Κιμ Φίλμπι: «Μία φορά διαλέγεις με ποια πλευρά θα είσαι…Πρέπει ν’ αφιερώσω τη ζωή μου στον κομμουνισμό…»
«Δίχως την ισχύ της Σοβιετικής Ένωσης και την κομμουνιστική ιδέα, ο Παλιός Κόσμος, αν όχι ολόκληρος ο κόσμος, θα κυριαρχούνταν τώρα από τον Χίτλερ και τον Χιροχίτο. Είναι μεγάλη τιμή για μένα το ότι κλήθηκα, σε τόσο μικρή ηλικία, να παίξω τον απειροελάχιστο ρόλο μου στην οικοδόμηση αυτής της δύναμης. Το πώς, πού και πότε έγινα μέλος της σοβιετικής Μυστικής Υπηρεσίας είναι ζήτημα δικό μου και των συντρόφων μου.»
Σαν σήμερα, την Πρωτοχρονιά του 1912, γεννήθηκε ο Κιμ Φίλμπι ο διάσημος πράκτορας της σοβιετικής κατασκοπίας, που είχε διεισδύσει στις βρετανικές Μυστικές Υπηρεσίες, έδινε επί πολλά χρόνια πολύτιμες πληροφορίες για τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς με σκοπό την αναχαίτισή τους, κι όταν κινδύνευε να αποκαλυφθεί ο ρόλος του, διέφυγε τελικά στην Ανατολική -σοσιαλιστική τότε- Ευρώπη, και την ΕΣΣΔ, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του (πέθανε στις 11 του Μάη 1988 και κηδεύτηκε με τιμές ήρωα).
Υπήρξε ένα από τα μέλη του σοβιετικού κατασκοπευτικού δικτύου που έμεινε στην ιστορία ως «κύκλος του Κέιμπριτζ» ή οι 5 του Κέιμπριτζ. Επρόκειτο για νέους αστικών οικογενειών που σπούδαζαν τη δεκαετία του 1930 στο Κέιμπριτζ, στρατολογήθηκαν από τις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες και έδρασαν για λογαριασμό τους στις υπηρεσίες της βρετανικής κατασκοπίας και αντικατασκοπίας.
Ο Φίλμπι αν και διέθετε περγαμηνές και προσόντα που θα του εξασφάλιζαν μια λαμπρή πορεία στο καπιταλιστικό στρατόπεδο, στρατεύτηκε στο κομμουνιστικό κίνημα. Στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «Ο σιωπηλός μου πόλεμος. Η αυτοβιογραφία ενός κατασκόπου» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», ο ίδιος διαλέγει τον παρακάτω διάλογο, παρμένο από το βιβλίο του Γκράχαμ Γκριν «Ο Εμπιστευτικός Πράκτορας», προκειμένου να εξηγήσει τη στράτευσή του στο κομμουνιστικό κίνημα και στις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες και την προσήλωσή του στην ΕΣΣΔ, παρά τις κατά καιρούς επιμέρους διαφωνίες του με την πολιτική της:
“«Είμαι με τους φτωχούς είτε κάνουν το σωστό είτε το λάθος», κορόιδεψε αυτή.
«Δεν είναι χειρότερο από το να λες είμαι με τη χώρα μου, είτε κάνει το σωστό είτε το λάθος, έτσι δεν είναι; Μια φορά διαλέγεις με ποια πλευρά θα είσαι. Φυσικά μπορεί να είναι λάθος πλευρά – μόνο η Ιστορία μπορεί να το δείξει αυτό».”
Και συμπληρώνει ο Φίλμπι: «…δεν έχω καμία αμφιβολία για την ετυμηγορία της Ιστορίας».
Περισσότερα στο εκτενές μέρος της Εισαγωγής του βιβλίου που ακολουθεί και βέβαια σε ολόκληρο το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο όπου ο Φίλμπι με γλαφυρό και συχνά καυστικό τρόπο, περιγράφει τη διαδρομή του στους λαβύρινθους των μυστικών υπηρεσιών του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού.
«Το βιβλίο αυτό γράφτηκε κατά διαστήματα μετά από την άφιξή μου στη Μόσχα, σχεδόν 5 χρόνια πριν. Στη διάρκεια της συγγραφής του, συμβουλευόμουν ενίοτε κάποιους φίλους, τις απόψεις των οποίων εκτιμούσα ιδιαίτερα. Κάποιες από τις προτάσεις που μου έκαναν τις δέχτηκα, άλλες τις απέρριψα. Μία απ’ αυτές που απέρριψα ήταν το να δώσω μεγαλύτερη έμφαση στους κινδύνους που είχε το μακρύ ταξίδι μου από το Κέιμπριτζ μέχρι τη Μόσχα. Προτιμώ να βασιστώ σε μια σφαιρική, ατόφια ιστορία.
