Στο «Σπίτι του Αγωνιστή» στο Μπραχάμι – Ίδρυμα ιδιαίτερης προσφοράς που πρέπει να στηριχτεί
Στα κοντά 15 χρόνια λειτουργίας του ένα ξεχωριστό σπίτι στον Άγιο Δημήτριο Αττικής προσφέρει ασφαλές απάγκιο σε αγωνιστές και αγωνίστριες της Εθνικής Αντίστασης, του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και των κατοπινών ταξικών λαϊκών αγώνων. Σήμερα γίνεται πιο απαραίτητη η ακόμα πιο γενναία στήριξη του ιδρύματος
Στα κοντά 15 χρόνια λειτουργίας του (ξεκίνησε το 2008 μετά από προσπάθεια δεκαετιών) ένα ξεχωριστό σπίτι στον Αγιο Δημήτριο Αττικής προσφέρει ασφαλές απάγκιο σε αγωνιστές και αγωνίστριες της Εθνικής Αντίστασης, του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και των κατοπινών ταξικών λαϊκών αγώνων.
Το Ιδρυμα Περίθαλψης Ηλικιωμένων Αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης «Σπίτι του Αγωνιστή», όπως είναι ο πλήρης τίτλος του, δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία και απόφαση του ΚΚΕ, που το στηρίζει με όλους τους τρόπους, έχει τη σταθερή αλληλεγγύη του λαϊκού κινήματος που στη σημερινή δύσκολη πραγματικότητα είναι ακόμα πιο αναγκαία. Κοντά του στάθηκαν από την αρχή αγωνιστές όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, που ήταν ιδρυτικό μέλος, πρώτος πρόεδρος του ΔΣ του ιδρύματος και δωρητής του χρηματικού μέρους του Βραβείου ΛΕΝΙΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ (1980 – ’82) που του απονεμήθηκε, στη Μόσχα, την Πρωτομαγιά του 1983.
Πρόκειται για κοινωφελές ίδρυμα, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που εγκρίθηκε με ΠΔ, με στόχο την παροχή ηθικής, πνευματικής – υλικής βοήθειας και υποδειγματικής συμπαράστασης και περίθαλψης στους αγωνιστές-στριες, με νοσηλευτικό προσωπικό και εθελοντές. Η οργάνωση του ιδρύματος, που στεγάζεται σε τριώροφο ιδιόκτητο κτίριο πλήρως εξοπλισμένο, στην οδό Ομήρου 35, και αυτήν τη στιγμή φιλοξενεί 22 ηλικιωμένους – συνολικά έως τώρα έχει φιλοξενήσει 117 απόμαχους – δίνει και ένα απτό δείγμα γραφής για το πώς πρέπει να είναι ένας ανθρώπινος χώρος για την τρίτη ηλικία, έναν τομέα που το αστικό κράτος έχει πλήρως εγκαταλείψει, με χαρακτηριστική την ανυπαρξία αξιοπρεπών δημόσιων δομών, δίνοντάς τον βορά στα ιδιωτικά συμφέροντα, που θησαυρίζουν από μια ζωτικής σημασίας ανάγκη για τα λαϊκά νοικοκυριά.
Ακόμα, το ίδρυμα διαθέτει πλούσια βιβλιοθήκη με πολιτικές, λογοτεχνικές και ιστορικές εκδόσεις, αίθουσα όπου γίνονται πολιτιστικές και ιστορικές εκδηλώσεις για την ψυχική και πνευματική στήριξη των φιλοξενούμενων και την ανάδειξή του ως χώρου γνώσης για τις νεότερες γενιές αγωνιστών.
Οπως μας λέει η Στέλλα Βαλαβάνη, μέλος του ΔΣ του ιδρύματος, η οποία μας υποδέχτηκε, «ο σκοπός μας είναι η φροντίδα, να νιώθουν σαν στο σπίτι τους οι σύντροφοί μας, που έδωσαν όλη τους τη ζωή στην ταξική πάλη, στην Αντίσταση, στον Δημοκρατικό Στρατό είτε στους άλλους αγώνες του λαϊκού κινήματος μετέπειτα. Οι συνθήκες που ζούμε σήμερα είναι πολύ ιδιαίτερες, με δεδομένο ότι ειδικά για την τρίτη ηλικία είναι πολύ δύσκολες γιατί δεν υπάρχει καμία πρόνοια, οι συντάξεις μειώνονται συνεχώς, ο τομέας αυτός έχει πλήρως ιδιωτικοποιηθεί και λείπουν οι δημόσιες δομές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας φροντίδας και περίθαλψης.
