Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Τα ρομπότ» του Γιάννη Σκαρίμπα
“Λειψοί ή περισσοί; Αίνιγμα! Μυστήριο γύρω οι τόποι
κι ο σπαραγμός της μύτης μας μοιάζει άνθος του ουρανού
— Δε φτάσαμε ή περάσαμε — κι εμείς — νάμαστ’ ανθρώποι;
δώθες τάχα σταθήκαμε ή πέρα από το νου;”
Ο σπουδαίος ποιητής και πεζογράφος Γιάννης Σκαρίμπας γεννήθηκε στις 28 του Σεπτέμβρη 1893 στην Αγία Ευθυμία Παρνασσίδας και έφυγε από τη ζωή στις 21 του Γενάρη 1984.
Ξεκίνησε να σπουδάζει φιλοσοφία στην Αθήνα, αλλά εγκατέλειψε το Πανεπιστήμιο για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του έζησε στη Χαλκίδα όπου εργάστηκε ως εκτελωνιστής.
Εμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1929, με το διήγημα «Ο καπετάν Σουρμελής ο Στουραΐτης», με το οποίο συμμετείχε σε πανελλήνιο διαγωνισμό του περιοδικού «Ελληνικά Γράμματα». Τα μέλη της κριτικής επιτροπής, Κ. Μπαστιάς, Φώτη Κόντογλου, Κ. Καρθαίος και Λέων Κουκούλας, υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό το γραπτό του Γιάννη Σκαρίμπα και του απένειμαν το πρώτο βραβείο.
Στη γερμανική κατοχή κινδύνευσε να πεθάνει από την πείνα. Στρατεύτηκε στο ΕΑΜ.
Ο Γιάννης Σκαρίμπας υπήρξε πολυγραφότατος και εκκεντρικός. Μέσα από τη γραφή του καυτηρίαζε τα κακώς κείμενα και τα πνευματικά ήθη της εποχής του. Έγραψε ποιήματα, μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά έργα, δοκίμια και μελέτες. Τα πιο αντιπροσωπευτικά του έργα είναι: «Μαριάμπας», «Εαυτούληδες», «Το σόλο του Φιγκαρό», «Το Βατερλώ δύο γελοίων», «Το θείο τραγί», «Το 1821 και η αλήθεια». Τα θεατρικά: «Η Γυναίκα του Καίσαρος», «Τα καγκουρώ», «Η κυρία του τραίνου» κ.ά.
Το ποίημα εμπεριέχεται στη συλλογή «Εαυτούληδες».
Τα ρομπότ
Λοιπόν ωραία! Εφτάσαμε, ποιος ξέρει από τι κήπους
ξένα πουλιά γης άγνωστης —Πρώσσοι εδώ ατενείς—
κι είμαστε εδώ (στης χάλκινης καρδιάς μπρος τους χτύπους)
μ’ άγνωστο εντός μας γύρισμα και ρόγχο μηχανής.
Κι ήταν ωραία — πρώτο φτερό — άκρη, άκρη τ’ ακρωτηρίου
της χίμαιρας ως στάθκαμε με πόζες και ρυθμούς,
με στήθος κούφιο, ακούοντας εντός μας του μυστήριου
τη ρόδα, πόθους να γυρνά, γρανάζια κι αριθμούς.
Πρώτο φτερό — τι πήδημα ! — Παράδεισος που εχάθη
η πρώτη ανυπαρξία μας (αργά τάχα ή νωρίς;)
κι είμαστ’ —α- χα! — απ’ το υλικό (να ζούμε χωρίς λάθη)
πούν’ — με σοφία — οι ηλίθιοι και οι σοφοί ’ν’ χωρίς…
Λειψοί ή περισσοί; Αίνιγμα! Μυστήριο γύρω οι τόποι
κι ο σπαραγμός της μύτης μας μοιάζει άνθος του ουρανού
— Δε φτάσαμε ή περάσαμε — κι εμείς — νάμαστ’ ανθρώποι;
δώθες τάχα σταθήκαμε ή πέρα από το νου;
“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.