Όταν τελείωσα το προσχέδιο του βιβλίου το περασμένο καλοκαίρι (1967), σκέφτηκα πολύ για το αν έπρεπε να το εκδώσω και συμβουλεύτηκα ξανά κάποιους φίλους, που η γνώμη τους ίσως με βοηθούσε. Όλοι συμφώνησαν, μαζί και εγώ τότε, ότι έπρεπε οπωσδήποτε ν’ αφήσω το ζήτημα της έκδοσης στην άκρη. Ο κύριος λόγος ήταν ότι η έκδοσή του μάλλον θα προκαλούσε αναστάτωση με διεθνείς συνέπειες, τη φύση των οποίων ήταν δύσκολο να φανταστούμε. Δε φαινόταν συνετό να κάνω κάτι που πιθανόν να είχε συνέπειες πέρα από τα πλαίσια που λογικά θα μπορούσα να προβλέψω. Έτσι αποφάσισα να το κρατήσω για τον εαυτό μου.
Η κατάσταση άλλαξε εντελώς όταν εμφανίστηκαν κάποια άρθρα στους Sunday Times και στον Observer τον Οκτώβρη του 1967. Εκείνα τα άρθρα, εκτός από κάποιες ανακρίβειες όσο αφορά γεγονότα και παρερμηνείες (και, πολύ φοβάμαι, κολακευτική υπερβολή όσο αφορά τις δικές μου ικανότητες), παρουσίαζαν μια ουσιαστικά αληθινή εικόνα της καριέρας μου. Αντίπαλες εφημερίδες έσπευσαν ν’ αφήσουν υπονοούμενα ότι οι Sunday Times και ο Observer είχαν πέσει θύματα μιας τεράστια πλεκτάνης. Αυτή η παράλογη υπόθεση είχε ήδη εκφραστεί στους Sunday Times. Από τη μεριά μου, μπορώ μόνο να προσθέσω ότι μου προσφέρθηκε η ευκαιρία να εξετάσω το κείμενο πριν δημοσιευτεί στους Sunday Times και, μετά από σκέψη, αρνήθηκα συνειδητά. Σκέφτηκα ότι ο εκδότης έπρεπε να είναι προετοιμασμένος να στηρίξει τα συμπεράσματα που είχε βγάλει το επιτελείο του και ότι η αντικειμενικότητα των άρθρων θα μπορούσε ν’ αποτελέσει αντικείμενο επίθεσης αν εγώ, όντας άμεσα εμπλεκόμενος, παρενέβαινα.
Όπως είπα, αυτά τα άρθρα καθόρισαν την κατάσταση. Οι συνέπειες από την αποκάλυψη της αλήθειας πέφτουν πάνω μας αμετάκλητα, είτε είναι για καλό είτε για κακό. Μπορώ, συνεπώς, να δώσω το βιβλίο μου στη δημοσιότητα χωρίς να επωμιστώ την κατηγορία ότι προσπαθώ να θολώσω τα νερά.
Σκοπός μου είναι απλά να διορθώσω συγκεκριμένες ανακρίβειες και λάθη στην ερμηνεία και να παρουσιάσω μια πιο σφαιρική εικόνα.
Η πρώτη σοβαρή κρίση στην καριέρα μου κράτησε πολύ, περίπου από τα μέσα του έτους 1951 ως το τέλος του 1955. Κατά τη διάρκειά της, κρατιόμουν από τη σκέψη ότι κανείς δεν μπορούσε να μου καταλογίσει την οποιαδήποτε σύνδεση με κομμουνιστικές οργανώσεις, για τον απλούστατο λόγο ότι ποτέ δεν υπήρξα μέλος κάποιας. Τα 30 πρώτα χρόνια της δουλειάς μου για το σκοπό στον οποίο πίστευα, τα πέρασα στην παρανομία. Αυτή η μακρόχρονη φάση της δουλειάς μου ξεκίνησε τον Ιούνη του 1933 στην Κεντρική Ευρώπη1 και τελείωσε στο Λίβανο το Γενάρη του 1963. Τότε μόνο μπόρεσα ν’ αποκαλύψω τον πραγματικό εαυτό μου, αυτόν του Σοβιετικού μυστικού αξιωματικού.
