Μαρία Φαραντούρη: Η Τέχνη εμπνέει στην πάλη για μια καλύτερη ζωή
Έχουμε καλούς νέους μουσικούς. Πιστεύω σε αυτούς. Θα δημιουργήσουν μέσα στις νέες συνθήκες και με το έργο τους θα εκφράσουν τη γενιά τους στη σημερινή εποχή. Εχουν τη συμπαράστασή μου…Η Τέχνη είναι απαιτητική, θέλει καθημερινή ενασχόληση και αφοσίωση, όμως ξέρει κι ανταποδίδει.
Η μεγάλη ερμηνεύτρια μιλάει στον «Ριζοσπάστη» για τη συναυλία για την Εργατική Πρωτομαγιά, την πορεία της στον χώρο του τραγουδιού και τα σχέδιά της
Βασική ερμηνεύτρια της μεγάλης συναυλίας που διοργανώνει το ΚΚΕ για την Πρωτομαγιά θα είναι η Μαρία Φαραντούρη. Μια ερμηνεύτρια παγκόσμιας αναγνώρισης…
Μεγάλωσε στη γειτονιά της Νέας Ιωνίας. Εκεί αποκτά και τις πρώτες μνήμες, τους πρώτους ήχους και εικόνες. Ακολουθεί η συμμετοχή της στη χορωδία του Συλλόγου Φίλων Ελληνικής Μουσικής. Εκεί την πρωτακούει ο Θεοδωράκης στα 16 της χρόνια και γίνεται η «φωνή» του. Και από τότε ξεκινάνε όλα…
Πρώτος της ολοκληρωμένος δίσκος «Η Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν» στα 17 της χρόνια. Εναν χρόνο αργότερα, και πάλι στο πλευρό του Μίκη, συμμετέχει ως βασική ερμηνεύτρια στην πρώτη μεγάλη λαϊκή συναυλία σε ανοιχτό χώρο και συγκεκριμένα σε γήπεδο. Είναι η πρώτη φορά που οι δημιουργοί, οι ερμηνευτές έρχονται σε άμεση επαφή με τις μάζες. Στα δύσκολα χρόνια της χούντας η Μ. Φαραντούρη, μαζί με τον Καλογιάννη και τον Μίκη, όταν κατόρθωσε να απελευθερωθεί, γυρνάνε όλες τις χώρες τραγουδώντας ενάντια στη δικτατορία, για την ελευθερία και το δίκιο…
Όλα αυτά τα χρόνια έως και σήμερα δεν σταματά να δημιουργεί. Ευτύχησε να συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους Έλληνες συνθέτες, να πραγματοποιήσει ζηλευτές και αξιομνημόνευτες συνεργασίες, να τραγουδήσει λόγια μεγάλων ποιητών. Και όμως, παρ’ όλα αυτά δεν επαναπαύεται. Την απασχολεί τι «νέο» θα προσφέρει στην Τέχνη της αλλά και στον κόσμο που την αγαπά και την ακούει. Εκτιμά ιδιαίτερα τη νέα γενιά των συναδέλφων της…
Για όλα αυτά είναι μεγάλη η χαρά και η τιμή μας που συνομιλήσαμε μαζί της. Και την ευχαριστούμε ιδιαίτερα.
Η Τέχνη εμπνέει στην πάλη για μια καλύτερη ζωή
— Μια συναυλία για την Εργατική Πρωτομαγιά. Τι θα έχει την ευκαιρία να ακούσει το κοινό που θα βρεθεί στο Γαλάτσι;
— Mια ωραία επιλογή από το σύγχρονο ποιοτικό μας τραγούδι, τραγούδια γνωστά και λιγότερο γνωστά που χαρακτήρισαν την εποχή μας με τη μελωδία αλλά και τα μηνύματά τους, τραγούδια που αγάπησε ο λαός μας και τον συντρόφεψαν στη χαρά και στους αγώνες του. Τα περισσότερα είναι του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και του Χατζιδάκι, του Λοΐζου, του Μικρούτσικου, του Ξαρχάκου.
