Για πάντα κοντά σου
Δείτε απλά την ταινία! Απολαύστε τον εξαιρετικό μικρούλη Ντάνιελ Λάμοντ καθώς και τον επίσης εξαιρετικό Τζέιμς Νόρτον, στον ρόλο του πατέρα. Αφεθείτε, όχι στο μελόδραμα – αυτό είναι ανύπαρκτο στην ταινία – αλλά στην ευαισθησία της που μας αγγίζει…
Για Πάντα Κοντά σου/ Nowhere Special
Βρετανική, 2020
Σκηνοθεσία: Ουμπέρτο Παζολίνι, με τους Τζέιμς Νόρτον, Ντάνιελ Λάμοντ
Μία ταινία που δίνει περιεχόμενο στο «πουθενά» του θανάτου μετατρέποντάς το «για πάντα κοντά σου». Μία ταινία που το special που αναζητούμε στο σύντομο πέρασμά μας από τη ζωή το κατακερματίζει, αναδεικνύοντας με πολύ απλό και ρεαλιστικό τρόπο ότι το ιδιαίτερο και το ξεχωριστό είναι αυτό που φωλιάζει μέσα μας, στα αληθινά συναισθήματά μας που τα αγνοούμε, που οι εξωτερικές συνθήκες δεν μας αφήνουν να τα ξεδιπλώσουμε να τα αποκαλύψουμε, να τα προσφέρουμε αφιλτράριστα σε αυτούς που αγαπάμε. Και είναι αυτά που αφήνοντάς τα να εκδηλωθούν γνήσια και ανεμπόδιστα, καθοδηγούν και τις πράξεις μας και δίνουν λύσεις στα μεγάλα διλήμματα, στα μεγάλα προβλήματα που προβάλλουν εμπρός μας.
Ο Τζον είναι ένας 35χρονος χήρος, καθαριστής τζαμιών, ο οποίος πάσχει από μία ασθένεια που του αφήνει μονάχα λίγους μήνες ζωής. Ο τρίχρονος γιος του δεν γνωρίζει κάτι για την κατάσταση του μπαμπά του, και ο Τζον προσπαθεί να βρει την ιδανική οικογένεια για να υιοθετήσει τον μικρό του γιο.
Ο Τζον όπως και κάθε μελλοθάνατος έχει επίγνωση της θνητότητάς του, κάτι που αποφεύγεται συστηματικά και ηθελημένα από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Και νιώθει αυτό το συναίσθημα που νιώθουν όλοι οι μελλοθάνατοι. Πλήρη αδυναμία να αντιμετωπίσει το αναπόφευκτο. Δεν αφήνεται όμως να καταβληθεί από αυτή την αδυναμία γιατί λίγο πριν το τέλος, έχει να εκπληρώσει μία πολύ σημαντική «δουλειά». Να εξασφαλίσει μια καλή οικογένεια που θα αναλάβει την υιοθεσία του τρίχρονου γιου του και με τη σειρά της θα του εξασφαλίσει ένα καλό μέλλον. Και εδώ προκύπτουν και τα τεράστια διλήμματα για τον Τζον. Ποια είναι η κατάλληλη οικογένεια για τον μικρό του γιο; Πόσο καλά γνωρίζει ο ίδιος το μικρό του αγόρι; Πώς είναι δυνατό να γνωρίζει τις μελλοντικές του αντιδράσεις σε μια οικογένεια που και ο ίδιος ελάχιστα γνωρίζει για αυτήν και που δεν θα βρίσκεται στη ζωή να παρακολουθεί την πορεία των σχέσεων που θα αναπτυχθούν ανάμεσα σε αυτήν και τον γιό του; Ο Τζον καλείται να πάρει αποφάσεις μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα που υπό κανονικές συνθήκες θα ήθελε πολλές ζωές για να μπορέσει να τις πάρει. Και αυτή η ασφυκτική πίεση του χρόνου μέσα στην τραγική κατάσταση που βιώνει ο ίδιος είναι αυτή που τον βοηθά να ξεκαθαρίσει να αποβάλλει όλα τα περιττά που στέκουν εμπόδια στην καθημερινότητά του και να συγκεντρωθεί στην αποκλειστικότητα της σχέσης του με το παιδί