Το καλύτερο σύστημα που γνώρισε η ανθρωπότητα
Έτσι λοιπόν κυρία Μαρία και κύριε Περικλή, αυτό το Σάββατο θα κατέβουμε και πάλι στο δρόμο.
Αυτό που εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας θα ήταν εκρηκτικό, αν δεν ήταν τόσο παγωμένο και ίσως να ήταν αστείο, έστω και πολύ κρύο, αν δεν είχε κοστίσει τις ζωές κάποιων ανθρώπων.
Πολλές φορές διαβάζω για γεγονότα του παρελθόντος, ή για τρέχοντα γεγονότα σε άλλες χώρες, όπου οι ζωές των ανθρώπων ευτελίζονται και υποτιμούνται, άλλοτε πολύ κάτω και από 1000 ή 2000 ευρώ, κι αναρωτιέμαι πώς εκείνη η μακρινή στο χώρο ή το χρόνο κοινωνία αποδέχθηκε εν τέλει αυτή τη διατίμηση. Λέω εν τέλει, γιατί συνήθως δεν υπάρχει συνολική αποδοχή. Οι λαοί πάντα αντιστέκονται, αλλά η ήττα τους καταγράφεται σαν αποδοχή της κατάστασης. Συνεπώς, αυτό που φαίνεται σαν ανεξήγητο είναι η ήττα της αντίστασης που είτε δεν είχε σωστή στόχευση, ή ανάλογη δύναμη, ή και τα δύο.
Θα έλεγε κανείς ότι η εξήγηση της ήττας για μια μακρινή κοινωνία είναι πιο δύσκολη ακριβώς λόγω της απόστασης. Και μήπως η εξήγηση της τρέχουσας κατάστασης δεν είναι εξίσου δύσκολη; Μήπως γι’ αυτήν την δυσκολία ευθύνεται η εγγύτητα;
Τα πρόσφατα γεγονότα των τελευταίων χρόνων στην Ελλάδα ίσως βοηθήσουν στην κατανόηση αυτού του ζητήματος. Αναμφίβολα, ένα μέρος του λαού μας είναι επί ποδός απ’ άκρη σ’ άκρη αυτής της χώρας. Συνέχεια! Ασταμάτητα!! Με ήλιο, βροχή και χιόνι!!! Με σωστά αιτήματα, τόσο σωστά που αργά ή γρήγορα αναγνωρίζονται ως τέτοια από φίλους και εχθρούς. Με καλή οργάνωση, τόσο καλή που να κοντράρεται στα ίσια με τον κρατικό μηχανισμό. Κι εδώ, δεν κλέβει κανείς εκκλησία, γιατί όσο διαλυμένος κι αν είναι ο κρατικός μηχανισμός στα ζητήματα ικανοποίησης λαϊκών αναγκών ή αντιμετώπισης φαινομένων που έχουν από καιρό προβλεφθεί ή ακόμα κι από φαινόμενα που επαναλαμβάνονται με μια σταθερότητα κάθε χρόνο, άλλο τόσο αποτελεσματικός είναι ο ίδιος μηχανισμός όταν αντιμετωπίζει το οργανωμένο λαϊκό κίνημα.
Άρα λοιπόν, δεν μπορεί κανείς να πει για το λαό αυτής της χώρας ότι δέχτηκε αδιαμαρτύρητα τα μνημόνια, τη διάλυση της υγείας και της παιδείας, τις ιδιωτικοποιήσεις υποδομών και παροχών, την κατάργηση εργατικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, την δασοκτόνα μετάβαση στα πράσινα κέρδη των μονοπωλίων, την γκανγκστεροποίηση της καθημερινής ζωής και το φασιστικό μανδύα που έρχεται τραχιά να καλύψει κάθε φωνή με το δηλητήριο του.
Όχι! Αυτό δεν μπορεί να το πει κανείς. Μάρτυρας μου οι αστικές φυλλάδες που συχνά πρωτοσελίδωσαν το φόβο τους για την έκβαση αυτής της αντίστασης. Αλλά και οι προετοιμασίες που κάνει αυτός ο διαλυμένος κρατικός μηχανισμός. Για ποιον τα πήρανε τα περιπολικά και γιατί, από όλο το Δημόσιο, στελεχώσανε μόνο την αστυνομία; Για να σταματήσουνε τους βιασμούς; Για να υπάρχει ασφάλεια στο λαό; Μα, η ίδια η αστυνομία, το ίδιο το αστικό σύστημα εμπλέκεται στις δουλειές της νύχτας. Ή μήπως πρέπει οι αστυνομικοί να ρυθμίζουν την κυκλοφορία μια μέρα με χιόνι; Μα, στο συμβόλαιο λέει: τραμπουκισμός και καταστολή λαϊκών δικαιωμάτων, δεν λέει: να περνάς τη γιαγιά απέναντι στο δρόμο. Λέει: μετατροπή της βάρδιας σε τηλεπαιχνίδι shout’em up με έξτρα πόντους αν σκοτώσεις κάποιον και μπόνους αν ο νεκρός είναι μαύρος, ρομά, ομοφυλόφιλος, αλλόθρησκος ή έστω γυναίκα.
Ή μήπως το πέτσωμα των ΜΜΕ δεν είναι ανοιχτή ομολογία της ανησυχίας της αστικής τάξης; Η απόλυτη ευθυγράμμιση της κρατικής προπαγάνδας, αυτή η ατσούμπαλη απόπειρα κιμαδοποίησης της κοινωνικής συνείδησης, από το μαιευτήριο μέχρι τη ΜΕΘ, αυτή η πραγματικά αξιόλογη προσπάθεια διάτρησης του πάτου του μαύρου, με την προσδοκία ότι αυτό θα γίνει άσπρο, τι άλλο είναι αυτή η κατάσταση αν όχι παραδοχή ότι η θέση της αστικής τάξης είναι επισφαλής;
Για να μην γινόμαστε κουραστικοί με πράγματα που τα ξέρουμε όλοι, υπάρχει αντίσταση σε αυτόν τον τόπο, και μάλιστα αρκετή ώστε να τρομάζει τον αστικό κόσμο. Και να τον τρομάζει τόσο ώστε να προετοιμάζεται ποικιλοτρόπως. Είναι δεδομένο μάλιστα ότι όλη αυτή η προετοιμασία αποδίδει καρπούς, λιγοστεύουν οι δυνάμεις της αντίστασης, δεν φτάνουν τα νέα, ή όλα τα νέα, ή ολόκληρα τα νέα, στο λαό.
Το κυριότερο, ίσως, διαλύονται τα αναλυτικά εργαλεία του λαού. Δηλαδή, διαλύεται η δυνατότητα δημιουργίας αιτιακών σχέσεων. Γεγονός – αιτία. Αιτία = προγενέστερο γεγονός – προγενέστερη αιτία. Κι ακόμα χειρότερα: εξαγωγή της βασικής αιτίας. Ναι, όταν το αφεντικό δεν πληρώνει το μεροκάματο της αργίας που προκήρυξε η κυβέρνηση για να καλύψει τη γύμνια της, φταίει το αφεντικό. Γιατί όμως μπορεί να παρανομεί το αφεντικό; Αν επιβαλλόταν ένας φόρος στον εργάτη θα μπορούσε με την ίδια ευκολία να πει δεν τον πληρώνω;
Αλλού η ανάλυση είναι σχετικά δύσκολη. Πάρτε τις γυναικοκτονίες. Ποιος φταίει; Σίγουρα ο φονιάς. Αλλά γιατί γεννιούνται τόσοι φονιάδες; Χρειάζεται προσπάθεια για να καταλάβει κανείς ότι στη βάση του προβλήματος είναι η αντιμετώπιση της γυναίκας ως ιδιόκτητο πράγμα, το οποίο μπορεί ο ιδιοκτήτης (πατέρας, σύζυγος ή απλά γκόμενος) να διαθέσει κατά το δοκούν. Κι ότι ακόμα πιο πίσω κρύβεται η κυρίαρχη σχέση παραγωγής του κεφαλαίου που θέλει την εμπορευματοποίηση κάθε πλευράς της κοινωνικής πραγματικότητας. Ο ίδιος ο θύτης εμπορευματοποιεί και πουλά την εργατική του δύναμη και μάλλον, τέτοιος που είναι, τη δίνει μαζί με την αξιοπρέπειά του. Αν μάθει από παιδί ότι τα χέρια και το μυαλό του μπορούν να ανήκουν σε κάποιον άλλον, τότε η υπαγωγή μιας άλλης, πιο αδύναμης από κοινωνική σκοπιά, ύπαρξης σε αυτόν είναι μια υποπερίπτωση του γενικού κανόνα που μπορεί να εκτονώσει μάλιστα συσσωρευμένα κόμπλεξ κυριαρχίας που προκαλεί αυτός ο γενικός κανόνας. Ή κάπως έτσι, τέλος πάντων, γιατί το ζήτημα διαμεσολαβείται πάρα πολύ από την ιστορική εξέλιξη και ενίοτε υποκρύπτει ακόμα και προγενέστερες του κεφαλαίου σχέσεις παραγωγής.
