Bella Ciao
Ήταν κάποτε μια ωραία ομάδα, μια πρωταθλήτρια κόσμου, που έβγαζε φινέτσα, ακόμα και όταν έπαιζε άμυνα και δεν υπέκυπτε σε κανέναν αντίπαλο. Και τώρα την αποχαιρετήσαμε. Ciao, bella…
Ο χτεσινός αποκλεισμός της Ιταλίας από το Μουντιάλ της Ρωσίας γυρνάει την Ιταλία εξήντα χρόνια πίσω, αφού η τελευταία φορά που έμεινε εκτός τελικής φάσης ήταν το 1958. Και είναι μάλλον το μεγαλύτερο κάζο της Σκουάντρα Ατζούρα, μετά την ήττα της και τον αποκλεισμό της από την ηρωική Β. Κορέα, στο Μουντιάλ του 66′. Μόνο που το πισωγύρισμα -στο πρόσφατο ένδοξο παρελθόν- για αυτή, τη σημερινή Ιταλία, θα ήταν μάλλον ευχής έργο.
Το 2006 η Ιταλία του Λίπι στέφθηκε πρωταθλήτρια κόσμου στα γήπεδα της Γερμανίας, νικώντας στον ημιτελικό τους διοργανωτές και στον τελικό, στα πέναλτι, τη Γαλλία του Ζιντάν, στον τελευταίο του αγώνα, με την περιβόητη κουτουλιά του στο Ματεράτσι. Τουλάχιστον αυτός είχε ως τελευταίο αγώνα έναν τελικό κι όχι έναν προκριματικό, χωρίς αύριο…
Μπορεί εκείνη η ομάδα να μην είχε ένα αδιαμφισβήτητο ηγέτη ή κάποιο αστέρι από το πάνω-πάνω ράφι των κορυφαίων (Κακά, Ροναλντίνιο, Μέσι, Ρονάλντο), είχε όμως μεγάλες προσωπικότητες στον πάγκο (τον Πολ Νιούμαν όπως λένε το Λίπι στην Ιταλία) και στο γήπεδο. Τον Μπουφόν, τον Καναβάρο, το Νέστα, το δίδυμο Γκρόσο-Τζαμπρότα στα πλάγια, τον Γκατούζο, τον Ντελ Πιέρο, το Λούκα Τόνι, τον Τόττι, τον Ιντζάγκι… Ακόμα και το Ματεράτσι που κέρδισε την κουτουλιά του Ζιντάν κι ήταν ο πραγματικός MVP του τελικού. Είχε επίσης μια ενδεκάδα διαφορετικούς σκόρερ, από τους οποίους κανείς δεν έβαλε δεύτερο γκολ, έδειξαν όμως μια ανεπανάληπτη πολυφωνία, σε μια αποθέωση του συνόλου.
Η συνέχεια ήταν μια παρακμή, που ούτε καν γλυκιά δεν μπορεί να θεωρηθεί. Το 2010 στη Ν. Αφρική, η απερχόμενη πρωταθλήτρια κόσμου κατάφερε να αποκλειστεί ως τελευταία από τον όμιλό της. Τέσσερα χρόνια αργότερα, πέρασε μόνο τους Άγγλους στον όμιλο, αλλά είδε την πλάτη της ταπεινής Κόστα-Ρίκα και τα δόντια του Λουίς Σουάρες, που δάγκωνε κυριολεκτικά και μεταφορικά μες στο γήπεδο.
Υπάρχουν και χειρότερα, μα θα στα πω αργότερα…
Αυτή τη φορά, η Ιταλία δεν έφτασε καν στην τελική φάση για να αποκλειστεί από τους ομίλους και τα κατάφερε από την προκριματική φάση. Στον προκριματικό όμιλο, η ποιότητα της Ισπανίας ήταν πολύ υψηλό εμπόδιο για να πάρει η Ιταλία την πρώτη θέση και την απευθείας πρόκριση. Υπήρχε όμως και η ελπίδα των μπαράζ με τους Σουηδούς, που είχαν σκαρώσει κάποτε μεγάλο χουνέρι στους Ιταλούς, με το διαβόητο “μπισκότο” (στημένο παιχνίδι) που έστησαν με τους Δανούς κάποτε -στο EURO του 04′.