του. Και εκεί να διαπιστώσει αυτό που εύκολα μπορεί να ειπωθεί αλλά τρομερά δύσκολα να εφαρμοστεί: Φεύγοντας από τη ζωή να έχει αφήσει κάτι πολύ δυνατό στον γιο του πάνω στο οποίο θα μπορεί ο δεύτερος να χτίσει. Ποιο είναι όμως αυτό το «δυνατό», αυτή η βάση πάνω στην οποία θα οικοδομηθεί στέρεα η ζωή του γιου του; Ποια είναι εκείνα τα εφόδια που θα χρειαστεί; Και σε ποια οικογένεια θα τα αναζητήσει; Είναι μία εκπαίδευση σε ακριβά ιδιωτικά σχολεία; Είναι μία πλούσια σε υλικά αγαθά ζωή; Και τι παρακαταθήκη θα έχει να αφήσει ο ίδιος στον γιο του;
Όταν από τους ψυχολόγους ζητείται από τον Τζον να αφήσει ένα κουτί αναμνήσεων στον μικρό Μάικλ, που ο μικρός μεγαλώνοντας θα ανατρέχει σε αυτό για να θυμάται τον μπαμπά του, ο Τζον έρχεται αντιμέτωπος με το μεγάλο θέμα του απολογισμού της 34χρονης ζωής του. Με αυτό που ο Τολστόι στη νουβέλα του «Ο θάνατος του Ιβάν Ίλιτς» περιγράφει διεξοδικότατα. Εκεί η αρρώστια του Ιβάν Ίλιτς τον αναγκάζει να κοιτάξει κατάματα την προηγούμενη ζωή του και τις επιλογές του και να διαπιστώσει πικρά ότι έχασε πολύ χρόνο σε ανούσια πράγματα, ξόδεψε πολύ ψυχικό απόθεμα σε καταστάσεις που δεν του πρόσφεραν καμία πληρότητα καμία ουσιαστική χαρά. Γι αυτό και έχει να θυμάται ελάχιστα. Και τα περισσότερα από την παιδική του ηλικία. Ακριβώς αντιμέτωπος και με μία τέτοια κατάσταση, βρίσκεται και ο Τζον. Θεωρεί και πιστεύει ότι τίποτα δεν έχει να βάλει μέσα στο κουτί των αναμνήσεων ενοχοποιώντας τον εαυτό του για το ότι τα μόνα που έχει να αφήσει πίσω του είναι η επιλογή μιας συζύγου που εγκατέλειψε το παιδί της, μια οικογένεια που έφερε στον κόσμο ένα παιδί και ταυτόχρονα του την πήρε πίσω, αφήνοντάς το στο έλεος μιας σκληρής κοινωνίας και ενός πατέρα που το μόνο που κατάφερε στη ζωή του είναι να γίνει καθαριστής τζαμιών.
Όμως οι λύσεις στα προβλήματα δεν δίνονται ερήμην των ανθρώπων που είναι πρωταγωνιστές αυτών. Αλλά μέσα από το πλησίασμα, μέσα από την προσέγγιση και μέσα από την εκδήλωση των συναισθημάτων. Είναι εκεί που το ξεδίπλωμα των συναισθημάτων, απλά, αβίαστα χωρίς τα «πρέπει» και τα «δεν πρέπει» που αλλοιώνουν την αυθεντικότητα αυτών, έρχεται σιγά σιγά να ξεμπλέξει το κουβάρι. Έρχεται να τονώσει την αυτοπεποίθηση του Τζον και να τον κάνει να δει με διαφορετική ματιά την κατάσταση που βρίσκεται. Και είναι και ο Μάικλ επίσης που βοηθά πολύ σε αυτό. Το τρίχρονο αγοράκι βοηθά τον πατέρα του να συνειδητοποιήσει πως η ουσία και το βάθος της σχέσης τους που αναδύεται μέσα από την συναισθηματική έκφραση, είναι τελικά η παρακαταθήκη του πατέρα του. Γιατί ο Μάικλ εκδηλώνει όπως και κάθε παιδί, αβίαστα την αγάπη του, τη λατρεία του, την εξάρτησή του από τον πατέρα του. Περιμένει τα πάντα από εκείνον και ο μελλοθάνατος πατέρας παίρνει δύναμη από αυτή την περίσσεια αγάπης και την ανταποδίδει. Και ξέρει