Στη σκηνή θα έχω τη χαρά να συνεργαστώ με εξαίρετους και νεότερους τραγουδιστές, όπως την γνωστή σε όλους μας Ρίτα Αντωνοπούλου, τον Βασίλη Γκισδάκη, τον Κώστα Τριανταφυλλίδη και τη μικρότερη όλων αλλά πολλά υποσχόμενη Ελένη Καρτελιά. Μια οχταμελής ορχήστρα, με τον εξαίρετο Μανόλη Ανδρουλιδάκη, κλασικό κιθαρίστα, να έχει κάνει την ενορχήστρωση και να διευθύνει.
Πιστεύω ότι θα είναι μια ωραία μουσική βραδιά, με την οποία θα υποδεχτούμε την Πρωτομαγιά που τόσα νοήματα, συναισθήματα κι εργατικούς αγώνες ξυπνά μέσα μας.
— Πώς βλέπετε τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία του ΚΚΕ στον τομέα του Πολιτισμού και ειδικά σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες;
— Το ΚΚΕ, και η ΚΝΕ, έχει μια παράδοση στη δημιουργία πολιτιστικών εκδηλώσεων και ιδίως συναυλιών με μεγάλη συμμετοχή νέων κι αυτό είναι παρήγορο. Είναι πάντα κοντά στους καλλιτέχνες που τα τελευταία χρόνια λόγω πανδημίας είχαν πολλά προβλήματα εργασίας. Είμαι σίγουρη ότι θα συνεχίσει έτσι γιατί ο Πολιτισμός ενώνει τους ανθρώπους, τους εξυψώνει και τους εμπνέει στην πάλη τους για μια καλύτερη ζωή.
— Εχετε μια πλούσια και γεμάτη πορεία στον χώρο του τραγουδιού. Ας γυρίσουμε πίσω τον χρόνο… Πώς ξεκίνησαν όλα;
— Ξεκίνησαν όλα τη δεκαετία του ’60 όπου υπήρχε μια αγωνιστική αισιοδοξία και δημιουργική πολιτιστική αναγέννηση. Σε αυτό το κίνημα που χαρακτήριζε τους νέους μπήκα κι εγώ στα δεκάξι μου χρόνια. Για καλή μου τύχη με άκουσε ο Μίκης κι από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε μια δύσκολη, πολυκύμαντη περιπέτεια με εφτά συνεχή χρόνια στο εξωτερικό λόγω δικτατορίας, με εξαιρετικές κορυφώσεις κι αναγνώριση μουσικών έργων που παραμένουν στον χρόνο κι αποτελούν τη σύγχρονη πολιτιστική κληρονομιά μας. Τίποτα όμως δεν έγινε χωρίς σκληρή δουλειά κι αφοσίωση… Μια ολόκληρη ζωή, μέχρι σήμερα.
— Και η συνεργασία σας με τον Μίκη πότε ξεκίνησε;
— Ως μαθήτρια στο 8ο Γυμνάσιο στην Πατησίων μια φίλη συμμαθήτρια με πήρε και γράφτηκα στον Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής (ΣΦΕΜ). Ημουν η μικρότερη. Εκεί γνώρισα τον Λοΐζο, τον Μαυρουδή, τον Λεοντή κι αργότερα τον Σαββόπουλο. Ηταν ένα εξαιρετικό φυτώριο νέων Ελλήνων μουσικών και μετέπειτα συνθέτων. Σε μια συναυλία του ΣΦΕΜ συμμετείχα στη χορωδία κι έλεγα κι ένα τραγούδι μόνη μου, τον «Καημό» του Μίκη, ο οποίος ήταν παρών κι ενθουσιάστηκε. Ηρθε στο τέλος στα παρασκήνια, τον έβλεπα για πρώτη φορά, κι έδινε συγχαρητήρια στη μητέρα μου, η οποία με συνόδευε πάντα. Είδε κι εμένα και μου λέει «το ξέρεις ότι γεννήθηκες για τα τραγούδια μου;», κι εγώ του απάντησα με το θράσος της ηλικίας «το ξέρω!». Μετά είπε «Θα γίνεις η ιέρειά μου». Ε, από κει ξεκίνησαν όλα. Ηταν τέλος του ’63 ή αρχές του ’64.