Υπάρχουν και περιπτώσεις που είναι πιο εύκολες. Αυτή είναι η περίπτωση της πανδημίας. Εδώ είναι μετρημένα κουκιά: διαλύεται το δημόσιο σύστημα υγείας για να ενισχυθεί το ιδιωτικό, για να κερδίσουν οι κεφαλαιοκράτες (συνολικά, γιατί είναι όλοι μέτοχοί του). Μειώνοντας τις δαπάνες του φετινού προϋπολογισμού για την υγεία η κατάσταση θα χειροτερεύσει ανεξάρτητα από την πορεία της πανδημίας. Αυτή είναι μια απλή συνεπαγωγή και δεν χρειάζονται ιδιαίτερα εργαλεία για να το καταλάβει κανείς.
Βέβαια, μπορεί να μην έχεις μάθει, και να μην μάθεις ποτέ, ότι μειώθηκε ο προϋπολογισμός για την υγεία την χρονιά που ήρθαν τα πρώτα μεταχειρισμένα ραφάλ. Μπορεί να μην μάθεις ότι οι νεοπροσληφθέντες ματατζήδες χρησιμοποιήθηκαν για να κλείσει με τη βία το Παίδων Πεντέλης, κάτω από την απειλή γιατρών, νοσηλευτών και μέρους του λαού να το κρατήσουν ανοιχτό. Και δεν θα είναι τόσο δύσκολο να μην μάθεις τίποτα απ’ όλ’ αυτά. Δεν είναι σοβαρές ειδήσεις ούτε για τα “σοβαρά” αστικά μέσα, ούτε για τους διώκτες των εβραιομασωνικών συνωμοσιών.
Άρα λοιπόν, έχουμε εδώ δυο μειοψηφικές στρατιές που αντιπαλεύουν. Από τη μία, το οργανωμένο αστικό κράτος που είναι τόσο αδύναμο στην εξυπηρέτηση του λαού, όσο αποτελεσματικό είναι στην κερδοφορία του κεφαλαίου. Είναι μια δύναμη που δέρνει, τρομοκρατεί αλλά και παραπλανεί. Ο νόμος, η τάξη και το κακό συναπάντημα των ξεπουλημένων αστικών μέσων προπαγάνδας. Άλλοτε πιο ραφιναρισμένα κι έξυπνα, με τροπολογίες και μηχανισμούς που μετά βίας ξετρυπώνουν οι κομμουνιστές βουλευτές, άλλοτε με χοντροκομμένες παπακωστιές και πορτοσαλτιές, είναι ένας μηχανισμός γιγάντιος, μιζομένος μέχρι τα μπούνια και αποκρουστικός. Μετράει όλους τους αστούς, τα παπαγαλάκια, όλο το ανώτερο ράσο, και μεγάλο μέρος από το υπόλοιπο, τους επίσημους κι ανεπίσημους ροπαλοφόρους και πολλούς παρατρεχάμενους λακέδες, ρουφιάνους και εθνίκια. Όλοι αυτοί όμως, αν και δεν έχουν απογραφεί, κάποιοι αρνητές όντας, παραμένουν μικρή μειοψηφία, απ’ όπου κι αν το δει κανείς. Δεν χρειάζονται κανένα εργαλείο: αρκεί μια μεταφορά στο λογαριασμό τους ή μια δεσμίδα 100ευρα, αναλόγως αν η δουλειά γίνεται μέρα ή νύχτα.
