Το εργατικό νομοσχέδιο στην πράξη – Γιατί η ζωή είναι διαφορετική όταν την ζεις
Τα στάδια μιας ιστορίας βγαλμένης από τη ζωή και από το μέλλον που μας ετοιμάζουν.
*Του Βασίλη Αρχιμανδρίτη, δικηγόρου
Μέλη του ΔΣ ενός επιχειρησιακού σωματείο του κλάδου των τηλεπικοινωνιών με επισκέπτονται στο γραφείο μου να συζητήσουμε σχετικά με το εργατικό νομοσχέδιο.
Αρχίζουμε να συζητάμε.
Με ενημερώνουν ότι ο εργοδότης πρότεινε στο επιχειρησιακό τους σωματείο να υπογράψουν σύμβαση διευθέτησης εργάσιμου χρόνου. Το σωματείο αρνήθηκε απαιτώντας να εφαρμοστεί η οκτάωρη ημερήσια απασχόληση. Μάλιστα του πρότειναν να υπογράψουν συλλογική σύμβαση που να κατοχυρώνει την επτάωρη απασχόληση, επειδή η τεχνολογική πρόοδος έχει αυξήσει την παραγωγικότητα της εργασίας. Ο εργοδότης αρνείται. Και τι κάνει; Καλεί ατομικά τους εργαζόμενους στο γραφείο του προϊσταμένου του HR και τους ενημερώνει ότι θα εργάζονται «εθελοντικά» 2, ώρες παραπάνω την ημέρα, από Δευτέρα έως Πέμπτη. Φυσικά τους ενημερώνει ότι δεν θα πληρωθούν επιπλέον, αλλά θα πάρουν, ένα ρεπό την Παρασκευή, για να μαζέψουν ελιές ή να δουν τα παιδιά τους, όπως ορίζει ο νόμος και όπως συμβούλευσε και ο Υπουργός.
Ορισμένοι βρήκαν το θάρρος και τους απάντησαν ότι δεν έχουν ελιές και ότι τα παιδιά τους είναι σχολείο τις Παρασκευές, άρα γιατί να υπογράψουν διευθέτηση; Σε αυτούς που αντιμίλησαν είπε ότι θα εργάζονται και Κυριακή γιατί πλέον είναι νόμιμο να εργάζονται, και στον δικό τους κλάδο Κυριακές. Άλλωστε, όπως είπε ο εργοδότης, η προηγούμενη κυβέρνηση, η «χρήσιμη», έδειξε το δρόμο για την απελευθέρωση της εργασίας και καλά έκανε για να μην τεμπελιάζουν οι εργαζόμενοι. Κάτι είπε και για την νέα ρύθμιση της ψηφιακής κάρτας εργασίας και να μην διανοηθούν να την «χτυπήσουν» μετά το πέρας του οκταώρου. Βέβαια αυτό δεν αλλάζει κάτι για τους εργαζόμενους, γιατί έτσι και αλλιώς και σήμερα, την κάρτα τους την χτυπάνε ακριβώς στο δηλωμένο ωράριο, άσχετα αν δουλεύουν περισσότερες ώρες την ημέρα.
Η Σωτηρία, μέλος του ΔΣ του σωματείου, διαμαρτυρήθηκε έντονα για την εκβιαστική «πρόταση του εργοδότη» και κάλεσε τους εργαζόμενους να ενημερώσουν και να οργανωθούν στο σωματείο. Δίχως περαιτέρω σχόλια και ενημέρωση από τον εργοδότη, την επόμενη ημέρα, απολύθηκε εκδικητικά για παραδειγματισμό. Άλλωστε ο νέος νόμος κατήργησε την επιτροπή του άρθρου 15 του συνδικαλιστικού νόμου και οι εργοδότες απολύουν πιο εύκολα τα συνδικαλιστικά στελέχη, ενώ μειώθηκε ακόμα και ο αριθμός αυτών που προστατεύονται από το νόμο.
Το σωματείο και η Σωτηρία μου ζητούν να καταθέσω αγωγή άκυρης απόλυσης και επαναπρόσληψής της. Αφού ξεροκατάπιαν με τα, απολύτως αναγκαία, έξοδα για την κατάθεση και συζήτηση της αγωγής, τους εξήγησα ότι ο εργοδότης θα επικαλεστεί οικονομικούς λόγους και λόγους εργασιακής απόδοσης ή συμπεριφοράς για τη απόλυσή της – όχι φυσικά τη συνδικαλιστική δράση και τη διεκδικητική της στάση – και θα αιτηθεί στο δικαστήριο, αντί για την επαναπρόσληψη της Σωτηρίας, την επιδίκαση υπέρ αυτής πρόσθετης αποζημίωσης, όπως έχει τη δυνατότητα με το νέο νόμο. Άρα και να δικαιωθεί, είναι πιθανό να μην γυρίσει ξανά στην εργασία της.
