Ο Μπετόβεν, η ηρωική συμφωνία και τα ιστορικά της συμφραζόμενα
Άλλοι τον παρουσίασαν ως επαναστάτη και ίσως σοσιαλιστή, άλλοι πάλι ως εθνικιστή και φιλοβασιλικό. Κάθε ερευνητής, ανάλογα με την εποχή και τις προσωπικές του προτιμήσεις έτεινε να προβάλει στο Μπετόβεν όσα επιθυμούσε να δει ο ίδιος.
Πριν 247 χρόνια τέτοια μέρα βαφτίστηκε ο τιτάνας της κλασικής μουσικής, Λούντβιχ βαν Μπετόβεν. Ελλείψει πιστοποιημένης ημερομηνίας γέννησης, η 17η Δεκέμβρη καταλαμβάνει καταχρηστικά τη θέση των γενεθλίων του συνθέτη. Ο Μπετόβεν δεν έγινε γνωστός μόνο για τα μουσικά του αριστουργήματα, τα οποία δημιούργησε παρά την επιδεινούμενη από το 1798 κι εξής κώφωσή του, αλλά και για την πολυκύμαντη ζωή του. Είναι παραπάνω από ένα τα αινίγματα που έθεσε στους ακροατές της εποχής του αλλά και μέχρι σήμερα ο Μπετόβεν με τα έργα του. Τα πολιτικά συμφραζόμενα της μουσικής του ανήκουν στα πιο πολυσυζητημένα μεταξύ αυτών.
Το πιο γνωστό ανεκδοτολογικό περιστατικό σχετικά με τη διασύνδεση μουσικής και πολιτικών αντιλήψεων του συνθέτη αφορά το περιβόητο σκίσιμο της πρώτης σελίδας της παρτιτούρας της “Ερόικα”, της 3ης ή αλλιώς επονομαζόμενης και “Ηρωικής συμφωνίας” του συνθέτη. Ο λόγος ήταν η αφιέρωση που έφερε το χειρόγραφο στον στρατηγό Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Η στέψη του τελευταίου ως αυτοκράτορα έκανε τον Μπετόβεν να αναφωνήσει εξοργισμένος “Μα δεν είναι κι αυτός διαφορετικός από κάθε κοινό άνθρωπο!”
Οι ερευνητές δε συμφωνούν σχετικά με το αν και υπό ποιες ακριβές συνθήκες έλαβε χώρα το συμβάν.
Χρήσιμη για τη σχετική συζήτηση είναι μια σκιαγράφηση της ζωής του Μπετόβεν, ιδίως κατά την περίοδο δημιουργίας της Ερόικα, δηλαδή μεταξύ 1802 μέχρι την πρεμιέρα της το 1805, ενώ είχε προηγηθεί η σημαντική για τον ίδιο μετακόμιση από τη γενέτειρα του Βόννη στη Βιέννη το 1792, καθώς και η επιδείνωση της πάθησής του, για την οποία ήδη έγινε λόγος.
Είναι η εποχή που τα στρατεύματα του Ναπολέοντα κατακτούν την Ευρώπη, διασκορπίζοντας το επαναστατικό πνεύμα.
Η Γαλλική Επανάσταση και τα ιδανικά της ασκούσαν κατά πάσα πιθανότητα μεγάλη γοητεία στο Μπετόβεν. Υπό αυτό το πρίσμα, η σύνθεση της Ερόικα μπορεί να νοηθεί ως μια “προμηθεϊκή” ηρωική συμφωνία με πηγή έμπνευσής της το Ναπολέοντα.
Από την άλλη, πρέπει να έχει κανείς κατά νου πως δεν υπάρχουν αδιαμφισβήτητες δηλώσεις ή αποδείξεις των πολιτικών πεποιθήσεων του συνθέτη. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην πολιτική αξιοποίηση του έργου του από διαμετρικά αντίθετα πολιτικά στρατόπεδα. Άλλοι τον παρουσίασαν ως επαναστάτη και ίσως σοσιαλιστή, άλλοι πάλι ως εθνικιστή και φιλοβασιλικό. Κάθε ερευνητής, ανάλογα με την εποχή και τις προσωπικές του προτιμήσεις έτεινε να προβάλει στο Μπετόβεν όσα επιθυμούσε να δει ο ίδιος.
Στην παρουσίαση που ακολουθεί θα μπορούσε κανείς να αποκομίσει την εντύπωση πως η δημοκρατική στάση του Μπετόβεν υπήρξε κάποιου είδους νομοτελειακή εξέλιξη, κάτι που δεν ισχύει. Αναμφίβολα ωστόσο η ζωή του κινήθηκε σε μια περίοδο μεταξύ Επανάστασης και Παλινόρθωσης, μια περίοδο γεμάτη κι αυτό δε μπορούσε παρά να αφήσει το αποτύπωμά του στη ζωή και το έργο του.
