμαρικής ακροδεξιάς καταλήγει ουσιαστικά σε εξωραϊσμό του φασισμού.
Η άγρα χτυπημάτων, γνωστότερη ως clickbaiting δεν είναι φαινόμενο άγνωστο ακόμα και στα σοβαρότερα, υποτίθεται, μέσα. Έτσι λοιπόν χτες το πρωί στην ιστοσελίδα της DIE WELT έπεσα πάνω σε άρθρο με τον τίτλο “Παραλίγο ο Χίτλερ να μη γινόταν ναζί“. Ο τίτλος δεν είναι απλώς και μόνο παραπλανητικός, αυτή για την ακρίβεια είναι μάλλον η αθωότερη πτυχή ενός κειμένου στο οποίο εμμέσως πλην σαφώς ο ναζισμός ανάγεται, έτι μία φορά, σε προσωπική υπόθεση ενός και μόνο ατόμου.
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, αφορμή του άρθρου αποτελεί η έκδοση σε λίγες μέρες της αγγλόφωνης έκδοσης του βιβλίου του Γερμανού καθηγητή εργαζόμενου στο Πανεπιστήμιο του Aberdeen στη Σκωτία, Thomas Weber, με τίτλο Becoming Hitler: The making of a nazi. Οι θέσεις του συγγραφέα δε θα μας απασχολήσουν εδώ, στο βαθμό που δεν απηχούν εκείνες του αρθρογράφου, κάτι μη σαφές από το παρόν κείμενο, ενδεικτικά ωστόσο να πούμε ότι σε συνέντευξή του στην ίδια εφημερίδα σχετικά με τη γερμανόφωνη έκδοση είχε δηλώσει μεταξύ άλλων το εξής καταπληκτικό: “Αν πχ. στη Βαυαρία μετά τον Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο είχε επέλθει ένας εκδημοκρατισμός, βασιζόμενος σε σταδιακή εξέλιξη, κι όχι επαναστατική ανατροπή (σ.σ αναφέρεται στη βραχύβια και πνιγμένη στο αίμα απόπειρα εγκαθίδρυσης της λεγόμενης Δημοκρατίας των Εργατικών συμβουλίων στο Μόναχο τον Απρίλη του 1919), ο Χίτλερ δε θα έβρισκε καν το πεδίο, το οποίο επέτρεψε την ανάδειξη του.”
Το νέο στοιχείο της αγγλόφωνης έκδοσης είναι η συμπερίληψη μιας επιστολής του 74χρονου τότε πρώην τυπογράφου κι εκδότη Georg Grassinger, παλαιότερα προέδρου του ακροδεξιού κι αντισημιτικού κόμματος DSP (Γερμανικό σοσιαλιστικό κόμμα), στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ιστορίας του Μονάχου το 1961, στην οποία αναφέρει ότι το φθινόπωρο του 1919 εμφανίστηκε στα γραφεία της κομματικής εφημερίδας ο Αδόλφος Χίτλερ, που παλιότερα είχε δανειστεί χρήματα από τον Grassinger, για να ζητήσει δουλειά στο έντυπο ή αξιοποίηση εντός του κόμματος, αιτήματα που απορρίφθηκαν αμφότερα. Όπως είναι γνωστό, ο Χίτλερ προσχώρησε περίπου την ίδια περίοδο στο επίσης ακροδεξιό DAP (Γερμανικό Εργατικό κόμμα) το οποίο τον επόμενο χρόνο μετέτρεψε στο Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα, και το 1921, υποσκελίζοντας τον παλαιό του ηγέτη, Anton Drexler, ανέλαβε την αρχηγία και απέσπασε τον τίτλο του Φύρερ.