Το διάστημα που περάσαμε με την πανδημία ήταν έντονα δύσκολο. Οι εργαζόμενοι στο ίδρυμα δώσανε τον καλύτερό τους εαυτό για να προστατευτεί από τον κορονοϊό και σε σχέση με τις οικογένειές τους και με τους φιλοξενούμενους συντρόφους. Κρατήσαμε αυστηρά, πολύ πιο αυστηρά και από ό,τι έλεγαν οι επίσημες αρχές, υπουργείο και ΕΟΔΥ, τα μέτρα προστασίας και τα πρωτόκολλα. Για παράδειγμα, στην περίπτωση νόσησης εργαζόμενου η καραντίνα ήταν τουλάχιστον 10 μέρες, αντί των 5 που ήταν η οδηγία, κάναμε μοριακά τεστ στο σύνολο των εργαζομένων, εβδομαδιαία rapid tests σε εργαζόμενους και φιλοξενούμενους. Τα επιπλέον μέτρα προστασίας για την υγεία είχαν ως αποτέλεσμα ένα μεγάλο κονδύλι, που δεν μπορούσαμε να το προϋπολογίσουμε και είμαστε σε μια πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση, αφού οι πόροι του ιδρύματος είναι η συνδρομή των φιλοξενούμενων από τις μικρές συντάξεις που παίρνουν, όπως και οι προσφορές συντρόφων και φίλων και όποιων φορέων μάς συνδράμουν.
Σήμερα γίνεται πιο απαραίτητη η ακόμα πιο γενναία στήριξη του ιδρύματος και κάνουμε έκκληση σε όλους τους φορείς του κινήματος να εκφράσουν την έμπρακτη αλληλεγγύη τους».
Για την ενίσχυση του Ιδρύματος
Το ΔΣ του Ιδρύματος «Σπίτι του Αγωνιστή» απευθύνεται σε όσους συντρόφους, συναγωνιστές ή φίλους θέλουν να ενισχύσουν οικονομικά, να απευθύνονται στο Ιδρυμα (Ομήρου 35 Αγ.Δημήτριος τηλ. 2109769036) ή να κάνουν κατάθεση στους τραπεζικούς λογαριασμούς:
στην ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ IBAN GR4001100400000004076801473
και στην ΠΕΙΡΑΙΩΣ IBAN GR0901720230005023048023175
Βιώματα μιας ζωής δοσμένης στον αγώνα
Τη μέρα που βρεθήκαμε σε αυτόν τον ιδιαίτερο χώρο, μέσα στη βδομάδα, είχαμε την τύχη και την τιμή να μιλήσουμε με τρεις συντρόφισσες που με τα σπαράγματα της ψυχής τους, μας έδειξαν το μεγαλείο του αγωνιστή. Τι και αν τα χρόνια έχουν περάσει, τα μαλλιά έχουν ασπρίσει, το σώμα είναι κουρασμένο, η φλόγα στη ματιά και η σπιρτάδα, η περηφάνια για τη συμμετοχή στον ταξικό αγώνα μέσα απ’ το Κόμμα, μέσα από τις οδυνηρές πολλές φορές αναμνήσεις, η ευχαρίστηση ότι ζουν σε ένα περιβάλλον φροντίδας και αγάπης στο Σπίτι τους, είναι αυτά που τις πλημμυρίζουν.
Χείμαρρος ο λόγος τους που μας συνεπήρε και εμάς. Πρώτη μάς μιλάει η Βασιλική Μπαρδούνια, που εξιστορεί την προσφορά όλης της οικογένειάς της από την Καβάλα. «Μια μακρά παράδοση, με εξορίες, φυλακίσεις, νεκρούς στον αγώνα από τα γεννοφάσκια μας», όπως μας λέει. Η ίδια, γραμματέας της Νεολαίας μετά την απελευθέρωση και την ταξική σύγκρουση του Εμφυλίου, κυνηγήθηκε το 1958 από το αστικό κράτος και βρέθηκε εξόριστη στον Αη Στράτη. «Τότε», μας λέει, «ο υπουργός Καλαντζής, μου πρότεινε, στα 27 μου χρόνια, να υπογράψω ένα χαρτί (δήλωση αποκήρυξης του ΚΚΕ) ότι θα κάτσω φρόνιμα και να με αφήσουν να φύγω. Του απάντησα, “με συγχωρείτε αλλά εδώ πέρα με φέρατε ακριβώς για τη δράση μου αυτή, και τώρα μου λέτε να την αποκηρύξω; Είναι δυνατόν; Από τα γεννοφάσκια μου εγώ αγωνίζομαι, τώρα θα αλλάξω;” Μου απάντησε ότι “για τιμωρία δεν θα μείνεις κρατούμενη με άλλους δικούς σου, θα σε στείλουμε στη Σπάρτη για να …γυρίσεις σε μια βδομάδα”». Εκεί μας εξιστορεί ότι με μια άλλη κοπέλα, συγκρατούμενή της, την Αυγή Χαραλαμπίδου, στην αρχή τις εμφάνισαν ως πόρνες για να τις ξεκόψουν από την τοπική κοινωνία, τους έδωσαν ένα σπίτι βρώμικο, γεμάτο ποντίκια και ότι εκείνες κατάφεραν μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των απλών ανθρώπων, να τους πούνε ότι είναι εξόριστες αγωνίστριες και να αρχίσουν να τους οργανώνουν, να βρίσκουν παλιούς αγωνιστές. Ετσι γνωρίστηκε και με τον άντρα της, παλιό κομμουνιστή, με φυλακές και εξορίες. Η ίδια ιστορία της φυλακής και εξορίας στη Γυάρο, επαναλήφθηκε την περίοδο της δικτατορίας. «Εκεί ήμουν έγκυος μαζί με μια άλλη συναγωνίστρια και μόνο όταν ήρθε ο Ερυθρός Σταυρός αναγκάστηκαν να μας αφήσουν», καταλήγει η κουβέντα, με ευχαριστίες για τη φροντίδα που δέχεται από όλους τους συντρόφους και με την πίστη ότι δεν θα άλλαζε τίποτε από τη ζωή της.