Μέχρι πρόσφατα, όταν οι Sunday Times και ο Observer αποκάλυψαν κάποιες σημαντικές και αληθινές πληροφορίες, όσοι είχαν προσπαθήσει να γράψουν για την περίπτωσή μου, σε άρθρα τους στις εφημερίδες και σε βιβλία, είχαν μαύρα μεσάνυχτα. Δεν μπορεί κανείς να τους κατηγορήσει βέβαια γι’ αυτό, μια και σε όλη τη διάρκεια της καριέρας μου πρόσεχα να μη διαφημίζω την αλήθεια. Μπορούμε, ωστόσο, να τους καταλογίσουμε τη βιασύνη που έδειξαν εκείνη την εποχή για να τυπωθούν τα κείμενά τους, όπως και την επιμονή τους να ψάχνουν σύνθετες εξηγήσεις εκεί που η μια πιο απλή εξήγηση θα έδινε καλύτερη απάντηση. Ήταν η απλή αλήθεια, φυσικά, που θα διέλυε το Κατεστημένο και τους υπερατλαντικούς του φίλους. Η προσπάθεια, όμως, να σβηστεί αυτή η αλήθεια με ψεύτικα λόγια, είτε την θεωρήσουμε μεγαλοφυή είτε απλά παράλογη, ήταν μάταιη και εξαρχής καταδικασμένη ν’ αποτύχει.
Μετά από σχεδόν ένα χρόνο παράνομης δραστηριότητας στην Κεντρική Ευρώπη, επέστρεψα στην Αγγλία. Ήταν καιρός ν’ αρχίσω να βγάζω τα δικά μου χρήματα. Τότε, προφανώς, κάτι συνέβη. Μέσα σε λίγους μήνες είχα ξεκόψει απ’ όλους τους ομοϊδεάτες μου και είχα ξεκινήσει συχνές συναντήσεις στη γερμανική πρεσβεία. Έγινα μέλος της αγγλογερμανικής αδελφότητας και είχα κάνει πολύ ποδαρόδρομο σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια να ξεκινήσω, με χρηματοδότηση από τους ναζί, ένα εμπορικό περιοδικό, το οποίο θα ενίσχυε τις καλές σχέσεις μεταξύ της Αγγλίας και της Γερμανίας.2
Παρότι έκανα ό,τι μπορούσα, αυτό το παράτολμο εγχείρημα απέτυχε, καθώς μας πρόλαβε μια άλλη ομάδα. Καθώς, όμως, προχωρούσαν οι διαπραγματεύσεις, επισκέφτηκα αρκετές φορές το Βερολίνο για να μιλήσω με το υπουργείο Προπαγάνδας και το Τμήμα Ρίμπεντροπ3. Κανείς ως τώρα δεν υπέθεσε ότι είχα περάσει από το στρατόπεδο του κομμουνισμού στο στρατόπεδο του ναζισμού. Η πιο απλή εξήγηση, που ήταν και η αληθινή, ήταν ότι οι φανερές αλλά και οι κρυφές επαφές της Βρετανίας με τη Γερμανία τότε απασχολούσαν σοβαρά τη σοβιετική κυβέρνηση.
Ο ισπανικός πόλεμος ξέσπασε κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής μου στο Βερολίνο. Οι ναζί πετούσαν από τη χαρά τους και, μόνο αφού γύρισα στην Αγγλία, έμαθα ότι ο Φράνκο δεν είχε καταλάβει ολόκληρη τη χώρα και ότι αναμενόταν ένας μακρύς εμφύλιος. Η επόμενη τοποθέτησή μου ήταν σε έδαφος της Ισπανίας που βρισκόταν υπό την κατοχή των φασιστών, με σκοπό να μείνω εκεί για μεγάλο διάστημα, όσο πιο κοντά γινόταν στο κέντρο των γεγονότων. Εκείνη η αποστολή είχε επιτυχία, αφού, μέσα σε λίγες βδομάδες, έγινα ο διαπιστευμένος ανταποκριτής των Times με τις δυνάμεις του Φράνκο και υπηρέτησα σε αυτήν τη θέση σε όλη τη διάρκεια του θλιβερού πολέμου. Και πάλι κανείς δεν υπέθεσε ότι αυτό με έκανε Φαλαγγίστα4. Και πάλι ισχύει η πιο απλή εξήγηση -ήμουν εκεί με διαταγή της σοβιετικής Υπηρεσίας.
Τον Αύγουστο του 1939, όταν τα σύννεφα του πολέμου άρχισαν να μαζεύονται γρήγορα πάνω από το Ντάντσιχ5, οι Times μου είπαν να ξεχάσω την Ισπανία και να είμαι σ’ ετοιμότητα να προσχωρήσω σε οποιαδήποτε βρετανική δύναμη υπήρχε περίπτωση να σταλεί στο δυτικό μέτωπο. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα να περιμένω σ’ αυτές τις συνθήκες. Οποιοσδήποτε πολεμικός ανταποκριτής με ερευνητική σκέψη θα μπορούσε να συσσωρεύσει πάρα πολλές πληροφορίες, που δε θα μπορούσε να δημοσιεύσει εξαιτίας της λογοκρισίας -και η εμπειρία μου στην Ισπανία με είχε διδάξει πώς να κάνω τη σωστή ερώτηση.
Όπως αποδείχτηκε, το βρετανικό Αρχηγείο είχε εγκατασταθεί στην Αράς, σε κοντινή απόσταση από το Παρίσι. Περνούσα τα περισσότερα Σαββατοκύριακά μου στο συνωστισμό και στην ανωνυμία της μεγαλούπολης, όχι μόνο για τον προφανή λόγο, δηλαδή για τις ερωτοδουλειές μου. Όμως, όσο καλή και αν ήταν η θέση στην Αράς, αυτό δεν ήταν αρκετό. Οι Σοβιετικοί φίλοι μου μού είχαν ξεκαθαρίσει ότι η πρώτη προτεραιότητα έπρεπε να είναι η βρετανική Μυστική Υπηρεσία. Πριν το δημοσιογραφικό σώμα αναχωρήσει για τη Γαλλία, στην αρχή του Οκτώβρη, έκανα τις επαφές μου και άφησα μερικούς υπαινιγμούς από ’δώ και από κει. Το μόνο που είχα να κάνω πια ήταν να περιμένω αντιδράσεις. Αυτό το βιβλίο περιγράφει αρκετά αναλυτικά, αλλά όχι με όλες τις λεπτομέρειες, το πώς αυτό το νέο εγχείρημα στέφτηκε μ’ επιτυχία.
Σε περίπτωση που κάποια ύπουλα μυαλά τρέφουν ακόμη αμφιβολίες, πιθανόν χρειάζεται ν’ αναφέρω απλά πώς έχουν τα γεγονότα. Λίγο μετά από την ενηλικίωσή μου, έγινα διαπιστευμένο μέλος της σοβιετικής Μυστικής Υπηρεσίας. Μπορώ, λοιπόν, να ισχυριστώ ότι είμαι Σοβιετικός μυστικός αξιωματικός για 30 και κάτι χρόνια και, αναμφίβολα, θα παραμείνω τέτοιος μέχρι να πεθάνω ή ν’ αναγκαστώ να βγω στη σύνταξη λόγω γεροντικής άνοιας. Η περισσότερη δουλειά μου, όμως, αφορά τομείς που κανονικά καλύπτονται, στη Βρετανία και στην Αμερική, από πράκτορες. Συνεπώς, από ’δώ και πέρα θα περιγράφω τον εαυτό μου ως πράκτορα.
Ο όρος «πράκτορας», φυσικά, δέχεται πολλές διαφορετικές ερμηνείες. Μπορεί να σημαίνει έναν απλό μεταφορέα μηνυμάτων μεταξύ δύο σημείων μπορεί να σημαίνει αυτόν που γράφει τα μηνύματα, μπορεί να υπονοεί συμβουλευτικές ή ακόμη και εκτελεστικές ιδιότητες. Πέρασα γρήγορα από το πρώτο στάδιο και σύντομα βρέθηκα να γράφω, ή αλλιώς να διοχετεύω, πληροφορίες σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα. Καθώς αποκτούσα περισσότερη γνώση και εμπειρία, απέκτησα και συμβουλευτικές και εκτελεστικές αρμοδιότητες, πέρα από την απλή απόκτηση και μεταβίβαση πληροφοριών. Αυτή η διαδικασία εξελισσόταν παράλληλα με την ανέλιξή μου στη βρετανική Υπηρεσία, όπου, από το 1944 περίπου και έπειτα, υπήρξα σύμβουλος πάνω σε μια σειρά από ζητήματα πολιτικής.
Κάποιοι συγγραφείς αναφέρθηκαν πρόσφατα στο πρόσωπό μου ως διπλό, ακόμη και τριπλό, πράκτορα. Εάν αυτό σημαίνει ότι δούλευα με τον ίδιο ζήλο για δύο ή περισσότερες πλευρές ταυτόχρονα, ο χαρακτηρισμός αυτός είναι πολύ παραπλανητικός. Σε όλη τη διάρκεια της καριέρας μου, υπήρξα ξεκάθαρα ένας πράκτορας με σκοπό να διεισδύσω σε άλλες οργανώσεις και να δράσω προς όφελος των Σοβιετικών. Το γεγονός ότι εντάχτηκα στη βρετανική Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών δεν ήταν ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Θεωρούσα τα ραντεβού μου με την Ιντέλιτζενς6 ως μια δουλειά-κάλυψη που έπρεπε να γίνει πειστικά, έτσι ώστε να διασφαλίσω ότι θα έφτανα στις θέσεις στις οποίες θα μπορούσα να φανώ πιο αποτελεσματικός στην υπηρεσία μου προς τη Σοβιετική Ένωση. Η σύνδεσή μου με τη βρετανική Μυστική Υπηρεσία πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα της αρχικής μου δέσμευσης στη Σοβιετική Ένωση, την οποία θεωρούσα τότε, όπως και τώρα, το απώτατο οχυρό του παγκόσμιου κινήματος.
Τα πρώτα 1-2 χρόνια ελάχιστα κατάφερα να διεισδύσω, αν και ήμουν κατά 10 χρόνια παλαιότερος από τον Γκόρντον Λονσντέιλ7 στη Σχολή Ανατολικών Σπουδών του Λονδίνου. Εκείνη την περίοδο ήμουν κάτι σα δοκιμαστικός μυστικός πράκτορας. Ακόμη το σκέφτομαι και απορώ με την ατέλειωτη υπομονή που έδειχναν οι ανώτεροι μου στην Υπηρεσία, μια υπομονή που μπορούσε να εξηγηθεί μόνο με την ευφυή τους κατανόηση. Κάθε βδομάδα συναντιόμασταν στα πιο απομακρυσμένα μέρη του Λονδίνου· κάθε βδομάδα έφτανα στα ραντεβού με άδεια χέρια και έφευγα γεμάτος από λεπτομερείς συμβουλές, επιπλήξεις και ενθαρρυντικά σχόλια. Συχνά απελπιζόμουν που δεν μπορούσα να καταφέρω τίποτα το αξιόλογο, αλλά τα μαθήματα συνεχίζονταν σε όλο και μεγαλύτερο βάθος. Όταν ήρθε η ώρα να πιάσω δουλειά στα σοβαρά, είχα πλέον κατακτήσει πολύ από τον απαραίτητο ψυχικό εξοπλισμό.
Ευτυχώς, οι πρώτες μου αποστολές ήταν στη Γερμανία και στη φασιστική Ισπανία, και οι δύο αυτές χώρες είχαν μικρή εμπειρία στο ν’ αποκαλύπτουν εχθρικούς μυστικούς πράκτορες. Η επιβράβευσή μου ήρθε κατά τη διάρκεια του ισπανικού πολέμου, όταν έμαθα ότι η δοκιμαστική περίοδός μου είχε τελειώσει. Βγήκα απ’ αυτήν τη σύγκρουση ένας πλήρως καταρτισμένος αξιωματικός της σοβιετικής Υπηρεσίας.
Πώς ξεκίνησαν όλα; Η απόφασή μου να παίξω ενεργό ρόλο στην πάλη ενάντια στην αντίδραση δεν ήταν κάτι το ξαφνικό. Οι πρώτες κιόλας σκέψεις μου για την πολιτική με οδήγησαν προς το εργατικό κίνημα- και ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανα μόλις πήγα στο Κέιμπριτζ, το 1929, ήταν να γίνω μέλος της Σοσιαλιστικής Κοινότητας του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ (CUSS)8. Τα πρώτα 2 χρόνια παρακολουθούσα τις συναντήσεις τους τακτικά αλλά, κατά τ’ άλλα, δε συμμετείχα πολύ στις διαδικασίες. Μέσα από προσωπική γενικότερη μελέτη, κατάλαβα σιγά-σιγά ότι το Εργατικό Κόμμα στη Βρετανία διαχωριζόταν από την επικρατούσα τάση της Αριστεράς ως παγκόσμιας δύναμης. Όμως, το πραγματικό σημείο στροφής στη σκέψη μου ήρθε με την ηθική σύγχυση και την κατατρόπωση του Εργατικού Κόμματος το 1931.9
Μου φαινόταν απίστευτο πώς το Κόμμα μπορούσε να είναι τόσο απροστάτευτο μπροστά στο συντηρητισμό που χρησιμοποιούσε η αντίδραση σε καιρούς κρίσης. Ακόμη πιο σημαντικό υπήρξε το γεγονός ότι το, υποτίθεται εκλεπτυσμένο και έμπειρο, εκλογικό σώμα πανικοβλήθηκε από την κυνική προπαγάνδα της εποχής. Αυτό μου δημιούργησε σοβαρές αμφιβολίες για το τι ήταν τελικά η κοινοβουλευτική δημοκρατία συνολικά.
Αυτό το βιβλίο δεν είναι η ιστορία κάποιας διατριβής, ούτε μια πολεμική ιστορία. Είναι μια προσωπική καταγραφή και έχει σκοπό να παρεκκλίνει όσο το δυνατό λιγότερο από το κύριο θέμα. Αρκεί, λοιπόν, να πω σε αυτό το σημείο ότι η καταστροφή με το Εργατικό Κόμμα το 1931 ήταν που μ’ έβαλε σοβαρά σε σκέψεις σχετικά με τις πιθανές εναλλακτικές. Άρχισα να συμμετέχω πιο ενεργά στις διαδικασίες της Σοσιαλιστικής Κοινότητας και, το 1932-1933, έγινα ταμίας της. Έτσι, ήρθα σ’ επαφή με αριστερά ρεύματα που έκαναν κριτική στο Εργατικό Κόμμα και ιδιαίτερα με τους κομμουνιστές.
Η παρατεταμένη μελέτη και η αυξανόμενη εκτίμηση που έτρεφα για τους κλασικούς του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού, εναλλασσόταν με κάποιες κουβέντες σε έντονο ύφος μέσα στην Κοινότητα. Ήταν μια αργή και βασανιστική διαδικασία· η μετάβασή μου από τη σοσιαλιστική οπτική στην κομμουνιστική πήρε 2 χρόνια. Οι τελευταίες αμφιβολίες δεν έφυγαν από το μυαλό μου παρά μόνο στο τελευταίο μου εξάμηνο στο Κέιμπριτζ, το καλοκαίρι του 1933. Έφυγα από το πανεπιστήμιο με το πτυχίο μου και με την πεποίθηση ότι πρέπει ν’ αφιερώσω τη ζωή μου στον κομμουνισμό.
Πάει καιρός από τότε που έχασα το πτυχίο μου (νομίζω, μάλιστα, ότι βρίσκεται στην κατοχή της ΜΙ5)10. Κράτησα, όμως, την πεποίθηση. Εδώ ίσως δημιουργηθεί κάποια αμφιβολία στον αναγνώστη. Δεν είναι βέβαια και τόσο περίεργο που υιοθέτησα την κομμουνιστική ιδεολογία τη δεκαετία του ’30, αφού πολλοί στην εποχή μου έκαναν την ίδια επιλογή. Όμως, πολλοί από αυτούς πέρασαν στην απέναντι πλευρά όταν φάνηκαν κάποιες από τις χειρότερες πλευρές του σταλινισμού11. Εγώ έμεινα. Είναι λογικό να ρωτήσει κανείς γιατί.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον απλό άνθρωπο, που δεν έχει τη δυνατότητα ν’ ανακαλέσει με λεπτομέρεια όλες τις αναμνήσεις του, να περιγράφει πώς ακριβώς έφτασε σε μια τέτοια επιλογή παραπάνω από 30 χρόνια πριν. Αν εγώ προσπαθούσα να το κάνω αυτό, θα έκανε την ανάγνωση αυτού του βιβλίου αφόρητα ανιαρή. Όμως, εφόσον τίθεται η ερώτηση, πρέπει ν’ απαντηθεί, ακόμη και αν η απάντηση παίρνει τη μορφή της υπεραπλούστευσης γεγονότων.
Όταν έγινε ξεκάθαρο ότι πολλά πράγματα δεν πήγαιναν καλά στη Σοβιετική Ένωση, σκέφτηκα ότι είχα τρεις πιθανές επιλογές για να δράσω. Πρώτον, μπορούσα να παρατήσω εντελώς την πολιτική. Αυτό ήξερα ότι δε γινόταν. Φυσικά, μου αρέσουν και ασχολούμαι με πράγματα που δεν έχουν σχέση με την πολιτική, όμως, μόνο η πολιτική τούς δίνει νόημα και συνοχή.
Δεύτερον, μπορούσα να συνεχίσου την πολιτική μου δραστηριότητα σε εντελώς διαφορετική βάση. Αλλά πού να πήγαινα; Η πολιτική της εποχής του Μπόλντγουιν12 και του Τσάμπερλεν13 με συγκλόνιζε τότε, όπως με συγκλονίζει και τώρα, πολύ περισσότερο από την πολιτική της παράνοιας. Η παράνοια ήταν κακή. Έβλεπα ότι ο δρόμος αυτός με πήγαινε προς την πολιτική τοποθέτηση των μεμψίμοιρων αποβλήτων, του είδους του Κέσλερ14, του Κράνκσο15 και του Μάγκεριτζ16, προς το κίνημα που με είχε απογοητεύσει, προς το θεό που με είχε εξαπατήσει. Αυτή θα ήταν μια φρικτή κατάληξη για μένα, όσο προσοδοφόρα κι αν ήταν.
Η τρίτη επιλογή, που ανοιγόταν μπροστά μου για να δράσω, ήταν να συνεχίσω την πορεία μου με την αισιόδοξη πίστη ότι η Επανάσταση θ’ αντέξει περισσότερο από τον παραλογισμό κάποιων ατόμων, όσο μεγάλος και αν ήταν ο τελευταίος. Αυτός ήταν και ο δρόμος που διάλεξα, οδηγούμενος εν μέρει από τη λογική και εν μέρει από το ένστικτό μου. Ο Γκράχαμ Γκριν, σ’ ένα βιβλίο με τον πολύ επιτυχημένο τίτλο Εμπιστευτικός Πράκτορας, φαντάζεται μια σκηνή όπου η ηρωίδα ρωτάει τον ήρωα αν οι δικοί του αρχηγοί είναι καλύτεροι από τους άλλους. «Φυσικά και όχι», απαντάει. «Αλλά και πάλι προτιμώ τους ανθρώπους τους οποίους καθοδηγούν -ακόμη και αν τους καθοδηγούν εντελώς λάθος.» «Είμαι με τους φτωχούς, είτε κάνουν το σωστό είτε το λάθος», κορόιδεψε αυτή. «Δεν είναι χειρότερο από το να λες είμαι με τη χώρα μου, είτε κάνει το σωστό είτε το λάθος, έτσι δεν είναι; Μία φορά διαλέγεις με ποια πλευρά θα είσαι. Φυσικά μπορεί να είναι η λάθος πλευρά -μόνο η Ιστορία μπορεί να το δείξει αυτό.»
Αυτό το απόσπασμα εξηγεί κάπως τη στάση μου απέναντι στα βαθύτερα αίτια της προσωπολατρίας του Στάλιν. Τώρα, όμως, δεν έχω καμία αμφιβολία για την ετυμηγορία της Ιστορίας. Η σταθερή πίστη μου στον κομμουνισμό δε σημαίνει ότι οι απόψεις μου και η στάση μου παρέμειναν απολιθωμένες για 30 και τόσα χρόνια. Επηρεάστηκαν και διαφοροποιήθηκαν, κάποιες φορές χονδροειδώς, από τα σοκαριστικά γεγονότα της ζωής μου. Έχω καβγαδίσει με τους ομοϊδεάτες μου πάνω σε σημαντικά θέματα, και ακόμη το κάνω. Έχουμε ακόμη πολλή δουλειά μπροστά μας – θα υπάρξουν σκαμπανεβάσματα. Βήματα που πριν 30 χρόνια ήλπιζα να προλάβω να τα δω όσο ζω, μπορεί να χρειαστούν μια ή και δυο γενιές. Όμως, κοιτάζοντας τη Μόσχα από το παράθυρο του γραφείου μου, βλέπω τις γερές βάσεις αυτού του μέλλοντος, που στο Κέιμπριτζ μπορούσα να δω μόνο φευγαλέα.
Τέλος, η πεζή πραγματικότητα είναι ότι, δίχως την ισχύ της Σοβιετικής Ένωσης και την κομμουνιστική ιδέα, ο Παλιός Κόσμος, αν όχι ολόκληρος ο κόσμος, θα κυριαρχούνταν τώρα από τον Χίτλερ και τον Χιροχίτο. Είναι μεγάλη τιμή για μένα το ότι κλήθηκα, σε τόσο μικρή ηλικία, να παίξω τον απειροελάχιστο ρόλο μου στην οικοδόμηση αυτής της δύναμης. Το πώς, πού και πότε έγινα μέλος της σοβιετικής Μυστικής Υπηρεσίας είναι ζήτημα δικό μου
και των συντρόφων μου. Θα πω μόνο ότι όταν μου έγινε η πρόταση, δε δίστασα. Δεν το σκέφτεται κανείς δεύτερη φορά όταν του δίνεται η ευκαιρία να ενταχτεί σε μια από τις σημαντικότερες δυνάμεις.(…)»
1.Αφού έφυγε από το Κέιμπριτζ, πεισμένος ως κομμουνιστής, ο Φίλμπι πήγε στη Βιέννη, όπου συμμετείχε στην πάλη των Αυστριακών σοσιαλιστών ενάντια στην κυβέρνηση. Στη Βιέννη, το 1934, παντρεύτηκε μια κομμουνϊστρια -τη Λίντζι Φρίντμαν.