Στο άρθρο λοιπόν προβάλλεται ο εξής ισχυρισμός: Εφόσον το DSP είχε πιο επαγγελματική ηγεσία (sic) και επιτυχημένα στον επαγγελματικό στίβο στελέχη (sic) δε θα ανέχονταν τόσο εύκολα να τους ποδηγετήσει ο Χίτλερ, σε αντίθεση με τον Dexler, ο οποίος τον είχε παρακαλέσει προσωπικά να ενταχθεί στο κόμμα του. Χωρίς να αποκλείει ότι το” ρητορικό ταλέντο” του Χίτλερ θα τον βοηθούσε να αναλάβει κάποια στιγμή την ηγεσία και του DSP, αυτό δε θα κυλούσε τόσο ομαλά, όσο έγινε μέσω του DAP. Οποιοσδήποτε συνειρμός με την καθ’ ημάς ρητορική περί “σοβαρής” ακροδεξιάς ή ΧΑ, αναγκαιότητα που αμαυρώνεται από το “κακό ποιόν” της παρούσας, υπόδικης ηγεσίας, είναι μάλλον αποτελέσμα… κακής προαίρεσης του αναγνώστη.
Ωστόσο η “λαμπρή συλλογιστική” του αρθρογράφου, ο οποίος δε διστάζει μάλιστα να μαλώσει σύσσωμους τους ως τώρα βιογράφους του Χίτλερ που δεν είχαν δώσει προσοχή στο εν λόγω αρχειακό τεκμήριο, έχει και συνέχεια. Σύμφωνα με τη λογική του, όχι μόνο εξηγεί η απόρριψη του Χίτλερ από το Grassinger την πεισματική του άρνηση να δεχθεί αργότερα την ενσωμάτωση του DSP στο ναζιστικό κόμμα, ισχυρισμός εξάλλου που ψυχολογικά φαίνεται εύλογος, αλλά προσθέτει ότι η διαμάχη σχετικά με την ενσωμάτωση ή μη του σχηματισμού αυτού αποτέλεσε την πρώτη έκφραση της νοοτροπίας του “όλα ή τίποτε”, η επιτυχία της οποίας εκφράζεται και στην ως τέλος εμμονή του να μη διαπραγματευτεί με τους συμμάχους την άνοιξη του 1945.
Δεν ήξερα αν όντως ο αρθρογράφος πίστευε στα σοβαρά ότι η γερμανική συνθηκολόγηση (ή μήπως κι ο ίδιος ο πόλεμος) θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν ο Χίτλερ είχε ενταχθεί στην ακροδεξιά των “επιτυχημένων επαγγελματιών” του Grassinger. Βεβαιώθηκα σύντομα ωστόσο από την προσωπική απάντηση του συντάκτη Johann Althaus στα σχόλια, στην εύλογη απορία αναγνώστη αν θεωρεί πραγματικά ότι χωρίς τον Χίτλερ θα είχε αποφευχθεί το Άουσβιτς. Πέραν πάσης αμφιβολίας λοιπόν, θεωρεί ότι χωρίς το Χίτλερ δε θα υπήρχε Άουσβιτς και Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, αλλά ένα “αντιδραστικό και μετριοπαθώς (sic) αντισημιτικό καθεστώς αλά Ιταλία, ίσως κι ένας πόλεμος εκδίκησης κατά της Πολωνίας” (σιγά το πράγμα, θα προσθέταμε εμείς, αλλά ο συντάκτης μάλλον συγκρατήθηκε για λόγους πολιτικής ορθότητας).
Δε χρειάζεται να τονίσουμε πως η συνειδητή παράβλεψη όλου του κοινωνικοοικονομικού πλαισίου που επέτρεψε την άνοδο του ναζισμού, ο υπερτονισμός μιας συγκυριακής ένταξης στον έναν κι όχι στον άλλο πολιτικό σχηματισμό ίδιου προσαναταλισμού, ταυτόχρονα με το ξέπλυμα των “ευπρεπών” εκδοχών της βαϊμαρικής ακροδεξιάς καταλήγει ουσιαστικά σε εξωραϊσμό του φασισμού -ο αρθρογράφος με τα περί “μετριοπαθούς αντισημιτισμού” του Μουσολίνι δεν αφήνει τίποτε στη φαντασία εξάλλου. Μπορούμε να κλείσουμε με την ιλαρή, όσο και ανησυχητική για το ιδεολογικό κλίμα στη Γερμανία (και δυστυχώς όχι μόνον εκεί) διαπίστωση ενός άλλου αναγνώστη, πως τα προβλήματα του γερμανικού έθνους ξεκίνησαν με το θάνατο του Γουλιέλμου Ι το 1888. Ένας “μετριοπαθής” Κάιζερ να μας σώσει…
Δύσκολες Νύχτες