Ο Μπετόβεν γεννήθηκε όπως είπαμε στη Βόννη και πέθανε στις 26 Μαρτίου 1827 στη Βιέννη. Οι δυο πόλεις-επίκεντρα της ζωής και της δράσης του έχουν σχεδόν συμβολικό χαρακτήρα: Από τη μια η Βόννη, κέντρο ιδεών του διαφωτισμού αλλά και ιακωβινισμού, κι από την άλλη η αντιδραστική Βιέννη του Μέττερνιχ και της Παλινόρθωσης.
Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν μεγάλωσε με τους δυο αδελφούς του σε μια οικογένεια μέτριας οικονομικής επιφάνειας, καθώς ο πατέρας του ήταν τενόρος στην αυλή του Εκλέκτορα της Κολωνίας, στην οποία μπήκε κι ο ίδιος ο Μπετόβεν αργότερα. Το μουσικό του ταλέντο ξεδιπλώνεται από νωρίς, και στα 13 ήδη λειτουργεί ως αντικαταστάτης του βασικού οργανοπαίχτη της αυλής και δασκάλου του, Christian Gottlob Neefe. O μικρός Λούντβιχ από νωρίς καλείται να λάβει ρόλο προστάτη οικογενείας, καθώς ο πατέρας του ήταν μέθυσος, ενώ η μητέρα του καταθλιπτική που έφυγε νωρίς από τη ζωή.
Ο δάσκαλος του Neefe (1748-1798) δούλευε σε εφημερίδα των Ιλουμινάτι, ενώ αργότερα κατέλαβε και τη θέση του “Princeps“, του επικεφαλής δηλαδή, σε στοά της οργάνωσης. Στο κείμενο της υποδοχής του διαβάζουμε: “Εφαρμογή των δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Επιδίωξη της αρετής, επιμονή σε αυτή, αποστροφή στις αμαρτίες, συμπόνοια και βοήθεια στο δυστυχή, καταστροφή στον αδιόρθωτο κακούργο”. Τα λόγια αυτά απηχούν μετέπειτα απόψεις του ίδιου του Μπετόβεν: “Να κάνεις το καλό, όπου μπορείς! Να αγαπάς την ελευθερία πάνω απ’ όλα! -Να μην αποκρύπτεις την αλήθεια, ούτε στο θρόνο” Τέτοιες εκφράσεις βρίσκονται σε ακόμα εντονότερη μορφή στα έργα του Fidelio ή το τελικό χορωδιακό μέρος της Ενάτης Συμφωνίας.
Ο πατέρας ενός φίλου του Μπετόβεν, ο Ευλόγιος Σνάιντερ, ήταν επίσης μέλος των Ιλουμινάτι, ενάντια στη δεσποτεία και φιλοϊακωβίνος, και φαίνεται να είχε σημαντική επίδραση στην πολιτική διαμόρφωση του συνθέτη. Να σημειωθεί ο Εκλέκτορας της Κολωνίας, Μαξιμιλιανός Φραγκίσκος, ήταν οπαδός της πεφωτισμένης δεσποτείας, κάτι που εξηγεί την παρουσία προοδευτικών καθηγητών σαν τον Σνάιντερ στο ιδρυμένο το 1786 από τον εκλέκτορα πανεπιστήμιο της Βόννης.
Γνωρίζουμε από τον ίδιο τον Μπετόβεν, ότι ήταν συνδρομητής των έργων του Σνάιντερ, τα οποία περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων επαναστατικούς ύμνους. Οι προσωπικές απόψεις του Μπετόβεν για την άλωση της Βαστίλης και την ίδια τη Γαλλική επανάσταση δυστυχώς δεν παραδίδονται. Ήταν φιλικά προσκείμενος στο διαφωτισμό, ωστόσο ενάντια στους πολέμους που εξαπλώνονταν στην Ευρώπη. Για πολλούς ο Ναπολέων ήταν το πρόσωπο που τελειοποίησε και ταυτόχρονα υπερέβη την επανάσταση, ένας σύγχρονος Προμηθέας που έφερνε στους ανθρώπους την αλήθεια, την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφοσύνη.
Τα νεανικά χρόνια του Μπετόβεν στη Βόννη παρέμεναν ανεξίτηλα στη μνήμη του, κάτι που κατέστησε πιο οδυνηρό τον -οριστικό όπως φάνηκε, ως το θάνατό του- αποχωρισμό του από την πόλη, για να εγκατασταθεί το 1792 μόνιμα στη Βιέννη, στην οποία είχε περάσει ένα σύντομο χρονικό διάστημα ως μαθητής κοντά στο Μότσαρτ το 1787, επιστρέφοντας λόγω του θανάτου της μητέρας του. Ο πρίγκηπας Κάρολος Λιχνόφσκυ τον ανέλαβε ως μαικήνας για πολλά χρόνια, φιλοξενώντας τον στην οικία του. Παρά την οικονομική του εξάρτηση από τους ευγενείς, δεν ανεχόταν ταπεινώσεις εκ μέρους τους, τους μιλούσε συχνά στον ενικό και προάσπιζε αυτό που ο ίδιος ονόμαζε “Αίσθημα αξιοπρέπειας του καλλιτέχνη”.
