Γ. Αγκυραλίδης: “Η προσφυγούπολη Νίκαια – Νέα Κοκκινιά” – Από το ηρωικό παρελθόν ως τις μέρες μας
Ναι, υπάρχει συνέχεια στην παράδοση της Κοκκινιάς. Η προσφυγική μας καταγωγή, η μουσική, οι συνήθειες, η αγάπη για τη γειτονιά, η αλληλεγγύη και η αλληλοβοήθεια και φυσικά η Μάχη και το Μπλόκο της Κοκκινιάς είναι αναπόσπαστα κομμάτια της κουλτούρας μας. Η Νίκαια – Νέα Κοκκινιά παραμένει ένας χώρος ζωντανός.
Κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες από τις εκδόσεις Οσελότος το βιβλίο του Γιώργου Αγκυραλίδη με τίτλο: «Η Προσφυγούπολη Νίκαια-Νέα Κοκκινιά». Το βιβλίο αποτελείται από αναμνήσεις του Κοκκινιώτη εκπαιδευτικού (καθηγητή μαθηματικών), ποιητή και συγγραφέα Γιώργου Αγκυραλίδη από τη γειτονιά που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Μιλήσαμε με τον επιμελητή της έκδοσης (και γιο του συγγραφέα) Γρηγόρη Αγκυραλίδη για το βιβλίο.
– Τι καταστάσεις βίωσαν ερχόμενοι στην Ελλάδα οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία;
– Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες έφυγαν χωρίς τη θέλησή τους από την γενέτειρα και τρισχιλιόχρονη εστία τους, ως αποτέλεσμα των πολιτικών που εφαρμόστηκαν τόσο από το τουρκικό κράτος που ήταν τότε εν τη γενέσει του υπό την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ, καθώς κατέρρεε η Οθωμανική Αυτοκρατορία, όσο και από τη «μητέρα-πατρίδα» υπό τα «οράματα» του Ελευθερίου Βενιζέλου και τον μεγαλοϊδεατισμό για Ελλάδα των δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών. Οι δύο εθνικιστές ηγέτες, μεταξύ άλλων, επιδίωκαν εθνικώς «καθαρά» κράτη, στα οποία δεν χωρούσαν οι μειονότητες. Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες ήρθαν σε μία χώρα με άλλα έθιμα και ήθη και με σημαντικά υποβαθμισμένο πολιτιστικό και κοινωνικό status. Μην ξεχνάμε ότι οι περισσότεροι ήταν ευκατάστατοι και ζούσαν σε αρμονία με τις υπόλοιπες κοινότητες που διαβίωναν στο πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίες. Οι συνήθειες, η γλώσσα (όσοι δεν ήταν τουρκόφωνοι, μιλούσαν είτε με άλλη προφορά, είτε με άλλο γλωσσικό ιδίωμα πχ Ποντιακά), το πολιτικό περιβάλλον (βενιζελικοί οι περισσότεροι), το πολιτιστικό περιβάλλον ακόμα και η κουζίνα ήταν ξένα για αυτούς. Τα -ρατσιστικά- ποντιακά ανέκδοτα, τόσο δημοφιλή παλιότερα, δείχνουν ακριβώς την αδυναμία των «γηγενών» να κατανοήσουν την κουλτούρα και τις συνήθειές τους. Επίσης, πίστευαν ενδόμυχα ότι σύντομα θα γυρίσουν πίσω στην πατρίδα.
