Μα φυσικά και νοιάζομαι
Μπορεί να μας τρομάζει που ένα ολόκληρο σύστημα στον 21ο αιώνα ενισχύει με τις «ευλογίες» του απάνθρωπες συμπεριφορές στο βωμό του χρήματος εξευτελίζοντας την ανθρώπινη ύπαρξη, όπως στο γηροκομείο στα Χανιά, όμως συμβαίνει, είναι εδώ και είναι η πραγματικότητα και όπως έλεγε ο Μπρέχτ, «μονάχα η πραγματικότητα μπορεί να μας μάθει πώς την πραγματικότητα να αλλάξουμε»…
Σχετικά με τις καταγγελίες που βγαίνουν στο φως και αφορούν στο γηροκομείο των Χανίων μόνο θλίψη, ντροπή και αγανάκτηση μπορεί να νιώσει κάποιος, ειδικότερα αν έχει βρεθεί ποτέ ο ίδιος στην δυσάρεστη θέση να χρειαστεί να παραπέμψει σε αντίστοιχη δομή κάποιον πολύ δικό του άνθρωπο.
Είναι κοινά αποδεκτό ότι δημόσιες δομές και υπηρεσίες, κέντρα ημέρας, γηροκομεία, λέσχες φίλιας και ΚΑΠΗ είτε υπολειτουργούν είτε είναι υποστελεχωμένες με πολλές ελλείψεις και τεράστια κενά. Προβλήματα που απορρέουν από τη στιγμή που μεγάλο μέρος της φροντίδας της τρίτης ηλικίας έχει παραχωρηθεί στον ιδιωτικό τομέα με απόρροια όχι μόνο να παραγκωνίζεται άρδην ο δημόσιος χαρακτήρας των μονάδων αυτών αλλά και να αλλοιώνεται σκοπίμως.
Για όποιον δεν έχει παρακολουθήσει την υπόθεση, αξίζει να αναφερθεί ότι μετά από παραγγελία της Εισαγγελίας Πρωτοδικών της πόλης, οι αστυνομικές αρχές ξεκίνησαν να διερευνούν την πληθώρα καταγγελιών σχετικά με τις συνθήκες μαζικών θανάτων (73 στο σύνολο τους) τροφίμων του ιδρύματος, που προήλθαν από πρώην εργαζόμενους της δομής και στη συνέχεια και από τους ίδιους τους συγγενείς που δικοί τους άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη διάρκεια της παραμονής τους εκεί. Τα αδικήματα που διερευνώνται αφορούν τη σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, την ανθρωποκτονία με δόλο, δια παράλειψης και κατά συρροή, όπως και πιθανά άλλα αδικήματα.
Οι καταθέσεις των υπαλλήλων είναι σαφείς και αναδεικνύουν τη ζοφερή πραγματικότητα στις μονάδες αυτές: άθλιες συνθήκες διαβίωσης, απουσία περίθαλψης, υποσιτισμός, φαρμακευτική καταστολή, ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό καθώς και καταναγκαστικό δέσιμο πολλών τροφίμων στα κρεβάτια τους. Ακόμη μια μαρτυρία που προκαλεί αποτροπιασμό αφορά σε θάνατο τροφίμου που αποδόθηκε σε ανακοπή ενώ οφειλόταν σε κάταγμα κεφαλής μετά από πτώση.
Διερευνάται ακόμη και η πιθανότητα να υπήρξαν ακόμη και σκόπιμοι θάνατοι τροφίμων που δεν είχαν άμεσους κληρονόμους. Υπάρχει άλλωστε μαρτυρία που μιλά για ύποπτες μεταβιβάσεις ακινήτων. Συγκεκριμένα συγγενής ηλικιωμένης, που απεβίωσε στο γηροκομείο των Χανίων κατήγγειλε πως της «άρπαξαν» την περιουσία, ενώ η γυναίκα είχε άνοια, καθώς είχε περάσει δύο εγκεφαλικά.
Μάλιστα, προκειμένου να μην βγουν στο φως οι εν λόγω συνθήκες διαβίωσης, με το πέπλο της διασφάλισης της υγείας και της ψυχικής ηρεμίας των ηλικιωμένων αποθαρρύνονταν σε μεγάλο βαθμό οι επισκέψεις στο χώρο της εν λόγω δομής.
Αναμενόμενη από την πλευρά της ιδιοκτήτριας η διάψευση όλων αυτών των καταγγελιών, τις οποίες αποδίδει εξαρχής στον «εκβιασμό» δύο πρώην εργαζομένων της δομής.
Αν αναρωτιέστε ακόμη τι σας θυμίζουν όλα τα παραπάνω, ίσως να σας θυμίζουν εκείνη την ταινία «I Care a Lot» («Μα Φυσικά και Νοιάζομαι») του Τζέι Μπλέικσον που περιγράφει την ηρωίδα(Μάρλα) ως εκμεταλλεύτρια (εύπορων) ατόμων της τρίτης ηλικίας με απώτερο στόχο την οικονομική της ανέλιξη. Συνοπτικά, η Μάρλα έχει στήσει μια «φάμπρικα» απάτης πάνω σε άτομα της τρίτης ηλικίας (φιλοξενούνται φαινομενικά σε υπερπολυτελή οίκο ευγηρίας χωρίς να τους επιτρέπεται να δέχονται επισκέψεις από κανέναν) τα οποία ως επί των πλείστων δεν έχουν κανένα υποστηρικτικό δίκτυο, έτσι η ίδια φροντίζει να γίνει δικαστική συμπαραστάτρια και «νόμιμη κηδεμόνας» τους, να αναλάβει εξολοκλήρου τη φροντίδα τους μέχρι να οδηγηθούν στην τελευταία τους κατοικία και μετέπειτα να υφαρπάξει τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Κι αν η πλοκή της ταινίας εξελίσσεται με μήλον της έριδος μία ζάμπλουτη γηραιά κυρία, αφού η Μάρλα απευθύνεται σε «ακριβούς πελάτες», μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο πιο ευάλωτες στην εκμετάλλευση μπορεί να είναι οι περιπτώσεις ηλικιωμένων με μηδαμινούς ή ελάχιστους πόρους (μία σύνταξη, ένα μικρό σπίτι κ.λπ.) που είναι είτε μόνοι είτε εγκαταλειμμένοι από το συγγενικό περιβάλλον, ώστε η αναγκαία φροντίδα γι’ αυτούς, να μετατρέπεται σε εμπορική ευκαιρία κέρδους για μία ιδιωτική μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων, κάνοντας το κλισέ «οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική και ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα» να ωχριά μπροστά στη σκληρή αλήθεια.
Μπορεί τα όσα περιγράφονται παραπάνω να προκαλούν αγανάκτηση, ωστόσο δεν είναι η πρώτη φορά που μέσα στα χρόνια μπαίνουν στο «στόχαστρο» μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων. Μόλις το 2020 αν ψάξει κανείς στα ειδησεογραφικά μέσα θα δει ότι στην επικράτεια λειτουργούν 300 Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων, που αποτελούν μόνιμη στέγη για 14.034 πολίτες τρίτης ηλικίας. Ενώ παγκοσμίως, οι οίκοι ευγηρίας έχουν μετατραπεί σε «κόκκινες ζώνες» εξαιτίας της ευαίσθητης πληθυσμιακής ομάδας που περιθάλπουν, στη χώρα μας ένας στους πέντε λειτουργεί χωρίς να έχει λάβει επίσημη άδεια.
Αν συνεχίσει να ψάχνει κανείς στα ειδησεογραφικά μέσα θα βρει καταγγελίες εργαζομένων και συνοδών τροφίμων που αφορούν στο γηροκομείο Αθηνών, μιλούν για πλημμελή νοσηλεία, λεκτικό εκφοβισμό, προσβλητικές και απαξιωτικές συμπεριφορές, έλλειψη φροντίδας, παραμέληση ενοίκων, απουσία μέριμνας για ορθή λήψη φαρμακευτικής αγωγής, άθλιες συνθήκες διαβίωσης ακόμα και για χορήγηση ληγμένων φαρμάκων.
Το όχι και τόσο μακρινό 2004, είδε το φως της δημοσιότητας πόρισμα του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας-Πρόνοιας αναφορικά με το ενδεχόμενο διενέργειας παράνομων δοκιμών φαρμάκων σε ηλικιωμένους στο Γηροκομείο Αθηνών χωρίς τη συγκατάθεσή τους.
Παρότι υπάρχουν αυτές οι μελανές σελίδες, δεν θα μπορούσε μέσα σε όλη αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα να μην αναφερθεί κάποιος και σε εκείνα τα φωτεινά παραδείγματα υπηρεσιών και ανθρώπων που στέκονται καθημερινά δίπλα στο ηλικιωμένο άτομο το οποίο βιώνει έντονα τη μοναξιά και την κοινωνική απομόνωση. Υπάρχει πληθώρα δομών και μονάδων φροντίδας ηλικιωμένων που υλοποιούν δράσεις και προγράμματα με γνώμονα και σεβασμό στην ανθρώπινη υπόσταση, παρέχουν συμβουλευτική υποστήριξη στους ίδιους τους συγγενείς και τους φροντιστές τους, δημιουργούν προγράμματα φιλίας, προγράμματα υποστήριξης και ενημέρωσης ασθενών καθώς και προγράμματα εστιασμένα στην ανακουφιστική φροντίδα. Ναι, όσο και να φαίνεται περίεργο σε κάποιους υπάρχουν εκεί έξω ακόμη επαγγελματίες υγείας και άνθρωποι που παλεύουν, διεκδικούν και μεριμνούν για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των ατόμων της τρίτης ηλικίας, το σεβασμό της ιδιωτικής τους ζωής, της αξιοπρέπειάς τους αλλά και τον απόλυτο σεβασμό της μοναδικότητάς τους.
Επομένως, στην ερώτηση «νοιάζεσαι άραγε για μένα;» η απάντηση θα είναι είτε σαρκαστική με ένα ελαφρύ μειδίαμα στα χείλη και ένα άκρως ειρωνικό βλέμμα με μεγάλη δόση εμπαιγμού είτε «βαθιά» ανθρώπινη, ειλικρινής και ανιδιοτελής: Μα φυσικά και νοιάζομαι….
Το ζήτημα είναι ποιο περιεχόμενο θέλουμε να έχει αυτή η απάντηση. Μπορεί η αλήθεια να είναι σκληρή. Κάποιες φορές ωμή και αδίστακτη. Μπορεί να μας τρομάζει που ένα ολόκληρο σύστημα στον 21ο αιώνα ενισχύει με τις «ευλογίες» του απάνθρωπες συμπεριφορές στο βωμό του χρήματος εξευτελίζοντας την ανθρώπινη ύπαρξη όμως συμβαίνει, είναι εδώ και είναι η πραγματικότητα και όπως έλεγε ο Μπρέχτ, «μονάχα η πραγματικότητα μπορεί να μας μάθει πώς την πραγματικότητα να αλλάξουμε»…