Η σχέση του με τους ευεργέτες του αντικατοπτρίζει και τις αλλαγές στο ρόλο του καλλιτέχνη με την κοινωνία. Πλέον δεν εργάζεται μόνο κατ’ ανάθεση των προστατών του, όπως συνέβαινε πχ. με τους Μότσαρτ και Χάιντν, αλλά και ως αυτόνομος καλλιτέχνης, που ακολουθεί την προσωπική του έμπνευση και βγάζει τα προς το ζην από τις παραστάσεις των έργων του.
Μαθημένος στο φιλελεύθερο κλίμα της Βόννης, είναι πιθανό ο Μπετόβεν να ένιωθε ασφυκτικά από το αντιδιαφωτιστικό κλίμα της αυστριακής πρωτεύουσας. Εξάλλου και στην αυλή του Εκλέκτορα της Κολωνίας η ατμόσφαιρα ήταν χαλαρή και μακριά από στριφνά πρωτόκολλα. Το 1794 έγραφε στον εκδότη Nikolaus Simrock “…λέγεται ότι εδώ θα έπρεπε να έχει ήδη ξεσπάσει επανάσταση. Εγώ όμως πιστεύω ότι όσο ο Αυστριακός έχει μαύρη μπίρα και λουκάνικα, δε θα ξεσηκωθεί”.
Το ότι είχει απογοητευθεί από την εξέλιξη της Γαλλικής επανάστασης, αποδεικνύει και η άρνηση του το 1802, να συνθέσει σονάτα προς τιμήν της: “Μα σας έχει καβαλήσει ο διάβολος όλους κύριοι μου, να μου προτείνετε να φτιάξω τέτοια σονάτα; Τον καιρό του επαναστατικού πυρετού, τότε θα είχε κάποιο νόημα, αλλά τώρα που όλα προσπαθούν να ξαναστριμωχτούν στις παλιές ράγες, τώρα που ο Βοναπάρτης έκλεισε κονκορδάτο με τον Πάπα”.
Εκείνη τη χρονιά όπως είπαμε αρχίζει η σύνθεση της Ερόικα, η οποία είναι μουσικά ρηξικέλευθη από πολλές απόψεις, τόσο για την πολύ μεγάλη έκτασή της (περίπου μιας ώρας), την ενορχήστρωσή της, αλλά και την καθυστέρηση με την οποία εμφανίζεται το κύριο μουσικό θέμα της συμφωνίας, μόλις προς το τέλος, εξού και έχει αποκληθεί η “πρώτη τελική συμφωνία στην ιστορία της μουσικής”.
Ερχόμαστε στην περίφημη σβησμένη αφιέρωση του Μπετόβεν στο Ναπολέοντα. Οι μελετητές της Ερόικα θεωρούν πως έχει στενή σχέση το έργο “Τα πλάσματα του Προμηθέα”, το οποίο νοείται ξεκάθαρα ως φόρος τιμής στο Ναπολέοντα. Είναι γεγονός πως από τους συγχρόνους ο Ναπολέων πράγματι θεωρούνταν από τους συγχρόνους του μια προμηθεϊκή μορφή, η ενσάρκωση της ελπίδας πως μετά τα χαώδη χρόνια της επανάστασης, επιτέλους θα πραγματοποιούνταν το τρίπτυχο της, ελευθερία-ισότητα-αδελφοσύνη.
Ο Μπετόβεν θαύμαζε το Ναπολέοντα όπως προκύπτει από τα απομνημονεύματα του φίλου του Φερνάνδου Ρις: “Ο Μπετόβεν τον εκτιμούσε πολύ τότε [πριν τη στέψη] και τον συνέκρινε με τους σημαντικότερους Ρωμαίους υπάτους” (παρομοίωση όχι τυχαία, καθώς ο Μπετόβεν ήταν ενθουσιώδης αναγνώστης του Πλουτάρχου).
Ωστόσο η σχέση του Μπετόβεν με τον Κορσικανό και τη Γαλλία είναι αμφίσημη.
Το 1796 συνέθεσε ένα τραγούδι υπέρ των Αυστριακών και επίσης συμμετείχε σε εκστρατευτικό σώμα κατά του Ναπολέοντα, κατά πάσα πιθανότατα μόνο ως μουσικός. Φαίνεται πως σε περιόδους ειρήνης τα δημοκρατικά του αισθήματα υπερίσχυαν, σίγουρα όμως δεν ήταν διατεθειμένος να θέσει εαυτόν σε πιθανό κίνδυνο, παραβιάζοντας τη νομιμοφροσύνη στις αυστριακές αρχές.
Το καλοκαίρι του 1803 η Ερόικα είχε ολοκληρωθεί, και όπως γράφει ο Φερδινάνδος Ρις στις 22 Οκτώβρη του ίδιου έτους, πράγματι ο Μπετόβεν είχε σκοπό να την τιτλοφορήσει με το όνομα του Ναπολέοντα. Ωστόσο το επόμενο καλοκαίρι έμαθε πως ο Ναπολέοντας θα ανκηρυσσόταν αυτοκράτορας. Γεμάτος απογοήτευση έσκισε το εξώφυλλο της Παρτιτούρας λέγοντας: “Μα δεν είναι διαφορετικός από τον κοινό άνθρωπο! Πλέον θα καταπατήσει όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα, θα υπηρετεί μόνο τη φιλοδοξία του, θα βάλει τον εαυτό του ψηλότερα από τους άλλους, θα γίνει ένας τύρρανος!” Το αντιτυρρανικό μένος του Μπετόβεν διακρίνεται κι από το γεγονός, πως η μόνη όπερα του Μπετόβεν η “Λεονόρα” στρέφεται κατά ενός δεσποτικού άρχοντα μέσα στο έργο.
Ορισμένοι μελετητές του υποστηρίζουν πως η τιτλοφόρηση με το όνομα, ή η αφιέρωση στο Ναπολέοντα είχε στόχο να καταστήσει το συνθέτη αγαπητό στη γαλλική αυλή. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι πως μετά το σκίσιμο της αφιέρωσης ο συνθέτης δεν προχώρησε σε άλλες αλλαγές της συμφωνίας, πέραν του ότι την αφιέρωσε τελικά στον κόμη Φραγκίσκο Ιωσήφ Λέφκοβιτς με τον υπότιτλο “composta per festeggiare il sovvenire di un grand‘ Uomo” (σε κάπως ελεύθερη απόδοση, σύνθεση για να γιορτάσει τη μνήμη ενός μεγάλου ανδρός), κάτι το οποίο έφερε οικονομικά πλεονεκτήματα στον ίδιο και τα “πνευματικά δικαιώματα” του έργου του εκείνης της περιόδου στον κόμη.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η πολιτική στάση του Μπετόβεν διακρινόταν από αρκετές αντιφάσεις, ενώ τα ωφελιμιστικά κίνητρα συχνά επισκίαζαν τις ιδεολογικές του πεποιθήσεις, ο βαθμός ριζοσπαστικότητας των οποίων εξάλλου είναι ανοιχτός προς συζήτηση. Ούτε είναι σαφές αν μπορεί να διακριβωθεί ποτέ η ιστορικότητα του επεισοδίου της απαλειφής της αφιέρωσης στο Ναπολέοντα. Όπως όμως έγραφε ο Έγκον Φρίντελ για το Μαρτίνο Λούθουρο και την δήλωσή του πως οι μεγαλύτεροι απατεώνες της ιστορίας ήταν ο Μωυσής, ο Χριστός και ο Μωάμεθ:
Σε τέτοιου είδους ανέκδοτα, που επιβιώνουν σκληροτράχηλα ανά τους αιώνες, βρίσκεται πάντα μια βαθύτερη αλήθεια. Ούτε η ρήση του Γαλιλαίου “κι όμως κινείται” είναι ιστορικά καταγεγραμμένη, ούτε ο Λούθηρος είπε ποτέ: “Εδώ στέκομαι, δε μπορώ αλλιώς”. Με τέτοιες μυθιστορίες σκοπόες είναι να εκφραστεί πως οι άνδρες αυτοί θα μπορούσαν να έχουν πει αυτά τα λόγια, ή μάλλον ότι θα έπρεπε να τα έχουν πει: έχουν ως σκοπό να συνοψίσουν με πιο ομοιογενή κι εντυπωσιακό τρόπο την πραγματική κατάσταση κι έτσι κατά μία έννοια είναι πιο πραγματικές από την ιστορική πραγματικότητα.
(το κείμενο αποτελεί σε μεγάλο βαθμό ελεύθερη απόδοση αποσπασμάτων από την πανεπιστημιακή εργασία του Daniel Titus Arend, στο πανεπιστήμιο του Άουγκσμπουργκ, με τίτλο “Η τρίτη συμφωνία του Μπετόβεν “Ερόικα” στα ιστορικά της συμφραζόμενα“.)
Επιμέλεια: Δύσκολες Νύχτες