Όταν σταμάτησε ο χρόνος του Μπόμπαν Γιάνκοβιτς
Ένας σοκαριστιικός αυτο-τραυματισμός, σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση, που σόκαρε το πανελληνιο. Ο Γιάνκοβιτς έχασε τη μάχη για τη ζωή, αλλά έμεινε ζωντανός στη μνήμη όλων των φιλάθλων, κερδίζοντας την καθολική τους αναγνώριση.
Οι δραματικές στιγμές χαράζονται ανεξίτηλα στη μνήμη και δεν ξεθωριάζουν ποτέ. Δεν πρέπει να υπάρχει θεατής, που να είδε ζωντανά ή από την τηλεόραση εκείνο τον αγώνα της ημιτελικής σειράς μεταξύ Πανιωνίου και ΠΑΟ, και να έχει ξεχάσει το συγκλονιστικό τραυματισμό του Μπόμπαν Γιάνκοβιτς. Μετά από ένα φάλτσο σφύριγμα, πήρε φόρα, κουτούλησε το κεφάλι του σε μια μπασκέτα χωρίς προστατευτικό -για να μην κουτουλήσει το διαιτητή και την πληρώσει κάτι έμψυχο- και έπεσε παράλυτος στο παρκέ, παραλύοντας και τους πάντες γύρω του.
Αυτός ήταν ο αυθόρμητος πλην αυτοκαταστροφικός τρόπος του Μπόμπαν να διαμαρτυρηθεί για ένα ανύπαρκτο επιθετικό φάουλ στον Αλβέρτη, που ήταν το πέμπτο προσωπικό και τον έστελνε πρόωρα στον πάγκο. Το σφύριγμα του Κουκουλεκίδη ήταν επαγγελματικό, “στεγνό καθάρισμα”, αλλά μόνο εντός εισαγωγικών. Κανείς αγώνας και κανένα σφύριγμα δεν είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Αλλά ο Γιάνκοβιτς ζούσε πάντα στα άκρα και στην υπερβολή, κι αυτό ήταν κομμάτι της γοητείας του και του χαρακτήρα του, που στάθηκε μοιραίος και για τον ίδιο.
Ο Μπόμπαν Γιάνκοβιτς ήταν κλασικό δείγμα της μεγάλης των πλάβι σχολής, δεινός σουτέρ και σκόρερ, με τσαγανό, ψυχικά αποθέματα, αλλά και ψυχικές μεταπτώσεις. Γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1962, φόρεσε τη φανέλα του Ερυθρού Αστέρα, ήρθε στον Πανιώνιο στα 30 του, και μολονότι δεν ήταν στο πρώτο ράφι εκείνης της (αστείρευτης) γενιάς των Γιούγκων, έκανε τη διαφορά κι ήταν από τους καλύτερους ξένους της Α1.
Μέχρι που…
Όταν διακόπηκε το παιχνίδι, ο ΠΑΟ ήταν μπροστά με 50-56. Ο αγώνας θα συνεχιζόταν, οι πράσινοι θα νικούσαν και θα περνούσαν μετά από πολλά χρόνια στους τελικούς της Α1 αλλά κανείς δεν ασχολούνταν με το τελικό αποτέλεσμα. Ο Αλβέρτης πχ που ήταν άμεσα εμπλεκόμενος στη φάση, έλεγε “να γυρίσει δυνατός ο Γιάνκοβιτς, και εγώ δεν παίζω ξανά μπάσκετ”. Ενώ ο ίδιος ο Μπόμπαν ήταν αισιόδοξος πως σύντομα θα ξαναγυρνούσε στα γήπεδα, με τη δύναμη της θέλησής του -δεν κατάφερε όμως να σηκωθεί από το αναπηρικό καροτσάκι και να σταθεί στα πόδια του.
Η εικόνα του αιμόφυρτου Σέρβου στο παρκέ της Νέας Σμύρνης ήταν ούτως ή άλλως σοκαριστική, ελάχιστοι όμως είχαν αντιληφθεί εξ αρχής τη σοβαρότητα του τραυματισμού και τη ζημιά που έγινε. Η μάχη του Γιάνκοβιτς για να κρατηθεί στη ζωή -σε πρώτη φάση- συγκίνησε όλο τον κόσμο του μπάσκετ που έσπευσε να βοηθήσει με κάθε δυνατό τρόπο, από τους Γιαννακόπουλους που κάλυψαν κάποια έξοδα μέχρι τον Ιωαννίδη που μεσολάβησε για να φέρει τον καλύτερο γιατρό, και δεκάδες απλούς ανώνυμους φιλάθλους. Σταδιακά όμως τα φώτα της προσοχής στράφηκαν σε άλλα μέτωπα -το 1993 εξάλλου ήταν μια γεμάτη “συγκλονιστική” μπασκετική χρονιά- και ο Μπόμπαν έμεινε σχεδόν μόνος του να παλεύει, τραβώντας το δικό του Γολγοθά. Τον ξέχασαν και τον εγκατέλειψαν δυστυχώς ακόμα και δικά του, οικεία πρόσωπα, για να μείνει κοντά του μόνο ένας στενός κύκλος ανθρώπων και κάποιοι από τους ανθρώπους του Πανιωνίου, της τελευταίας ομάδας του, η οποία απέσυρε τιμής ένεκεν τη φανέλα με το νούμερο 8 που φορούσε.
Ο Γιάνκοβιτς ήταν μαχητής της ζωής και παρά τα εμπόδια και τα αρκετά κιλά που πήρε, καταδικασμένος στην ακινησία, δεν εγκατέλειψε την προσπάθεια, κι είχε μεταξύ άλλων ενεργή ανάμειξη στους παραολυμπιακούς αγώνες. Προδόθηκε όμως από την καρδιά του, τη μεγάλη καρδιά που ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του εντός και εκτός γηπέδων, κι άφησε την τελευταία του πνοή εν πλω, σε ένα ταξίδι, πριν προλάβει να του δοθεί ιατρική βοήθεια, μόλις στα 44 του χρόνια.
Ο επίλογος της ιστορίας γράφτηκε μερικά χρόνια αργότερα, με την επεισοδιακή μετακίνηση του γιου του, Βλαδίμηρου, από τον Πανιώνιο στις γραμμές του οποίου αναδείχτηκε σαν παίκτης, στον Παναθηναϊκό, την ομάδα εναντίον της οποίας έδωσε τον τελευταίο αγώνα της ζωής του, κάτι που δεν του συγχώρεσαν ποτέ οι “Πάνθηρες”.
Ο σοκαριστικός τραυματισμός του Γιάνκοβιτς ήρθε λίγες μέρες μετά το “θάνατο του μπάσκετ” -όπως είχε χαρακτηρίσει το “Τρίποντο” της εποχής το θρίαμβο της Λιμόζ του Μάλκοβιτς στο ΣΕΦ- και λίγους μήνες πριν από το θάνατο -στην κυριολεξία αυτή τη φορά- του Ντράζεν Πέτροβιτς, σε μια άλλη θλιβερή ιστορία, χωρίς αίσιο τέλος. Ο Μπόμπαν μπορεί να βγήκε ηττημένος από τον αγώνα για τη ζωή, πληρώνοντας μια αποκοτιά της ζωής, μένει όμως ζωντανός στη μνήμη όλων των φίλων του αθλήματος, κερδίζοντας -όσο ήταν ακόμα εν ζωή- την καθολική συμπάθεια κι αναγνώριση.