Στην ουρά…
Αυτή η γλυκερά πλασαρισμένη αντίληψη περί τάξης στις ουρές δεν είναι παρά ένας ταξικός σαδισμός, που δεν εξωραΐζεται αν προσομοιωθεί με έλεγχο εισόδου σε γήπεδο ή συναυλία.
Όταν γύρισα απ’ τη Ρουάντα μετά τη σφαγή, από την ίδια την κόλαση δηλαδή, μου έμειναν δυο αθεράπευτες ουλές, η μία έχει να κάνει με την οσμή της αποσύνθεσης του νεκρού σώματος, κι η άλλη μια κρίση οργής ανάμεικτης με θυμό στα όρια του μίσους για όποιον επιβάλλει, για καλό ή κακό σκοπό μου είναι αδιάφορο, ουρές από όρθιους ανθρώπους. Αυτό το δεύτερο μου γεννά, χρόνια τώρα και δη τα δύο τελευταία τα πανδημικά, ακριβώς τα ίδια συναισθήματα εδώ στην… ευρωΕλλάδα. Στο μυαλό μου οι ατέλειωτες ουρές με καύσωνα ή παγωνιά, και δη ηλικιωμένων για τη σύνταξη, για τα κάπιταλ κοντρόλς, για μια συνταγογράφηση, για ένα εμβόλιο, για έναν έλεγχο στα σύνορα, ή ακόμα και στο αεροδρόμιο, το τρένο, το λεωφορείο, είναι βασανισμός και ειρηνική σφαγή. Ναι, δεν υπερβάλλω. Είναι σφαγή της αντοχής, της αξιοπρέπειας, είναι εξευτελισμός του φορτωμένου με χρόνια στην πλάτη αδύναμου σώματος. Εκεί στην Αφρική, εξαθλιωμένοι από την πείνα και τη χολέρα άνθρωποι σ’ ένα στρατόπεδο 350.000 ψυχών, περίμεναν ατελείωτες ώρες για ένα πιάτο φαΐ και μια κούπα νερό, από ένα σημείο διανομής. Κι όποιος μου πει ότι εδώ οι ουρές είναι πολυτελείας, σχεδόν VIP, επειδή είναι για μια ψωροσύνταξη ή ένα δωρεάν φορογδαρμένο όμως εμβόλιο, και άρα οι ουρές αυτές είναι πιο πολιτισμένες, δεν γίνεται λιγότερο εχθρός μου από κείνους τους ένστολους ιμπεριαλιστές φιλάνθρωπους της «επιχείρησης σμαράγδι», στην κατασφαγμένη Ρουάντα.
Αυτή η γλυκερά πλασαρισμένη αντίληψη περί τάξης στις ουρές δεν είναι παρά ένας ταξικός σαδισμός, που δεν εξωραΐζεται αν προσομοιωθεί με έλεγχο εισόδου σε γήπεδο ή συναυλία. Γιατί σ’ αυτά η ουρά σχηματίζεται από ανθρώπους που θέλουν και μπορούν. Ενώ σ’ εκείνες τις άλλες ουρές της ανάγκης, του φόβου, της ανασφάλειας, που σ’ εκπαιδεύουν να ζεύεσαι σαν βόδι για να καρπίζει το χωράφι των συμφερόντων του εξουσιαστή, του αφέντη της τσέπης σου, της υγειάς σου, της δουλειάς και της χαράς σου, είναι μετάλλαξη της ανθρωπιάς σε υπολογισμένη αποκτήνωση.
Πόσος κοινός νους χρειάζεται βρε αδερφέ, τι διαολεμένος ιδεολογικός αλγόριθμος, για να συνειδητοποιήσει κανείς ότι αν σ’ ένα φανάρι σε ώρα κυκλοφοριακής συμφόρησης, άμα κολλήσεις, δεν είναι ίδια τα δευτερόλεπτα ή τα λεπτά που κυλούν γι’ αυτόν που στέκεται σαν όρθια σαρδέλα στο υπερπλήρες κονσερβοκούτι λεωφορείο, και στον οδηγό ή επιβάτη του ΙΧ με ανοιχτό παράθυρο, αιρ κοντίσιον και μουσική. Ποιος θα χτίσει πολυκατοικία με εκατό διαμερίσματα και ένα ασανσέρ; Ο καπιταλιστής και σαδιστής.
Δεν ξέρω αν ο κοινός νους είναι μια απλοϊκή απαίτηση. Ξέρω όμως ότι είναι σε πλήρη ανεπάρκεια και προσφοράς και ζήτησης. Δεν μπορεί, που να με πάρει, να μην απαιτούμε πέρα απ’ τα περισσότερα και ποιοτικότερα ως διαδικασία σημεία για rapid test σε πλατείες και γωνιές των πόλεων. Δεν μπορεί παρά να είναι μέσα στο δωρεάν και μια σειρά από ομπρέλες, ένα φερτό στέγαστρο, για να περιμένεις στην ουρά και σε απόσταση χωρίς με βήχα και με ρίγος, κρατώντας και ομπρέλα. Δεν μπορεί να μην υπάρχουν δυο, τρεις, πέντε πλαστικές καρέκλες γι’ αυτόν που δεν τον βαστάνε τα πόδια του, ακόμα και με λιακάδα. Αν οι συνθήκες είναι υγιεινότερες εν υπαίθρω, στην ουρά π.χ. των εμβολίων, τότε είναι απαίτηση του κοινού νου να μη στήνεται σε κάθε σημείο, σε κάθε πόλη κι από ένα μικρό προσωρινό εύτακτο και πολιτισμένο στρατοπεδάκι συγκέντρωσης για το καλό μας.
Ο διάβολος έχει ουρά, κι αυτή με τη σειρά της τις λεπτομέρειες, που ξεχνιούνται ώσπου να γίνει στο λαιμό των μαζών θηλιά.
Το άρθρο της Λιάνας Κανέλλη είναι αναδημοσίευση από τον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου 15-16/1/2022