Πάνω από όλα τα ιδανικά μας
Η Καλλιόπη (Πιπίτσα) Κούτου, από την Εύβοια, 98 χρόνων σήμερα, ήδη από 9 χρόνων άκουγε από τον πατέρα και την οικογένειά της για τα κυνηγητά των κομμουνιστών επειδή μιλούσαν για τα δίκαια του λαού. Οπως μας λέει, την περίοδο της Κατοχής, 17 χρόνων, οργανώνεται στην ΕΠΟΝ και μπαίνει στην Αντίσταση και το 1943 στο Κόμμα.
Με περηφάνια περιγράφει τον αγωνιστή πατέρα της, που ήταν οπλουργός και αγαπητός στην περιοχή, παλιός κομμουνιστής, την πλούσια δράση της στην ΕΠΟΝ και μετέπειτα, μετά την απελευθέρωση, τις διώξεις, τα βασανιστήρια που τράβηξε από τους φασίστες. Θυμάται ότι ήταν κρατούμενη στα κρατητήρια στην Ιστιαία και ήρθε ένας στρατιωτικός που της είπε: «Είσαι ωραία κοπέλα, μαρτύρησε και σου δίνω τον λόγο της τιμής μου ότι θα σε αφήσουμε και θα έρθω στον μπαμπά σου να σε γυρέψω για γυναίκα μου. Του απάντησα: Ρώτησες αν εγώ σε θέλω; Και ανταπάντησε: Ποια είσαι; Του είπα αυτή είμαι εγώ και μου είπε θα πας ισόβια ή και σε θάνατο. Δεν λογαριάζαμε τίποτα. Πάνω από όλα τα ιδανικά μας». Συγκινημένη μας αποχαιρετά και ικανοποιημένη γιατί έκανε το χρέος της αλλά και γιατί στο ίδρυμα νιώθει ότι είναι με την οικογένειά της.
Τη δική της συγκινητική ιστορία μας μετέφερε η Ελευθερία Μαναζή – Πρόκου, από το σλαβόφωνο χωριό Βροντερό Φλώρινας στη Μικρή Πρέσπα, μετά την ήττα του ΔΣΕ. «Ως νέα, στα 19 μου χρόνια, ήμουν ομαδάρχισσα στο παιδοσώσιμο, της κυβέρνησής μας, του Βουνού, που κατάφερε να διασώσει χιλιάδες φτωχά παιδιά, σε αντίθεση με το παιδομάζωμα που έκανε η Φρειδερίκη».
Μας λέει: «Ο υπουργός Παιδείας, ο μεγάλος επιστήμονας Πέτρος Κόκκαλης, οργάνωσε αυτές τις αποστολές για να γλιτώσουν τα παιδιά από τους βομβαρδισμούς του στρατού και των Αμερικάνων. Εγώ είχα 17 παιδιά, από 5 ως 11 χρόνων, περάσαμε νύχτα στη Μεγάλη Πρέσπα και από εκεί στη Γιουγκοσλαβία. Εκεί το Κόμμα τα είχε οργανώσει όλα, και από την Ουγγαρία φτάσαμε στην Τσεχοσλοβακία. Περάσαμε από γιατρούς, εθελοντές, σύντροφοι Τσεχοσλοβάκοι μας ξέπλυναν, μας ξεψείρισαν, μας έδωσαν ρούχα, μας έβαλαν σε παλιά παλάτια που ήταν πλέον σχολεία, μάθαμε τη γλώσσα, σπουδάσαμε, κάναμε οικογένειες». Στη συνέχεια μας είπε για τον πατέρα της, αντάρτη του ΔΣΕ, που βρέθηκε αργότερα στην Πολωνία καθώς και για τον Νίκο Ζαχαριάδη, ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, που τον γνώρισε για λίγο η ίδια και ήταν πολύ απλός και προσιτός. Μας μίλησε για τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι Σλαβόφωνοι Ελληνες από τις αστικές κυβερνήσεις και έκλεισε λέγοντας ότι στο «Σπίτι του Αγωνιστή» νιώθει την ίδια θαλπωρή που ένιωσε ως νέα στις Λαϊκές Δημοκρατίες.
Δ. Κ.
Ριζοσπάστης