Αλλά αυτή τη φορά ερχόταν κάτι ακόμα χειρότερο. Και το ακόμα χειρότερο είναι πως οι Σουηδοί πήραν μια καθαρά ιταλική, επαγγελματική πρόκριση, κρατώντας το μηδέν σε δύο αγώνες και υπερασπιζόμενοι μια ιταλική νίκη, με 1-0, από τον πρώτο αγώνα, με τείχος μπροστά από την εστία τους. Και με γκολ ενός ρολίστα, του Γιόχανσον της ΑΕΚ που τραυματίστηκε στη ρεβάνς.
Η Ιταλία δε δικαιούται να πει καν το… τρικουπικό “ανθ’ ημών Γουλιμής”, γιατί έμοιαζε κι η ίδια με ομάδα της σειράς. Το βάρος της φανέλας προσμετράται μόνο όταν υπάρχουν παίκτες ικανοί να το σηκώσουν, αλλιώς γίνεται βαρίδιο και γυρίζει μπούμερανγκ. Ο αποκλεισμός μπορεί να εκπλήξει μόνο όσους σκέφτονται με τέτοιους όρους, τη φανέλα, την ιστορία, και όχι όσους έβλεπαν την πραγματική αξία της Ιταλίας στο γήπεδο. Εκεί όπου θύμιζε σκιά του παλιού, καλού εαυτού της. Ήταν κάποτε μια ωραία ομάδα, μια πρωταθλήτρια κόσμου, που έβγαζε φινέτσα, ακόμα και όταν έπαιζε άμυνα και δεν υπέκυπτε σε κανέναν αντίπαλο. Και τώρα την αποχαιρετήσαμε. Ciao, bella…
Το μόνο πολύ μεγάλο όνομα που θα μπορούσε να σταθεί στο ύψος της ποδοσφαιρικής κληρονομιάς της Σκουάντρα Ατζούρα, ήταν ο Μπουφόν, ο συνδετικός κρίκος με το ένδοξο πρόσφατο παρελθόν. Ο οποίος φτάνει αισίως τα 40 και διανύει την τελευταία χρονιά της μεγάλης καριέρας του, αλλά όχι όπως το ‘χε φανταστεί, σε ένα Μουντιάλ, έστω και με μια κουτουλιά, όπως ο Ζιντάν. Κι ίσως χωρίς το απωθημένο του, την κούπα του Τσου-Λου με τα μεγάλα αυτιά -αν και έχει φέτος μια τελευταία ευκαιρία με τη Γιουβέντους.
Έχει πάντως τον παγκόσμιο σεβασμό της φίλαθλης κοινής γνώμης, μαζί όμως και τη χλεύη όσων δεν ξεχνάνε τις πολιτικές του ιδέες και το ανοιχτό φλερτ του με τους φασίστες οπαδούς.
Όσο για τη Σκουάντρα Ατζούρα, πατάει επανεκκίνηση ενώ βυθίζεται σε ενδοσκόπηση για τα αίτια της αποτυχίας. Εκτός κι αν τους παρηγορεί ότι έμειναν έξω κι άλλες μεγάλες ομάδες, όπως η Ολλανδία, οι ΗΠΑ και… η Ελλάδα.
Σε γενικές γραμμές, η εθνική ακολουθεί την κατηφόρα των ιταλικών συλλόγων. Αλλά κι αυτό είναι κάπως σχετικό, γιατί οι Ιταλοί τα πήγαιναν καλά σε εθνικό επίπεδο, όταν είχαν κάτι να αποδείξουν, βυθισμένοι σε κάποια κρίση, όπως το σκάνδαλο Καλτσιόπολις το 06′ ή το σκάνδαλο με τα στημένα παιχνίδια της δεκαετίας του 80′, πριν από την κατάκτηση του Μουντιάλ της Ισπανίας, το 82’.
Σε κάθε περίπτωση, ίσως αυτός ο αποκλεισμός να ήταν το καμπανάκι για να αντιδράσουν. Και μπορεί αυτός να μην είναι ένας οριστικός αποχαιρετισμός τύπου “αντίο”, αλλά “αριβεντέρτσι”, κάτι σαν επανιδείν…