2.Ο Φίλμπι προσπαθούσε να καλύψει τα όποια ίχνη ενθουσιασμού είχε δείξει αρχικά για τον κομμουνισμό.
3.Το Τμήμα Ρίμπεντροπ (Dienststell Ribbentrop) ήταν μια οργάνωση συνδεδεμένη με το ναζιστικό κόμμα, που δημιουργήθηκε από τον Ρίμπεντροπ τον Αύγουστο του 1934. Λειτουργούσε ως ένα εναλλακτικό υπουργείο Εξωτερικών, συχνά και αντίθετα με τις επίσημες κατευθύνσεις του τελευταίου. Το Τμήμα Ρίμπεντροπ ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την προώθηση μιας αντισοβιετικής αγγλογερμανικής συμμαχίας.
4.Οπαδός της «Φάλαγγας», φασιστικής πολιτικής οργάνωσης που ιδρύθηκε το 1933 στην Ισπανία. Κατά τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και μετά αποτέλεσε το πολιτικό όχημα του Φράνκο.
5.Το Ντάντσιχ είναι το σημαντικότερο λιμάνι της Πολωνίας. Με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών (1919) ανακηρύχτηκε «ελεύθερη πόλη» υπό την προστασία της Κοινωνίας των Εθνών. Στο Μεσοπόλεμο, αποτέλεσε βασικό ζήτημα διεκδίκησης των ιμπεριαλιστικών κύκλων της Γερμανίας και η προσάρτησή του στη ναζιστική Γερμανία, το 1939, σηματοδότησε την επίσημη έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
6.Intelligence (Secret Intelligence Service-SIS) – βρετανική Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών, πρώην ΜΙ6. Το τμήμα της βρετανικής Μυστικής Υπηρεσίας που είχε στην ευθύνη του όλη τη δουλειά που αφορούσε τις μυστικές πληροφορίες, και στην κατασκοπία και στην αντικατασκοπία, σε μη βρετανικό έδαφος.
7.Ψευδώνυμο του Σοβιετικού κατασκόπου Κόνον Μόλοντι.
8.CUSS -Cambridge University Socialist Society.
9.Εννοεί την περίοδο διακυβέρνησης των Εργατικών (1929-1931) με την υποστήριξη των Φιλελεύθερων.
10.ΜΙ5 – τμήματης Μυστικής Υπηρεσίας, υπεύθυνο για την αντικατασκοπία και την ασφάλεια στη Βρετανία και σε όλα τα βρετανικά εδάφη.
11.Ο Φίλμπι γράφει το βιβλίο του το 1967, σε συνθήκες όπου η οπορτουνιστική στροφή του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ έβαζε τη σφραγίδα της στις εξελίξεις στη Σοβιετική Ένωση. Στις γραμμές που ακολουθούν, ο Φίλμπι εμφανίζει τον εαυτό του ως πρώιμο κριτικό της πολιτικής γραμμής του μπολσεβίκικου κόμματος την περίοδο που ΓΓ ήταν ο Στάλιν (δες «πολιτική της παράνοιας»).
12.Στάνλεϊ Μπόλντγουιν – συντηρητικός πολιτικός, πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου την περίοδο 1935-1937.
13.Άρθουρ Νέβιλ Τσάμπερλεν – συντηρητικός πολιτικός, πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου την περίοδο 1937-1940.
14.Άρθουρ Κέσλερ – Ουγγροβρετανός δημοσιογράφος, μέλος του γερμανικού ΚΚ που αποχώρησε από το Κόμμα το 1938.
15.Έντουαρντ Κράνκσο – αξιωματικός της βρετανικής Μυστικής Υπηρεσίας και δημοσιογράφος του Observer.
16.Μάλκολμ Μάγκεριτζ – Βρετανός δημοσιογράφος και παρουσιαστής. Υπηρέτησε ως πράκτορας στη βρετανική Μυστική Υπηρεσία.