Από την άλλη, είναι το συνειδητό κομμάτι της εργατικής τάξης κυρίως αλλά και των άλλων λαϊκών τάξεων, αυτό που ξέρει να κάνει το κεφάλαιο να γονατίζει από καιρό σε καιρό, αυτό που έχει κατακτήσει το εργαλείο: “νόμος είναι το δίκιο του εργάτη”. Είναι αυτό το κομμάτι που οργανώνει την αλληλεγγύη πάντα στις καταστροφές, όταν απειλείται η ζωή και η περιουσία του λαού, αυτοί που στελεχώνουν τις εθελοντικές ομάδες πυρόσβεσης, αυτοί που κάνουν 5-6 σερί εφημερίες στο νοσοκομείο και κατάκοποι, βρίσκουν ένα πλακάκι στο δάπεδο να ξαποστάσουν. Είναι όλοι αυτοί που αγωνίζονται καθημερινά για ένα καλύτερο σχολείο για τους μαθητές τους και τα παιδιά τους, για να αποκτήσει αυτή η νεολαία ακριβώς αυτά τα εργαλεία που χρειάζεται για να καταλάβει τον κόσμο. Είναι αυτοί οι ωραίοι που γίνονται εκνευριστικοί με την ηθική υπεροχή τους και αυτό το τεράστιο απόθεμα αγάπης για τον άνθρωπο. Αυτές οι λαϊκές ψυχές που ανθούν σε όλες τις πλαγιές της κοινωνικής δραστηριότητας και συνθέτουν ένα βουνό δέους με το δίκιο τους. Αυτοί δεν αρνούνται την καταγραφή τους και μάλιστα την επιδιώκουν σε καθημερινή βάση, με στόχο να πατήσουν και το τελευταίο απάτητο εκατοστό κάθε δρόμου. Αν και κρίσιμη η μάζα (μας, ας μου επιτραπεί) παραμένουμε μειοψηφία.
Κι αυτά όμως είναι γνωστά ζητήματα σ’ αυτόν τον μικρό τόπο. Δεν ξέρουμε ακόμα μόνο τι είναι αυτό που θα ξυπνήσει αυτούς τους έρμους μεσαίους νάνους, αυτόν τον αγαθό γίγαντα που γλυκοκοιτάει το διχίλιαρο αλλά θαυμάζει και τον κνίτη που βγήκε στο χιόνι να βοηθήσει έναν άγνωστο. Αυτοί που στα όνειρά τους επαναστάσεις αναζητούν, κάτι να αλλάξει, αυτοί που γκρινιάζουν με κάλους στα δάκτυλα ή με πολλές κούπες στο καφενείο. Είναι αυτοί που σου λένε ότι δεν διαμαρτύρεται κανείς, και ταυτόχρονα λένε ότι δεν ανέχονται να κλείνουν οι δρόμοι επειδή διαμαρτύρεται μια μερίδα του λαού. Αυτοί που διατείνονται ότι δεν γίνονται οι απεργίες που πρέπει, αλλά ταυτόχρονα διεκδικούν το δικαίωμα στην απεργοσπασία. Είναι αυτοί που λένε ότι κανείς δεν μιλάει και τίποτα δεν γίνεται, αυτοί που ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει αντίσταση, οι μόνοι που ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει αντίσταση. Μπορεί να είναι αντιφατικοί, αλλά είναι τόσοι πολλοί, που οι ψίθυροί τους επιβάλλουν το βολικό αφήγημα της υποταγής. Πάνω σ’ αυτό το αφράτο χιόνι, μπορεί κανείς να γράψει με την ίδια ευκολία μια μαντινάδα με τη γνωστή κατάληξη ή ότι το σύστημα που ζούμε είναι το καλύτερο που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα. Ή και τα δύο, κολλητά.
Αυτοί οι άνθρωποι είναι κομμάτι του λαού, πάντα ήταν. Μπορεί να είχανε σπίτι, όταν ξεσπιτώνονταν άλλοι. Μπορεί να είχανε δουλειά, όταν απολύονταν άλλοι. Μπορεί να είχανε καλύτερο μισθό από τους άλλους. Μπορεί να καταφέρνανε να μείνουνε στη χώρα, όταν αναγκάστηκαν άλλοι στη μετανάστευση. Μπορεί να φοβήθηκαν πολύ, από την αφοβιά των άλλων. Μπορεί, με λίγα λόγια, να είχανε κάτι παραπάνω να χάσουνε, εκτός από τις αλυσίδες τους.