Μου λένε ότι θα συγκαλέσουν ΓΣ για να προκηρύξουν απεργία σχετικά με την «εθελοντική» διευθέτηση που επιβάλλει το αφεντικό και την απόλυση της Σωτηρίας. «Ωχ» τους απαντάω; «Τι έγινε πάλι;» αναρωτιούνται.
Ακούστε λοιπόν.
Πρώτο στάδιο:
Αρχικά, πρέπει να εγγραφεί το σωματείο σας σε ένα Μητρώο, το Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕ.ΜΗ.Σ.Ο.Ε.), το οποίο τηρείται ψηφιακά στο Υπουργείο Εργασίας. Το Υπουργείο πλέον, θα ελέγχει τα πάντα. Αν δεν το κάνετε, τότε δεν θα έχετε δικαίωμα να προστατεύσετε τα συνδικαλιστικά σας στελέχη από την απόλυση, όπως τη Σωτηρία, ενώ επίσης δεν θα έχετε δικαίωμα να υπογράψετε συλλογική σύμβαση εργασίας. Στο μέλλον, όπως αρχικά κατατέθηκε στο νομοσχέδιο, είναι πιθανόν να μην μπορείτε να προκηρύξετε ούτε απεργία.
Δεύτερο στάδιο: Αφού λοιπόν εγγραφείτε στο Μητρώο, πρέπει να τροποποιήσετε το καταστατικό σας, όπως ορίζει ο νέος νόμος, έτσι ώστε να προβλέπεται η δυνατότητα συμμετοχής των μελών σας στη γενική συνέλευση, όχι μόνο ως φυσική παρουσία, αλλά και εξ αποστάσεως, δηλαδή με τρόπο που να περιλαμβάνει την ηλεκτρονική, διαδικτυακή ή δικτυακή, σύνδεσή του, με όρους που διασφαλίζουν, όπως λέει ο νόμος, τη διαφάνεια και τη μυστικότητα.
Τρίτο στάδιο: αφού τροποποιήσετε το καταστατικό, σας σύμφωνα με τα παραπάνω, τότε πρέπει να οργανώσετε τη ΓΣ και τη δυνατότητα της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας. Μάλιστα, να γνωρίζετε ότι, όσον αφορά την απεργία απαγορεύεται η λήψη απόφασης κήρυξης, χωρίς την παροχή πραγματικής δυνατότητας εξ αποστάσεως συμμετοχής και ψήφου στη Γενική Συνέλευση σε όποιο μέλος το επιθυμεί. Θυμίζω ότι ισχύει ακόμα η διάταξη που ψήφισε η προηγούμενη Κυβέρνηση, η «χρήσιμη» όπως λέει ο εργοδότης σας, σχετικά με τη λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας, όπου απαιτείται η ψήφος τουλάχιστον του 1/2 των οικονομικώς τακτοποιημένων μελών. Μην αναρωτιέστε αν στις εκλογές οι κυβερνήσεις, τα περιφερειακά και δημοτικά συμβούλια εκλέγονται με πλειοψηφίες ακόμα και 35%, η δημοκρατική βούληση του νομοθέτη, μόνο όσον αφορά το δικαίωμα στην απεργία, έχει άλλη βαρύτητα…
Τέταρτο στάδιο: αφού ξεπεραστεί και το παραπάνω, φτάνουμε στην ίδια τη ΓΣ και την ψηφοφορία. Αντιλαμβάνομαι ότι ΓΣ δεκάδων εργαζομένων, οι μισοί με φυσική παρουσία και οι άλλοι μισοί μέσω τηλεδιάσκεψης, δεν επιτρέπει την εποικοδομητική ανταλλαγή απόψεων, το διάλογο, τη ζύμωση ιδεών και τη συναπόφαση, αλλά αυτός είναι ο νόμος, duralexsedlex (σκληρός νόμος, αλλά νόμος). Οι εργαζόμενοι με ενημερώνουν ότι δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα. «Κουραφέξαλα ‘’διαφάνεια και μυστικότητα’’ γράφει ο νόμος» φωνάζουν. «Αφού ξέρουμε από τώρα πως ο εργοδότης και οι προϊστάμενοί μας θα είναι πάνω από το κεφάλι μας όταν ψηφίζουμε ή θα λένε σε συναδέλφους να ψηφίζουν από το γραφείο του προσωπάρχη ο ένας μετά τον άλλο.»
