Οι πρώτες παρεμβάσεις της δικτατορίας 1967-1974 στον αθλητισμό
Από την περίοδο του Μεσοπολέμου και της κατοχής, ο αθλητισμός παρά τις προσπάθειες των τότε κρατούντων να χρησιμοποιηθεί σαν “εργαλείο” επιβολής ανελεύθερων καθεστώτων, τελικά έδωσε σημαντικά περιθώρια στις λαϊκές δυνάμεις να εκφραστούν μέσα από αυτόν και να τον χρησιμοποιήσουν ενάντια στους κατακτητές και τους φίλους τους.
Mία από τις πρώτες κινήσεις των πραξικοπηματιών το 1967 ήταν η άμεση αναβολή όλων των αθλητικών δραστηριοτήτων. Πριν σκεφτεί κανείς ότι αρκετοί αθλητικοί χώροι χρησιμοποιήθηκαν σαν χώροι συγκέντρωσης συλληφθέντων δημοκρατικών πολιτών, από όπου μεταφέρθηκαν σε φυλακές και εξορίες, να πούμε ότι το γεγονός ισχύει, αλλά δεν ήταν το θέμα της μη εύρεσης άλλων χώρων το βασικό πρόβλημα των δικτατόρων.
Από την περίοδο του Μεσοπολέμου και της κατοχής, ο αθλητισμός παρά τις προσπάθειες των τότε κρατούντων να χρησιμοποιηθεί σαν “εργαλείο” επιβολής ανελεύθερων καθεστώτων, τελικά έδωσε σημαντικά περιθώρια στις λαϊκές δυνάμεις να εκφραστούν μέσα από αυτόν και να τον χρησιμοποιήσουν ενάντια στους κατακτητές και τους φίλους τους.
Αυτό το ιστορικό μάθημα οι πραξικοπηματίες το είχαν εμπεδώσει πολύ καλά και δεν είχαν σκοπό να το αφήσουν να επαναληφθεί. Γι αυτό εκτός της αναβολής της αγωνιστικής που ακολουθούσε το πραξικόπημα της Παρασκευής 21 Απριλίου 1967, έγιναν και αρκετές παρεμβάσεις “θεσμικές” στο χώρο του αθλητισμού.
Η χούντα παρενέβη στις μεταγραφές, επέβαλε συγχωνεύσεις ομάδων, εξεδίωξε παράγοντες με δημοκρατικά φρονήματα, επέβαλε μετονομασίες όπως το να φεύγει η λέξη “ένωση” από την ονομασία ομάδων για να μην αντιδράσει η Τουρκία ότι με πλάγιο τρόπο μέσα από συνθήματα στα γήπεδα, περνάει η γραμμή της ένωσης για το Κυπριακό. Η γελοιότητα είναι ότι αυτό το επέβαλε σε “μικρά” σωματεία και όχι στην ΑΕΚ, όπου κοστολόγησε τις αντιδράσεις και ξέχασε τους Τούρκους.
Από το βιβλίο “Σπορ και Κοινωνικές Αντιστάσεις” (εκδόσεις Νότιος Άνεμος, ISBN 978-960-9511-70-4, Γενάρης 2020) αναδημοσιεύουμε κάποια σχετικά αποσπάσματα.
Η ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ
Στις 23 Απριλίου 1967 (ημέρα Κυριακή) αναφέρεται στην Αθλητική Ηχώ ότι σύμφωνα με το Ραδιοφωνικό Σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων αναβλήθηκαν όλοι οι αγώνες Β και Γ Εθνικής, αγώνες στίβου, ανωμάλου δρόμου και αγώνας της εθνικής. Η Α Εθνική έχει ανακοινωθεί για την Τετάρτη 26/4/1967, αλλά τελικά και αυτή η αγωνιστική μετατέθηκε για την Τρίτη του Πάσχα 2 Μαΐου, όπως γράφει η εφημερίδα στις 25/4/1967.
Το Σάββατο 6 Μαΐου 1967 στην ίδια εφημερίδα ότι η ΕΠΣΑ θα επαναρχίσει τα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα την Τετάρτη 10/5, αφού δόθηκε «κυβερνητική άδεια». Στο ίδιο δημοσίευμα διαβάζουμε ότι θα ξεκινήσει και το μπάσκετ.