Η τρέχουσα κατάσταση που απειλεί ζωές αδιακρίτως μπορεί να φαίνεται ότι τους απελευθερώνει, και μπορεί όντως να απελευθερώνει κάποιους, αλλά δεσμεύει και πολλούς. Ο φόβος γιγαντώνεται, το ψέμα πετάει χαμηλά με υπερηχητικές ταχύτητες, η τρομοκρατία γλιστράει κι από τις χαραμάδες, όλοι μπορούν να νιώσουν ότι παίζουν σε χολιγουντιανή ταινία καταστροφής, και όχι στο ρόλο του πρωταγωνιστή (που επιβιώνει).
Αυτός είναι ο κρίσιμος παράγοντας. Το επιτελείο των αστών τους βαφτίζει κέντρο κι επιδιώκει να τους κερδίσει από πάνω, όλους μαζί, με μια ατάκα ή με μια εικόνα, με ένα αφήγημα ή με ένα επίδομα, συνήθως με ένα συνδυασμό αυτών και άλλων μέσων. Οι αστοί δεν νοιάζονται να γνωρίσουν τον κόσμο, αρκεί να μετρήσουν το συνολικό σφυγμό τους και να βεβαιωθούν ότι το αίμα κυλάει αργά στις φλέβες τους.
Εμείς από την άλλη, πάμε ψυχή-ψυχή. Εργαζόμενος-εργαζόμενος, γονιός-γονιός, αγρότης-αγρότης, αυτοαπασχολούμενος-αυτοαπασχολούμενος, γυναίκα-γυναίκα. Γιατί εμείς έχουμε τα εργαλεία να καταλάβουμε ότι αυτό δεν είναι το καλύτερο σύστημα που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα, γιατί μπορούμε να σκεφτούμε ότι αν αυτό ήταν το καλύτερο σύστημα που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα, τότε δεν αξίζει να υπάρχει η ανθρωπότητα ή απλούστερα δεν είναι ανθρωπότητα. Γιατί στις πληγές που έχουν αφήσει τα όνειρά μας έχουμε ψηλαφίσει έναν καλύτερο κόσμο, τον καλύτερο κόσμο που μπορεί ποτέ να γνωρίσει η ανθρωπότητα.
Έτσι λοιπόν κυρία Μαρία και κύριε Περικλή, αυτό το Σάββατο θα κατέβουμε και πάλι στο δρόμο. Θα έχει λίγο κρύο, και οι δρόμοι μπορεί να έχουν λίγο πάγο, αλλά εσύ έμεινες 40 ώρες χωρίς ρεύμα στο σπίτι και μια μέρα μέσα στο αμάξι στην Αττική Οδό, δεν θα σκιαχτείς από μια τσουχτερή λιακάδα μεσημέρι στο Σύνταγμα.
Θα υποδεχτούμε τον επικεφαλής μιας δημοτικής αρχής φάρο στα ελληνικά πράγματα. Που είχε ξενώνα για τους άστεγους, όχι ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη για την κάμερα. Έναν ακόμα από αυτούς τους ωραίους, έναν κομμουνιστή δήμαρχο που έχει βάλει ήδη το όνομά του στο βιβλίο των μικρών μας ηρώων. Φέρνει μαζί του πολλές δεκάδες σωματεία και φορείς από την Πάτρα. Φέρνει και τις αγωνίες και τα αιτήματα του πατραϊκού λαού για το δικαίωμα στην εργασία, για υγεία, παιδεία, ασφάλεια του λαού, αιτήματα που είναι παλλαϊκά, έχουμε ανάγκη όλοι την ικανοποίησή τους για να συνεχίσουμε να ζούμε σ’ αυτόν τον τόπο.
Αλλά κι η υποδοχή μας θα είναι ανάλογη. Δεκάδες οι φορείς που θα τον υποδεχθούμε, πλήθος οι ανακοινώσεις, ίσως έχεις πάρει κι εσύ μία, ίσως είδες μια ανακοίνωση στη δουλειά σου.
Αν αυτή η πληροφορία φτάσει σε σένα, έλα, σε αφορά και σε χρειαζόμαστε.
Θα είμαστε πολλοί, μαζί σου όμως θα γίνουμε πλειοψηφία.
Για να επιβάλλουμε (έγκαιρα) το καλύτερο σύστημα που γνώρισε η ανθρωπότητα.