Εκεί σώπασα. Η ζωή ξεπερνάει τη νομοθετική κατοχύρωση μιας, τυπικής στη διατύπωση, ανούσιας στην πράξη, διάταξης.
Πέμπτο στάδιο: αφού ξεπεραστεί και το εμπόδιο της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας και της μη νόθευσης της ψήφου με τον έλεγχο και την επιβολή της βούλησης του εργοδότη, αν τα μέλη αποφασίσουν την κήρυξη απεργίας, προχωράτε στην οργάνωσή της. Πέρα από όλα όσα τυπικά και απολύτως δεσμευτικά προβλέπουν μέχρι σήμερα τα άρθρα 19-21 του Ν. 1264/1982, επειδή είστε σωματείο σε επιχείρηση η λειτουργία της οποίας «έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου», υποχρεούστε να καταθέσετε, ενώπιον του Ο.ΜΕ.Δ. (Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας) αίτηση διεξαγωγής δημόσιου διαλόγου για τα αιτήματα της απεργίας.
Έκτο στάδιο: αφού ξεπεραστούν οι τυπικές διατυπώσεις νομιμότητας της απεργίας και ο δημόσιο διάλογος, το σωματείο οφείλει, με το νέο νόμο,στις υπηρεσίες οργανισμούς, επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις της παρ. 2 του άρθρου 19 του Ν.1264/1982 να διαθέτει πέραν του προσωπικού ασφαλείας και επιπλέον προσωπικό «για την αντιμετώπιση στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου», όπως ορίζεται. Αυτό το Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας θεσπίζεται ως τουλάχιστον το ένα τρίτο (⅓) της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας.
Με διακόπτουν οι εργαζόμενοι και μου λένε «Μα….. αυτό σημαίνει ότι και όλα τα παραπάνω εμπόδια να ξεπεράσουμε, με βάση το νέο νόμο, την ημέρα της απεργίας θα εργάζεται περίπου το 40% των εργαζομένων. Άρα για ποιο δικαίωμα στην απεργία μιλάμε;».
Σωπαίνω. Ξανά. Αυτός είναι ο νόμος, σκέπτομαι από μέσα μου.
Έχει και συνέχεια όμως.
Έβδομο στάδιο: ξεπερνάτε και το νέο εμπόδιο του Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, το οποίο επηρεάζει την ουσία της άσκησης του δικαιώματος της απεργίας. Ας υποθέσουμε τώρα ότι φτάνει επιτέλους η μέρα της απεργίας. Έχετε ήδη προχωρήσει σε συζητήσεις με τους συναδέλφους στους χώρους εργασίας, έχετε μοιράσεις ανακοινώσεις, υπάρχει έντονη οργή για την πρακτική της «εθελοντικής» διευθέτησης, της εργασίας τις Κυριακές, της εντατικοποίησης της εργασίας, της απόλυσης της Σωτηρίας, επειδή διεκδίκησε τα δικαιώματά της. Πλήθος εργαζομένων βρίσκεται στην είσοδο της επιχείρησης ήδη από την έναρξη της απεργίας στις 00:00. Μέλη του σωματείου και του ΔΣ κρατάνε το πανό. Πρωί πρωί, στις 09:00, η υπάλληλος της γραμματείας του Μονομελούς Πρωτοδικείου καλεί την πρόεδρο του σωματείου προκειμένου να παρασταθεί στις 12:00 στα δικαστήρια, κατά την εκδίκαση αγωγής της εργοδοσίας κατά του σωματείου, προκειμένου να κηρυχθεί παράνομη η απεργία. Η συζήτησή της αγωγής δεν ορίζεται μήνες μετά, όπως στις υποθέσεις των εργατών, αλλά μόλις 3 ώρες μετά την κατάθεσή της, στις 12 της ίδιας ημέρας. Το ορίζει και αυτό ο νόμος, ναι ο εργατικός νόμος. Βάλτε εισαγωγικά αν θέλετε στο εργατικός. Όσο προλαβαίνετε διαβάζετε το περιεχόμενό της αγωγής.
Μεταξύ άλλων, αναφέρει το άρθρο 93 του νόμου, ότι η απεργία είναι παράνομη επειδή το σωματείο, αφενός εμπόδισε τους εργαζόμενους να προσέλθουν «ελεύθερα και ανεμπόδιστα στην εργασία τους», αφετέρου ασκήθηκε «ψυχολογική βία» από απεργούς σε βάρος τους.