Από το δημοσίευμα της Κυριακής 7 Μαΐου 1967 διαβάζουμε και τα μέτρα για την τέλεση αγώνων. Αφήνουμε τα αυτονόητα περί απαγόρευσης μαύρης αγοράς στα εισιτήρια και τις κροτίδες και πάμε στα «άλλα». Την άδεια τέλεσης του αγώνα θα δίνουν οι αστυνομικές αρχές σε συνεργασία με τις στρατιωτικές, όπως και το μέγιστο του αριθμού θεατών για κάθε αγώνα. Επίσης απαγορεύονται τα επινίκεια είτε πεζή, είτε επί οχημάτων, η αποχώρηση των φιλάθλων «θα γίνεται ησύχως». Απαγορεύονται εντός των γηπέδων «τας πάσης φύσεως πολιτικάς εκδηλώσεις κατά τας ως άνω συναντήσεις, πας δε παρεκτρεπόμενος θα διώκεται κατά νόμον». Και φυσικά για όλο το πακέτο των μέτρων, υπενθυμίζεται ότι οι παραβάτες θα παραπέμπονται «εις τα Έκτακτα Στρατοδικεί». Υπογραφή, Οδυσσέας Αγγελής, Αντιστράτηγος Α΄ΓΕΣ, 5 Μαΐου 1967.
Στις 10 Ιουνίου 1967 ο τίτλος του δημοσιεύματος είναι «Η Γενική Γραμματεία Υποδεικνύει τη συγχώνευσιν των σωματείων δια την αξιοποίησιν των αθλητών». Η ΕΠΣΑ στέλνει με αριθμό πρωτοκόλλου 11726 στα σωματεία της τη σχετική εγκύκλιο, τα οποία καλούνται να απαντήσουν ποια έχουν δικές τους εγκαταστάσεις, ποια όχι, αλλά αναπτύσσουν αξιόλογη δράση, αλλά το σημαντικό της εγκυκλίου είναι άλλο.
«Προς τούτοις παρακαλούμεν, όπως εις πόλεις όπου υπάρχουν περισσότερα των δύο σωματείων καλλιεργούντα το αυτό άθλημα, συστήσατε εις ταύτα και προβούν εις συγχωνεύσεις, ούτως ώστε αφ’ ενός μεν να επέλθη σημαντική μείωσις τούτων, αφ΄ετέρου δε να είναι δυνατή η παρακολούθησις και ο έλεγχος της αθλητικής δραστηριότητός των, και να καταστή δυνατή και αποτελεσματική η παρά της καθ’ ημάς Γενικής Γραμματείας, οικονομική ενίσχυσις των δια την συμπλήρωσιν και βελτίωσιν των γυμναστηριακών των εγκαταστάσεων ως και δια την επιτέλεσιν εν γένει των αθλητικών των σκοπών».
Κώστας Μανταίος, καλαθοσφαιριστής των Αμπελοκήπων, του Αετού Θεσσαλονίκης και ακολούθως του Πανελευσινιακού την εποχή που η χούντα είχε ορίσει στρατιωτικούς επιτρόπους στις διοικήσεις των σωματείων. Ενδιάμεσα στα χρόνια της αθλητικής του δράσης υπήρξε και πολιτικός κρατούμενος του δικτατορικού καθεστώτος. Σήμερα είναι πρόεδρος του ΑΟ Αμπελοκήπων, αλλά και μέλος ΔΣ του ΣΦΕΑ 1967-1974.
Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2018 στο χώρο του παλιού ΕΑΤ – ΕΣΑ όπου βρίσκονται τα γραφεία του ΣΦΕΑ.
-Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με τον αθλητισμό;
-Ξεκίνησα να παίζω μπάσκετ στο Αθλητικό Όμιλο Αμπελοκήπων, αυτή ήταν η περιοχή μου, είμαι και Παναθηναϊκός, είχα παίξει και ποδόσφαιρο στους Αμπελόκηπους και μια φορά που ήμουν δεξί μπακ έβαλα τρικλοποδιά στο Μίμη Δομάζο που έπαιζε με την Άμυνα Αμπελοκήπων και πήρε μία τούμπα τρεις στροφές. Έτρεξα από πάνω του, γιατί ήμασταν φίλοι, ανήσυχος μήπως του έκανα ζημιά, τον ρώτησα αν είναι καλά και μου είπε: «έλα ρε πλάκα σου έκανα». Επίσης ο Δομάζος μου είχε δώσει συνδρομές για τους Λαμπράκηδες. Πέρασα στο Πανεπιστήμιο στη Θεσσαλονίκη και πήγα στο μπάσκετ στον Αετό Θεσσαλονίκης. Προς το τέλος της σχολής επέστρεψα στην Αθήνα και διάβαζα για να δώσω τα λίγα μαθήματα που έμεναν. Εκεί με βρίσκει η δικτατορία, ενώ ήμουν και πάλι κάτοικος Αθήνας, αλλά με δελτίο στον Αετό Θεσσαλονίκης. Από την ημέρα που έγινε το πραξικόπημα και για ένα χρόνο ήμουν στην παρανομία, μέχρι που στις 13 Φεβρουαρίου 1968 με συνέλαβαν.