— Αν ζητούσαμε να ξεχωρίσετε κάποιες μοναδικές στιγμές από όλη αυτή τη διαδρομή σας, τι θα ξεχωρίζατε;
— Είναι τόσο πολλές… Τώρα θυμάμαι μεγάλες συναυλίες στο εξωτερικό. Στο Παρίσι με τον Υβ Μοντάν να απαγγέλλει τα ποιήματα που τραγουδούσαμε, στο Λονδίνο την Βανέσα Ρεντγκρέιβ, τις συναυλίες μου με τον περίφημο κλασικό κιθαρίστα Τζον Γουίλιαμς, το «Κάντο Χενεράλ» στην Κούβα με την παρουσία του Φιντέλ Κάστρο… Επίσης, όταν τραγούδησα στη σουηδική Βουλή το «Γελαστό παιδί», που με κάλεσε ο Πάλμε, τη γνωριμία μου με τους Beatles στο στούντιό τους, την «Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν» όταν την τραγούδησα με τον Μίκη και τον Καμπανέλλη που το διάβασε, μέσα στο στρατόπεδο στην Αυστρία, τον Μιτεράν όταν με κάλεσε ως Πρόεδρος να τραγουδήσω στο Μέγαρο των Ηλυσίων. Αλλά πάνω από όλα τη συναυλία στο Στάδιο Καραϊσκάκη όταν έπεσε η χούντα και γυρίσαμε από το εξωτερικό.
— Πώς βλέπετε τους νεότερους συναδέλφους σας, τη σύγχρονη δημιουργία;
— Σήμερα είναι μια άλλη εποχή που έχει υποχωρήσει το συλλογικό. Eχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα… Oύτε οι δίσκοι δεν υπάρχουν. Υπάρχει ο «ψηφιακός κόσμος», το ίντερνετ, το οποίο είναι καλό γιατί γνωρίζεις άμεσα τις μουσικές απ’ όλο τον κόσμο, επικοινωνείς πιο εύκολα, ταυτόχρονα, όμως, λείπει η προσωπική παρουσία και επαφή.
Εχουμε καλούς νέους μουσικούς. Πιστεύω σε αυτούς. Θα δημιουργήσουν μέσα στις νέες συνθήκες και με το έργο τους θα εκφράσουν τη γενιά τους στη σημερινή εποχή. Εχουν τη συμπαράστασή μου, όπου μπορώ βοηθάω από τη μεριά μου. Εχουν ανάγκη να νιώθουν το ενδιαφέρον μας. Η Τέχνη είναι απαιτητική, θέλει καθημερινή ενασχόληση και αφοσίωση, όμως ξέρει κι ανταποδίδει.
— Δεν επαναπαύεστε. Ποια είναι τα ερχόμενα σχέδιά σας;
— Ναι, είναι αλήθεια, αναπνέω με τη μουσική και το τραγούδι. Τώρα αν η υγεία μας κι η πανδημία το επιτρέψει, έχω μια σειρά συναυλιών το καλοκαίρι εδώ και στο εξωτερικό κι ένα καινούργιο έργο στηριγμένο στα σπαράγματα ποιημάτων από αρχαίες ποιήτριες. Το μελοποίησε η Λένα Πλάτωνος πάνω σε μετάφραση του φιλόλογου καθηγητή Θάνου Τσακνάκη και θα το παρουσιάσουμε σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού στην Ελευσίνα που είναι πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2023.
Δείτε ακόμα: