Τα λεφτά είναι υπερτιμημένα. Η ζωή είναι αλλού
Ο γκουρού Πρωθυπουργός μας θέλησε να μας μεταφέρει το αληθινό νόημα της ζωής αλλά εμείς δεν φαίνεται να ξεβλαχέψαμε και μένουμε στα τετριμμένα…και δεν σκεφτόμαστε πως έτσι στέλνουμε κακά ενεργειακά vibes στο σύμπαν. Είμαστε πεινασμένοι επειδή δεν έχουμε βρει ακόμα το πυρηνικό μας κέντρο, όχι γιατί υπάρχει καπιταλισμός
Ο γκουρού Πρωθυπουργός μας θέλησε να μας μεταφέρει το αληθινό νόημα της ζωής αλλά εμείς δεν φαίνεται να ξεβλαχέψαμε και μένουμε στα τετριμμένα: Πώς θα πληρώσουμε ενοίκιο, πώς θα πληρώσουμε ρεύμα, πώς θα φάμε, πώς θα στείλουμε τα παιδιά μας σχολείο και δεν σκεφτόμαστε πως έτσι στέλνουμε κακά ενεργειακά vibes στο σύμπαν. Είμαστε πεινασμένοι επειδή δεν έχουμε βρει ακόμα το πυρηνικό μας κέντρο, όχι γιατί υπάρχει καπιταλισμός.
Είναι που οι κομμουνιστές δεν έχουμε το Θεό μας οπότε πώς να πιστέψουμε σε αυτά τα new age που είναι ”το μετά το Θεό”. Αυτό φταίει.
Βγήκε ο Μωυσής μας, χαλαρός, και θέλησε απλόχερα να μας μιλήσει για τις μικροχαρές της ζωής μας: Τον ήλιο, τη θάλασσα, τους φίλους, την οικογένεια. Να μην ανησυχούμε για λεφτά, η ζωή είναι ωραία. Να τα δούμε πιο ολιστικά τα πράγματα.
Όταν τα ακούς αυτά τα αφηρημένα από Δεξιό καταλαβαίνεις πως έρχεται πείνα.
Ξέρετε γιατί το καταλαβαίνετε αυτό; Επειδή δεν έχετε καταλάβει το νόημα της πραγματικής ευτυχίας.
Φάτε θετική ενέργεια. Θα δείτε διαφορά. Δεν παχαίνει. Δεν κοστίζει.
Δεν θα ‘χουμε λεφτά αλλά θα έχουμε καλή καρδιά. Θα μας παίρνουν το σπίτι οι τράπεζες αλλά θα έχουμε ανοιχτά όλα τα τσάκρα μας ώστε να καλοδεχτούμε την αστεγία μας. Δεν θα έχουμε ρεύμα αλλά θα λάμπει από μέσα μας το φως της θετικής ενέργειας. Δεν θα ‘χουμε φαγητό αλλά υπάρχουν εναλλακτικές μπορούμε να τρώμε… ήλιο.
Θα βγαίνεις εσύ, η γυναίκα σου, η πεθερά σου και τα παιδιά στο μπαλκόνι σαν πάνελ και θα μαζεύετε ήλιο. Μην είστε μέσα στην αρνητικότητα. Απαγορεύεται η λέξη ”πεινάω”. Δείχνει έλλειψη και το σύμπαν δονείται σε κακά ενεργειακά κύματα. Να λέτε θετικά πράγματα, ”χόρτασα” ας πούμε.
Όλοι είμαστε ένα. Εσύ και το ζαμπόν είστε ήδη ένα. Νιώσε σαν να το έχεις φάει ήδη.
Μην εξαρτάστε από χρωματιστά χαρτάκια. Μόνο πρόβλημα ήταν. Τόσοι και τόσοι το ‘χουν πει πριν από μένα. ”Για τα λεφτά τα κάνει όλα” η γκόμενα του Αντύπα στο γνωστό άσμα.
Αν δεν σέβεστε εμένα, σεβαστείτε τουλάχιστον αυτόν.
Αποδεσμευτείτε από τα υλικά αγαθά σας. Όταν θα ‘ρθει ο δικαστικός κλητήρας, να σας σηκώσει το σπίτι λόγω χρεών, υποδεχτείτε τον με χαμόγελο. Μην τον πιάσεις από το λαιμό. Για κάποια άψυχα έπιπλα; Σκεφτείτε πως το πιο σημαντικό στην ζωή μας είναι οι άνθρωποι. Τρατάρετέ του κάτι.
Θυμηθείτε όλους αυτούς τους πλούσιους που ταξιδεύουν στις αφρικανικές χώρες για φιλανθρωπίες και γυρίζουν γεμάτοι εμπειρίες. Μιλούν για ακραία φτώχεια στον τρίτο κόσμο αλλά παράλληλα μας λένε πως εκεί οι άνθρωποι καταφέρνουν και γελάνε. Μαθαίνουν από αυτό. Μπορεί να μην έχουν δώσει όλη τους την περιουσία ενθυμούμενοι τουμπανιασμένα παιδιά ή ο πατέρας τους να συνεχίζει να κάνει λαθρεμπόριο εκεί κάτω ενισχύοντας εμφύλιους -άρα και την φτώχεια- αλλά το μάθημα πως η ζωή δεν θέλει πολλά υλικά αγαθά για να είσαι ευτυχής το ‘χουν λάβει.
Διδαχτείτε, ανοίξτε λίγο το μυαλό σας. Μην μένετε στην Δραπετσώνα, σκεφτείτε την ώρα που μετράτε τα χρήματα τέλος του μήνα ”Ευτυχώς δεν είμαι στην Σιέρα Λεόνε!”. Μην μπαίνετε στην διαδικασία να σκέφτεστε γιατί δεν είστε στο Μόντε Κάρλο. Είναι αντί για σας, το παιδί του πλούσιου που πολύ στεναχωρήθηκε με την ακραία φτώχεια και τώρα πάει να ξεσκάσει.
Θυμηθείτε, όλοι είμαστε ένα. Εγώ, εσύ αναγνώστη μου, το ζαμπόν, ο πλούσιος, ο πεινασμένος Αφρικάνος. Είναι ήδη σαν να έχουμε πάει όλοι μαζί Μόντε Κάρλο. Είμαστε ένα Όλον και όλα αυτά τα ακούει το σύμπαν.
Τι Λωζάνη, τι Κοζάνη.
Λύσεις υπάρχουν. Λεφτά δεν υπάρχουν. Ο καπιταλισμός έχει κλατάρει αλλά όλοι προσπαθούν να μας το κρύψουν, υποβαστάζοντάς τον ανάμεσά μας, όπως τον Μπέρνι στην ταινία του ’80. ”Το τρελό σαββατοκύριακο του Καπιταλισμού”. Μόνο που πριν παραδεχτούν πως άφησε τα κοκαλάκια του, θα τα αφήσουμε εμείς πρώτοι.
Πίσω από αυτά τα μειλίχια λόγια δεν κρύβεται παρά ένας κυνισμός. Μήπως ο Μητσοτάκης θα χάσει την δουλειά ή το σπίτι του; Μήπως ο Μητσοτάκης θα γυρίσει με άδειες τσέπες στο σπίτι του; Μήπως ο Μητσοτάκης θα αντικρίσει το βλέμμα του παιδιού του όταν θα του ζητά γάλα; Όταν δεν θα έχεις θέρμανση να ζεσταθείς πιστεύεις πως θα σου φτάσει σαν καύσιμο η δύναμη της αγάπης; Μόνο η Πολυάννα έχει καταφέρει κάτι τέτοιο, στα λογοτεχνικά χρονικά, ούτε καν στα ιστορικά.
Προχθές μας είπε κατάμουτρα πως θα φτωχύνουμε και άλλο. Δεν τον νοιάζει, γιατί η δική μας φτώχεια είναι πλούτη για τους φίλους του.
Ξαφνικά θυμήθηκαν τα σημαντικά στην ζωή. Εκείνοι που έχουν πουλήσει ως και την μάνα τους για να βρίσκονται στις θέσεις που βρίσκονται και με τους τραπεζικούς λογαριασμούς γεμάτους.
Μιλούν για την θάλασσα που δίνουν στους επιχειρηματίες για εκμετάλλευση με τις τρελές τιμές και τα γκαρσονάκια που περπατούν ξυπόλυτα στην άμμο με 40 βαθμούς και γυρίζουν σε τρώγλες χέζοντας σε πλαστικές λεκάνες δίπλα από υπερπολυτελείς σουίτες.
Το ίδιο χαίρονται την ζωή, κύριε Μητσοτάκη; Το ίδιο είναι να χέζει σε λεκάνη και το ίδιο σε τουαλέτα που θα σου πετάει νεράκι στο πωπουδάκι μόλις τελειώσεις; Τα γράφω ωμά γιατί αυτή είναι μια λειτουργία που κάνουμε όλοι μας, πλούσιοι και φτωχοί και είμαστε κείνη την στιγμή εξίσου ευάλωτοι και μόνοι.
Να χαρούμε τον ήλιο; Πόσος ήλιος φτάνει στα υπόγεια; Αυτοί δεν θα τρώνε ήλιο κύριε Μητσοτάκη.
Να χαρούμε τις οικογένειες; Πόσοι απο την γενιά μου, κύριε Μητσοτάκη, μπορούν να κάνουν οικογένεια με 500 και 600 ευρώ; Και μην ακούσω το ρομαντικό ”Και κάποτε δεν είχανε λεφτά αλλά παιδιά έκαναν”. Χίλια συγγνώμη που θέλουμε να τα μεγαλώσουμε με αξιοπρέπεια, όπως αρμόζει στο σήμερα και όχι όπως μεγάλωσαν οι παππούδες μας το ’40 ή το ’50, μέσα στην φτώχεια και στη στέρηση.
Το 1729, ο Τζόνοθαν Σουίφτ έγραψε το σατιρικό βιβλίο με τίτλο ”Σεμνή πρόταση ώστε τα τέκνα των φτωχών να παύσουν να αποτελούν βάρος για τους γονείς τους και τον τόπο και να καταστούν ωφέλιμα στην κοινωνία”. Εκεί μέσα προτείνει τα μωρά των φτωχών να σερβίρονται ως εκλεκτά εδέσματα στους πλούσιους. Με αυτό τον τρόπο θα μειωνόταν ο πληθυσμός τους και οι πλούσιοι θα έπαυαν να γκρινιάζουν. Ήταν μια πολιτική σάτιρα που θα μπορούσε να διαβαστεί με διττή ερμηνεία αφού ο συγγραφέας ήταν Ιρλανδός και ασκούσε συχνά κριτική στην Αγγλία, που με την σειρά της ”έτρωγε” τους αδύναμους Ιρλανδούς.
Η πάλη για την επιβίωση δεν είναι κάτι καινούργιο. Πλούσιοι και φτωχοί υπήρχαν πάντα. Με θετική σκέψη δεν γεμίζει το στομάχι. Το ξέρουν. Κάποτε έταζαν Παράδεισο για παρηγοριά… Και τότε το ήξεραν.
Φάτε τους πριν μας φάνε.