– Υπάρχουν ομοιότητες με όσα βιώνουν στη χώρα μας οι σημερινοί πρόσφυγες-μετανάστες;
– Σαφέστατα! Τόσο οι προφορικές μαρτυρίες των ιδίων, όσο και τα καταγεγραμμένα ντοκουμέντα της εποχής (βλ. ενδεικτικά κείμενα του Γιώργου Σεφέρη, την εχθρική αρθρογραφία του Γεωργίου Βλάχου στην Καθημερινή ή το πογκρόμ που εξαπέλυσε ο μακεδονομάχος Γεώργιος Καραμανλής στο Νομό Σερρών) δείχνουν ότι αντιμετωπίστηκαν με βία και ρατσισμό ως ανεπιθύμητοι ως φορείς συνηθειών ξένων προς την ελληνική κουλτούρα, ακόμα και ως φορείς ασθενειών. Ακριβώς όπως αντιμετωπίζονται σήμερα οι πρόσφυγες, ειδικά από την Ασία και τη Μέση Ανατολή. Ο ισχυρισμός συντηρητικών κυρίως συμπολιτών μας ότι ήταν ομόθρησκοι, ομοεθνείς και ομόγλωσσοι άρα δεν πρέπει να κάνουμε συγκρίσεις, δεν στηρίζεται σε κανένα στοιχείο. Είναι απλά μία λογική ακροβασία που ερμηνεύει την τότε κατάσταση με τα σημερινά δεδομένα, που οι προσφυγικής καταγωγής συμπολίτες μας, έχουν αφομοιωθεί πλήρως, ακόμα και οι αλλοεθνείς, όπως οι Αρμένιοι. Είναι, με απλά λόγια, όχι απλά κάτι αστήρικτο αλλά εντελώς βλακώδες.
– Τι έπαιξε ρόλο για να γίνει πολιτικά κόκκινη η Κοκκινιά;
– Η ερώτηση αυτή απαιτεί βαθύτερη γνώση και μελέτη της κατάστασης, την οποία ίσως δεν είμαι ο πλέον αρμόδιος να κάνω. Ωστόσο, μπορώ με ασφάλεια να πω ότι η ένταξη των περισσότερων Μικρασιατών στο βενιζελικό (άρα αντι-βασιλικό) στρατόπεδο αρχικά, σε συνδυασμό με τις καταστάσεις φτώχειας και ανέχειας που βίωναν και ένα αίσθημα αξιοπρέπειας και περηφάνιας που είχαν, τους ώθησε κυρίως στην Κατοχή, να ενταχθούν μαζικά στο ΕΑΜ και στο βασικό του αιμοδότη, το ΚΚΕ, να αντιμετωπίσουν με ηρωισμό τον κατακτητή στη Μάχη της Κοκκινιάς και με περηφάνεια στο Μπλόκο. Μετά την απελευθέρωση, τα πράγματα δεν άλλαξαν προς το καλύτερο γι’ αυτούς, οπότε είχαν ήδη διαλέξει στρατόπεδο και σε αυτό παρέμειναν. Ηρωικά, περήφανα και κοκκινιώτικα.
– Ποια είναι η εικόνα που επικρατεί σήμερα στη Νίκαια; Υπάρχει συνέχεια σε αυτήν την παράδοση;
– Θα σας απαντήσω με βάση την προσωπική μου εμπειρία. Έχοντας μεγαλώσει με τις ιστορίες του πατέρα μου, αλλά και μην έχοντας εξ αρχής έρθει σε επαφή με την κοκκινώτικη κουλτούρα, – εφόσον γεννήθηκα και έζησα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου στη Β. Ελλάδα, απ’ όπου καταγόταν η επίσης προσφυγικής καταγωγής μητέρα μου – τις ιστορίες αυτές τις θεωρούσα με κάποιο τρόπο, δεδομένες και, για να είμαι ειλικρινής, κάπου τις βαριόμουνα στην εφηβεία και τα πρώτα νεανικά μου χρόνια. Όταν ξεκίνησαν να δημοσιεύονται τα κείμενα του πατέρα μου σε τοπική εφημερίδα της Νίκαιας, είδα ότι είχαν τεράστια ανταπόκριση στον κόσμο. Σε εκδήλωση δε, όπου αναγνώστηκαν κείμενά του, είδα ανθρώπους στο κοινό να κλαίνε από συγκίνηση, καθώς ακούγανε. Με αποκορύφωμα το κομμάτι για το Μπλόκο και τη Μάντρα της Θυσίας. Οπότε ναι, υπάρχει συνέχεια σε αυτή την παράδοση. Η προσφυγική μας καταγωγή, η μουσική, οι συνήθειες, η αγάπη για τη γειτονιά, η αλληλεγγύη και η αλληλοβοήθεια και φυσικά η Μάχη και το Μπλόκο της Κοκκινιάς είναι αναπόσπαστα κομμάτια της κουλτούρας μας. Η συμμετοχή του κόσμου σε σχετικές εκδηλώσεις είναι μαζική και συγκινητική, ακόμα και άτομα από άλλες περιοχές έρχονται να ακούσουν για την «Κοκκινιά μας». Η αίθουσα επίσης του Μουσείου της Μάντρας της Κοκκινιάς είναι αγαπημένος χώρος για διοργάνωση ομιλιών, διαλέξεων και εκδηλώσεων. Άρα παραμένει ένας χώρος ζωντανός.