Ακόμα προσπαθούν να καταλάβουν οι εργαζόμενοι τι σημαίνει «παρεμπόδιση», όταν αυτοί για να υπερασπιστούν το δικαίωμα στην απεργία, είναι αναγκαίο να την περιφρουρήσουν. Ακόμα προβληματίζονται τι σημαίνει «παρεμπόδιση» όταν οι ίδιοι εργαζόμενοι δεν έκαναν τίποτα περισσότερο από το να βρίσκονται έξω από τον χώρο εργασίας τους. Ευλόγως αναρωτιούνται «Τί νόμος είναι αυτός; Ο εργοδότης δεν παρεμποδίζει το δικό μας δικαίωμα στην απεργία, όταν εδώ και μέρες στελέχη της επιχείρησης του τηλεφωνούν προσωπικά σε κάθε εργαζόμενο και τον απειλούν να μην απεργήσει, ενώ οι συναντήσεις στο γραφείο του HR είναι καθημερινές; Για αυτή την τρομοκρατία ποιο Δικαστήριο θα βγάλει απόφαση;»
3 ώρες μετά, κατά την εκδίκαση της αγωγής, τα μέλη του σωματείου θα μάθουν ότι η Ελένη – στέλεχος της επιχείρησης – και ο Πανάγος – πρώην πρόεδρος του ΔΣ, που υπέγραφε συλλογικές συμβάσεις με μειώσεις μισθών και τον μαύρισαν ως ξεπουλημένο οι εργαζόμενοι στις τελευταίες αρχαιρεσίες όπου εξέλεξαν ταξική διοίκηση – εμφανίστηκαν ως αγανακτισμένοι εργαζόμενοι, θύματα σωματικής και ψυχολογικής βίας από τους απεργούς. Οι εργαζόμενοι δεν ξέρουν αν πρέπει να κλάψουν ή να γελάσουν με αυτά που ακούνε στο Δικαστήριο. Ακόμα θυμούνται την Ελένη να εξυβρίζει και να χειροδικεί σε μέλη της νέας διοίκησης του σωματείου πριν την απεργία και σε απεργούς, από το πρωί. Μαζί με τον Πανάγο και διάφορους μαυροφορεμένους προβοκάρουν από το πρωί χυδαία τους απεργούς.
Μια ώρα μετά τη συζήτησης της αγωγής εκδίδεται η απόφαση. Το Δικαστήριο δέχεται την αγωγή της εργοδοσίας και κρίνει την απεργία παράνομη ως καταχρηστική. «Όπως το 95% των αποφάσεων», τους ενημερώνω. Πλέον ο νόμος έγινε ακόμα πιο αντεργατικός και τα χέρια των Δικαστών είναι περαιτέρω δεμένα στην ερμηνεία των διατάξεων του νόμου.
Οι εργαζόμενοι ούτε κλαίνε, ούτε γελάνε.
Οργίζονται και πεισμώνουν. Θέλουν να ενημερώσουν το Εργατικό Κέντρο της περιοχής να κηρύξει το ίδιο απεργία. Τους ενημερώνω ότι πλέον και αυτό απαγορεύεται, καθώς, αν έχει κριθεί παράνομη η απεργία που κήρυξε το επιχειρησιακό σωματείο, δεν επιτρέπεται η κήρυξη απεργίας κατά του ίδιου εργοδότη και με ίδια ημερομηνία έναρξης από την αντίστοιχη δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση,
Η απεργία συνεχίζεται.
Πλέον όμως, η απαγόρευση της περιφρούρησης της απεργίας και η σωματική και ψυχολογική βία – ακόμα και αυτή που επικαλέστηκε η Ελένη στο Δικαστήριο, ότι τραυματίστηκε ψυχολογικά με το μοίρασμα ενός φυλλαδίου από τους απεργούς – γεννά αστική ευθύνη της συνδικαλιστικής οργάνωσης και των υπαίτιων μελών του διοικητικού της συμβουλίου. Ο εργοδότης, ρεβανσιστικά και εκδικητικά, καταθέτει αγωγή αποζημίωσης για τα χρήματα που έχασε από την απεργία των εργαζομένων. Διεκδικεί 250.000 ευρώ και άλλες 50.000 ευρώ για ηθική βλάβη.
Σταματώ. Οι εργαζόμενοι στο γραφείο είχαν μείνει για ώρα να ακούνε. Κοιτάζονται και χαμογελάνε. «Α ρε ταξικέ δικηγόρε», μου λένε. «Καταλάβαμε. Δύσκολα τα πράγματα για όλους μας, αλλά το λέει και το πανό του νέου σωματείου σας, των Μισθωτών Δικηγόρων, ‘Νόμος είναι το Δίκιο του εργάτη’, και αυτό το Δίκιο θα το επιβάλει ο ίδιος ο λαός.
Πηγή: 902.gr