Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (26.4.1564 – 3.5.1616): Πόθος σαιξπύρινος – 3 σονέτα
Γιατρειά δεν παίρνω πια, τα φρένα μου λασκάρουν,
Γυρνάω αλλόφρονας κι αιώνια ταραγμένος·
Παραμιλάω και τα λόγια μου σαλτάρουν,
Σε μια ασυνάρτητη αλήθεια είμαι χαμένος.
Ουίλλιαμ Σαίξπηρ
William Shakespeare
[26 Απριλίου 1564 – 23 Απριλίου (ή 3 Μαΐου) 1616]
3 Σονέτα: 65, 128, 147
Μετάφραση – Σημείωση
Μπάμπης Ζαφειράτος / Μποτίλια Στον Άνεμο
Σονέτο LXV (65)
[Την ομορφιά πού να φυλάξω]
Αφού οι στεριές, ο ορείχαλκος, τα κύματα κι η πέτρα
Είναι θνητά και κάποτε η δύναμή τους σπάει,
Πώς η ομορφιά τέτοιας οργής ν’ αντέξει τη φαρέτρα,
Που απ’ τον ανθό πιο ευαίσθητη στον άνεμο λυγάει;
Ω, πώς του θέρους η πνοή η μελένια να κρατήσει,
Που οι μέρες την πολιορκούν, με λύσσα τη σκορπίζουν,
Όταν και κάστρα απόρθητα ο Χρόνος θα γκρεμίσει
Και ατσαλόπορτες χοντρές στο διάβα του σαπίζουν;
Πού να φυλάξω, αλίμονο –ω τρομερή μου σκέψη!–
Του Χρόνου τέτοιο κόσμημα απ’ των Καιρών την κόψη;
Ποιο χέρι αλήθεια δυνατό το βήμα τους θα κλέψει
Ή ποιος μπορεί της ομορφιάς το τέλος να ανακόψει;
Ω, δυστυχώς! Το θαύμα του κανείς δεν θα το κάνει·
Εκτός κι αν λάμψει η αγάπη μου στο μαύρο αυτό μελάνι.
Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 26 Απριλίου 2022
Σονέτο CXXVIII (128)
[Τα πλήκτρα]
Πόσο συχνά τη μουσική όταν παίζεις, μουσική μου,
Στο ευτυχισμένο όργανο που ηχεί στο άγγιγμά σου
Σαν το χαϊδεύεις τρυφερά, εμένανε η ψυχή μου
Με μελωδίες ατίθασες μεθάει απ’ το άκουσμά σου,
Πόσο τα πλήκτρα τα μικρά φθονώ που αναπηδάνε,
Τις τρυφερές ρωγούλες σαν φιλούν στα δάχτυλά σου,
Που ενώ τα χείλη μου στεγνά για θερισμό διψάνε
Το θρασύ ξύλο φλέγεται στο αψοκοκκίνισμά σου!
Για να σ’ αγγίξουνε, ποθούν τη θέση τους ν’ αλλάξουν,
Να γίνουν σαν τ’ αμίλητα τα πλήκτρα που χορεύουν
Κάτω από χέρια που απαλά τα κάνουν να πλαντάξουν
Πιο ζωντανά απ’ τα χείλη μου που εσένανε ικετεύουν.
Μα αφού αυτά τα πονηρά τα πλήκτρα ζουν μπροστά σου
Στα δάχτυλά σου ας πνιγούν, κι εγώ μες στα φιλιά σου.
Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 24 Απριλίου 2021
Σονέτο CXLVII (147)
[Πόθος αγιάτρευτος]
Σαν πυρετός η αγάπη μου με βαλαντώνει
Και την αρρώστια μου αδιάκοπα ποτίζει
Με ό,τι κακό το είναι μου πνίγει και σκοτώνει
Την άστατη διάθεσή μου ροκανίζει.
Κι αυτή μου η κρίση, ο γιατρός του έρωτά μου,
Αγριεύει που οι συνταγές του πάνε στράφι,
Κι απελπισμένος τώρα λέω με τα σωστά μου,
Ο πόθος χάρος που ο γιατρός μου τον ξεγράφει.
Γιατρειά δεν παίρνω πια, τα φρένα μου λασκάρουν,
Γυρνάω αλλόφρονας κι αιώνια ταραγμένος·
Παραμιλάω και τα λόγια μου σαλτάρουν,
Σε μια ασυνάρτητη αλήθεια είμαι χαμένος.
Ήσουν ο ήλιος μου κι ορκίστηκα σ’ εσένα,
Μα έγινες κόλαση κι είν’ όλα αραχνιασμένα.
Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 23 Απριλίου 2018
______________
Σημείωση
Τα 154 σονέτα πρωτοδημοσιεύτηκαν το 1609. Τα 126 (Ι – LXXVI) έχουνε παραλήπτη έναν νέο και στα επόμενα 28 (LXXVII – LCIV) ―που μπορεί να αποτελούν ταυτόχρονα και ένα ενιαίο ποίημα― ο παραλήπτης είναι η αιώνια μοιραία γυναίκα· μια «μελαχρινή (ή μήπως σκοτεινή;) κυρία», αισθησιακή, ερωτική, γήινη, μεγαλύτερη από τον νέο των 126 σονέτων, που κάποτε τον είχε αποπλανήσει…
Σημαντικό στοιχείο σε αυτά τα περίφημα 14στιχα, που έρχεται να προστεθεί στην τεράστια απήχησή τους και στη διαχρονική γοητεία τους ―πέρα απ’ την έμπνευση κι από την άρτια τεχνική τους που τα καθιστά μοναδικά― είναι πως με το γένος εν πολλοίς ασαφές, ως εκ της φύσεως της αγγλικής γλώσσας, το αντικείμενο του πόθου μπορεί να ανήκει και στα δύο φύλα.
Μπ. Ζ. Απρίλιος 2022
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback