Το πάθος για το χρήμα…
Ο Παύλος Τσίμας είναι μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις των παιδιών της γενιάς του Πολυτεχνείου, που πολέμησαν αρχικά την εξουσία, για να την σφιχταγκαλιάσουν στη συνέχεια (ό,τι δεν μπορείς να το πολεμήσεις, αγάπησέ το).
Ο Παύλος Τσίμας γεννήθηκε στις 6 Δεκέμβρη του 1953, τη χρονιά που πέθανε ο Στάλιν κι άρχισαν να αλλάζουν πολλά στο κομμουνιστικό κίνημα. Είναι ίσως μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις των παιδιών της γενιάς του Πολυτεχνείου, που πολέμησαν αρχικά την εξουσία, για να την σφιχταγκαλιάσουν στη συνέχεια (ό,τι δεν μπορείς να το πολεμήσεις, αγάπησέ το).
Σπούδασε Νομική, αναδείχτηκε ως καθοδηγητικό στέλεχος στις γραμμές της ΚΝΕ κι αργότερα ως δημοσιογράφος, διατελώντας σε νεαρή σχετικά ηλικία διευθυντής του 902, στα πρώτα του βήματα, όταν συγκεντρωνε πολύ ηχηρά ονόματα, αλλά και της “Πρώτης”, μιας σχετικά βραχύχρονης, απογευματινής κομματικής έκδοσης, που με βάση τη χρονική περίοδο έκδοσής της και το πιο “ανοιχτό, χαλαρό” στίγμα της, ήταν κάτι σαν το εκδοτικό αντίστοιχο του Ενιαίου Συνασπισμού, που συγκροτήθηκε λίγο αργότερα. Και με βάση τα πρόσωπα που τη στελέχωσαν μια μορφή… “Ελευθεροτυπίας πριν την Ελευθεροτυπία” -που ήδη υπήρχε, αλλά δεν είχε διαμορφωθεί σε αυτό που έγινε στη συνέχεια, σύμβολο της “εναλλακτικής Αριστεράς”. Παράλληλα βέβαια, η Πρώτη ήταν μεγάλο σχολείο που ανέδειξε μια σειρά δημοσιογράφους, σε όλα τα είδη ρεπορτάζ -θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ενδεικτικά από τον αθλητικό χώρο, τα ονόματα του Αλέξη Σπυρόπουλου και του Διονύση Ελευθεράτου.
Ο Παύλος Τσίμας διακρινόταν για το ήπιο ύφος και το συγκροτημένο λόγο του, ήταν οξυδερκής και ετοιμόλογος, στοιχεία που διαφαίνονται εν μέρει και στο παρακάτω συλλεκτικό βίντεο της εποχής, από μια εκρηκτική τηλεοπτική συνέντευξη του Παπανδρέου, εν έτει 1989 (το οποίο αργότερα ο Τσίμας αποκαλεσε ως έτος 1 της νέας εποχής, κατά την αντίστοιχη χρονολόγηση μετά την αστική, Γαλλική επανάσταση, 200 χρόνια πριν).
Στη διάσπαση του ΚΚΕ, μετά το 13ο Συνέδριο -που οι εργασίες του μεταδίδονταν και τηλεοπτικά από τον 902, με τον Τσίμα να παίρνει συνεντεύξεις από στελέχη άλλων πολιτικών χώρων στα διαλείμματα των εργασιών- φεύγει με τους ανανεωτές, αλλά καταλαβαίνει σύντομα πως ο Συνασπισμός είναι -ήταν τότε δηλαδή- καμένο χαρτί και δεν αποκτά ενεργό ρόλο. Δεν είναι τυχαίο πως βοηθά το Μίμη Ανδρουλάκη στη συγγραφή του “Μετά” (υπό τη μορφή μεταξύ τους συζητήσεων-συνέντευξης) που είναι κάτι σαν το μανιφέστο για τη μεταπήδησή του(ς) στο ΠΑΣΟΚ και τα ΜΜΕ που ελέγχει.
Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από το Σκάι, ο Τσίμας πηγαίνει στο Μέγκα και το ΔΟΛ (τα ΝΕΑ). Επαναφέρει συχνά κάποιες από τις ευαισθησίες του αριστερού του παρελθόντος, σε περιόδους, όπως στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας -οπότε έχει φλογερή αρθρογραφία- και κάνει εκπομπές με “εναλλακτικές έρευνες”, εγκαινιάζοντας στην Ελλάδα ένα νέο είδος (“Έρευνα”, “Μαύρο Κουτί”, κτλ), στο οποίο συνεργάζεται συχνά με τον Τάσο Τέλλογλου. Όταν ξύρισε όμως το μουστάκι του -για ένα φεγγάρι- έμοιαζαν σα δυο σταγόνες νερό, δε φαίνονταν και οι πολιτικές τους διαφορές (αριστερός-δεξιός), οπότε ‘αναγκάστηκε’ να το ξαναφήσει.
Ο Τσίμας καλλιεργούσε συστηματικά αυτό το προφίλ -με τις αριστερές ευαισθησίες- αποτελώντας σταθερά τη μειλίχια, εναλλακτική φωνή του συστήματος, τον “καλό τηλεοπτικό μπάτσο” (σε αντίθεση πχ με τον Πρετεντέρη στα παράθυρα του δελτίου ειδήσεων του Μέγκα), που δεν έχανε ποτέ την ψυχραιμία του. Παρά μόνο -ίσως- όταν άκουγε το σύνθημα που έβγαλε ο μπλόγκερ “Πιτσιρίκος” -και υιοθέτησαν οι αναρχικοί: το πάθος για το χρήμα, με κάνει Παύλο Τσίμα… Είχε επιλέξει να του απαντήσει μάλιστα τότε, αναφέροντας μεταξύ άλλων τα λιγοστά περιουσιακά του στοιχεία.
Ακόμα κι αν ήταν έτσι όμως, δύσκολα θα μπορούσε να αρνηθεί το “πάθος του για την εξουσία” -την τέταρτη έστω- που τον ελκύει σαν το μέλι και κινείται συνεχώς πέριξ αυτής. Συνεργάστηκε μάλιστα και με το ρ/σ “το Κόκκινο” (του Σύριζα) ενώ το όνομά του ακουγόταν και για την ανάληψη της διεύθυνσής του. Σενάριο που τελικά δεν ευοδώθηκε, με τον Τσίμα να επιστρέφει στο ΣΚΑΪ, όπου βρίσκεται μέχρι και σήμερα.
Έτσι χάθηκε η ευκαιρία της “επανασύνδεσης” με τις αριστερές του ρίζες. Αν και ποτέ δεν ξέρεις, το μέλλον είναι άδηλο και το πάθος για την εξουσία (ή έστω τη δημοσιογραφία) είναι πιο δυνατό από κάθε φαντασία…