– Πώς φύτρωσε ο σπόρος του φασισμού-νεοναζισμού στην ιστορική Κοκκινιά;
– Δυστυχώς όπως συνήθως εκκολάπτεται το αυγό του φιδιού. Η κρίση οδήγησε σε περαιτέρω φτωχοποίηση τον κόσμο της Νίκαιας. Παράλληλα, άρχισαν να εγκαθίστανται πρόσφυγες από την Ασία στην περιοχή, λόγω και των χαμηλότερων ενοικίων. Η απουσία οποιασδήποτε κρατικής ή δημοτικής μέριμνας για την αφομοίωσή τους και την εξασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσής τους, οδήγησε σε φαινόμενα ξενοφοβίας. Το λίπασμα λοιπόν δημιουργήθηκε εύκολα. Από εκεί και πέρα, ρόλο έπαιξε ο χουλιγκανισμός και η προϋπάρχουσα διείσδυση της Χρυσής Αυγής σε οπαδικούς συνδέσμους της περιοχής. Εκεί βρέθηκαν εύκολα θύματα, από τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα, με ανύπαρκτη μόρφωση και παιδεία και με τάση στο φανατισμό. Μεγάλο ρόλο επίσης έπαιξε η αδυναμία της αριστεράς να αντικρούσει το φαινόμενο στη γέννησή του. Έπρεπε, λίγο πιο πέρα, να χυθεί το αίμα του Παύλου Φύσσα και να υπάρξει το τεράστιο ηθικό ανάστημα της Μάγδας, της Μάνας όλων μας, για να αρχίσουμε να ξυπνάμε. Ακόμα και τώρα όμως, η ύφεση της άκρας δεξιάς οφείλεται στη γενικότερη ύφεση μετά την καταδίκη της ως εγκληματική οργάνωση και δεν έχει αποσοβηθεί ο κίνδυνος. Δείτε την εντελώς απαράδεκτη στάση που κράτησε στη δίκη ο Δήμαρχος της πόλης, ο οποίος μάλιστα επανεξελέγη και χαίρει και ευρείας εκτίμησης στην τοπική κοινωνία, φαινόμενο νοσηρό και επίφοβο κατά την άποψή μου.
– Είχε παιδικές αναμνήσεις ο Γιώργος Αγκυραλίδης από το Μπλόκο του ’44; Πώς βιώνει ένα παιδί μια τέτοια τραγική στιγμή;
– Καταρχάς το βιβλίο βασίζεται αποκλειστικά σε αναμνήσεις και προσωπικά βιώματα του Γιώργου Αγκυραλίδη, μέσα από τη ζωή και τη διαδρομή του στην προσφυγομάνα Κοκκινιά. Αρκετές από τις ιστορίες που περιγράφει αφορούν στον ίδιο παρόλο που δεν το αναφέρει. Όπως και ο ίδιος απεικονίζεται σε πολλές από τις φωτογραφίες με παιδιά και νέους της εποχής. Έτσι, στο περιστατικό που περιγράφεται στο κεφάλαιο Η κυρ’ Αγγέλα που κρατούσε το πεντάχρονο παιδί της κατά το Μπλόκο και την σταμάτησαν οι δύο Χίτες, πρόκειται για τον ίδιο και την μητέρα του, την κυρ’ Αγγέλα. Εξ όσων θυμάμαι, δεν είχε ο ίδιος ζωντανή την ανάμνηση, αλλά του το περιέγραφε η μητέρα του αργότερα. Αυτό που θυμόταν όμως έντονα ήταν η κραυγή «πεινάω καλέ» από τα πεινασμένα παιδιά της Κατοχής. Φαινόμενο που ήταν συχνό και επαναλαμβανόμενο. Αυτό τον είχε στιγματίσει έντονα. Πρόκειται για έντονες συγκινησιακά και τραυματικές εμπειρίες που χαράζονται ανεξίτηλα στη μνήμη και στην ψυχή ενός μικρού παιδιού.
– Τι έδωσε την αφορμή για να προχωρήσει η έντυπη έκδοση του βιβλίου;
– Δυστυχώς, παρόλο που το είχαμε επιδιώξει όσο ήταν ακόμα στη ζωή, δεν πρόλαβε να το δει τυπωμένο, ολοκληρωμένο σε βιβλίο. Μετά από περιπέτειες, προχώρησα σε ψηφιακή αυτοέκδοση του βιβλίου. Στη συνέχεια, από φίλους, γνωστούς, αλλά και άγνωστους, είτε Νικαιώτες, είτε ερευνητές, είτε ανθρώπους που ενδιαφέρονταν για μαρτυρίες σχετικά με μαρτυρίες για τους Μικρασιάτες πρόσφυγες, λάμβανα αρκετά ερωτήματα για το αν υπάρχει σε έντυπη μορφή. Βιβλιοφάγος ο ίδιος, και αναγνωρίζοντας τη γοητεία που ασκεί το βιβλίο σε «χαρτί» προχώρησα στην έκδοσή του. Σε αυτό συνέβαλε σημαντικά και η Λένα Παντοπούλου από τις εκδόσεις Οσελότος, η οποία από την αρχή έδειξε ενδιαφέρον και συνεργαστήκαμε άψογα για να προχωρήσει η έκδοση.
Info: Γιώργος Αγκυραλίδης, «Η Προσφυγούπολη Νίκαια-Νέα Κοκκινιά». Εκδόσεις Οσελότος. Αθήνα 2022.
Διαθέσιμο σε κεντρικά βιβλιοπωλεία καθώς και στο βιβλιοπωλείο της περιοχής σας (μετά από παραγγελία), αλλά κα στον ηλεκτρονικό κατάστημα των εκδόσεων Οσελότος: e–shop (ocelotos.gr)
-Στο βιβλίο Η Προσφυγούπολη Νίκαια-Νέα Κοκκινιά του Γιώργου Αγκυραλίδη περιγράφεται η διαδρομή των προσφύγων από την εγκατάστασή τους στην περιοχή της Νίκαιας, μετά την Μικρασιατική Καταστροφή έως τις μέρες μας. Βασίζεται κυρίως σε αναμνήσεις και διηγήσεις αυθεντικών περιστατικών. Πρόκειται, δηλαδή, για μια καταγραφή γεγονότων και προσώπων, χαρακτηριστικών της εποχής η οποία σκιαγραφείται. Περιγράφονται η εγκατάσταση των προσφύγων στην περιοχή της Νέας Κοκκινιάς-Νίκαιας, οι συνθήκες διαβίωσής τους, η προσαρμογή στη νέα «πατρίδα», οι συνήθειές τους, η γλώσσα τους, η κοινωνική τους ζωή, τα τραγούδια τους, η διαδρομή μέσα από την κατοχή και την αντίσταση, τα χρόνια μετά την απελευθέρωση. Τέλος, το έργο καταλήγει με τη σύνδεση της διαδρομής αυτής με τη σύγχρονη Νίκαια.