ότι αυτή η ανταπόδοση θα μείνει για πάντα φωλιασμένη στην ψυχή αυτού του παιδιού. Και με αυτή την περίσσεια αγάπη βρίσκει το κουράγιο και το θάρρος να γεμίσει το κουτί των αναμνήσεων. Και την αδυναμία του να την μετατρέψει σε δύναμη. Και να μην νιώθει άσχημα που κατάφερε να γίνει καθαριστής τζαμιών γιατί διαπιστώνει στα μάτια του γιου του ότι ο γιος του τον θαυμάζει που είναι καθαριστής τζαμιών. Και είναι κατόρθωμα να σε θαυμάζουν τα πιο αγαπημένα σου πρόσωπα για αυτό που είσαι. Μέσα από το προπέτασμα των τζαμιών, των θολών τζαμιών της καθημερινότητάς του, ο Τζον καταφέρνει να τα καθαρίσει και να αντικρίσει πίσω από τα καθαρά πλέον τζάμια, την ψυχή του παιδιού του. Και να συναντηθούνε. Μέσα από τα βλέμματά τους, μέσα από τον συντονισμό των βημάτων τους, μέσα από το ζεστό κράτημα των χεριών τους, μέσα από το διάβασμα των παραμυθιών τους, μέσα από τις απλές κουβέντες τους που δίνουν τη δυνατότητα στον πατέρα χωρίς ιδιαίτερες βιασύνες και απαλλαγμένος πλέον από το άγχος του «πώς θα το πω στο παιδί μου», να προετοιμάσει τον Μάικλ για το αναπόφευκτο.
Εντάσσοντας την ιστορία του -το σενάριο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα- μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο της Βρετανίας, αναδεικνύοντας τις τεράστιες διαφορές που θέλουν την εργατική τάξη να μοχθεί για μία αξιοπρεπή διαβίωση -μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής του ο Τζον αναγκάζεται να ανεβαίνει σκάλες για να καθαρίσει τζάμια- και από την άλλη, την τάξη των πλουσίων που ζουν τη χλιδάτη ανούσια ζωή τους χωρίς να έχουν καμία επαφή, για την ακρίβεια χωρίς να τους ενδιαφέρει να έχουν καμία επαφή με τους ανθρώπους του μόχθου και της καθημερινότητας, ο Ουμπέρτο Παζολίνι (καμία σχέση με τον Πιερ Πάολο Παζολίνι, αλλά ανιψιός του Βισκόντι) δημιουργεί μια ταινία που μας φέρνει αντιμέτωπους με τις βαθιές υπαρξιακές μας αγωνίες αλλά και με τον τρόπο που ο καθένας μας αξιολογεί την κάθε μέρα που περνά. Μαθημένοι να προνοούμε για το μέλλον, το δικό μας, των παιδιών μας και των αγαπημένων μας, αλλά αφήνοντας ταυτόχρονα τον χρόνο να ισοπεδώνει τις καθημερινές μας στιγμές που θα μπορούσαμε να απολαύσουμε να αξιοποιήσουμε, εμβαθύνοντας στο παρόν των σχέσεων μας που θα μας κάνει πιο πλούσιους πιο ανθεκτικούς.
Δείτε απλά την ταινία! Απολαύστε τον εξαιρετικό μικρούλη Ντάνιελ Λάμοντ καθώς και τον επίσης εξαιρετικό Τζέιμς Νόρτον, στον ρόλο του πατέρα.
Και μην φοβηθείτε να κλάψετε. Αφεθείτε, όχι στο μελόδραμα – αυτό είναι ανύπαρκτο στην ταινία – αλλά στην ευαισθησία της που μας αγγίζει όχι γιατί έχουμε βρεθεί στη θέση του μελλοθάνατου, αλλά γιατί από την αρχή μέχρι το τέλος της ταινίας, νιώθουμε ότι μπορεί και να βρεθούμε. Δεν το κατανοούμε απλά. Το νιώθουμε! Κι από εκεί και μετά κάνουμε και εμείς τους δικούς μας απολογισμούς…