Σκέψεις με αφορμή μια συναυλία
Με αφορμή το χαμό που προκάλεσε η μαζική προσέλευση στη συναυλία του ”Λεξ”, την οποία πολλοί φίλοι και γνωστοί βλέπουν ως προπομπό μιας επικείμενης νεολαιίστικης εξέγερσης κατά της παρούσας τάξης πραγμάτων.
Αν και μη γνώστης της ραπ, ας μου επιτραπούν τρία σχόλια (δύο γενικά και ένα ειδικό) με αφορμή το χαμό που προκάλεσε η μαζική προσέλευση στη συναυλία του ”Λεξ”, την οποία πολλοί φίλοι και γνωστοί βλέπουν ως προπομπό μιας επικείμενης νεολαιίστικης εξέγερσης κατά της παρούσας τάξης πραγμάτων.
Πρώτον, η μαζική απήχηση ενός καλλιτεχνικού ρεύματος ή δημιουργού σε ευρέα στρώματα που υφίστανται φτωχοποίηση και εκμετάλλευση, κι ειδικά στους νέους, δεν είναι από μόνη της τεκμήριο πολιτικοποίησης και ριζοσπαστικοποίησής τους (αρκεί να θυμηθούμε ότι μόλις πριν από λίγες μέρες μια παρόμοια συζήτηση γινόταν, με αρνητικό πρόσημο, για την αντίστοιχα μαζική απήχηση της τραπ στη νεολαία).
Δεύτερον, για τον ίδιο λόγο, το γεγονός ότι ένα καλλιτεχνικό ρεύμα προβάλλεται και γίνεται γνωστό από μη συστημικά κι άμεσα ελεγχόμενα από την εξουσία μέσα επικοινωνίας (youtube, social media) δεν το καθιστά αυτόματα πολιτικά ριζοσπαστικό-ανατρεπτικό, όπως δείχνει και πάλι το παράδειγμα της τραπ.
Τρίτο και σημαντικότερο: αν η μαζική απήχηση και τα μέσα μετάδοσης δεν αποτελούν επαρκή κριτήρια του πολιτικού και κοινωνικού προσανατολισμού ενός καλλιτεχνικού είδους, υπάρχουν άραγε πιο αξιόπιστοι δείκτες; Κατά τη γνώμη μου υπάρχουν, και είναι τα συμφέροντα, τα βιώματα και οι ιδέες που εκφράζει ένα καλλιτεχνικό ρεύμα, το ποιος καλείται να τα εκφράσει, με ποιο τρόπο και υπό ποιες συνθήκες. Αυτά τα στοιχεία μας βοηθούν να κρίνουμε το βάθος της κοινωνικής και πολιτικής αντιπροσωπευτικότητας ενός μουσικού είδους, το οποίο βάθος τεκμαίρεται από την αντοχή του στο χρόνο.
Και κλείνοντας, έρχομαι στην περίπτωση του συγκεκριμένου ράπερ: για την αντοχή των τραγουδιών του στο χρόνο προφανώς δεν μπορούμε να εκφέρουμε ακόμη άποψη. Οι συνθήκες υπό τις οποίες δημιουργεί είναι γνωστές, αυτές της πολύπλευρης οικονομικής, πολιτικής, πολιτισμικής, υγειονομικής και περιβαλλοντικής κρίσης. Ως προς την πορεία και τα βιώματά του, διάβασα ότι είναι γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1984, συνεπώς μεγαλωμένος σε εποχές σχετικής ευημερίας, και ότι ξεκίνησε την καριέρα του το 2010, στην έναρξη της ελληνικής κρίσης. Τέλος, ως προς τους στίχους του, από μια μικρή έρευνα σχημάτισα την εντύπωση ότι σαφώς υπάρχουν αναφορές σε φλέγοντα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα της εποχής που μαρτυρούν μια σχετική ευαισθησία και προβληματισμό (εργασιακή ανασφάλεια, μεταναστευτικό-προσφυγικό, κρατική καταστολή κτλ), πλην όμως αυτές είναι αποσπασματικές και κυριαρχούνται από προσωπικές φαντασιώσεις απόδρασης από τα κακώς κείμενα, χωρίς εστίαση στις συνθήκες διαβίωσης των από κάτω και χωρίς μια σφαιρική οπτική για τα αίτια και την αντιμετώπιση των προβλημάτων που τους ταλαιπωρούν. Εν κατακλείδι, νομίζω ότι αν σε κάποιο βαθμό είναι άδικη και ισοπεδωτική η υποτίμηση της μουσικής του ως μιας ακόμη αδιέξοδης βαλβίδας εκτόνωσης της οργής απέναντι στο σύστημα, είναι ακόμη πιο ουτοπική, αποπροσανατολιστική και δυνητικά επικίνδυνη η πρόωρη ενθουσιώδης αναγωγή της σε σπίθα μιας εξέγερσης, που όσοι την ευαγγελίζονται δεν έχουν ιδέα πώς θα οργανωθεί και θα πετύχει και, το κυριότερο, πού αποσκοπεί.
Ραφαήλ Παπαδόπουλος