Με κράτησαν 4,5 μήνες στην απομόνωση στην ασφάλεια στη Μπουμπουλίνας και μετά με πήγαν στις φυλακές Αβέρωφ. Στο δικαστήριο απαλλάχθηκα από την κατηγορία της «σύστασης συμμορίας».
-Για ποιο λόγο βρεθήκατε στο στόχαστρο της δικτατορίας;
-Ήμουν στη Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη, στο γραφείο Αθήνας. Αποφυλακίστηκα το 1969.
-Ποια ήταν τα βήματα σας μετά την αποφυλάκιση;
-Είχα φίλους μου τους καλαθοσφαιριστές του Παναθηναϊκού τον Πέτρο τον Παναγιωταράκο και τον Στέλιο τον Ταβουλάρη. Ο Παναγιωταράκος με πήγε στον Ταβουλάρη που είχε αναλάβει προπονητής σε μία ομάδα μπάσκετ που μόλις είχε φτιαχτεί, τον Πανελευσινιακό και έκανα δελτίο εκεί. Εκείνα τα χρόνια παίζαμε σε ανοιχτά γήπεδα. Ήμουν αρχηγός της ομάδας και έβαζα και αρκετούς πόντους. Θυμάμαι έναν εκτός έδρας αγώνα στα Λιόσια που από τους 65 πόντους της ομάδας, είχα βάλει τους 32.
-Πώς παρενέβαινε η χούντα στη ζωή των σωματείων;
-Διόριζε στη διοίκηση των συλλόγων στρατιωτικό επίτροπο, εμάς μας έφεραν έναν αξιωματικό, ταγματάρχης αν θυμάμαι καλά, από το πυροβολικό που είχε στρατόπεδο στο Μεγάλο Πεύκο. Ο ρόλος των στρατιωτικών επιτρόπων ήταν να μην αφήνουν περιθώρια για εξωαθλητικές αντιδικτατορικές δραστηριότητες, με το κέλυφος, την κάλυψη των αθλητικών σωματείων. Είχαν αντιληφθεί ότι η αθλητική δραστηριότητα μπορούσε να δημιουργήσει τέτοια περιθώρια και ήθελαν να τα αποφύγουν.
-Σας δημιούργησε πρόβλημα ο επίτροπος;
-Όχι ο συγκεκριμένος ήταν ευγενής, μπορεί να ήταν και δημοκρατικών πεποιθήσεων, ακολουθούσε την ομάδα στους αγώνες και την υποστήριζε και βεβαίως συμμετείχε και στο Δ.Σ., εκεί μέσα δεν ξέρω τι έλεγε. Υπήρξαν όμως σε άλλα σωματεία, επίτροποι, μέλη διοικήσεων, προπονητές και σε ορισμένες περιπτώσεις και παίκτες που έκαναν ανοιχτή προπαγάνδα υπέρ της δικτατορίας.
-Είχατε αντιληφθεί αντιδικτατορική δραστηριότητα στις κερκίδες;
-Όχι, αλλά πρέπει να πούμε ότι τότε το μπάσκετ δεν μάζευε τόσο κόσμο όσο στις μέρες μας. Ούτε και μεταξύ συμπαικτών κάναμε τέτοιες κουβέντες. Στο Δ.Σ. της ομάδας είχαμε τον Μαρούγκα που ήξερε το παρελθόν μου (πρέπει να ήταν αριστερός) και μου είχε πει: «Αμάν, αν ο επίτροπος εντοπίσει ποιος είσαι, δεν ξέρουμε τί θα γίνει». Δεν ξέρω αν ο επίτροπος με εντόπισε και δεν θέλησε να αντιδράσει, ή αν ήταν τόσο κακοοργανωμένη η δικτατορία, που «ξέφυγα», αν και είχα πάει φυλακή.
-Η εξέγερση του Πολυτεχνείου πού σας βρήκε;
-Από το 1972 είχα επιστρατευτεί και υπηρετούσα στο 523 τάγμα ανεπιθυμήτων στα Σέρβια της Κοζάνης. Μετά την απόλυσή μου ασχολήθηκα με τα διοικητικά του Α.Ο. Αμπελοκήπων σαν γενικός γραμματέας και ο αδελφός μου Λεωνίδας σαν αντιπρόεδρος. Η ομάδα είχε μπάσκετ, βόλεϊ και ποδόσφαιρο.
-Στη μεταδικτατορική περίοδο, όσοι μας είπατε ότι έκαναν ανοιχτή προπαγάνδα υπέρ της δικτατορίας μέσα στα σωματεία, πώς αντιμετωπίστηκαν;
-Απομονώθηκαν σε μεγάλο βαθμό και υπήρξε μία σχετική «δημοκρατικοποίηση» του αθλητικού χώρου.
Στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, ένας από τους λόγους για την ίδρυση του ΠΣΑΠ (Πανελλήνιος Σύλλογος Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών), όπως μας είχε δηλώσει ο Νίκος Μάλλιαρης, από τους πρώτους σκαπανείς του χώρου, «ήταν ότι μετά την πτώση της δικτατορίας, υπήρχε ζήτημα εκδημοκρατισμού του χώρου του ποδοσφαίρου, όπου κυριαρχούσε η διαφθορά με δωροδοκίες για καθορισμό αποτελεσμάτων και οι κακές συνθήκες άθλησης – εργασίας. Το ποδόσφαιρο ήταν ερασιτεχνικό, ημιεπαγγελματικό και οι παίκτες πρώτης γραμμής με παρεμβάσεις των διοικήσεων των ομάδων, διορίζονταν στο δημόσιο για εξασφάλιση».
Συνέντευξη με το Γιάννη Ξαρχουλάκο, ποδοσφαιριστή στην ανεξάρτητη ομάδα ΠΑΟΛ και στη συμμετέχουσα στα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα της Αθήνας, Βικτώρια και οργανωτικού γραμματέα του ΣΦΕΑ 1967-1974. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2018.
-Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με τον αθλητισμό;
-Ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο από μικρός σε μία άτυπη – ανεξάρτητη ομάδα τον Ποδοσφαιρικό Όμιλο Άνω Λόφου στο Περιστέρι. Η ομάδα ήταν «εποχιακή» και συμμετείχαν και παιδιά που ήταν με δελτίο στο Αιγάλεω, τον Ατρόμητο και αλλού, όταν δεν είχαν επίσημες υποχρεώσεις. Ήταν λοιπόν ο ΠΟΑΛ μία δυνατή ομάδα, για παράδειγμα το 1962 που ο Βύζας Μεγάρων ήταν πολύ δυνατός, παίξαμε φιλικό στα Μέγαρα και τον κερδίσαμε με 1-2. Εγώ τότε ήμουν μαθητής Α’ Γυμνασίου. Εγώ έκανα δελτίο αρχικά στη «Βικτώρια» στη Β’ κατηγορία Αθήνας με έδρα το Θησείο – πλατεία Ψυρρή, όπου «τραβούσε» τους καλούς από τον ΠΟΑΛ, μέσω του Γιάννη Βόντα που έπαιζε και στις δύο ομάδες. Στη Βικτώρια πρόεδρος ήταν ο Μιχάλης (δεν θυμάμαι το επίθετο) και έπαιζε και ο Δαρίβας του Ολυμπιακού, Μακρονησιώτες και οι δύο και γενικά στην ομάδα κυριαρχούσε το αριστερό στοιχείο. Η Βικτώρια έβγαζε ταλέντα και τα έδινε με μεταγραφή βγάζοντας χρήματα, όπως ο Μπάμπης ο Σεϊτανίδης, που έκανε τη διαδρομή ΠΟΑΛ – Βικτώρια –Παναιτωλικός, με μεταγραφή στο Αγρίνιο για 60.000 δραχμές, εκείνη την εποχή τόσο κόστιζε ένα τεσσάρι διαμέρισμα και αυτά τα χρήματα τα έπαιρνε ο πρόεδρος.
-Πόσους θεατές μάζευαν οι ομάδες αυτές;
-Η Βικτώρια μάζευε 20-30 θεατές από το φιλικό μας κύκλο και ο ανεξάρτητος ΠΟΑΛ είχε μαζέψει και 1.000, όπου αντί εισιτηρίου έβγαινε δίσκος και μαζεύονταν λεφτά. Συνήθως ο ΠΟΑΛ έπαιζε με κυανέρυθρα όπως η Μπαρτσελόνα, αλλά είχε και εμφανίσεις άσπρη-μπλέ και άσπρη-πράσινη. Είχαμε παίξει και με τυς μπέμπηδες του Ολυμπιακού και είχαμε χάσει με 1-2. Γενικά ο ΠΟΑΛ είχε πολύ καλό όνομα και μεγάλους παίκτες γιατί ήταν επί της ουσίας μία μικτή κανονικών παικτών από σωματεία και ταλέντων που θα πήγαιναν σε κάποια από τα κανονικά σωματεία κάποια στιγμή. Μερικές φορές η νεολαία Λαμπράκη είχε φορέσει τις εμφανίσεις του ΠΟΑΛ για να δώσει αγώνες με ανεξάρτητα σωματεία. Στον ΠΟΑΛ είχε παίξει και ο Βίκτωρας Μητρόπουλος. Ο Δαρίβας που είχε πάει προπονητής στην Ηλιούπολη ήθελε να με πάει στον Ολυμπιακό και εγώ ντρεπόμουν, με ήθελαν επίσης ο Φωστήρας και ο Ατρόμητος. Με τα πολλά το αποφάσισα να κάνω μεταγραφή γιατί υπήρχε και το οικονομικό κίνητρο. Ήμουν παράλληλα στη Νεολαία Λαμπράκη.
–Έγινε η μεταγραφή;
-Δεν πρόλαβε να έρθει η ώρα της μεταγραφής γιατί πριν κλείσει η αθλητική σεζόν και ανοίξουν οι μεταγραφές, έγινε το πραξικόπημα της 21 ης Απριλίου και με κυνηγούσε η ασφάλεια. Το πρωί του πραξικοπήματος ήρθε χαρτί στο σπίτι να παρουσιαστώ εντός δύο ωρών στο τμήμα «δι’ υπόθεσίν μου». Ήμουν στοχοποιημένος γιατί ήμουν γραμματέας της νεολαίας στην οργάνωση του Λόφου και στην περιοχή από τους 500 οργανωμένους, ήμουν στους 10 που κυνήγησε η χούντα. Επίσης σε βασιλόπιτα την Πρωτοχρονιά του 1967 είχα ειρωνευτεί από μικροφώνου τον διοικητή της ασφάλειας της περιοχής. Είχα φάει και πενθήμερη αποβολή «επ’ αλητεία», γιατί είχα οργανώσει αγώνα ποδοσφαίρου του σχολείου μου με ένα άλλο. Γενικά είχα γονείς που είχαν γνωριστεί στο βουνό την κατοχή και μου είχαν περάσει ένα πνεύμα τσαμπουκά που είχαν.
Όσο κρυβόμουν, με έψαχναν και οι ομάδες που με ήθελαν για μεταγραφή γιατί δεν ήξεραν ότι με ψάχνει και η ασφάλεια. Οι άνθρωποι του Φωστήρα ήρθαν σπίτι να με ζητήσουν την ώρα που έφευγε κλιμάκιο της ασφάλειας, οπότε εκεί το κατάλαβαν και δεν ξαναφάνηκαν. Τελικά με έπιασαν στις 23 Ιουλίου 1967 και δικάστηκα 12 χρόνια που με συγχώνευση έγιναν 10, με τρεις νόμους την απείθεια σε διαταγή στρατιωτικής αρχής (προέβλεπε μεγαλύτερο όριο ποινής πέντε χρόνια), τη διασπορά ψευδών ειδήσεων (επίσης ανώτερο όριο ποινής πέντε χρόνια) και το νόμο 509 όπου το ένα άρθρο του προέβλεπε έως ισόβια και το άλλο του έως και εκτέλεση (με αυτό μόνο ο Παναγούλης καταδικάστηκε, άσχετα αν δεν εκτελέστηκε). Με πήγαν στις φυλακές Αβέρωφ και μετά στις φυλακές της Αίγινας.. Βγήκα στις 12 Οκτώβρη 1972 έχοντας εκτίσει τα 2/3 της ποινής, που λόγω κάποιων προσπαθειών δήθεν «φιλελευθεροποίησης» της χούντας, κάποια αδικήματα είχαν παραγραφεί και είχε μειωθεί και η ποινή μου. Επίσης υπήρχαν πιέσεις από τον Ερυθρό Σταυρό και τη Διεθνή Αμνηστία στην οποία μου είχαν πάρει δηλώσεις.
-Υπήρχε αθλητισμός στη φυλακή;
-Στη φυλακή ήταν και άλλοι ποδοσφαιριστές και όταν οργανώναμε αγώνες στο προαύλιο, υπήρχαν ανθρωποφύλακες που άλλαζαν τη βάρδιά τους για να μας δουν, ενώ στις γύρω ταράτσες μαζεύονταν πολύς κόσμος για να βλέπει μέσα. Συνήθως παίζαμε «Πηνελόπες» (αρραβωνιασμένοι) με «μπακούρια» (ανύπαντροι), ή «παντρεμμένοι – λεύτεροι. Εγώ ήμουν νεαρός και έπαιζα με τα μπακούρια. Επίσης παίζαμε και Βορράς – Νότος. Ακόμα και κρατούμενοι που δεν ασχολούνταν με το ποδόσφαιρο όπως ο Λεωνίδας Κύρκος, ο Γρηγόρης Φαράκος, ο Μήτσος Παρτσαλίδης, ο Κώστας Φιλίνης (αυτός είχε κάνει στίβο), ρωτούσαν πότε θα παίξουμε για να μας δουν, έτσι έκαναν νοητική διαφυγή από τη φυλακή, βλέποντας τον αγώνα.
Η χούντα είχε συλλάβει – φυλακίσει – εξορίσει, καλούς ποδοσφαιριστές, όπως ο Γιάννης Κωφίδης (Ολυμπιακός Κοζάνης, είχε παίξει και στο Αιγάλεω), ο Νόνης (Κορωναίος) Κωνσταντικάκης του Απόλλωνα Καλαμαριάς, που δικάστηκε για τη βόμβα που έβαλε το ΠΑΚ σε στύλο στη ΔΕΘ και έπεσε το ρεύμα, ο Θανάσης Μουρτζάκος (εθνική νέων, Ολυμπιακός, Εθνικός), ο Αγάπιος Σαχίνης (ομάδα νέων του ΠΑΟΚ) και άλλοι πολλοί.
Παράλληλα η χούντα υποχρέωσε σε συγχωνεύσεις ομάδες, τη Βικτώρια τη συγχώνευσε με τη Δάφνη Αθηνών, ενώ το Κορωπί (περιοχή που η χούντα είχε ερείσματα, από τη Β’ τοπική σε ένα χρόνο το πήγε στη Β’ Εθνική. Διόρισε διοικήσεις στους αθλητικούς φορείς, επιτρόπους στα μεγάλα σωματεία και γενικά επόπτευε να μην χρησιμοποιηθεί ο αθλητισμός για αντιδικτατορική δραστηριότητα, αλλά να είναι εργαλείο προπαγάνδας στα χέρια της.
-Μετά την αποφυλάκιση ασχοληθήκατε ξανά με το ποδόσφαιρο;
-Όταν βγήκα έπιασα δουλειά σαν οικοδόμος και μαζί με συντρόφους μου επιχειρήσαμε να στήσουμε μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες το συνδικαλισμό στον κλάδο. Ήμουν στο σωματείο καλουπατζήδων, μπετατζήδων, σιδεράδων). Προσπάθησα δύο φορές να ξαναρχίσω το ποδόσφαιρο, την πρώτη πήγα στον Ιωνικό Νικαίας στην περίοδο της προετοιμασίας και επειδή πήγα με τις σκόνες της οικοδομής, με ειρωνεύτηκε ένας παράγοντας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί επεισόδιο. Η δεύτερη φορά ήταν στον Ατρόμητο, αλλά το μυαλό μου ήταν πια αλλού και όχι στο ποδόσφαιρο, ήταν στα σωματεία και το συνδικαλισμό. Πάντως εκείνα τα χρόνια μαθαίναμε μπάλα στην αλάνα και όχι στις υποδομές – ακαδημίες όπως σήμερα, γι’ αυτό τότε κυριαρχούσε η φαντασία, αν και το ποδόσφαιρο ήταν πιο αργό, ενώ σήμερα είναι πιο γρήγορο, πιο δυνατό, αλλά «τυποποιημένο».
Κεντρική φωτο: αρχείο Νίκου Μάλλιαρη, ο Ιωνικός με το “πουλί” της χούντας στη φανέλα.
Νάσος Μπράτσος
Πηγή: ΕΡΤ.gr